Loading...
Πρόσφατες αναλύσεις
Project European & International Law IIΔιεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Υπόθεση N.V. και C.C. κατά Μάλτας: παραβίαση του άρθρου 8 ΕΣΔΑ λόγω απαγόρευσης συμβίωσης του νυν συντρόφου μητέρας με το ανήλικο τέκνο της από προηγούμενο γάμο

Γράφει η Μαρία Κιοτσέκογλου

Η υπόθεση που εξετάζεται στην παρούσα ανάλυση, αφορά την προστασία του δικαιώματος σεβασμού στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή. Ειδικότερα, βάσει δικαστικής απόφασης απαγορευόταν σε έναν άντρα να συνυπάρχει στο ίδιο περιβάλλον μαζί με το ανήλικο παιδί της συντρόφου του που είχε αποκτήσει από προηγούμενο γάμο. Η απόφαση αυτή εκδόθηκε από το αρμόδιο πολιτικό δικαστήριο της Μάλτας, κατά της οποίας στράφηκε το ζευγάρι (εφεξής οι διάδικοι) με την προσφυγή του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (εφεξής ΕΔΔΑ). Η απόφαση του τελευταίου δε, επιδιώκεται να αναλυθεί και να αξιολογηθεί στη συνέχεια.

Αρχικά, διάδικα μέρη υπήρξαν η μαλτέζικης υπηκοότητας κ. N.V. και ο βρετανικής υπηκοότητας κ. C.C., οι οποίοι στράφηκαν κατά της Μάλτας για διαφορές που προέκυψαν από προηγούμενη απόφαση του αρμόδιου πολιτικού δικαστηρίου (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, προοίμιο). Σημειώνεται πως, καθ’ όλη τη διάρκεια των νομικών διαδικασιών, εφαρμόστηκαν εκείνοι οι κανόνες του Καταστατικού του ΕΔΔΑ, ήτοι Κανόνας 47§4 και Κανόνας 33§1, ώστε οι ταυτότητες όλων των εμπλεκόμενων μερών να παραμείνουν ανώνυμες (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, προοίμιο.). Να σημειωθεί ότι το ΕΔΔΑ είναι αρμόδιο για την εξέταση προσφυγών που αφορούν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η εξουσία του Δικαστηρίου δε, πηγάζει από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (εφεξής ΕΣΔΑ) (European Court of Human Rights, n.d.).

Σε σχέση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, θα πρέπει να αναφερθεί ότι τον Μάρτιο του 2006, ο πρώτος διάδικος, ήτοι η κ. N.V., παντρεύτηκε τον κ. J. με τον οποίο απέκτησε έναν υιό, ονόματι Ε (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 5). Δύο χρόνια αργότερα, το 2008, το ζευγάρι χώρισε και ως εκ τούτου συμφωνήθηκε πως ο γιος θα διαμένει στο νησί Γκόζομαζί με τη μητέρα του, η οποία είχε και την κηδεμονία, ενώ ο πατέρας του είχε δικαίωμα να τον επισκέπτεται (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 5). Το 2009, η κ. N.V. έλαβε άδεια από το δικαστήριο να μετακομίσει με τον γιο της στην ενδοχώρα, όπου γνώρισε τον δεύτερο διάδικο, δηλαδή τον κ. C.C., με τον οποίο ξεκίνησε να συζεί (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 6). Επτά χρόνια αργότερα, το 2016, το ζευγάρι απέκτησε το πρώτο του παιδί. Την ίδια στιγμή, ο πρώην σύζυγος της κ. N.V. απέκτησε και ο ίδιος ένα ακόμη παιδί με μία άλλη γυναίκα, η οποία ήδη είχε μια κόρη από προηγούμενη σχέση (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 7).

