Γράφει η Δέσποινα Σιάγκρη
Τα δικαιώματα των γυναικών αποτελούν κεκτημένο που δεν υπήρχε πάντα και δεν ήταν ποτέ αυτονόητο. Σε διεθνές επίπεδο, η μακρά ιστορία της διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους ξεκινάει ήδη από το 1948 με την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ( Νάσκου-Περράκη, 2022) . Το 1966 η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών υιοθετεί δύο Διεθνή Σύμφωνα, το «Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα» και το «Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα» (Ελληνική Δημοκρατία Υπουργείο Εξωτερικών, 2024). Κορωνίδα αυτής της προστασίας αποτελεί η «Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών», (εφεξής «CEDAW»), γνωστή και ως «Διεθνής Διακήρυξη των γυναικείων δικαιωμάτων». Η Σύμβαση υιοθετήθηκε το 1979 από την Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών. Για πρώτη φορά, προσδίδεται στον όρο «διακρίσεις» μίαν ευρύτητα: «Διάκριση» είναι κάθε περιορισμός, αποκλεισμός ή διάκριση, που έχει ως αποτέλεσμα να στερούνται οι γυναίκες την απόλαυση των δικαιωμάτων τους (Saksena, 2007). Η CEDAW διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα διεθνή νομικά κείμενα, καθώς η ευρύτητα του όρου «διακρίσεις», σε συνδυασμό με την λεπτομερή παράθεση των υποχρεώσεων των κρατών, δημιουργεί ένα νομικό πλαίσιο, που θα θέσει τα θεμέλια για ουσιαστική και όχι απλώς τυπική ισότητα (Saksena, 2007).
Από την άλλη πλευρά, σε ευρωπαϊκό επίπεδο πληθώρα κειμένων έχουν υιοθετηθεί από το Συμβούλιο της Ευρώπης με κύρια, την «Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», (εφεξής «ΕΣΔΑ»), η οποία θεσπίστηκε το 1950, τον «Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη» του 1961, ο οποίος αναθεωρήθηκε ξανά το 1966, και την «Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας», που υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης το 2011 και τέθηκε σε ισχύ το 2014 ( Νάσκου-Περράκη, 2022). Αποτελεί κοινά παραδεδεγμένο γεγονός ότι από τότε το ζήτημα της ισότητας των γυναικών δεν παύει να εξελίσσεται από την ΕΕ, με την συγγραφή τροποποιημένων εκθέσεων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την πρόσφατη έκθεση του 2023 στο πλαίσιο της στρατηγικής της ισότητας των φύλων, καθώς και τις προσπάθειές της για κινητοποίηση στον τομέα της εκπαίδευσης (Ευρωπαϊκή Επιτροπή 2018). Τα τελευταία χρόνια μάλιστα η εξέλιξη αυτού του ζητήματος είναι αρκετά μεγάλη με την προώθηση της ισότιμης οικονομικής ανεξαρτησίας γυναικών και ανδρών, την εξάλειψη του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των δύο φύλων, την προώθηση της ισορροπίας των φύλων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, τον τερματισμό της έμφυλης βίας και την προώθηση της ισότητας των φύλων πέραν της ΕΕ (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2018).
Το μεγάλο ερώτημα όμως που τίθεται, αποτελώντας ταυτόχρονα και ένα τρομερό αγκάθι, είναι αν αρκούν όλα τα βήματα που έχουν πραγματοποιηθεί από μέρους της ΕΕ, όταν υπάρχουν συγκεκριμένα κράτη, που οι πρακτικές τους αποτελούν κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων των γυναικών. Πιο συγκεκριμένα σε ποιες ενέργειες μπορεί να προβεί η ΕΕ, όταν αυτά δεν είναι κράτη – μέλη της και δεν υπάγονται στη δικαιοδοσία της, παραβιάζοντας όμως σαφώς κανόνες του διεθνούς δίκαιου, αποτελώντας τροχοπέδη για όλη την εξέλιξη και την ανάπτυξη που έχει σημειωθεί έως τώρα.
