Γράφει ο Χάρης Χρυσανθόπουλος
Την περίοδο του Μεσοπολέμου (1918 – 1939), η Ευρώπη φαινόταν να απομακρύνεται σταδιακά από την δημοκρατία. Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929, οι εσωτερικές κρίσεις και οι σύνθετες γεωπολιτικές συγκυρίες ωθούσαν τα ευρωπαϊκά κράτη να στραφούν προς απολυταρχικές μορφές διακυβέρνησης (Hobsbawm,1994,σ.139-140). Σε πολλές χώρες της Ευρώπης, δικτατορικά καθεστώτα εγκαθιδρύθηκαν και άρχισαν να δημιουργούν νέα πολιτικά περιβάλλοντα, «συνωμοτούσαν» στο ότι η Γηραιά Ήπειρος θα οδηγηθεί σε έναν ακόμα πόλεμο. Το 1933, το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα (ναζιστικό κόμμα) κατόρθωσε να ανέλθει στην εξουσία της Γερμανίας μέσω εκλογών. Η ηγεσία του στόχευε στην κατάργηση της Συνθήκης των Βερσαλλιών και στην αναθεώρησή της (Carter,2022,σ.51).
Μέσα σε αυτό το επικίνδυνο πλαίσιο, η Ελλάδα αντιμετώπιζε παρόμοια προβλήματα με το ασταθές πολιτικό της σύστημα. Ύστερα από δεκαετίες κρίσεων, η χώρα φαινόταν να βρίσκεται σε αδιέξοδο. Πολλοί ήταν αυτοί που πίστευαν πως η επιβολή μιας δικτατορίας θα ήταν σωτήρια για την χώρα και θα εξασφάλιζε την επιβίωση της στην περίπτωση επικείμενης σύρραξης (Βελλιάδης,2003,σ.18-19). Ο δρόμος για την υλοποίηση αυτού του αιτήματος άνοιξε στις 13 Απριλίου 1936, με τον θάνατο του υπηρεσιακού πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Δεμερτζή. Στην θέση του διορίστηκε ο Ιωάννης Μεταξάς, άνθρωπος με πολυετή εμπειρία στον στρατιωτικό και πολιτικό τομέα, με ξεκάθαρες όμως αντικοινοβουλευτικές θέσεις. Ο Μεταξάς επικαλούμενος κίνδυνο κατάληψης της εξουσίας από τους κομμουνιστές, σε συνεννόηση με τον βασιλιά Γεώργιο, προχώρησε σε διάλυση της Βουλής και κατάργηση των κομμάτων, εγκαθιδρύοντας δικτατορία την 4η Αυγούστου 1936 (Βελλιάδης,2003,σ.33). Αξίζει να σημειωθεί ότι το καθεστώς της 4ης Αυγούστου είχε ταυτόχρονα κοινά χαρακτηριστικά αλλά και βασικές διαφορές με τα άλλα ακροδεξιά καθεστώτα της Ευρώπης της παρούσας περιόδου. Παράλληλα, οι σύνθετες σχέσεις του καθεστώτος με την Ναζιστική Γερμανία και τους συμμάχους της, οδήγησαν την Ελλάδα στον δρόμο προς τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το καθεστώς Μεταξά επέβαλε αυστηρή λογοκρισία και κατάργηση συγκεκριμένων κοινωνικοπολιτικών δικαιωμάτων. Έντονη υπήρξε επίσης η αστυνόμευση καθώς και ο αντικομουνιστικός και μιλιταριστικός χαρακτήρας του καθεστώτος, όπως και στην περίπτωση της Ιταλίας και της Γερμανίας. Εξάλλου, ο Μεταξάς «δανείστηκε» από αυτές τις χώρες στοιχεία στην οργάνωση της κυβέρνησης του. Οι Μυστικές Υπηρεσίες της 4ης Αυγούστου προχώρησαν σε συνεργασία με την Γκεστάπο για την δίωξη κομμουνιστών (Βερέμης,2009,σ.234-235). Επιπλέον, προωθήθηκε και στην Ελλάδα μια μορφή κορπορατισμού στην εθνική οικονομία και κατάργηση κάθε απεργιακής και συνδικαλιστικής δράσης (Σουλιώτης,2015,σ.61-62). Η ύπαρξη της ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας), η οργάνωση των νέων – υποστηρικτών του καθεστώτος, αποτέλεσε ένα ακόμα κοινό χαρακτηριστικό με τα άλλα φασιστικά καθεστώτα. Άλλα κοινά σημεία με τη Γερμανία του Χίτλερ ήταν η καύση βιβλίων σε δημόσιους χώρους, των οποίων το περιεχόμενο θεωρούταν επικίνδυνο από το καθεστώς, (Βερέμης,2009,σ.66).
