Γράφει ο Φίλιππος Νικολαΐδης
Αρκτική: μια «ψυχρή» περιοχή, που μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα διέπετο από ειρήνη, μακριά από τον ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων (ΜΔ). Στη διάρκεια, ωστόσο, του Ψυχρού Πολέμου, το γεωπολιτικό και στρατηγικό ενδιαφέρον των δύο υπερδυνάμεων (ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση) στην περιοχή άρχισε να «θερμαίνει» την άλλοτε ειρηνική ζώνη, στην οποία πλέον εμφανίζονταν στρατιωτικές βάσεις, εξοπλισμοί, ακόμη και πυρηνικά όπλα (Runesson & Jormfeldt, n.d., σελ. 5(63)). Στο υπέδαφος της Αρκτικής υπήρχαν (και υπάρχουν) τεράστιες ποσότητες ορυκτού πλούτου, που τότε παρέμενε σχετικά αναξιοποίητος λόγω την περιορισμένων τεχνολογικών δυνατοτήτων της εποχής. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η άνοδος της θερμοκρασίας στην υφήλιο και, κατά συνέπεια, η τήξη των πάγων στην Αρκτική τόνισε την ανάγκη για αποστρατιωτικοποίηση και περαιτέρω συνεργασία των αρκτικών κρατών στη «Νέα Γη», με συνέπεια τη δημιουργία του Αρκτικού Συμβουλίου από οκτώ κράτη το 1996 (Μηλαίος, 2016, σελ. 9). Μολαταύτα, η κλιματική αλλαγή ανέδειξε, συνάμα, τις δυνατότητες οικονομικής και εμπορικής αξιοποίησης του Αρκτικού Ωκεανού, συγκεκριμένα του Βορειοδυτικού και -με περισσότερη έμφαση- του Βορειοανατολικού Περάσματος∙ δηλαδή την έμπρακτη διευκόλυνση της ναυτιλιακής δραστηριότητας και την προώθηση του περάσματος ως μια πιο ευνοϊκή εναλλακτική έναντι της διαδρομής μέσω της Ερυθράς Θάλασσας και του Σουέζ. Αυτή η «πρωτοβουλία», μάλιστα, συνιστά ένα από τα διακυβεύματα της ευρύτερης στρατηγικής της Ρωσίας στην Αρκτική. Παρακάτω θα εξετασθούν οι στρατηγικοί στόχοι της χώρας υπό γεωπολιτική, οικονομική και στρατιωτική χροιά, τα μέτρα υποστήριξής τους, καθώς και οι επιπτώσεις στην διεθνή ισορροπία ισχύος.
Η Ρωσία κατέχει τη μεγαλύτερη ακτογραμμή από όλα τα Αρκτικά κράτη (~53%), κάτι που την καθιστά ως de facto ηγετική δύναμη στα θέματα της περιοχής. Μολονότι μόλις δυόμισι εκατομμύρια του πληθυσμού της ζουν στην Αρκτική ζώνη της χώρας, η περιοχή αποτελεί πάνω από το 1/3 της συνολικής της επικράτειας. Από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι σήμερα, η περιοχή καθίσταται κομβικής σημασίας για τη Ρωσία-ΕΣΣΔ, αφενός λόγω των πλούσιων φυσικών πόρων, όπως πετρέλαιο, φυσικό αέριο και είδη αλιείας και, αφετέρου, της ανασφάλειας και, ενδεχομένως, της απειλής μεταξύ άλλων από τις άλλες ΜΔ, όπως στην περίπτωση της συμμαχικής απόβασης στο Μουρμάνσκ το 1919 (Josephson, 2011, σελ. 419-420). Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, το ενδιαφέρον τόσο της ΕΣΣΔ, όσο και των ΗΠΑ, στη «Νέα Γη» αυξήθηκε σημαντικά∙ οι δύο υπερδυνάμεις εστίαζαν το βλέμμα τους στα πλούσια αποθέματα πετρελαίου, αλλά περισσότερο, τις δυνατότητες επίδειξης δύναμης και υποτίμησης της ασφάλειας του αντιπάλου, καθώς η αχανής έκταση της περιοχής, σε συνδυασμό με την γεωγραφική εγγύτητα -λόγω της καμπυλότητας της γης- των δύο κρατών σήμαινε ότι ένα «πρώτο πλήγμα» καθίστατο πιο εφικτό, σύντομο και αποτελεσματικό (Μηλαίος, 2016, σελ. 6-7). Για τον λόγο αυτό, παρότι τα αποθέματα ορυκτών δεν αξιοποιήθηκαν παρά μόνον πολύ αργότερα εξαιτίας της μη-επάρκειας της τεχνολογίας της εποχής, στρατιωτικές βάσεις και εξοπλισμοί (βαλλιστικοί πύραυλοι, πυρηνικά υποβρύχια, ραντάρ), μέχρι και πυρηνικά όπλα και σταθμοί, ολοένα και πλήθαιναν στην παγωμένη «γη του Βορρά», προσφέροντας ασφάλεια και σύντομη προειδοποίηση σε περίπτωση επιθετικών ενεργειών του αντίπαλου δέους (ibid).