Μία τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση στην παγκόσμια κοινότητα αποτελεί το Αφγανιστάν και συγκεκριμένα το καθεστώς των Ταλιμπάν. Οι Ταλιμπάν, έχοντας αναλάβει την εξουσία του Αφγανιστάν, υιοθέτησαν μια νέα νομοθεσία, με την οποία απαγορεύουν στις γυναίκες να μιλούν ή να δείχνουν το πρόσωπό τους δημόσια, επικαλούμενοι την ηθική και την αρετή (Η Καθημερινή, 2024). Οι νόμοι αυτοί περιλαμβάνουν επίσης την απαγόρευση κυκλοφορίας τους χωρίς την ανδρική συνοδεία, την πλήρη κάλυψη του σώματός τους, καθώς και την παρεμπόδιση να τραγουδούν ή να διαβάζουν δυνατά ακόμα και μέσα στα σπίτια τους (Η Καθημερινή, 2024). Δεκάδες παραδείγματα γυναικών που τόλμησαν να αντισταθούν σε αυτήν την νομοθεσία έχουν δημοσιευθεί, περιγράφοντας τα μαρτύρια και τις τιμωρίες που υπέστησαν από τους αξιωματούχους των Ταλιμπάν (Η Καθημερινή, 2024).
Το πρώτο ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι αν οι συγκεκριμένες ενέργειες που έχουν σημειωθεί μπορούν να αποτελέσουν διεθνή αδικοπραξία με βάση τους παραδεδεγμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Για την ευθύνη κράτους, κάθε διεθνής αδικοπραξία που διαπράττει ένα κράτος επισύρει την διεθνή του ευθύνη (Άρθρο 1 των «Άρθρων της Επιτροπής Διεθνούς Δίκαιου»). Η στοιχειοθέτηση διεθνούς αδικοπραξίας απαιτεί την συνδρομή δυο προϋποθέσεων. Πρώτον, μια συμπεριφορά – πράξη ή παράλειψη- να αποδίδεται στο κράτος σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και δεύτερον, η συμπεριφορά αυτή να συνιστά παραβίαση διεθνούς υποχρεώσεως (άρθρο 2 της Επιτροπής Διεθνούς Δίκαιου ). Όσον αφορά το πρώτο στοιχείο, για να στοιχειοθετηθεί διεθνής ευθύνη του κράτους, θα πρέπει να αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη αποδίδεται στο κράτος, να αποδειχθεί δηλαδή ότι η συμπεριφορά οφείλεται σε δική του ενέργεια (Αντωνόπουλος, 2017, σελ. 490). Αναμφίβολα, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η παραβίαση πηγάζει από ενέργεια του κράτους, αφού το κράτος ενεργεί μέσω των οργάνων του, ως νομικό πρόσωπο, και επομένως η ευθύνη του πηγάζει από πράξεις και παραλείψεις που αποδίδονται σε αυτά τα όργανα. Στην περίπτωση του Αφγανιστάν, εφόσον οι Ταλιμπάν αποτελούν τα «νόμιμα» όργανα τους κράτους, μπορούν κάλλιστα να προσδιοριστούν ως αυτουργοί της αδικοπραξίας.
Το δεύτερο συστατικό στοιχείο της αδικοπραξίας συνδέεται με την παραβίαση διεθνούς υποχρεώσεως. Παραβίαση διεθνούς υποχρεώσεως υφίσταται, όταν η συμπεριφορά του κράτους δεν είναι σύμφωνη με μία υποχρέωση, οποιαδήποτε και αν είναι η προέλευση της φύσης της (Άρθρο 12 της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου). Το κατά πόσον μια συμπεριφορά που αποδίδεται στο κράτος συνιστά παραβίαση διεθνούς υποχρεώσεως αποτελεί συνάρτηση πρωτογενούς κανόνα που θέτει την υποχρέωση (Αντωνόπουλος, 2017, σελ. 495). Όταν υπάρχει αντίφαση, δηλαδή όταν η συμπεριφορά του κράτους δεν συμφωνεί με την συμπεριφορά που απαιτεί η διεθνής υποχρέωση που θέτει ο πρωτογενής κανόνας, τότε υπάρχει παραβίαση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, εφόσον καταπατώνται βασικοί κανόνες διεθνούς δίκαιου και επιβεβαιώνεται η ύπαρξη βασανιστηρίων, σαφώς και υπάρχει παραβίαση διεθνούς υποχρεώσεως.
Εκτός όμως από τη διεθνή αδικοπραξία, τίθεται ζήτημα κατά πόσον η παραβίαση των δικαιωμάτων των γυναικών στο Αφγανιστάν από το καθεστώς των Ταλιμπάν αποτελεί και έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, γεγονός που αφορά άμεσα την ΕΕ, ιδίως στο πεδίο του διεθνούς ποινικού και του προσφυγικού δικαίου.