Ο εθνικισμός υπήρξε το βασικότερο χαρακτηριστικό της ιδεολογίας του καθεστώτος. Σύμφωνα με την κρατική προπαγάνδα, στόχος ήταν η δημιουργία του Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού, με τον αρχαίο ελληνικό και τον βυζαντινό να είναι οι δυο πρώτοι (Σουλιώτης,2015,σ.61). Σε αντίθεση με την χιτλερική Γερμανία ωστόσο, ο εθνικισμός που προωθούταν ήταν αμυντικός και αντιιμπεριαλιστικός, ενώ απουσίαζε η ύπαρξη κάποιας ψευδοεπιστημονικής θεωρίας περί ανωτερότητας της ελληνικής φυλής. Επίσης δεν υπήρχε κάποια στοχευμένη προσπάθεια εξόντωσης του σημαντικού εβραϊκού πληθυσμού της χώρας καθώς ο αντισημιτισμός δεν προωθούταν ιδιαίτερα (Χατζηδάκης,2005,σ.78-79). Τέλος, δεν υπήρχε τόσο έντονη υποστήριξη από τον λαό προς το καθεστώς, ούτε η ανάλογη ριζοσπαστικοποίηση που υπήρξε στη Γερμανία.
Η επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά δεν ξάφνιασε την Γερμανική πλευρά, όπως μαρτυράει και έκθεση της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα τον Μάιο του 1936 (Βελλιάδης,2003,σ.43). Σε γενικές γραμμές, η Γερμανία καλωσόρισε την δικτατορία της 4ης Αυγούστου καθώς θεωρήθηκε ως ένα ακόμα προπύργιο απέναντι στην κομμουνιστική απειλή και, δεδομένης της φασιστικής απόχρωσης της, πιθανός σύμμαχος του Τρίτου Ράιχ. Ο γερμανικός τύπος ξεκίνησε να εκδίδει υλικό υποστηρικτικό προς το μεταξικό καθεστώς, γεγονός που αποδεικνύεται και από το ότι γερμανικές εφημερίδες δεν απαγορεύτηκαν στην Ελλάδα κατά τα πρώτα χρόνια επιβολής του καθεστώτος (εκτός φυσικά από ελάχιστες εξαιρέσεις). Η επίσκεψη του υπουργού προπαγάνδας του Τρίτου Ράιχ, Τζόσεφ Γκέμπελς στην Ελλάδα, τον Σεπτέμβριο του 1936, στέφθηκε με επιτυχία, επισημοποιώντας τις καλές σχέσεις μεταξύ των δυο χωρών (Βελλιάδης, 2003, σ.43-44).
Ο Μεταξάς ωστόσο είχε καταστήσει από νωρίς ξεκάθαρο πως δεν επρόκειτο να ακολουθήσει εξωτερική πολιτική αντίθετη με τα συμφέροντα της Μεγάλης Βρετανίας, καθώς διατήρησε την ίδια στάση που είχαν ακολουθήσει και προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις (Βερέμης,2009,σ.199). Όσον αφορά την δημιουργία των δύο αντίπαλων στρατοπέδων στην Ευρώπη με ηγέτιδες δυνάμεις την Βρετανία και τη Γερμανία αντίστοιχα, ο Μεταξάς στόχευε στην ουδετερότητα (Σουλιώτης,2017,σ.74-77).
Η τεράστια ακτογραμμή της Ελλάδας δεν μπορούσε να επιτρέψει μια ρήξη με την Μεγάλη Βρετανία, η οποία αποτελούσε ναυτική υπερδύναμη (Μαυρογορδάτος,2017,σ.95). Όμως, η γερμανική οικονομική διείσδυση στην χώρα ήταν σαφώς πολύ πιο σημαντική από την βρετανική. Μέσω του συστήματος Κλίρινγκ, οι ελληνικές εξαγωγές στη Γερμανία αυξήθηκαν από 23,5% σε 38,8%, την περίοδο 1930 – 1938, ενώ το ίδιο διάστημα οι εισαγωγές αυξήθηκαν από 10,1% σε 28,8%. Σύμφωνα με το σύστημα “Κλίρινγκ”, οι διεθνείς συναλλαγές γίνονταν με διακρατικές συμφωνίες οι οποίες κοστολογούσαν τα προς ανταλλαγή προϊόντα και ισοσκέλιζαν την αξία των εισαγωγών με αυτήν των εξαγωγών (Ζαμπούκας,2017). Η ανικανότητα της Μ. Βρετανίας να απορροφήσει τα ελληνικά προϊόντα επέτρεψε τελικά στη Γερμανία να αναδειχθεί ως ο σημαντικότερος εμπορικός συνεργάτης του ελληνικου κράτους. Το πλεόνασμα που δημιουργήθηκε υπέρ της Ελλάδας λόγω του Κλίρινγκ διοχετεύτηκε στις τεράστιες εισαγωγές πολεμικού υλικού από τη Γερμανία. Το διάστημα 1936 – 1941, η Ελλάδα εισήγαγε πολεμικό υλικό αξίας 1.7 δισεκατομμυρίων δραχμών από την ναζιστική Γερμανία, ποσοστό που αποτελούσε το 65% του προϋπολογισμού των μεγάλων εξοπλιστικών προγραμμάτων του Μεταξά (Βελλιάδης,2003,σ.49-51).
