Loading...
Πρόσφατες αναλύσεις
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Ανατέλλοντας Ανατολικά: Η Κινεζική Σχολή Διεθνούς Σκέψης και η Πρόκληση προς τη Δυτική Θεωρία

Γράφει η Αθηνά Ντεκούλη

Η θεωρία των Διεθνών Σχέσεων αναπτύχθηκε υπό την επιρροή της Δύσης, η οποία για πολλές δεκαετίες καθόριζε την ερμηνεία της παγκόσμιας πολιτικής και τον ρόλο των διαφόρων παικτών στα πλαίσια του διεθνούς συστήματος (Jackson & Sorensen, 2005). Ωστόσο, τι συμβαίνει όταν μια ανερχόμενη δύναμη, όπως η Κίνα, επιδιώκει να ταρακουνήσει τις υφιστάμενες νόρμες του παιχνιδιού, όχι μόνο στον οικονομικό και στρατιωτικό τομέα, αλλά και στη θεωρητική σφαίρα; Μπορεί η γνώση να μετατραπεί σε εργαλείο ισχύος; Αν ναι, πώς θα μπορούσε να διαμορφωθεί μια εναλλακτική, μη-δυτική προσέγγιση στο διεθνές σύστημα; Η ανάλυση που ακολουθεί προσπαθεί να δώσει μια απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα και διερευνά, συγκεκριμένα, την προσπάθεια της Κίνας να δημιουργήσει μια αυτόνομη σχολή διεθνών σχέσεων και να καθιερώσει νέους κανόνες στην ερμηνεία των Διεθνών Σχέσεων.

Πριν από την ανάλυση της κινεζικής οπτικής, κρίνεται αναγκαία μια συνοπτική επισκόπηση των βασικών θεωριών Διεθνών Σχέσεων, οι οποίες έχουν παγιώσει το εννοιολογικό και αναλυτικό υπόβαθρο για την ερμηνεία της συμπεριφοράς των δρώντων εντός του διεθνούς συστήματος και έχουν εδραιωθεί με πολλαπλούς τρόπους στη σχετική επιστημονική βιβλιογραφία.

Όπως είναι γνωστό, η θεωρία των Διεθνών Σχέσεων έχει κυρίως αναπτυχθεί από Δυτικούς ακαδημαϊκούς, δημιουργώντας ένα κυρίαρχο ερμηνευτικό πλαίσιο που αντικατοπτρίζει τις εμπειρίες και τις προτεραιότητες των δυτικών κρατών (Jackson & Sorensen, 2005). Αυτή η κυριαρχία εκφράζεται μέσα από τρεις βασικές θεωρητικές προσεγγίσεις: τον ρεαλισμό, τον φιλελευθερισμό και τον κονστρουκτιβισμό.

Συνοπτικά, ο ρεαλισμός, που κυριαρχούσε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, επικεντρώνεται στο κράτος ως την κύρια μονάδα ανάλυσης και στην ισχύ ως το καθοριστικό στοιχείο της διεθνούς πολιτικής (Morgenthau, 1948). Η ανθρώπινη φύση θεωρείται από τη φύση της συγκρουσιακή, ενώ το διεθνές σύστημα διακρίνεται από αναρχία, καθώς δεν υπάρχει ανώτερη ρυθμιστική αρχή (Waltz, 1979).

Από την άλλη πλευρά, ο φιλελευθερισμός προσφέρει μια πιο αισιόδοξη προοπτική, εστιάζοντας στη σημασία των διεθνών θεσμών, του ελεύθερου εμπορίου και της δημοκρατίας (Μπόση, 2018). Η βασική του θέση είναι ότι η συνεργασία είναι εφικτή και επιθυμητή, καθώς οι δημοκρατίες σπάνια εμπλέκονται σε πολέμους μεταξύ τους (Doyle, 1986).