Η υπόθεση του Αφγανιστάν αποτελεί μια από τις κυριότερες εκφάνσεις του φαινομένου της διεθνοποίησης του ποινικού δίκαιου, δηλαδή την διεθνοποίηση της ποινικής καταστολής των διεθνών εγκλημάτων. Η αναγκαιότητα της δημιουργίας ad hoc Διεθνών Ποινικών Δικαστηρίων δικαιολογείται από το εύρος υποθέσεων παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα λεγόμενα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Τέτοιες υποθέσεις δημιουργούν ερωτηματικά όσον αφορά την εκδίκαση τους, καθώς αφορούν συνήθως κράτη που δεν αποτελούν μέλη της ΕΕ, οπότε δεν δεσμεύονται από τις συνέπειες που επιβάλλονται στα κράτη – μέλη για την παραβίαση οδηγίας. Τα διεθνοποιημένα αυτά ποινικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσίες που εμπεριέχουν στοιχεία τόσο διεθνή όσο και εθνικά και που καταλαμβάνουν μια θέση ιδιότυπη στο σύστημα της διεθνούς έννομης τάξης. Στη νέα αυτή κατηγορία συγκαταλέγονται το Ειδικό Δικαστήριο για την Σιέρα Λεόνε, τα Τμήματα Εκλεκτής Δικαιοδοσίας των δικαστηρίων της Καμπότζης, τα πάνελ δικαστών στο Ανατολικό Τιμόρ και το Κόσσοβο, καθώς και το πρόσφατο Ειδικό Τμήμα Εγκλημάτων Πολέμου του Ανώτατου Δικαστηρίου της Βοσνίας- Ερζεγοβίνης, ενώ φαίνεται ότι ο κατάλογος δεν έχει κλείσει (Παζαρτζή, 2007 σελ. 86). Αυτού του τύπου τα διεθνή ποινικά δικαστήρια θεσμοθετήθηκαν «ως απάντηση της διεθνούς κοινότητας» σε μαζικές παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, σε χώρες οι οποίες εξέρχονται από ανθρωπιστικές κρίσεις ή πολεμική σύρραξη, και έχουν ως σκοπό να καλύψουν το κενό είτε της απουσίας «εγχώριων κατασταλτικών μηχανισμών» είτε των «ανεπαρκειών» των ήδη υπαρχόντων μηχανισμών (Στέλιος Περράκης, 2008, σελ. 239). Ουσιαστικά έχουν κληθεί να αντιμετωπίσουν τρομοκρατικές ενέργειες που λαμβάνουν χώρα σε καιρό ειρήνης και δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από το διεθνές δίκαιο, ακόμα και αν παραβιάζουν ανθρώπινα δικαιώματα .
Η νέα νομοθεσία των Ταλιμπάν, που ουσιαστικά είναι ως σύνολο μια συγκεκαλυμμένη πράξη παραβίασης στα δικαιώματα των γυναικών και των κοριτσιών του Αφγανιστάν, αποτελεί έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, εφόσον περιλαμβάνει πρακτικές εξόντωσης, υποδούλωσης και σοβαρής στέρησης της σωματικής ελευθερίας κατά παραβίαση του διεθνούς δίκαιου. Χωρίς καμία αμφιβολία είναι μια υπόθεση που θα έπρεπε να υπαχθεί στην δικαιοδοσία αρμοδίου διεθνούς ποινικού δικαστηρίου, εφόσον το Αφγανιστάν δεν είναι μέλος της ΕΕ και δεν δεσμεύεται από οδηγίες και ιδρυτικές συνθήκες, παρ’ όλα αυτά έχει ασκήσει επιβεβαιωμένη παραβίαση και θα ήταν σκόπιμο να βρεθεί ενώπιον του νομού. Η στάση της ΕΕ σε αυτό το σημείο είναι καίρια, καθώς θα μπορούσε να ασκήσει πίεση μέσω της εξωτερικής πολιτικής των κρατών – μελών της, ώστε να σταματήσει το φαινόμενο της συστηματικής στέρησης βασικών δικαιωμάτων και ελευθεριών των γυναικών και κοριτσιών στο Αφγανιστάν. Κυρίως, όμως, θα μπορούσε να ασκήσει πίεση, ώστε να παραπεμφθεί το καθεστώς των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου αυτεπαγγέλτως από τον Εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου με βάση το άρθρο 13 του Καταστατικού της Ρώμης (Δασκαλοπουλου- Λειβαδά , 2013, σελ 161).