Εμπόδιο στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας και απειλή στην ουδετερότητα της πρώτης υπήρξαν οι επεκτατικές βλέψεις της Ιταλίας του Μουσολίνι. Ο σύμμαχος του Χίτλερ, Μουσολίνι, στόχευε, σε συνεργασία με τους Γερμανούς, ώστε να επεκτείνει τον Ιταλικό έλεγχο στην Μεσόγειο, προχωρώντας σε αυτό που περιέγραφε ως μια αναβίωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι αυτοκρατορικές φιλοδοξίες του Μουσολίνι απειλούσαν άμεσα τις βαλκανικές χώρες και ιδιαίτερα την Ελλάδα. Το 1938, το σύμφωνο φιλίας μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, το οποίο υπέγραψε ο Μουσολίνι με τον Βενιζέλο δέκα χρόνια πριν, έληξε. Οι προτάσεις του Μεταξά για ανανέωση του απορρίφθηκαν από την ιταλική πλευρά. Το επόμενο έτος, οι ιταλικές δυνάμεις κατέλαβαν το γειτονικό βασίλειο της Αλβανίας, κάνοντας εφικτή μια χερσαία εισβολή στην Ελλάδα (Ευάγγελος Κούλης.2021).
Στα Βαλκάνια, ο Χίτλερ επιθυμούσε την διατήρηση της ειρήνης προκειμένου να μην υπάρξει κίνδυνος δημιουργίας βαλκανικού Συμφώνου υπό την επιρροή της Βρετανίας (Βελλιάδης,2003,σ.135-138). Εξάλλου, τα αρχικά επεκτατικά σχέδια των ναζί δεν περιλάμβαναν την χερσόνησο του Αίμου. Για τη Γερμανία, τα Βαλκάνια αποτελούσαν πηγή πόρων και μια πύλη για την Τουρκία και την Μέση Ανατολή. Επιπλέον, το δυτικό μέτωπο του πολέμου το 1940 δεν επέτρεπε το άνοιγμα ενός δεύτερου μετώπου στην νοτιοανατολική Ευρώπη.
Οι Ιταλικές προκλήσεις ωστόσο καθιστούσαν ξεκάθαρες τις προθέσεις του Μουσολίνι για την Ελλάδα (Βελλιάδης,2003,σ.162). Σύντομα Γερμανία και Ιταλία ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις με τη Βουλγαρία, την Τουρκία και τη Γιουγκοσλαβία, προτείνοντας τους εδαφικές παραχωρήσεις εις βάρος της Ελλάδας, προκειμένου να εισέλθουν στις δυνάμεις του Άξονα. Τα αιτήματα του Μεταξά για βρετανική βοήθεια σε περίπτωση σύρραξης με τον Άξονα δεν απαντήθηκαν ικανοποιητικά. Ύστερα από την ήττα της δημοκρατικής Γαλλίας τον Μάιο του 1940, οι Ιταλοί αύξησαν τις προκλήσεις προς την Ελλάδα και ξεκίνησαν να πιέζουν τη γερμανική πλευρά για να συμφωνήσει στην επικείμενη εισβολή. Ιταλία και Γερμανία κατηγόρησαν την Ελλάδα για πράξεις που παραβίαζαν την ουδετερότητα της, όπως για το γεγονός ότι επέτρεπε σε βρετανικά πολεμικά πλοία να εισέρχονται στα χωρικά της ύδατα. Αποκορύφωμα των ιταλικών προκλήσεων υπήρξε ο τορπιλισμός του ελληνικου καταδρομικού “Έλλη” στην Τήνο, στις 15 Αυγούστου από το ιταλικό υποβρύχιο «Delfino». Η κυβέρνηση του Μεταξά επέλεξε να κρατήσει μυστική την προέλευση του υποβρυχίου και να μην απαντήσει στην ιταλική επιθετική ενέργεια (Βελλιάδης,2003,σ.172-173). Ταυτόχρονα ο ελληνικός στρατός οργάνωνε την άμυνά του στα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Τον