Τη δεκαετία του 1980, οι πολιτικές αλλαγές στη Σοβιετική Ένωση είχαν ως αποτέλεσμα μια διαφορετική προσέγγιση για την Αρκτική, που εστίαζε στην αποασφαλειοποίηση και τη συνεργασία μεταξύ Δύσης-Ανατολής σε περιβαλλοντικά ζητήματα (Μηλαίος, 2016, p. 10). Το κλίμα διατηρήθηκε και ύστερα από την πτώση της ΕΣΣΔ, με αποτέλεσμα τη δημιουργία του Αρκτικού Συμβουλίου στην Οττάβα το 1996, αποτελούμενο από τη Ρωσία, τις ΗΠΑ, τη Δανία, τον Καναδά, τη Νορβηγία, και μετέπειτα την Ισλανδία, τη Φινλανδία και τη Σουηδία (The Arctic 8) (Runesson & Jormfeldt, n.d, σελ. 8(63)). Σκοπός του Συμβουλίου είναι να συντελέσει στον συντονισμό και τη συνεργασία, μεταξύ άλλων, σε ζητήματα προστασίας του περιβάλλοντος και βιώσιμης ανάπτυξης (ibid), αλλά ρητώς δεν δικαιούται να εμπλακεί σε θέματα ασφαλείας (Delaney, 2010, σελ. 1). Είναι επίσης σημειωτέο πως την περιοχή της Αρκτικής διέπει σειρά από συνθήκες, εκ των οποίων και η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 (εφεξής ΣΔΘ) (Runesson & Jormfeldt, n.d., p. 8(63)). Μετά από μια περίοδο αδράνειας, η Ρωσία υπό τον Πούτιν επανέφερε την Αρκτική στο επίκεντρο της Ρωσικής Δημοκρατίας: κατά τον Kinossian (2024), από το 2000 έως το 2008 η Μόσχα εστίαζε ως επί το πλείστον στις προοπτικές οικονομικής εκμετάλλευσης της περιοχής και, σε έναν βαθμό, την ασφάλεια, αλλά με μικρή αβεβαιότητα, ενώ η Αρκτική Στρατηγική του 2013-2020 και, κυρίως, η επακόλουθη του 2020-2035 επισήμαιναν ρητά, τόσο την προτεραιότητα της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης στην Αρκτική, όσο και την ανάγκη ενίσχυσης της ασφαλείας της περιοχής.