Η σοβαρότητα της παραβίασης επισημαίνεται στο γεγονός ότι αποτελεί έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, το οποίο δεν πρέπει να συγχέεται με τα εγκλήματα πολέμου καθώς αποτελεί κάτι ανεξάρτητο. Για να διαπραχθεί ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας δεν είναι απαραίτητο να συντρέχει η προϋπόθεση της ένοπλης σύγκρουσης, πάρα μόνο η παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η άρνηση των διοικητικών μηχανισμών να δράσουν όπως θα έπρεπε (Στέλιος Περράκης, 2000, σελ 50). Σύμφωνα με το άρθρο 7(1) του Καταστατικού της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ), η παραβίαση των Ταλιμπάν αποτελεί πιο συγκεκριμένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας που συνιστά δίωξη λόγω φύλου (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, 2002, σελ. 8). Η έννοια του φυλετικού εγκλήματος με βάση το άρθρο 7 (1) αφορά απάνθρωπες ενέργειες, που διαπράχθηκαν στο πλαίσιο ενός θεσμοθετημένου καθεστώτος συστηματικής καταπίεσης ή κυριαρχίας από μια φυλετική ομάδα σε οποιαδήποτε άλλη φυλετική ομάδα, και διαπράχθηκε με σκοπό την διατήρηση αυτού του καθεστώτος (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, 2002, σελ. 8). Έτσι ακριβώς έκρινε ο Γενικός Εισαγγελέας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Jean Richard de la Tour, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-608/22 και C-609/22 | Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl (Curia Europa EU, 2023). Οι υποθέσεις αυτές αφορούσαν το κατά πόσον η σώρευση πράξεων και μέτρων που εισάγουν διακρίσεις σε βάρος των γυναικών στο Αφγανιστάν από το καθεστώς των Ταλιμπάν συνιστά δίωξη λόγω φύλου, η οποία δικαιολογεί τη χορήγηση του καθεστώτος πρόσφυγα. Ο Γενικός Εισαγγελέας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρότεινε στο ΔΕΕ να αποφανθεί ότι τα μέτρα των Ταλιμπάν που εισάγουν διακρίσεις εις βάρος των Αφγανών γυναικών, αποτελούν έγκλημα κατά της ανθρωπότητας που συνιστά δίωξη λόγω φύλου στο πλαίσιο της οδηγίας 2011/95/EU, χωρίς να χρειάζεται να διερευνήσει άλλα χαρακτηριστικά της προσωπικής τους κατάστασης πέραν του φύλου ( Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ , 2011).
Στην ουσία όμως τίθεται το ερώτημα αν τελικά έχουν καταπολεμηθεί οι φυλετικές διακρίσεις τόσο σε διεθνές όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η στρατηγική της ΕΕ αναφέρεται στα επιτεύγματα όσον αφορά την ισότητα των φύλων (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2018). Παρ΄όλα αυτά είναι δύσκολο να λεχθεί κάτι τέτοιο, όταν υπάρχει τέτοια κατάφωρη παραβίαση δικαιωμάτων. Η ΕΕ προβάλλει την εικόνα μιας ενοποιημένης Ευρώπης, η οποία δύναται να καταπολεμήσει κάθε μορφή βίας, παρ’ όλα αυτά δεν έχει δράσει τόσο άμεσα και αποτελεσματικά. Σίγουρα δεν αποτελεί δικαιολογία το ότι ένα κράτος, όπως το Αφγανιστάν, δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία της, εφόσον είναι εκτός ΕΕ. Το ευρωπαϊκό ιδεώδες αφορά την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παγκοσμίως και την κατάρριψη οποιασδήποτε επιβλαβούς πρακτικής. Στο πρακτικό κομμάτι όμως, η ΕΕ δεν έχει λάβει τις απαραίτητες ενέργειες που θα μπορούσαν ήδη να έχουν πραγματοποιηθεί και να αποτραπεί αυτή η υποτιθέμενη «νομοθεσία» των Ταλιμπαν. Μεμονωμένες είναι οι φωνές που ακούγονται, όπως οι προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Jean Richard de la Tour, στις προαναφερόμενες υποθέσεις (Curia Europa EU, 2023). Πέραν αυτού, η ΕΕ φαίνεται να μην έχει κατανοήσει πλήρως το μέγεθος ενός τέτοιου κινδύνου, που καθημερινά φαίνεται να αυξάνεται.
