Loading...
Latest news
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Οικονομία

Η Επίδραση της Νομισματικής Πολιτικής στις Κοινωνικές Ανισότητες: Προκλήσεις και Προοπτικές

Γράφει ο Αλέξανδρος Δημητρίου

Η νομισματική πολιτική αποτελεί θεμέλιο της οικονομικής σταθερότητας, με την επιρροή της να εκτείνεται πέρα από τον έλεγχο του πληθωρισμού και τη διαχείριση της ανάπτυξης. Παράλληλα, επηρεάζει τη διανομή εισοδήματος και τη συσσώρευση πλούτου, συμβάλλοντας επομένως και στη διαμόρφωση των οικονομικών ανισοτήτων. Παρόλο που οι κεντρικές τράπεζες εστιάζουν στη σταθεροποίηση των τιμών, οι νομισματικές αποφάσεις τους έχουν συχνά συνέπειες στις διαφορές εισοδήματος και πλούτου.

Η επίδραση της νομισματικής πολιτικής στην ανισότητα είναι πολύπλευρη, ενεργώντας τόσο στις αγορές εργασίας όσο και στα περιουσιακά στοιχεία. Οι περιοριστικές πολιτικές, όπως τα υψηλότερα επιτόκια που στοχεύουν στον έλεγχο του πληθωρισμού, συχνά εντείνουν την εισοδηματική ανισότητα. Οι Rolim et al. (2024) δείχνουν ότι αυτές οι πολιτικές αποδυναμώνουν τη διαπραγματευτική ισχύ των χαμηλόμισθων εργαζομένων, με αποτέλεσμα βραδύτερη αύξηση μισθών σε σύγκριση με τις ομάδες υψηλού εισοδήματος. Αυτή η τάση ευθυγραμμίζεται με τα ευρήματα των Coibion et al. (2017), οι οποίοι καταδεικνύουν ότι στις Η.Π.Α., τα περιοριστικά νομισματικά σοκ αυξάνουν την ανισότητα. Αυτό συμβαίνει επειδή οι εργαζόμενοι χαμηλού εισοδήματος είναι πιο πιθανό να απασχολούνται σε κλάδους που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στους οικονομικούς κύκλους, όπως η βιομηχανία, ο κατασκευαστικός κλάδος και το λιανικό εμπόριο. Ο «δίαυλος ετερογένειας αποδοχών», που παρατηρείται από τους Lenza και Slacalek (2018), προσφέρει μια εξήγηση για αυτήν την ευπάθεια, υποδεικνύοντας ότι οι μισθοί των χαμηλόμισθων εργαζομένων είναι πιο εκτεθειμένοι στις συνέπειες των οικονομικών υφέσεων.

Αντίθετα, οι επεκτατικές πολιτικές, όπως η ποσοτική χαλάρωση (Quantitative Easing – QE), μπορούν να μειώσουν την εισοδηματική ανισότητα μέσω της ενίσχυσης της ζήτησης για εργασία και της δημιουργίας ευκαιριών απασχόλησης, ιδιαίτερα σε περιοχές με ευέλικτες αγορές εργασίας. Οι Creel και El Herradi (2022) παρατηρούν ότι η QE έχει μέτρια αλλά θετική επίδραση στην εισοδηματική ανισότητα στην Ευρωζώνη, ιδιαίτερα στις περιφερειακές χώρες με υψηλά ποσοστά ανεργίας. Παρόλο αυτά, αυτή η επίδραση εξαρτάται από τις δομικές συνθήκες της αγοράς εργασίας. Συγκεκριμένα, σε άκαμπτες αγορές εργασίας με χαρακτηριστικά, όπως οι ανελαστικοί μισθοί, το αυστηρό κανονιστικό πλαίσιο και η περιορισμένη εργασιακή κινητικότητα εμποδίζουν την μείωση επιτοκίων ή την ποσοτική χαλάρωση να περιορίσει αποτελεσματικά την ανισότητα, καθώς τα οφέλη συχνά δεν φτάνουν στους χαμηλόμισθους εργαζομένους.

