Γράφει η Χριστίνα Χατζηιωάννου
Το Αφγανιστάν είναι μια δύσκολη χώρα για να τη κυβερνήσεις. Αυτοκρατορία μετά την αυτοκρατορία, έθνος μετά το έθνος, δεν κατάφερε να ειρηνεύσει αυτό που σήμερα είναι το σύγχρονο έδαφος του Αφγανιστάν, δίνοντας στην περιοχή το ψευδώνυμο “Νεκροταφείο των αυτοκρατοριών”.
Τους τελευταίους δύο αιώνες, τόσο οι σοβιετικοί όσο και οι βρετανοί εισβολείς αναγκάστηκαν σε αιματηρές υποχωρήσεις από το Αφγανιστάν,. Υποχωρήσεις στερημένες από νίκες που φαινόταν εύκολες στο χαρτί, αλλά τελικά αποδείχθηκαν μάταιες. Τον 19ο αιώνα υπήρχε το Μεγάλο Παιχνίδι, όταν η Βρετανική και η ρωσική αυτοκρατορία αντιμετώπισαν τις απαγορευτικές ερήμους και τις οροσειρές. Το 1919 εξαντλημένοι από τρεις αιματηρές εκστρατείες, οι Βρετανοί εγκαταλείπουν, ύστερα από έναν αιώνα παρουσίας, τις φιλοδοξίες τους να κυριαρχήσουν στην ορεινή Κεντρική Ασία. Το Αφγανιστάν γίνεται ανεξάρτητο κράτος. Στα τέλη του 20ού αιώνα ήταν ο ψυχρός πόλεμος, όταν η σοβιετική και αμερικανική αντιπαλότητα εξελίχθηκε σε πικρό ανταρτοπόλεμο. Και αυτόν τον αιώνα, είναι ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας και μια διαρκώς μεταβαλλόμενη εξέγερση των Ταλιμπάν, με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Τράμπ, να υπόσχεται μια ανανεωμένη στρατιωτική αποδέσμευση.
Ο πόλεμος του Βιετνάμ αποτελεί ένα μελανό σημάδι στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Φαίνεται, πως η πολεμική προσπάθεια στο Αφγανιστάν, και όχι ο πόλεμος του Βιετνάμ, πρόκειται να χαρακτηριστεί ως η νέα μακροβιότερη αναποτελεσματική προσπάθεια στην αμερικανική ιστορία.
Πως φτάσαμε εδώ;
Η 11η Σεπτεμβρίου 2001 ήταν μια επίθεση που πέρα από τον τεράστιο αριθμό των θυμάτων, τραυμάτισε θανάσιμα την υπερηφάνεια των Αμερικανών. Μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους η αμερικανική απάντηση ήταν άμεση με την κήρυξη του Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας. Στις 7 Οκτωβρίου χερσαίες δυνάμεις των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου αποβιβάστηκαν στο Αφγανιστάν. Από το 2001, ο συνασπισμός υπό την ηγεσία των ΗΠΑ δαπάνησε 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε μια ανεπιτυχή προσπάθεια να νικήσει τους Ταλιμπάν.
Μια από τις προεκλογικές υποσχέσεις της κυβέρνησης Ομπάμα ήταν η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από την περιοχή. Το 2011 στρατιώτες των ειδικών δυνάμεων σκότωσαν τον Bin Laden στο Πακιστάν, οδηγώντας στο συμπέρασμα ότι ο πόλεμος βρισκόταν κοντά στο τέλος του. Κάτι τέτοιο διαψεύστηκε. Αρχικά γιατί τρομοκρατικοί θύλακες αναπτύχθηκαν ξανά στην περιοχή οδηγώντας στην ανάδυση του Ισλαμικού Κράτους, και στη συνέχεια γιατί η ρεπουμπλικανική κυβέρνηση Τράμπ πίστευε ότι η στρατιωτική επέμβαση στην περιοχή είχε ακόμη κάτι να προσφέρει.
Ο Ιανουάριος του 2020 αποτέλεσε έναν μήνα σταθμό για τον “τερματισμό” του πολέμου στο Αφγανιστάν, καθώς Αμερικανοί διπλωμάτες βρέθηκαν σε διαπραγματεύσεις με εκπροσώπους των Taliban, προκειμένου να καταλήξουν σε μια ειρηνευτική συμφωνία που θα τερματίσει τον πολυετή αυτό πόλεμο. Στις 29 Φεβρουαρίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ταλιμπάν υπέγραψαν μια προκαταρκτική ειρηνευτική συμφωνία για την οποία χρειάστηκαν δέκα χρόνια, με στόχο τον τερματισμό σχεδόν 18 ετών πολέμου στο Αφγανιστάν. Ωστόσο, οι ειδικοί τονίζουν ότι η συμφωνία αυτή είναι μόνο το πρώτο βήμα για την επίτευξη μόνιμης ειρήνης. Η μεγαλύτερη πρόκληση θα είναι η διαπραγμάτευση συμφωνίας μεταξύ της ισλαμιστικής φονταμενταλιστικής ομάδας και της κυβέρνησης του Αφγανιστάν για το μέλλον του Αφγανιστάν.