Τέλος, ο κονστρουκτιβισμός, ως μια πρόσφατη θεωρητική εξέλιξη, επικεντρώνεται στη σημασία των ιδεών, των ταυτοτήτων και των κοινωνικών κατασκευών στις διεθνείς σχέσεις (Jackson & Sorensen, 2005). Αν και προσφέρει τη δυνατότητα αναγνώρισης της ποικιλίας στις διεθνείς σχέσεις, συχνά δεν αμφισβητεί επαρκώς τη δυτική ηγεμονία στο γνωσιακό πεδίο των διεθνών σχέσεων  (Μπόση, 2018).

Όπως, ωστόσο, είναι προφανές, οι προαναφερθείσες θεωρίες, παρά την ευρεία αποδοχή και την καθιερωμένη θέση τους στον τομέα της διεθνούς ανάλυσης, παραμένουν συνδεδεμένες με το εννοιολογικό και ιστορικοπολιτικό πλαίσιο του δυτικού ημισφαιρίου, αντανακλώντας σε μεγάλο βαθμό μια δυτικοκεντρική αντίληψη για τις διεθνείς εξελίξεις (Jackson & Sorensen, 2005). Η περίοδος της αποαποικιοποίησης, που οδήγησε στην εμφάνιση πολλών νέων κρατικών και μη κρατικών δρώντων που ζητούσαν ισοτιμία στο διεθνές σύστημα (United Nations, 2022), σε συνδυασμό με την αυξανόμενη διασυνδεσιμότητα που προήλθε από την παγκοσμιοποίηση, συνέβαλαν στη διαμόρφωση και ανάδειξη εναλλακτικών θεωρητικών πλαισίων. Αυτές οι προσεγγίσεις προσπαθούν —μέχρι σήμερα— να ερμηνεύσουν τα φαινόμενα της διεθνούς πολιτικής μέσα από ένα καινοτόμο και μη δυτικοκεντρικό πρίσμα, διευρύνοντας τους ερμηνευτικούς ορίζοντες της διεθνούς θεωρίας (Fenby, 2019). Έτσι, ο Παγκόσμιος Νότος έχει διαμορφώσει μια ισχυρή κριτική απέναντι στη δυτική κυριαρχία στις θεωρίες των Διεθνών Σχέσεων.

Η παρούσα ανάλυση εστιάζει σε μία θεωρητική προσέγγιση η οποία τείνει να αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία στο πλαίσιο της διεθνούς τάξης, καθώς προβάλλει ως δυνητικά ανατρεπτική των καθιερωμένων θεωρητικών σχολών. Η δυναμική άνοδος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας —από αναδυόμενη δύναμη σε παγκόσμιο δρώντα με υπερκείμενη στρατηγική βαρύτητα— ενισχύει την ανάγκη επαναξιολόγησης των παραδοσιακών εννοιολογικών εργαλείων και καθιστά αναγκαία την προσέγγιση των διεθνών εξελίξεων υπό το πρίσμα μη δυτικοκεντρικών θεωρητικών σχημάτων.

Πιάνοντας το νήμα από την αρχή, η ανάπτυξη της κινεζικής σχολής της θεωρίας των διεθνών σχέσεων αποτελεί πρόσφατο εγχείρημα (20ο αιώνας) και βασίζεται σε βαθιές πολιτισμικές, φιλοσοφικές και ιστορικές παραδόσεις, οι οποίες διαφέρουν σημαντικά από τις δυτικές θεωρητικές προσεγγίσεις (Παπασωτηρίου, 2013). Αναφέροντας τις πιο σημαντικές, ο Κομφουκιανισμός, ως κυρίαρχο φιλοσοφικό ρεύμα της παραδοσιακής Κίνας, παρέχει μια ηθική βάση που εστιάζει στην αρμονία, την ιεραρχία και την ηθική ηγεσία (Yan, 2011). Σε αντίθεση με τον ρεαλισμό, που δίνει προτεραιότητα στην ισχύ και την επιβίωση (Jackson & Sorensen, 2005), η κομφουκιανική σκέψη αποδίδει σημασία στη δικαιοσύνη, τη σταθερότητα και την ευθύνη των ισχυρών και ηγετών απέναντι στους αδύναμους και τους υπηκόους τους (Παπασωτηρίου, 2013).