Ωστόσο, η ανισότητα πλούτου συχνά επιδεινώνεται υπό επεκτατικές πολιτικές. Η QE αυξάνει τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, ωφελώντας δυσανάλογα τα πλουσιότερα νοικοκυριά που κατέχουν μετοχές, ομόλογα και ακίνητα. Οι Lenza και Slacalek (2024) δείχνουν ότι, ενώ η QE μειώνει την εισοδηματική ανισότητα μέσω της ενίσχυσης της απασχόλησης, την ίδια στιγμή έχει ελάχιστη επίδραση στην ανισότητα πλούτου, επειδή τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος συνήθως δεν διαθέτουν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία. Παράλληλα, οι Melcangi και Sterk (2024) υπογραμμίζουν ότι η αυξανόμενη συμμετοχή στις χρηματιστηριακές αγορές έχει στρέψει τα οφέλη της νομισματικής πολιτικής προς τις ομάδες υψηλότερου εισοδήματος, καθώς συσσωρεύουν κέρδη από την άνοδο της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και τα μερίσματα. Το φαινόμενο αυτό επιτείνεται από την δημιουργία φαύλων κύκλων, μιας και τα πλουσιότερα νοικοκυριά συσσωρεύουν περισσότερα περιουσιακά στοιχεία, οι οικονομικές τους θέσεις ενισχύονται περαιτέρω σε επόμενους γύρους νομισματικής χαλάρωσης. Εν τω μεταξύ, όσοι δεν κατέχουν ακίνητη περιουσία έρχονται αντιμέτωποι με το αυξανόμενο κόστος στέγασης, που προκαλείται από την πληθωριστική αύξηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων.

Η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών προσθέτει ένα ακόμη επίπεδο πολυπλοκότητας. Σύμφωνα με τους Qanas και Sawyer (2024), η στόχευση του πληθωρισμού δίνει προτεραιότητα στη σταθερότητα των τιμών, συχνά εις βάρος της αντιμετώπισης της ανισότητας. Τα υψηλά επιτόκια επιβαρύνουν δυσανάλογα τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού και περιορίζοντας τις ευκαιρίες απασχόλησης, ενώ τα πλουσιότερα νοικοκυριά επωφελούνται από μειωμένη έκθεση στον πληθωρισμό, έχοντας μεγαλύτερη πρόσβαση σε χρηματοοικονομικά εργαλεία. Επιπλέον, η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών περιορίζει περιορίζει τη δυνατότητα συντονισμού μεταξύ δημοσιονομικής-νομισματικής πολιτικής. Μια τέτοια συνεργασία θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την ανισότητα μέσω συμπληρωματικών μέτρων, όπως η προοδευτική φορολογία ή οι στοχευμένες κοινωνικές δαπάνες.

Η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών και η στόχευση του πληθωρισμού επηρεάζουν την ανισότητα όχι μόνο εντός των χωρών αλλά και σε διεθνές επίπεδο, δημιουργώντας έντονες διαφορές στις οικονομικές συνθήκες μεταξύ προηγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών. Πιο συγκεκριμένα, οι Afonso και Gil (2024) υπογραμμίζουν ότι οι προηγμένες οικονομίες με χαμηλούς στόχους πληθωρισμού προσελκύουν σταθερά επενδύσεις και εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, ενισχύοντας την ανάπτυξή τους. Αντίθετα, οι αναπτυσσόμενες χώρες, με υψηλότερα επίπεδα πληθωρισμού, βρίσκονται αντιμέτωπες με χαμηλότερη αύξηση μισθών και μείωση της αγοραστικής δύναμης. Αυτός ο άνισος καταμερισμός οδηγεί στη μετατόπιση της εργασίας χαμηλής ειδίκευσης προς τις αναπτυσσόμενες περιοχές, διαιωνίζοντας τις μισθολογικές ανισότητες και εδραιώνοντας έναν φαύλο κύκλο ανισότητας μεταξύ των εθνών. Ως αποτέλεσμα, η πολιτική των κεντρικών τραπεζών δεν διαμορφώνει μόνο την εγχώρια οικονομική ισορροπία, αλλά επηρεάζει και τις διεθνείς ανισότητες, εντείνοντας τις υφιστάμενες ανισορροπίες.