Εάν τεθεί σε ισχύ η συμφωνία που υπογράφηκε, οι Αμερικανοί θα καταφέρουν να δουν τελικά το τέλος της συμμετοχής στον μακρύτερο πόλεμο της χώρας. Τα επίπεδα των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ πρόκειται να μειωθούν από 14.000 σε 8.600 εντός 135 ημερών και στη συνέχεια στο μηδέν εντός εννέα μηνών (δηλαδή έως τον Μάιο του 2021). Επίσης θα φύγουν και άλλα ξένα στρατεύματα και όλοι οι εκπαιδευτές και οι ειδικοί σύμβουλοι. Η συμφωνία καλεί, λοιπόν, τις Ηνωμένες Πολιτείες να αποσύρουν σταδιακά τα στρατεύματά τους και να ανοίξουν άμεσες συνομιλίες για τους Ταλιμπάν και την αφγανική κυβέρνηση (η οποία δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία). Οι Ταλιμπάν υποσχέθηκαν περαιτέρω στη συμφωνία να αποτρέψουν τρομοκρατικές ομάδες, όπως η Αλ Κάιντα ή το Ισλαμικό Κράτος, να λειτουργούν στην επικράτεια που ελέγχουν. Επιπλέον, η συμφωνία περιλαμβάνει μια πρόβλεψη για κατάπαυση του πυρός, η οποία πιθανόν να ισχύει μόνο εφόσον τα διάφορα μέρη στο Αφγανιστάν την επιθυμούν -ίσως όχι για πολύ καιρό. Στο Βιετνάμ, η κυβέρνηση της Σαϊγκόν έσπασε την κατάπαυση του πυρός πριν στεγνώσει το μελάνι της συμφωνίας του 1973.
Μια συμφωνία με τους Ταλιμπάν συνεπάγεται βέβαια διάφορους κινδύνους. Η σημασία της απευθείας επικοινωνίας ,όμως, με τους Ταλιμπάν είναι σημαντική. Όταν οι Μουτζαχεντίν δεν συμμετείχαν άμεσα στις Συμφωνίες της Γενεύης που τερμάτισαν τη σοβιετική σύγκρουση στο Αφγανιστάν, τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά. Μόλις οι Σοβιετικοί εγκατέλειψαν τη χώρα, οι μουτζαχεντίν καταδίκασαν τη συμφωνία (παρόλο που το Πακιστάν διαπραγματεύονταν εκ μέρους τους), λέγοντας ότι δεν ήταν μέρος αυτής.
Βασικό μειονέκτημα αυτού, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, είναι ότι οι Ταλιμπάν θα πρέπει να χάσουν την “ταυτότητα¨ τους ως τρομοκρατική οργάνωση, την οποία το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ έχει εφαρμόσει με συνέπεια από τα τέλη του 20ου αιώνα. Αυτή η ονομασία έχει θέσει ισχυρούς στρατιωτικούς, οικονομικούς και διπλωματικούς περιορισμούς στους Ταλιμπάν, γεγονός που τους καθιστά παράνομους στα μάτια της διεθνούς κοινότητας. Αυτό θα πρέπει να αντιστραφεί, καθώς οι χθεσινοί τρομοκράτες γίνονται νόμιμοι δρώντες εξουσίας του αύριο.
Τι θα συμβεί στο κράτος του Αφγανιστάν;
Οι συνθήκες στο Αφγανιστάν δεν φαίνονται ιδιαίτερα ευνοϊκές για την ταχεία κατάπαυση της σύγκρουσης. Δεν προβλέπεται να υπάρξει ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ ή άλλο αμερόληπτο τρίτο μέρος που να εγγυάται την ασφάλεια των δύο πλευρών κατά τη διάρκεια της αποχώρησης.
Μετά την απόσυρση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν, μπορεί να προκύψουν πολλά ζητήματα ασφάλειας. Έντονα προβλήματα θα προκύψουν εξαιτίας της αδύναμης οικονομικής και πολιτικής δομής που μαστίζεται από τη διαφθορά. Στο Αφγανιστάν δεν υπήρξε ποτέ πλήρης ειρήνη και σταθερότητα, αν και ο βασιλιάς Ζαχίρ Σάχ προσπάθησε πραγματικά να ενώσει τους ανθρώπους από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 και θα ήταν ο καλύτερος κυβερνήτης για το Αφγανιστάν μετά το 2001, εάν δεν απομακρυνόταν από την εξουσία με ένα αιφνιδιαστικό πραξικόπημα το 1973.