Επιπλέον, η έννοια του Τιανσιά (Tianxia), που μεταφράζεται ως «όλα όσα βρίσκονται κάτω από τον ουρανό», διαμορφώνει μια εναλλακτική κοσμοθεωρία, όπου η πολιτική εξουσία και η κοινωνική τάξη δεν στηρίζονται στην κυριαρχία και τον ανταγωνισμό, αλλά στην ηθική ένταξη και την πολιτισμική εναρμόνιση (Zhao, 2009). Το Τιανσιά προτείνει ένα παγκόσμιο σύστημα που βασίζεται στη συμβίωση αντί της ηγεμονίας, αμφισβητώντας, έτσι, τις δυτικές αντιλήψεις περί κρατικής κυριαρχίας και του αναρχικού διεθνούς συστήματος (Παπασωτηρίου, 2013).

Επιπροσθέτως, κεντρικό πυλώνα στην προσπάθεια ανάπτυξης μιας αυτόνομης κινεζικής θεωρίας διεθνών σχέσεων αποτελεί η έννοια της «κινεζικής σοφίας» (zhongguo zhihui). Αντί να αναπαράγει ή να τροποποιεί απλώς τις δυτικές θεωρίες, αυτή η έννοια προτείνει μια θεμελιωδώς διαφορετική αντίληψη της διεθνούς πολιτικής, που βασίζεται σε αρχές όπως η αρμονία, η ενότητα μέσα στην πολυμορφία και η συμβίωση (Callahan, 2008). Οι σχέσεις μεταξύ των δρώντων δεν είναι συγκρουσιακές, πλέον, καθώς η κινεζική αντίληψη («σοφία») τις καθοδηγεί σε συνεργασία και αρμονία (Fenby, 2019).

Συγκρίνοντας τα αναλυθέντα στοιχεία, παρατηρούμε ότι η κινεζική θεωρητική προσέγγιση στις διεθνείς σχέσεις διαφέρει σημαντικά από τα δυτικά πρότυπα, όσον αφορά την κατανόηση της ισχύος, της διεθνούς τάξης και της ηγεμονίας.

Στη δυτική σκέψη, και ιδιαίτερα στον ρεαλισμό, η ισχύς ορίζεται κυρίως ως στρατιωτική ή οικονομική ικανότητα επιβολής (Waltz, 1979). Αντίθετα, η κινεζική σκέψη προτείνει έναν σχεσιακό ορισμό της ισχύος, εστιάζοντας στην ικανότητα δημιουργίας αρμονικών σχέσεων, πολιτισμικής ενότητας και ηθικής ηγεσίας (Yan, 2011).

Στον Δυτικό κόσμο, η έννοια της τάξης θεωρείται αποτέλεσμα ισορροπίας δυνάμεων ή της λειτουργίας διεθνών θεσμών. Αντίθετα, στην κινεζική παράδοση, η έννοια της Τιανσιά αντιλαμβάνεται την παγκόσμια τάξη όχι ως το σύνολο κυρίαρχων κρατών, αλλά ως μια ηθικο-πολιτική ενότητα που στηρίζεται σε μια νομιμοποιημένη ηγεμονία (προερχόμενη από την Κίνα) (Zhao, 2009). Αυτή η εναλλακτική αντίληψη της τάξης βασίζεται σε μια σχέση ιεραρχίας, η οποία εδράζεται στην ηθική υπεροχή και τη συναίνεση που υπάρχει από την ευρύτερη κοινωνία προς τον ηγέτη, αντί σε αναρχία (Χαλικιάς, 2013).