Το 2012, ο κ. J. προσέφυγε ενώπιον του αρμόδιου πολιτικού δικαστηρίου, ισχυριζόμενος πως η πρώην σύζυγός του τον εμπόδιζε να επισκέπτεται τον υιό του μαζί με τη νέα του σύντροφο, ενώ ταυτόχρονα αιτήθηκε την επικοινωνία με τον υιό του κατά τη διάρκεια των διακοπών (Χειρδάρης, 2022). Τρία χρόνια αργότερα, το 2015, η ένταση μεταξύ των γονέων αυξήθηκε όταν η κ. N.V. ζήτησε από το Δικαστήριο την αφαίρεση του δικαιώματος επικοινωνίας του πρώην συζύγου της με τον υιό τους, ενόψει ενός βίαιου συμβάντος που είχε λάβει χώρα τον Ιούλιο του ίδιου έτους (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 10). Ως απάντηση στον ανωτέρω ισχυρισμό, ο κ. J. υποστήριξε πως ο δεύτερος διάδικος και νέος σύντροφος της κ. N.V., δηλαδή ο κ. C.C., συμπεριφέρθηκε βίαια όταν εκείνος παρευρέθηκε στο σπίτι του κ. J., απειλώντας πως θα σκοτώσει τον υιό του (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 12). Πρόσθεσε πως ο κ. C.C. είχε ψυχολογικά προβλήματα και πως ο υιός του E. έλεγε ψέματα, δεδομένου πως φοβόταν την ίδια του τη μητέρα. Για τους λόγους αυτούς, ο κ. J. ζήτησε από το δικαστήριο την απομάκρυνση του υιού του από τη μητέρα του, ώστε ο E. να μπορέσει να ζήσει μαζί του (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 12). Επιδιώχθηκε η εξομάλυνση της κατάστασης με τη συμβολή και του Συνηγόρου του Παιδιού ενώ απορρίφθηκε και το αίτημα που είχε υποβληθεί προηγουμένως από την κ. N.V. στο δικαστήριο να ταξιδέψει με τον γιο της (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 14). Η ίδια δε, ανέφερε επίσης πως ο κ. C.C. υπήρξε θύμα βίας από τον πρώην σύζυγό της και όχι το αντίστροφο (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 14).

Δύο μήνες αργότερα και συγκεκριμένα τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, το πολιτικό δικαστήριο εξέδωσε απόφαση βάσει της οποίας, πρώτον, απαγορευόταν ο κ. C.C. και ο E. να παρευρίσκονται στον ίδιο χώρο και, δεύτερον, η κ. N.V.  θα αντιμετώπιζε νομικές συνέπειες εφόσον και εάν συνέχιζε να παρεμποδίζει τον πρώην σύζυγό της να ασκεί τα δικαιώματα του. Επιπλέον, διόρισε μία παιδοψυχολόγο και κοινωνικούς λειτουργούς ώστε να επιτηρείται η κατάσταση (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 16).

Παρά τις εκκλήσεις της κ. N.V. προς το πολιτικό δικαστήριο και παρά την έκθεση που κατέθεσε η παιδοψυχολόγος, η απόφαση του τελευταίου ούτε ανακλήθηκε ούτε τροποποιήθηκε. Αφενός, η κ. N.V. απαίτησε να πραγματοποιηθεί ακρόαση υπέρ του δεύτερου διαδίκου, χωρίς την κατάθεση του οποίου είχε ληφθεί η δικαστική απόφαση, και αφετέρου, η έκθεση της παιδοψυχολόγου απέδειξε πως η σχέση μεταξύ του E. και του κ. C.C. ήταν πολύ καλή (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ.17). Επίσης, βάσει της υποβληθείσας έκθεσης, ο E. θεωρούσε πως η ζωή του ήταν καλύτερη στη Μάλτα με τη μητέρα του παρά στο Γκόζο, όπου διέμενε ο πατέρας του (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 19).

Έναν χρόνο αργότερα, το 2016, η κ. N.V. και ο κ. C.C. κατέφυγαν στο ΕΔΔΑ, υποστηρίζοντας πως με την απόφασή του το εθνικό δικαστήριο είχε παραβιάσει τα δικαιώματά τους, όπως εκείνα προβλέπονται βάσει των άρθρων 6 και 8 ΕΣΔΑ (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 21). Βάσει της ΕΣΔΑ, στο άρθρο 6 κατοχυρώνεται το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη ενώ στο άρθρο 8 του σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής των ατόμων (European Court of Human Rights, n.d.). Οι δύο προσφεύγοντες αιτήθηκαν προς το ΕΔΔΑ την επανεξέταση της απόφαση του εθνικού δικαστηρίου και της υπόθεσής τους εν γένει, όπως επίσης και την επιδίκαση αποζημίωσης λόγω ηθικής βλάβης (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 22).