Παρά τις προκλήσεις που συνδέονται με την ανεξαρτησία και τις διαφοροποιήσεις στις πολιτικές των κεντρικών τραπεζών, υπάρχουν περιθώρια για βελτίωση και πιο ισόρροπες οικονομικές πρακτικές. Η ενσωμάτωση δεικτών ανισότητας στις εντολές (mandates) των κεντρικών τραπεζών θα μπορούσε να διασφαλίσει ότι οι νομισματικές αποφάσεις λαμβάνουν υπόψη τις ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, οι κεντρικές τράπεζες θα μπορούσαν να υιοθετήσουν πλαίσια που εξισορροπούν τον έλεγχο του πληθωρισμού με στόχους απασχόλησης, όπως φαίνεται στην διπλή εντολή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των Η.Π.Α, που εξισορροπεί τον έλεγχο του πληθωρισμού με στόχους απασχόλησης. Παράλληλα, αναδιανεμητικά δημοσιονομικά μέτρα, όπως στοχευμένες επιδοτήσεις, προοδευτική φορολογία ή δημόσιες επενδύσεις, μπορούν να ενισχύσουν την μείωση της ανισότητας. Επιπλέον, ο παγκόσμιος συντονισμός στην στόχευση του πληθωρισμού και τη διεθνή αναπτυξιακή χρηματοδότηση θα μπορούσε επίσης να μετριάσει τις διασυνοριακές ανισότητες και να προωθήσει την ισότιμη οικονομική μεγέθυνση.

Καθώς η νομισματική πολιτική διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο για τις οικονομίες, οι επιπτώσεις της στην ανισότητα πρέπει να εξεταστούν με μεγαλύτερη προσοχή. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής βρίσκονται αντιμέτωποι με κρίσιμα ερωτήματα. Mπορούν οι κεντρικές τράπεζες να εξισορροπήσουν τη σταθερότητα των τιμών με την κοινωνική δικαιοσύνη; Πρέπει οι δημοσιονομικές και νομισματικές αρχές να συνεργάζονται στενότερα για την αντιμετώπιση συστημικών ανισοτήτων; Και τι ρόλο μπορεί να διαδραματίσει η παγκόσμια συνεργασία στη μείωση της διασυνοριακής ανισότητας; Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων καλεί οικονομολόγους και ηγέτες ανά την υφήλιο να επαναπροσδιορίσουν τον ρόλο της νομισματικής πολιτικής, όχι μόνο ως εργαλείο σταθερότητας, αλλά και ως μηχανισμό για την οικοδόμηση δικαιότερων και πιο συμμετοχικών οικονομιών.

 

ΠΗΓΕΣ

Afonso, O., & Gil, P. M. (2024). Territorial comparative advantage, wage inequality, and monetary policy in the global world. Journal of International Money and Finance.143. Διαθέσιμο σε; https://doi.org/10.1016/j.jimonfin.2024.103075

Coibion, O., Gorodnichenko, Y., Kueng, L., & Silvia, J. (2017). Innocent bystanders? Monetary policy and inequality. Journal of Monetary Economics. 70–89. Διαθέσιμο σε: https://doi.org/10.1016/j.jmoneco.2017.05.005

Creel, J., & El Herradi, M. (2022). Income inequality and monetary policy in the Euro Area. International Journal of Finance and Economics. 332–355. Διαθέσιμο σε: https://doi.org/10.1002/ijfe.2688

Lenza, M., & Slacalek, J. (2024). How does monetary policy affect income and wealth inequality? Evidence from quantitative easing in the Euro Area. Journal of Applied Econometrics. 746–765. Διαθέσιμο σε: https://doi.org/10.1002/jae.3053

McKay, A., & Wolf, C. K. (2023). Monetary Policy and Inequality. Journal of Economic Perspectives. 121–144. Διαθέσιμο σε: https://doi.org/10.1257/jep.37.1.121

Melcangi, D., & Sterk, V. (2024). Stock market participation, inequality, and monetary policy. Review of Economic Studies. 1–35. Διαθέσιμο σε: https://doi.org/10.1093/restud/rdae068

Qanas, J., & Sawyer, M. (2024). Independence of Central Banks and the Political Economy of Monetary Policy. Review of Political Economy. 565–580. Διαθέσιμο σε: https://doi.org/10.1080/09538259.2023.2189006

Rolim, L., Carvalho, L., & Lang, D. (2024). Monetary policy rules and the inequality-augmented Phillips curve. Economic Modelling. 139. Διαθέσιμο σε: https://doi.org/10.1016/j.econmod.2024.106780

Samarina, A., & Nguyen, A. D. M. (2023). Does monetary policy affect income inequality in the Euro Area? Journal of Money, Credit and Banking. Διαθέσιμο σε:  https://doi.org/10.1111/jmcb.13017

 

ΠΗΓΗ ΕΙΚΟΝΑΣ

https://www.kathimerini.com.cy/gr/apopseis/arthrografia/i-kathimerini/i-nomismatiki-politiki-paramenei-perioristiki