Σχετικά με την ηγεμονία, η Δύση την προσεγγίζει είτε ως μια μορφή καταναγκαστικής κυριαρχίας (ρεαλισμός) είτε ως ηγεσία που βασίζεται στη συναίνεση και στους θεσμούς (φιλελευθερισμός) (Jackson & Sorensen, 2005). Στην κινεζική παράδοση, η έννοια της «ενάρετης ηγεμονίας» (humane authority) απαιτεί από τον ηγέτη να διαθέτει ηθική αρετή, κερδίζοντας έτσι τον σεβασμό και τη συμμόρφωση όχι μέσω της δύναμης, αλλά μέσω του παραδείγματος του ως ικανός πολίτης (Yan, 2013).

Εμβαθύνοντας την ανάλυση, η προσέγγιση της Κίνας στην παγκόσμια διακυβέρνηση είναι στενά συνδεδεμένη με την έννοια της πολυμέρειας με κινεζικά χαρακτηριστικά (Zhang, 2015). Σε αντίθεση με τον δυτικό οικουμενισμό, ο οποίος προωθεί παγκόσμιες αξίες και κανόνες βασισμένους σε φιλελεύθερες δημοκρατίες, η κινεζική πολυμέρεια είναι λειτουργική, ευέλικτη και μη κανονιστική (Χαλικιάς, 2013). Αντί να επιδιώκει την ενοποίηση των κανόνων, προάγει την ποικιλομορφία και ενισχύει την πολιτική της «μη παρέμβασης», σεβόμενη την κυριαρχία των κρατών (Χαλικιάς, 2013).

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αντίληψης, είναι η Πρωτοβουλία Belt and Road (BRI), η οποία λειτουργεί ως ένας μη θεσμοθετημένος μηχανισμός περιφερειακής και διακρατικής συνεργασίας. Ενώ η Δύση δίνει έμφαση στη θεσμική και νομική συμμόρφωση (όπως ο ΠΟΕ και το ΔΝΤ), η Κίνα προωθεί συνεργασίες που βασίζονται σε διμερείς σχέσεις, κοινά συμφέροντα και διαπραγμάτευση όρων κατά περίπτωση (Callahan, 2008). Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση έχει δεχθεί κριτική ως «στρατηγική διπλωματία χωρίς διαφάνεια» και ως μέσο οικονομικού καταναγκασμού σε ευάλωτα κράτη, οδηγώντας στη δημιουργία νέων εξαρτήσεων αντί για μια πραγματική πολυμέρεια (Rolland, 2017).

Απαριθμώντας συνοπτικά, η κινεζική πρόταση προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα. Καταρχάς, αναδεικνύει τη σημασία της πολιτισμικής εντοπιότητας και του γνωστικού πλουραλισμού, αποδομώντας την παγίδα της “δυτικής καθολικότητας” (Acharya, 2014). Στην κινεζική αντίληψη, ο κάθε λαός οφείλει να διατηρεί τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τον κάνουν μοναδικό, να τα προβάλλει και να τα υπερασπίζεται όταν απειλούνται από εξωτερικές παρεμβάσεις. Επιπλέον, η έμφαση η συγκεκριμένη θεώρηση μετατοπίζει την προσοχή από τις υλικές στις κοινωνικές και ηθικές διαστάσεις της ισχύος (Χαλικιάς, 2013). Δεν βρίσκεται στο επίκεντρο η επιδίωξη ισχύος με στατιωτικά και οικονομικά μέσα καθώς, ένας και μοναδικός ηγεμόνας που αποπνέει εμπιστοσύνη προς όλους τους πολίτες, είναι υπεύθυνος για τη διασφάλιση της σταθερότητας, ειρήνης και διατήρηση της ποικιλομορφίας των πολιτισμών. Φυσικά, ο ηγέτης αυτός, στα πλαίσια της Κινεζικής θεώρησης είναι γαλουχημένος με τις παραδοσιακές κινεζικές αρχές του Κομφουκιανισμού και του Τιανσιά.