Το ΕΔΔΑ από την πλευρά του επανεξέτασε την υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη τα επιχειρήματα των διαδίκων. Αφενός, οι προσφεύγοντες υποστήριξαν πως η εφαρμοσθείσα απόφαση συνιστούσε αδικαιολόγητη παρέμβαση στην ιδιωτική τους ζωή (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 45). Επιπλέον, όσον αφορά το βίαιο περιστατικό που οδήγησε στη συγκεκριμένη δικαστική απόφαση, δεν υπήρχαν επαρκείς ενδείξεις και τεκμήρια που επιβεβαίωναν τη βασιμότητα της καταγγελίας του κ. J, ο οποίος, τελικώς, ήταν εκείνος που βιαιοπράγησε εναντίον του δεύτερου διαδίκου. Το γεγονός πως είχαν κινηθεί ποινικές διαδικασίες εναντίον του στο παρελθόν για σωματική κακοποίηση, δυσχέραινε τη θέση του (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 47). Τέλος, οι προσφεύγοντες υποστήριξαν πως η επέμβαση των εθνικών αρχών, μέσω της διορισμένης από το εθνικό δικαστήριο παιδοψυχολόγου και της αστυνομίας, η οποία επενέβη μετά από καταγγελία του κ. J. κατά του κ. C.C. για βιαιοπραγία, συνιστούσε τελικώς παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής τους ζωή, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο Άρθρο 8 της ΕΣΔΑ (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 48).

Στον αντίποδα, η μαλτέζικη κυβέρνηση θεώρησε πως το εθνικό δικαστήριο έπραξε βάσει του νόμου, δεδομένου πως έλαβε την επίμαχη απόφαση κατόπιν επιτακτικής έκκλησης του κ. J. (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 49). Η κυβέρνηση πρόσθεσε πως το δικαστήριο σωστά έπραξε, εφόσον μέσω της απόφασής του επιδιώχθηκε η προστασία, έστω προσωρινά, των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των εμπλεκόμενων μερών και ειδικότερα, ενός ανηλίκου που ενδέχεται να ήταν σε κίνδυνο βάσει των προαναφερόμενων γεγονότων (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 50). Τέλος, η κυβέρνηση υποστήριξε πως η κ. N.V. δεν είχε παρουσιάσει κανένα τεκμήριο ώστε να ανακληθεί η απόφαση, παρά τα πολλαπλά αιτήματα που η ίδια ισχυριζόταν πως είχε υποβάλει, και άρα συμφωνούσε με την απόφαση του δικαστηρίου (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 52).

Έχοντας αξιολογήσει, συνολικώς, τη συγκεκριμένη κατάσταση, το ΕΔΔΑ αποφάσισε πως το ζευγάρι, δηλαδή η κ. N.V. και ο κ. C.C., και ο E. αποτελούσαν μία οικογένεια και πως η οποιαδήποτε παρεμβολή που δυσχέραινε την μεταξύ τους σχέση, αποτελούσε παραβίαση του άρθρου 8 ΕΣΔΑ (Χειρδάρης, 2022). Υπό αυτό το πρίσμα, το ΕΔΔΑ θεώρησε πως τα αιτήματα και οι ανάγκες των προσφευγόντων δεν ελήφθησαν υπόψη στον βαθμό που έπρεπε και αναμενόταν κατά τη διαδικασία λήψης μιας απόφασης, η οποία αφορούσε την προσωπική τους ζωή. Επίσης, θεωρήθηκε πως το εθνικό δικαστήριο απέτυχε να εξετάσει επαρκώς και αμερόληπτα την υπόθεση και συνεπώς, κρίθηκε ότι η προαναφερόμενη απόφαση ήταν αδικαιολόγητη (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 65). Επιπροσθέτως, το Δικαστήριο έδρασε ταχέως και απερίσκεπτα σε μια προσπάθεια να προστατεύσει τον E., ο οποίος τελικώς δεν βρισκόταν σε άμεσο ή έμμεσο κίνδυνο (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 66).