Η γεωπολιτική σημασία της γης του Βορρά για τη Ρωσία αφορά την δυνατότητα οικονομικής εκμετάλλευσης της περιοχής, ενεργειακά και εμπορικά, και την ασφάλεια της χώρας από τους στρατηγικούς της αντιπάλους. Η περιοχή του Βορείου Πόλου επί των ημερών μας τίθεται υπό τη δικαιοδοσία της Διεθνούς Αρχής για τον Θαλάσσιο Βυθό (International Seabed Authority) και εποφθαλμιάται σημαντικά από τα 5 Αρκτικά Κράτη (Α5). Καθώς το Κρεμλίνο έχει επικυρώσει την ΣΔΘ, δικαιούται να επεκτείνει την ΑΟΖ της χώρας από τα -νυν- 200 στα 350 ναυτικά μίλια (νμ), εφόσον προβάλει στερεά γεωγραφικά επιχειρήματα αναφορικά με τη γεωμορφολογική συνέχεια του βυθού με την υφαλοκρηπίδα της χώρας (Nicoll, 2012). Συγκεκριμένα, το 2001 η Μόσχα κατέθεσε στον ΟΗΕ αίτηση επέκτασης της υφαλοκρηπίδας της στα 350 νμ, διεκδικώντας μια περιοχή μεγαλύτερη από τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία μαζί, υπό το τεκμήριο ότι η Ράχη Λομονόσοφ, μια υποθαλάσσια κορυφογραμμή μήκους 1.240 και πλάτους 100 μιλίων, αποτελεί τη συνέχεια της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας της, στην οποία αντέδρασαν οι ΗΠΑ και ο Καναδάς -και απορρίφθηκε από την Επιτροπή για τα Όρια της Ηπειρωτικής Υφαλοκρηπίδας (Κεζέμπογλου, 2013). Μολαταύτα, η Ρωσία δεν σταμάτησε τις προσπάθειες στην διεκδίκηση της Ράχης Λομονόσοφ, η οποία αποτέλεσε έναυσμα της ρωσικής ερευνητικής αποστολής του 2007 (Arktika-2007) στον βυθό του Βορείου Πόλου, σε βάθος 4.260 μέτρων, όπου δύο επανδρωμένα υποβρύχια οχήματα τοποθέτησαν μια ρωσική σημαία από τιτάνιο με αντιδιαβρωτική επίστρωση, ενώ αργότερα, μια δεξαμενή σκέψης πρότεινε τη μετονομασία της Αρκτικής σε «Ρωσικό Ωκεανό» (Marshall, 2021, σελ. 345). Πάντως, ακόμη και εντός των τρεχουσών ΑΟΖ των Α5 βρίσκεται το 97% των αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, που σημαίνει ότι ο ανταγωνισμός για φυσικούς πόρους μεταξύ των αρκτικών κρατών είναι περιορισμένος∙ η επέκταση της ΑΟΖ της Ρωσίας στα 350νμ γίνεται καθαρά για συμβολικούς λόγους, σημειώνει ο Nicoll (2012). Στην ΑΟΖ της Ρωσίας, ειδικότερα, βρίσκεται το 80% του ρωσικού φυσικού αερίου και από εκεί προέρχεται το 15% του ΑΕΠ και το 25% των εξαγωγών της χώρας (ibid). Βέβαια, όπως φαίνεται από τις πολιτικές του Κρεμλίνου για την Αρκτική τις τελευταίες δύο δεκαετίες, το κέντρο βάρους των Ρωσικών επιδιώξεων στην Νέα Γη βρίσκεται στο Βορειοανατολικό Πέρασμα/Βόρεια Θαλάσσια Οδό-ΒΘΟ (Northern Sea Route – NSR).