Οκτώβριο του 1940 οι Γερμανοί κατέλαβαν τις πετρελαιοπηγές της Πράχοβα στη Ρουμανία, κίνηση που ώθησε τον Μουσολίνι να συγκαλέσει σύσκεψη του επιτελείου του για να επισπευσθεί η επίθεση κατά της Ελλάδας. Ιταλικές μονάδες ξεκίνησαν να συγκεντρώνονται στα αλβανικά σύνορα με την Ελλάδα. Τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου, ο Ιταλός πρέσβης, Εμανουέλε Γκράτσι, παρέδωσε στον Μεταξά τελεσίγραφο του Μουσολίνι. Σε αυτό ο Ιταλός δικτάτορας ζητούσε να επιτραπεί η είσοδος ιταλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα προκειμένου να καταλάβουν απροσδιόριστα στρατηγικά σημεία (Χατζηδάκης,2005,σ.220-221). Η αρνητική απάντηση του Μεταξά ξεκίνησε τον ελληνοιταλικό πόλεμο (1940 – 1941). Τους επόμενους μήνες η παγκόσμια κοινότητα είδε τον ελληνικό στρατό να αμύνεται επιτυχώς κατά του πολύ ισχυρότερου αντίστοιχου ιταλικού, πραγματοποιώντας την πρώτη νίκη κατά των δυνάμεων του Άξονα. Ο Ιωάννης Μεταξάς πέθανε κατά την διάρκεια του πολέμου, στις 29 Ιανουαρίου 1941. Οι ελληνικές δυνάμεις συνέχισαν την νικηφόρα πορεία τους μέχρι τον Απρίλιο του ίδιου έτους, όταν η Γερμανία εισήλθε στον πόλεμο στο πλευρό της συμμάχου της. Εξάλλου, το καλοκαίρι ξεκίνησε η περίοδος της κατοχής της χώρας από τον Άξονα, διαλύοντας κάθε υπόνοια συνεργασίας των δύο χωρών.
Πηγές
Βιβλία:
Benjamin Carter Hett. (2022). Ο δρόμος προς τον πόλεμο. Εκδόσεις Διόπτρα.
Hobsbawm J. Eric. (1994). Age of extremes–the short twentieth century (1914-1991). Εκδόσεις Θεμέλιο.
Βελλιάδης, Αννίβας.(2003). ΜΕΤΑΞΑΣ-ΧΙΤΛΕΡ, Ελληνογερμανικές σχέσεις στην μεταξική δικτατορία 1936-1941 . Εκδόσεις Ενάλιος.
Βερέμης, Θάνος. (2015). Ο Μεταξάς και η εποχή του. Εκδόσεις Ευρασία.
Μαυρογορδάτος, Γεώργιος. (2017). Μετά το 1922, η παράταση του διχασμού. Εκδόσεις Πατάκη.
Χατζηδάκης, Ν. Μάνος. (2005). Πορεία προς την δόξα, 1936-1941, Ιωάννης Μεταξάς 4η Αυγούστου-28η Οκτωβρίου . Εκδόσεις Λόγχη.
Ακαδημαϊκές πηγές:
Σουλιώτης, Δημήτριος. (2015). Η ηγεσία του Ιωάννη Μεταξά και η επιβολή του
καθεστώτος της 4ης Αυγούστου 1936. Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Σχολή Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και ∆ιεθνών Σχέσεων Διαθέσιμο σε: http://amitos.library.uop.gr/xmlui/handle/123456789/2578
Ειδησεογραφικές πηγές, άρθρα:
Ζαμπούκας, Ανδρέας .(2017). Η φυλή Κόιζαν, η μέθοδος «κλήρινγκ» και το «τσιπρόσημο» της Αριστεράς. Liberal.gr . Διαθέσιμο σε: https://www.liberal.gr/apopsi/i-fyli-koizan-i-methodos-kliringk-kai-tsiprosimo-tis-aristeras
Ε. Κούλης. (2021). Το άγνωστο παρασκήνιο της 28ης Οκτωβρίου του 1940 και πως φτάσαμε στο «ΌΧΙ».Pna.gr . Διαθέσιμο σε: https://www.pna.gr/news/ellada/61765-to-agnosto-paraskinio-tis-28is-oktovriou-tou-1940-kai-pos-ftasame-sto-oxi