Όταν, μάλιστα, το δικαστήριο συνειδητοποίησε πως η ληφθείσα απόφαση δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις των μερών, το ίδιο δεν ανακάλεσε αλλά ούτε τροποποίησε την προηγούμενη απόφαση (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 67). Το εθνικό δικαστήριο έπραξε αντίθετα με όσα προέβλεπε ο εθνικός νόμος περί διευκόλυνσης της επανένωσης της οικογένειας με τον πιο ομαλό και δίκαιο τρόπο (ECHR, N.V. and C.C. v. Malta, 2023, παρ. 67). Τέλος, το ΕΔΔΑ θεώρησε πως το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη βάσει του άρθρου 6 ΕΣΔΑ, παραβιάστηκε, όταν το εθνικό δικαστήριο εμπόδισε τον κ. C.C. να συμμετάσχει σε μία διαδικασία η οποία επηρέαζε άμεσα τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του, καταλήγοντας στην έκδοση μίας επιβαρυντικής για τον ίδιο απόφασης (LawEuro, n.d.). Επιδικάστηκε δε, αποζημίωση ύψους 12.000 ευρώ για ηθική βλάβη προς τους δύο διάδικους και 2.937 ευρώ για όλα τα έξοδα που απαιτούνταν για τις σχετικές νομικές διαδικασίες. Τα ποσά αυτά, θα έπρεπε να καταβληθούν εντός 3 μηνών βάσει του Άρθρου 44 ΕΣΔΑ (LawEuro, n.d.).

Κλείνοντας, η παρούσα υπόθεση αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα δικαίωσης των προσφευγόντων από το ΕΔΔΑ, εφόσον το εμπλεκόμενο κράτος  και εν προκειμένω η Μάλτα, αδυνατούσε να διασφαλίσει την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών του. Επίσης, αναδεικνύεται τα δικαιώματα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και σε δίκαιη δίκη, αλλά και η υποχρέωση του κράτους να παρέχει πρόσβαση σε ένδικα μέσα. Επομένως, ο ρόλος δικαστηρίων όπως το ΕΔΔΑ, καθίσταται αναγκαίος για τη διασφάλιση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, αλλά της συμμόρφωσης των τελευταίων εν γένει με τις υποχρεώσεις τους όπως αυτές απορρέουν από την ΕΣΔΑ την οποία έχουν κυρώσει και είναι δεσμευτική.

Πηγές:

Πρωτογενείς Πηγές

European Court of Humans Rights. (n.d.). European Convention – A living instrument. Official Website. Διαθέσιμο σε: https://www.echr.coe.int/documents/d/echr/Convention_Instrument_ENG

Αρθρογραφία

Χειρδάρης, Β. (2022). Απαγόρευση συμβίωσης συντρόφων για το συμφέρον του ανήλικου παιδιού της γυναίκας από προηγούμενο γάμο! Παραβίαση σεβασμού της οικογενειακής ζωής. ECHR Case Law. Διαθέσιμο σε: https://www.echrcaselaw.com/apofaseis-edda/apagorevsi-simviois-sintrofon-gis-to-simferon-tou-anilikou-paidiou-tis-ginaikas-apo-proigoumeno-gamo-paraviasi-sevasmou-tis-oikogeneiakis-zois/

Νομολογία

European Court of Human Rights. (2023). N.V. and C.C. v Malta. 10 February. Διαθέσιμο σε: https://hudoc.echr.coe.int/en τηςg?i=001-220537 (PDF form)

LawEuro. (n.d.). N.V. and C.C. v Malta. Διαθέσιμο σε: https://laweuro.com/?p=20067

Πηγή εικόνας:

Shutterstock (2021) 9 Ιανουαρίου. Διαθέσιμο σε: https://www.shutterstock.com/fr/image-photo/gavel-sound-block-small-wooden-figurines-1890232705