Η κλιματική αλλαγή τα τελευταία χρόνια έχει λάβει ευμεγέθεις διαστάσεις, με την Αρκτική να βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα λόγω της γεωγραφικής της θέσης∙ τον Σεπτέμβρη του 2010 η έκταση 14.1 εκατομμυρίων χλμ2 του Αρκτικού Ωκεανού επικαλύπτετο από 4.6 εκατομμύρια χλμ2 πάγου, χαμηλότερο κατά 31% από τον μέσο ελάχιστο όρο την εποχή του καλοκαιριού, από το 1990 (Delaney, 2010). Ως αποτέλεσμα της τήξης των πάγων λόγω της ανόδου της θερμοκρασίας, η ΒΔΘ δύναται να είναι ανοιχτή στην παγκόσμια ναυτιλία για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στη διάρκεια του έτους (ibid). Αυτό που η Μόσχα θεωρεί ως ένα από τα μέγιστα συμφέροντά της είναι «η ανάπτυξη της ΒΘΟ σε μία ανταγωνιστική εθνική οδό μεταφορών της Ρωσίας στην παγκόσμια αγορά», όπως τονίζεται στην Πολιτική της Ρωσίας για την Αρκτική έως το 2035 (Meade, 2020). Μαζί με τα προαναφερθέντα, υπογραμμίζεται επίσης η «ανάπτυξη της Ρωσικής Αρκτικής Ζώνης ως στρατηγική βάση πόρων και η στρατηγική της χρήση για την επιτάχυνση της εθνικής ανάπτυξης της οικονομίας» (ibid). Σε άλλα λόγια, η Ρωσία επιδιώκει να προβάλλει την ΒΘΟ ως μια πολύ πιο αποδοτική εναλλακτική έναντι του Σουέζ και της Ερυθράς Θάλασσας για την παγκόσμια εμπορική δραστηριότητα, καθώς η διαδρομή μεταξύ Ευρώπης-Ανατολικής Ασίας μειώνεται κατά 4.000 χλμ και, μάλιστα, χωρίς την απειλή -ενδεχομένως- πειρατών όπως στη διαδρομή μέσω Σουέζ, μειώνοντας έτσι το κόστος μεταφοράς & ασφαλείας κατά δισεκατομμύρια δολάρια∙ μάλιστα το 2009 δύο γερμανικά εμπορικά πλοία διέπλευσαν του περάσματος χωρίς να συνοδεύονται από παγοθραυστικά (Μηλαίος, 2016). Στην φιλοδοξία αυτή της Μόσχας, η Δύση έχει υιοθετήσει τη θέση ότι η ΒΘΟ, εάν αποτελέσει παγκόσμια εμπορική οδό τότε με βάση τη ΣΔΘ θα πρέπει να αντιμετωπίζεται νομικά ως διεθνές στενό, αμφισβητώντας σημαντικά, με αυτό τον τρόπο, τα ρωσικά κυριαρχικά δικαιώματα και τον πιθανό ρόλο της στην παγκόσμια ναυτιλία (Meade, 2020, σελ.3-4). Οι ΗΠΑ, ειδικά, ανησυχούν ότι οι ενέργειες και βλέψεις της Ρωσίας θα υποτιμήσουν την ασφάλειά τους και ο στρατηγικός ανταγωνισμός τους στην περιοχή θα αυξανόταν περαιτέρω (ibid, p. 4). Παρ ’όλα αυτά, η ΒΘΟ στα επόμενα χρόνια ενδέχεται να είναι ανοιχτή στη διέλευση για μεγαλύτερο διάστημα ανά έτος, διευκολύνοντας έτσι σημαντικά τον διάπλου χωρίς τη συνοδεία παγοθραυστικών.