Ωστόσο, η θεωρητική πρόταση της Κίνας έχει και ορισμένους περιορισμούς. Πολλές από τις βασικές έννοιες, όπως η Τιανσιά και η ενάρετη ηγεμονία, δεν έχουν ακόμη μεταφραστεί πλήρως σε αναλυτικά εργαλεία, γεγονός που περιορίζει την εφαρμογή τους στην εμπειρική έρευνα (Zhang & Buzan, 2012). Είναι αρκετά δύσκολο αυτές οι αόριστες και θεωρητικές έννοιες να αποτυπωθούν πρακτικά και να οδηγήσουν σε ένα νέο σύστημα. Επιπλέον, αν και η Κίνα προωθεί την παγκόσμια διακυβέρνηση, η πραγματική της συμπεριφορά στο διεθνές σύστημα συχνά έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές που διακηρύσσει, δημιουργώντας ασυνέπειες μεταξύ ρητορικής και πρακτικής (Shambaugh, 2020).

Η ανάπτυξη της κινεζικής σχολής Διεθνών Σχέσεων, επομένως, δεν αποτελεί απλώς μια ακαδημαϊκή αναζήτηση, αλλά μπορεί να λειτουργήσει και ως στρατηγικό εργαλείο ισχύος. Η προσπάθεια για τη δημιουργία μιας ενδογενούς θεωρίας διεθνούς πολιτικής, που θα βασίζεται σε κινεζικές αξίες όπως η αρμονία, η μη παρέμβαση και η «ενάρετη ηγεμονία», μπορεί να θεωρηθεί ως πολιτική αντίδραση στην κυριαρχία της Δύσης στη γνωσιακή σφαίρα των διεθνών σχέσεων (Callahan, 2008; Zhang & Buzan, 2012). Σε αυτό το πλαίσιο, η θεωρία υπολογίζεται ως «ήπια ισχύς» (soft power), με στόχο την αλλαγή των ιδεολογικών πλαισίων που καθορίζουν την κατανόηση της παγκόσμιας τάξης και της διεθνούς συνεργασίας (Nye, 2004).

Η διπλή φύση της κινεζικής θεωρίας – ως επιστημονική αναζήτηση και ως εργαλείο πολιτικής στρατηγικής – καθιστά τα όρια ανάμεσα στην ανάλυση και την ιδεολογική κατασκευή δυσδιάκριτα. Αυτό το φαινόμενο παρατηρείται και σε άλλες ανερχόμενες δυνάμεις, ωστόσο στην περίπτωση της Κίνας είναι πιο συστημικό, εξαιτίας της άμεσης σύνδεσης του ακαδημαϊκού τομέα με τον κρατικό μηχανισμό (Shambaugh, 2020). Η πολιτικοποίηση της θεωρίας εγείρει το ερώτημα κατά πόσο η κινεζική σχολή μπορεί να συμβάλει κριτικά και δημιουργικά στο διεθνές επιστημονικό πεδίο ή αν αποτελεί απλώς έναν μηχανισμό ιδεολογικής επέκτασης της κρατικής ισχύος.

Κλείνοντας, η κινεζική σχολή Διεθνών Σχέσεων δεν είναι απλώς μια ακαδημαϊκή καινοτομία, αλλά και ένας καθρέφτης της μετάβασης της παγκόσμιας τάξης προς έναν πολυκεντρικό κόσμο, όπου διαφορετικές φωνές διεκδικούν χώρο και αναγνώριση στον τομέα της γνώσης. Προσφέροντας μια εναλλακτική αφήγηση που βασίζεται σε έννοιες όπως η αρμονία, η ηθική ηγεσία και η πολιτισμική ενσωμάτωση, η κινεζική θεωρία αμφισβητεί τα θεμέλια της δυτικής σκέψης, καλώντας σε επαναξιολόγηση των «αυτονόητων» της διεθνούς ανάλυσης. Παρά τις αντιφάσεις και τα πιθανά ιδεολογικά φορτία, αυτή η προσπάθεια συμβάλλει σημαντικά στην αποαποικιοποίηση της γνώσης και στη διεύρυνση του θεωρητικού ορίζοντα. Είτε ως πρόκληση είτε ως ευκαιρία, η κινεζική σχολή αποτελεί μια εξέλιξη που δεν μπορεί να αγνοηθεί από κανέναν στον τομέα των Διεθνών Σχέσεων.