Η διαφθορά σε κυβερνητικό επίπεδο ξεκινά από την πρώτη κυβέρνηση στη χώρα, που τοποθετήθηκε το 2001, και εκτείνεται έως και την παρούσα. Η διαφαινόμενη διαμάχη μεταξύ του προέδρου Ασράφ Γκάνι, ο οποίος ανακηρύχθηκε νικητής των εκλογών του περασμένου Σεπτεμβρίου, και του αντιπάλου του, Αμπντουλάχ Αμπντουλάχ, απειλεί να καταστρέψει τα επόμενα βασικά βήματα οδηγώντας σε νέα κύματα βίας με τη παντελή έλλειψη εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση να αποτελεί πρόσφορο έδαφος για να αποκτήσουν οι Taliban και άλλες οργανώσεις τη λαϊκή αποδοχή. Το πρόβλημα είναι ότι τόσες πολλές διαφορετικές ομάδες στο Αφγανιστάν δεν θέλουν ειρήνη και σταθερότητα θέλουν κυριαρχία, γεγονός που αποτελεί μεγάλο εμπόδιο στη διαμόρφωση μιας σταθερής μελλοντικής κυβέρνηση. Αυτό είναι εφικτό, στα μάτια τους, μόνο με την επικράτηση της ισχυρότερης και πιο αδίστακτης ομάδας από όλες.
Επίσης όλα αυτά τα χρόνια γείτονες χώρες έσπευδαν να υποστηρίξουν εχθρικά προς τη κυβέρνηση καθεστώτα. Υπάρχει ο κίνδυνος υπονόμευσης της ειρηνευτικής συμφωνίας πριν αυτή υπογραφεί από εξωτερικούς δρώντες όπως η Ρωσία, το Ιράν, το Πακιστάν και η Σαουδική Αραβία και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι σε ισχυρή θέση να το αποτρέψουν, καθώς οι σχέσεις με τις πιο σημαντικές δυνάμεις της περιοχής είναι σε κάθε περίπτωση στο χαμηλότερο σημείο τους από το 2001. Οι γεωπολιτικές επιλογές των γειτονικών κρατών θα οδηγήσουν σε αναποτελεσματικότητα της συνθήκης ειρήνης ως προς τη σταθερότητα στην περιοχή, ακόμα και εάν αυτή επιτευχθεί. Και το δύσκολο κομμάτι. Πως θα πραγματωθεί η συγχώνευση των Ταλιμπάν και της κυβέρνησης του Αφγανιστάν σε μια ενιαία διοικητική οντότητα; Σίγουρα, θα χρειαστεί περισσότερη εφευρετικότητα και ευελιξία από ό, τι έχει δείξει μέχρι σήμερα η κάθε πλευρά.
Επίλογος
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος ,ωστόσο, για αυτή τη συμφωνία δεν είναι η ασφάλεια των ΗΠΑ αλλά, μάλλον, το αμερικανικό κύρος και γόητρο . Οι Ηνωμένες Πολιτείες απομάκρυναν τους Ταλιμπάν μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και ανέλαβαν την πρωτοβουλία να εγκαταστήσουν μια νέα δημοκρατική κυβέρνηση ευθυγραμμισμένη με τη Δύση. Τώρα εγκαταλείπουν αυτή την κυβέρνηση, όπως εγκατέλειψαν το Νότιο Βιετνάμ μετά την υπογραφή των ειρηνευτικών συμφωνιών του Παρισιού με το Ανόι το 1973. Οι Ηνωμένες Πολιτείες υποσχέθηκαν να βοηθήσουν το Νότιο Βιετνάμ εάν το βόρειο Βιετνάμ παραβίαζε τη συμφωνία αλλά δεν το κατάφεραν. Η Σαϊγκόν έπεσε δύο χρόνια αργότερα.
Αυτό ενισχύει το μήνυμα της αμερικανικής υποχώρησης, το οποίο ακούγεται από έναν πρόεδρο- υποστηρικτή ενός νέο-απομονωτισμού (neo-isolationist) ο οποίος πρόσφατα εγκατέλειψε τους Σύριους-Κούρδους έπειτα από τις σοβαρές απώλειες που εκείνοι υπέστησαν για να νικήσουν το ισλαμικό κράτος. Ένα από τα κεντρικά μηνύματα του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν σε άλλες χώρες είναι ότι η Μόσχα είναι ένας πολύ πιο αξιόπιστος σύμμαχος από την Ουάσινγκτον, και μια απότομη αποχώρηση από το Αφγανιστάν μόνο θα ενισχύσει αυτή την αντίληψη.
Πηγές
https://www.cfr.org/in-brief/riskiness-us-deal-leave-afghanistan
https://www.cfr.org/backgrounder/us-taliban-peace-deal-agreement-afghanistan-war
https://www.foreignaffairs.com/articles/2019-04-15/lessons-vietnam-leaving-afghanistan
https://thediplomat.com/2017/06/why-is-afghanistan-the-graveyard-of-empires/