Εντούτοις, η επιδίωξη της Μόσχας τροχοπεδάται από σειρά ανασταλτικών παραγόντων: παρόλο που η παγωμένη επιφάνεια στον Αρκτικό Ωκεανό ολοένα και μειώνεται, η διέλευση δεν καθίσταται αυτομάτως ασφαλής για διέλευση, ειδικά χωρίς τη συνοδεία παγοθραυστικού∙ η έλλειψη και η κακή κατάσταση των υποδομών στην Αρκτική ακτογραμμή της Ρωσίας, λόγω της χαμηλής χρηματοδότησης και του μικρού πληθυσμού της περιοχής, παρακωλύουν την ανάπτυξη της ΒΘΟ ως ανταγωνιστικού εμπορικού περάσματος (Nicoll, 2012). Επίσης, κατά τον Μηλαίο (2012), ενέχουν κίνδυνοι περιβαλλοντικής φύσεως, ιδιαίτερα λόγω της μη-αξιόπιστης προβλεψιμότητας των κινήσεων των πάγων, στην περίπτωση, λόγου χάρη, της βύθισης ενός πετρελαιοφόρου δεξαμενόπλοιου, αλλά και ασφαλείας, καθώς η πιθανή ανάπτυξη της ΒΘΟ ως εμπορικού διαύλου ενδεχομένως να αυξήσει τις παράνομες δραστηριότητες (πχ διακίνηση ναρκωτικών και λαθρεμπορίου). Παρόλα αυτά, η Ρωσία έχει υπολογίσει τους κινδύνους και στις Αρκτικές πολιτικές έως το 2020 και το 2035, έχει συμπεριλάβει σειρά μέτρων που προβλέπουν μεταξύ άλλων χρηματοδότηση των Αρκτικών περιοχών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, την ανάπτυξη υποδομών (όπως ραντάρ, μετεωρολογικοί σταθμοί, συστήματα επικοινωνίας και πληροφόρησης) (Mikhailova & Tabata, 2024, σελ. 3), την επαναλειτουργία και τον εκσυγχρονισμό στρατιωτικών βάσεων στην Αρκτική ακτογραμμή για την ασφάλεια εμπορικής διέλευσης -και όχι μόνο- (Kluge & Paul, 2020). Αξιοσημείωτο είναι, μάλιστα, πως η Ρωσία κατέχει τον μεγαλύτερο στόλο παγοθραυστικών σε σύγκριση με τα υπόλοιπα Αρκτικά Κράτη συνολικά, εκ των οποίων σημαντικός αριθμός είναι πυρηνοκίνητα (Conant, 2012). Η ναυπήγηση παγοθραυστικών και, ιδίως, πυρηνικών παγοθραυστικών (για παράδειγμα το Yakutia) αποτελούν επίσης μέρος της Στρατηγικής Ανάπτυξης της Αρκτικής μέχρι το 2035, αναφορικά με τη διευκόλυνση της διέλευσης των εμπορικών πλοίων από τα παγερά ύδατα της ΒΘΟ (Nilsen, 2024). Πάντως, ο πόλεμος στην Ουκρανία έπληξε αρκετά τις προοπτικές ανάπτυξης της ΒΘΟ, καθώς οι σχέσεις μεταξύ Δύσης και Ρωσίας επλήγησαν, με αποτέλεσμα να επηρεασθούν οι εμπορικές τους δραστηριότητες και η Ρωσία να στραφεί σε άλλα κράτη και ιδιαίτερα την Κίνα για την ανάπτυξη της ΒΘΟ (“Russia and China Discuss Northern Sea Route Development”, 2024).
Ύστερα από μια περίοδο στασιμότητας, όπως προαναφέρθηκε, η Μόσχα άρχισε να επανενεργοποιεί και να εκσυγχρονίζει τις στρατιωτικές της βάσεις στην Αρκτική, σε μια προσπάθεια να αυξήσει την ασφάλειά της από τα βόρεια πλευρά της. Συγκεκριμένα, έχει ενισχύσει σημαντικά τον Ρωσικό Βόρειο Στόλο με έδρα το Μουρμάνσκ και έχει διεξαγάγει ολοένα και περισσότερες στρατιωτικές ασκήσεις στην περιοχή (Nicoll, 2012). Η μεγαλύτερη ανησυχία της Μόσχας είναι το αυξανόμενο ενδιαφέρον των ΗΠΑ, και δη, του ΝΑΤΟ στην Αρκτική∙ το Ρωσικό Στρατιωτικό Δόγμα του 2014 χαρακτηρίζει την άνοδο των στρατιωτικών δυνατοτήτων του ΝΑΤΟ στην περιοχή ως τον ύψιστο εξωτερικό κίνδυνο (Baev, 2019). Η ανασφάλεια της Μόσχας αυξήθηκε, μάλιστα, με την είσοδο της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Τα νατοϊκά πυρηνικά υποβρύχια που -θεωρητικά- μπορούν και κινούνται στη θάλασσα του Μπάρεντς μπορούν να απειλήσουν τα πυρηνικά συστήματα της Ρωσίας στην Χερσόνησο Κόλα (ibid, σελ.29). Εκτός αυτού, συγκριτικά με το δυτικό μέρος της Ρωσικής Αρκτικής, το ανατολικό καθίστατο αρκετά ασθενέστερο αμυντικά∙ ως εκ τούτου, το 2016 στις νήσους της Νέας Σιβηρίας κατασκευάστηκε μια νέα στρατιωτική βάση (ibid, σελ. 36), ενώ άλλες ανακαινίστηκαν και επαναλειτούργησαν (Marshall, 2021). Στο κείμενο των Εθνικών Συμφερόντων της Ρωσίας στην Αρκτική 2035, εξ όσων αναφέρει ο Meade (2020), ένα από τα συμφέροντα της ώρας είναι «η διασφάλιση της Ρωσικής κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας», δηλαδή, την δυνατότητα αποτροπής στρατιωτικής δράσης έναντι της Ρωσίας και της ανάπτυξης των μαχητικών της ικανοτήτων στην περιοχή. Κατά συνέπεια, οι στρατιωτικές ενέργειες της Μόσχας στην Αρκτική αποσκοπούν στην ασφάλειά της και στην προστασία της ΒΘΟ ως ένα από τα κομβικά της συμφέροντα.
Επιγραμματικά, η στρατηγική της Ρωσίας στην Αρκτική αναδεικνύει την αυξημένη στρατηγική σημασία της περιοχής για τις ΜΔ στον 21ο αιώνα, και περισσότερο για τη Ρωσία και -πιο πρόσφατα- τις ΗΠΑ , αλλά και την Κίνα. Η ηγεμονία της Μόσχας στη Γη του Βορρά, σε συνδυασμό με την ολοένα και αυξανόμενη δραστηριότητα και τις δυνατότητες αξιοποίησης της περιοχής, μαζί με την σιωπηρά μεγεθυνόμενη κινεζική επιρροή, έχουν ανησυχήσει και κινητοποιήσει σε μεγάλο βαθμό τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα υπό την νέα προεδρεία Trump που εποφθαλμιά την Γροιλανδία (Vock, 2025). Με τη στρατιωτική παρουσία και τα συμφέροντα των κρατών να διευρύνονται στην περιοχή, το θερμόμετρο στη Νέα Γη αυξάνεται μεταφορικά και κυριολεκτικά και εξελίσσεται σε ένα ακόμη πεδίο μάχης στον Νέο Ψυχρό Πόλεμο. Οι δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία δεν έπληξαν σημαντικά τη Ρωσία, αλλά αντίθετα ενίσχυσαν την αυτονομία της, βελτιώνοντας τις σχέσεις της με άλλα κράτη, ιδίως την Κίνα, της οποίας ο ρόλος στην Αρκτική -ιδίως στην ΒΘΟ- ολοένα και διευρύνεται. Το αν πράγματι η ΒΘΟ θα αναδειχθεί σε κομβική θαλάσσια οδό για το παγκόσμιο εμπόριο παραμένει ακόμη αβέβαιο∙ το λιώσιμο των πάγων, πάντως, είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα που επηρεάζει όλους και η άνοδος των εντάσεων αδήριτα δεν βοηθά στην εύρεση λύσης. Όσο υπάρχουν κράτη δυσαρεστημένα με την τρέχουσα διεθνή τάξη και, ιδιαίτερα, η Ρωσία, εντάσεις θα συνεχίσουν να υπάρχουν και η θερμοκρασία θα συνεχίσει να …ανεβαίνει.