Βιβλιογραφία

Acharya, A. (2014). Global International Relations (IR) and regional worlds: A new agenda for International Studies. International Studies Quarterly, 58(4), 647–659. https://doi.org/10.1111/isqu.12171

Acharya, A., & Buzan, B. (2010). Non-Western international relations theory: Perspectives on and beyond Asia. Routledge. https://doi.org/10.4324/9780203861431

Callahan, W. A. (2008). Chinese visions of world order: Post-hegemonic or a new hegemony? International Studies Review, 10(4), 749–761. https://doi.org/10.1111/j.1468-2486.2008.00830.x

Doyle, M. W. (1986). Liberalism and world politics. The American Political Science Review, 80(4), 1151–1169. https://doi.org/10.2307/1960861

Fenby, J. (2019). Θα κυριαρχήσει η Κίνα στον 21ο αιώνα; (Θ. Α. Βασιλείου, Trans.). Gutenberg.

‌Jackson, R., & Sorensen, G. (2005). Θεωρία και μεθοδολογία των διεθνών σχέσεων: Η σύγχρονη συζήτηση. Gutenberg.

Morgenthau, H. J. (1948). Politics among nations: The struggle for power and peace. New York: Knopf.

Nye, J. S. (2004). Soft power: The means to success in world politics. PublicAffairs.

Rolland, N. (2017). China’s Eurasian century? Political and strategic implications of the Belt and Road Initiative. National Bureau of Asian Research.  https://www.nbr.org/publication/chinas-eurasian-century-political-and-strategic-implications-of-the-belt-and-road-initiative/

Shambaugh, D. (2020). Where great powers meet: America and China in Southeast Asia. Oxford University Press. https://doi.org/10.1093/oso/9780190914974.001.0001

Tianxia: All Under Heaven. (n.d.). NOEMA. https://www.noemamag.com/tianxia-all-under-heaven/

United Nations. (2022). Decolonization. United Nations. https://www.un.org/en/global-issues/decolonization

Waltz, K. N. (1979). Theory of international politics. Addison-Wesley. https://www.iwp.edu/articles/2023/02/15/what-causes-war-an-analysis-of-kenneth-waltzs-images/

Wang, Y. (2021). China’s rise and the “New type of international relations”: Beyond western paradigms. Chinese Journal of International Politics, 14(2), 183–208. https://doi.org/10.1093/cjip/poab007

Yan, X. (2011). Ancient Chinese thought, modern Chinese power. Princeton University Press. https://www.jstor.org/stable/j.ctt7skkq

Yan, X. (2013). Leadership and the rise of great powers. Princeton University Press. https://doi.org/10.2307/j.ctvc77dc8

Zhang, F. (2015). Chinese thinking on the South China Sea and the future of regional security. Political Science Quarterly, 130(3), 435–466. https://www.jstor.org/stable/48585401

Zhang, F., & Buzan, B. (2012). The tributary system as international society in theory and practice. The Chinese Journal of International Politics, 5(1), 3–36. https://doi.org/10.1093/cjip/por030

Zhao, T. (2009). A possible world of all-under-heaven system: The Tianxia system. Nanjing University Press. https://doi.org/10.2307/j.ctv1n9dkth

Μπόση, Μ. (2018). Οι όψεις της διεθνούς ασφάλειας. Εκδόσεις Ποιότητα.

‌Παπασωτηρίου, Χ. (2013). Η Κίνα από την ουράνια αυτοκρατορία στην ανερχόμενη υπερδύναμη του 21ου αιώνα. Εκδόσεις Ποιότητα.

‌Χαλικιάς, Σ. (2013). Παράδοση και Νεωτερικότητα στην Κίνα: Το χρονικό μιας αναπάντητης πρόκλησης. Εκδόσεις Ίνδικτος.

Πηγή Εικόνας: China and the Global South. (2023, June 28). Social Science Research Council (SSRC). https://www.ssrc.org/programs/cppf/china-and-the-global-south/