Εν κατακλείδι, ο θάνατος καθώς και τα βασανιστήρια που έχουν υποστεί τόσες γυναίκες πρέπει να λάβουν ένα τέλος. Είναι θλιβερό σε μια εποχή τέτοιας πολιτισμικής εξέλιξης όσο και κοινωνικής, το γυναικείο φύλο να μην μπορεί να εκφραστεί όπως θα έπρεπε. Βέβαια υπάρχει μία αχτίδα ελπίδας, καθώς η ΕΕ υπόσχεται να αυξήσει την ανθρωπιστική βοήθεια και την διπλωματική παρουσία στο μέλλον, σε μια προσπάθεια βελτίωσης των τομέων υγείας και εκπαίδευσης του Αφγανιστάν. Παρ΄όλα αυτά η ερώτηση του αν κάτι τέτοιο είναι δυνατό να αποτρέψει μια καταφωρη παραβίαση δικαιωματων σαν αυτή , συνεχίζει να υπάρχει.
Βιβλιογραφία
Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, Κωνσταντίνος Μαγκλιβέρας (2017). Το Δίκαιο της Διεθνούς Κοινωνίας. Νομική Βιβλιοθήκη.
Φωτεινή Παζαρτζή (2007). Η διεθνής ποινική δικαιοσύνη ως μηχανισμός επιβολής του διεθνούς δικαίου. Εκδόσεις Σάκκουλα.
Παρασκευή Νάσκου Περράκη (2022).Δικαιώματα του Ανθρώπου,3η έκδοση. Εκδόσεις Σάκκουλα.
Στέλιος Περράκης (2008). ΚΟΣΟΒΟ. Ανατρέποντας τη διεθνή δικαιοταξία : Αυτοδιάθεση και απόσχιση εθνοτήτων στον 21ο αιώνα. Εκδόσεις Ι. Σιδέρης
Στέλιος Περράκης (2000). Σύγχρονες Εξελίξεις του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου : Από τα ad hoc διεθνή ποινικά δικαστήρια για την πρώην Γιουγκοσλαβία και την Ρουάντα στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, Συλλογή Κειμένων, Προς μια Διεθνή Ανθρωπιστική Τάξη τα Διεθνή Ποινικά Δικαστήρια. Εκδόσεις Σάκκουλα.
Γάγγας Σ. Διονύσης (2009). Εισαγωγή στο Διεθνές Δίκαιο των Ενόπλων Συγκρούσεων. Εκδόσεις Ι. Σιδέρης
Φανή Δασκαλοπούλου Λιβαδά (2013). Από την Νυρεμβέργη στη Χάγη. Νομική Βιβλιοθήκη.
Anu Saksena (2007). CEDAW: Mandate for Substantive Equality. Indian Journal of Gender Studies. Διαθέσιμο σε: https://journals.sagepub.com/doi/10.1177/097152150701400306
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (2002). Νόμος υπ’ αριθμόν 3003, Κύρωση του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Διαθέσιμο σε: https://www.ministryofjustice.gr/wp-content/ uploads/2019/08/119_Nomos_3003_2002.pdf
Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ (2011). Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2011. Διαθέσιμο σε: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32011L0095
Curia Europa EU (2023). Υποθέσεις C-608/22 και C-609/22. Διαθέσιμο σε: https://curia.europa.eu/juris/documents.jsf?num=C-608/22,
Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2018). Ισότητα των Φύλων. Διαθέσιμο σε: https://commission.europa.eu/strategy-and-policy/policies/justice-and-fundamental-rights/gender-equality_el
Ελληνική Δημοκρατία Υπουργείο Εξωτερικών (2023). Ανθρώπινα Δικαιώματα-Παγκόσμια Ζητήματα. Διαθέσιμο σε: https://www.mfa.gr/exoteriki-politiki/pagkosmia-zitimata/anthropina-dikaiomata.html
Η Καθημερινή (2024). Οι Ταλιμπάν απαγορεύουν στις γυναίκες να μιλούν σε δημόσιους χώρους. Διαθέσιμο σε: https://www.kathimerini.gr/world/563188909/afganistan-oi-talimpan-apagoreyoyn-stis-gynaikes-na-miloyn-se-dimosioys-choroys/
Πηγή εικόνας :
https://www.ot.gr/2022/12/21/epikairothta/kosmos/afganistan-ektos-panepistimiou-oi-gynaikes-maxontai-oi-aktivistries/