Βιβλιογραφία
- Baev, P. K. (2019). Threat assessments and strategic objectives in Russia’s arctic policy. Journal of Slavic Military Studies, 32(1), 25–40. https://doi.org/10.1080/13518046.2019.1552662
- BBC (2014, December 15). Denmark challenges Russia and Canada over North Pole [image]. https://www.bbc.com/news/world-europe-30481309
- Conant, E. (2012). Breaking the Ice: Russian Nuclear-Powered Ice-Breakers. Scientific American. https://www.scientificamerican.com/blog/guest-blog/breaking-the-ice
- Delaney, J. (2010). Diplomatic shifts in the warming Arctic Receive Strategic Comments by Email IISS Membership Strategic Comments.
- Devyatkin, P. (2018, February 6). Russia’s Arctic Strategy: Aimed at Conflict or Cooperation? (Part I). The Arctic Institute. https://www.thearcticinstitute.org/russias-arctic-strategy-aimed-conflict-cooperation-part-one
- Josephson, P. (2011). Technology and the Conquest of the Soviet Arctic. In Source: The Russian Review (Vol. 70, Issue 3). https://www.jstor.org/stable/41289976
- Kinossian, N. (2024). Red Arctic: Russian strategy under Putin Red Arctic: Russian strategy under Putin, by Elizabeth Buchanan, Washington D.C, Brookings Institution Press, 2023, 208 pp., ISBN 9780815738886; ISBN: 9780815738893. Eurasian Geography and Economics, 1–3. https://doi.org/10.1080/15387216.2024.2333762
- Kluge, J., & Paul, M. (2020). Russia’s Arctic strategy through 2035: grand plans and pragmatic constraints. https://doi.org/10.18449/2020C57
- Lamazhapov, E., & Moe, A. (2025). Russia’s Geopolitical Position in the Arctic: What’s New? Strategic Analysis, 1–15. https://doi.org/10.1080/09700161.2025.2459571
- Limon, O., & Gürdal Limon, E. (2024). The impact of the Ukraine war on Russian military capabilities in the Arctic. Polar Geography. https://doi.org/10.1080/1088937X.2024.2399003
- Marshall, T. (2021): Αιχμάλωτοι της Γεωγραφίας. Εκδόσεις Διόπτρα
- Meade, J. R. (2020). Russia’s New Arctic Policy 2035: Implications for Great Power Tension Over the Northern Sea Route. https://web.archive.org/web/2014110102
- Mikhailova, D., & Tabata, S. (2024). Prospects for the development of the Northern Sea Route after February 2022: An analysis of Russia’s policy in the new conditions. Polar Science, 41. https://doi.org/10.1016/j.polar.2024.101054
- Nicoll, A. (2012). Russia in the Arctic: economic interests override military aspirations Receive Strategic Comments by Email IISS Membership Strategic Comments.
- Nilsen, T. (2024, December 30). Here comes Yakutia, Russia’s newest nuclear icebreaker. The Barents Observer. Here comes Yakutia, Russia’s newest nuclear icebreaker
- Runesson, L., & Jormfeldt, J. (n.d.). The Arctic: A Stage for Great Power Competition? A Comparative Study on the Arctic Security Strategies and Policies of Russia and the United States.
- Russia and China discuss Northern Sea Route development. (2024, November 27). World Nuclear News. https://www.world-nuclear-news.org/articles/russia-and-china-discuss-northern-sea-route-development
- Sergunin, A., & Konyshev, V. (2014). Russia in search of its Arctic strategy: Between hard and soft power? Polar Journal, 4(1), 69–87. https://doi.org/10.1080/2154896X.2014.913930
- Vock, I. (2025, March 24). Why does Trump want Greenland and what do its people think? BBC. https://www.bbc.com/news/articles/c74x4m71pmjo
- Κεζέμπογλου, Ρ. (2013). Η Αρκτική στην Απόψυξη – Το Μεγάλο Παιχνίδι.
- Μηλαίος, Γ. Μ. (2016). Η Στρατηγική και Πολιτική Σημασία της Αρκτικής στην Παγκόσμια Σκακιέρα. Ο Ανταγωνισμός για την Εκμετάλλευση του Χώρου και του Ενεργειακού Περιβάλλοντος υπό το πρίσμα της Διεθνούς Ασφάλειας.