Loading...
Πρόσφατες αναλύσεις
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Η δημόσια διπλωματία της Τουρκίας: Η περίπτωση της Σομαλίας

Γράφει η  Ευαγγελία Ζαφειροπούλου

Η δημόσια διπλωματία και η ήπια ισχύς συνιστούν θεμελιώδεις έννοιες στη σύγχρονη διεθνή πολιτική σκηνή. Η δημόσια διπλωματία αναδεικνύεται ως ένας βασικός μηχανισμός προώθησης των εθνικών συμφερόντων, καλλιέργειας διεθνών συνεργασιών και ενίσχυσης της πολιτιστικής και πολιτικής θελκτικότητας. Στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία έχει αναδειχθεί ως ένας σημαντικός δρών στην αφρικανική ήπειρο, με τη Σομαλία να αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα δημόσιας διπλωματίας διεθνώς.

Παρά το γεγονός ότι η έννοια της δημόσιας διπλωματίας είναι σχετικά καινούργια, οι πρακτικές επικοινωνίας των κρατών με τους πολίτες μιας άλλης χώρας, αποτελεί ιστορικά, συχνό φαινόμενο. O όρος «δημόσια διπλωματία» χρησιμοποιήθηκε το 1965 από τον Edmund Gullion, πρώην Αμερικανό διπλωμάτη και ακαδημαϊκό, ο οποίος υποστήριξε ότι «η δημόσια διπλωματία…ασχολείται με την επιρροή της κοινής γνώμης, στο σχηματισμό και στην εκτέλεση των πολιτικών μιας χώρας στο εξωτερικό…»,  δίνοντας μία νέα σημασία στη φράση (Cull, 2009). Μια άλλη προσέγγιση του Paul Sharp θεωρεί ότι πρόκειται για μια διαδικασία με την οποία επιδιώκονται οι άμεσες σχέσεις με τους πολίτες μιας χώρας, για την προώθηση των συμφερόντων και την επέκταση των αξιών των εκπροσώπων (Sharp, 2005). Εκτός των θεωρητικών προσεγγίσεων, αξιοσημείωτο είναι ότι η δημόσια διπλωματία, αποτελεί πλατφόρμα για την εφαρμογή της ήπιας ισχύος, βασίζεται στην αλληλεπίδραση και στην αμοιβαία επικοινωνία και συνιστά μία πολυδιάστατη διαδικασία. Αυτή η διαδικασία, περιλαμβάνει, τόσο την αναγνώριση και την κατανόηση των συμφερόντων του κοινού στο οποίο απευθύνεται, όσο την επεξήγηση και πληροφόρηση με βάση αντικειμενικά γεγονότα και την αλήθεια.

Δεν μπορεί να παραληφθεί ο ορισμός της έννοιας της ήπιας ισχύος όπως διαμορφώθηκε από τον Joseph Nye το 1990. Σύμφωνα με τον ίδιο, ως ήπια ισχύς ορίζεται «η ικανότητα ενός κράτους να επηρεάζει τις αποφάσεις των άλλων, χωρίς να χρησιμοποιεί πιέσεις ή εξαναγκασμό» (Nye, 1990). Τα κράτη αποσκοπώντας στην αύξηση της θελκτικότητας τους και στην άσκηση επιρροής προς τα υπόλοιπα κράτη, χρησιμοποιούν τις πολιτιστικές, ιδεολογικές και θεσμικές πηγές ισχύος τους (Li, 2019). Εν αντιθέσει της σκληρής ισχύος, η οποία περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, την στρατιωτική ισχύ, η ήπια ισχύς χρησιμοποιεί την εξαγωγή των πολιτιστικών στοιχείων του κράτους, με απώτερο σκοπό την βελτίωση της διεθνούς του φήμης και την ενίσχυση των διεθνών συνεργασιών (CFR, 2023). Παραδείγματα πηγών ήπιας ισχύος συνιστούν το υψηλής ποιότητας εκπαιδευτικό σύστημα, οι τέχνες, οι επιστήμες, η τεχνολογική εξέλιξη, ο τουρισμός, η αρχιτεκτονική, οι ευκαιρίες καινοτομίας, οι οικονομικές συνεργασίες, ο εθελοντισμός κ.α. (Kalin, 2011).

H δημόσια διπλωματία της Τουρκίας συνδέεται άμεσα με την φιλοδοξία της Άγκυρας, να εδραιώσει την θέση της στη παγκόσμια σκηνή. Βασισμένη στη πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, το ιστορικό βάθος και την κομβική γεωγραφική θέση που την χαρακτηρίζουν, στοχεύει στην αύξηση της επιρροής και στην ανάδειξη της σε περιφερειακή αλλά και παγκόσμια δύναμη. Τα πρώτα στοιχεία πρακτικών δημόσιας διπλωματίας της Τουρκίας καταγράφονται κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και μετέπειτα, με τις προσπάθειες του Κεμάλ Ατατούρκ, που απέβλεπαν στη δημιουργία και ανάδειξη μιας νέας εθνικής ταυτότητας (Melissen, 2005). Παρόλα αυτά, οι πρώτες αξιοσήμαντες και οργανωμένες δραστηριότητες τουρκικής δημόσιας διπλωματίας παρουσιάζονται στην αρχή της δεκαετίας του 2000, όταν ανέλαβε την εξουσία το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ). Ριζικές αλλαγές πραγματοποιήθηκαν ως προς την άσκηση εξωτερικής πολιτικής, αλλά και όσον αφορά τη διακυβέρνηση στο εσωτερικό. Ειδικότερα, η θέσπιση φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων σε διάφορους τομείς και η έναρξη των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αύξησαν τη δημοκρατικότητα της χώρας και την εξωστρέφεια της μέσω καναλιών επικοινωνίας με την Δύση και την Μέση Ανατολή.

Η αδιαμφισβήτητη κυριαρχία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις εκλογές του 2011 και έκτοτε, σηματοδοτεί τη στροφή του καθεστώτος προς τον αυταρχισμό. Ακολούθησε η υπονόμευση του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Συνεπώς, οι αλλαγές επηρέασαν τόσο την εξωτερική πολιτική όσο και την δημόσια διπλωματία. Υιοθετήθηκε αντι-δυτική ρητορική και επεκτάθηκε η δραστηριοποίηση σε μουσουλμανικές και λιγότερο αναπτυγμένες χώρες. Ταυτόχρονα, μεγάλα ποσά διατέθηκαν για στρατιωτικό εξοπλισμό(Adar et al., 2021) αλλά και για την ανάπτυξη πρακτικών δημόσιας διπλωματίας και ανθρωπιστικής βοήθειας. Απόδειξη αυτών των πρώτων αλλά δυναμικών βημάτων αποτελεί η ίδρυση το 2010 του Γραφείου Δημόσιας Διπλωματίας (KDK) με στόχο τον συντονισμό των δραστηριοτήτων των διάφορων ινστιτούτων και ιδρυμάτων δημόσιας και πολιτιστικής διπλωματίας (Sandrin & Toscano, 2020).

Το 2011, έλαβε χώρα η πρώτη επίσκεψη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη Σομαλία, με αφορμή τον καταστροφικό λιμό του ίδιου έτους. Πρόκειται για την πρώτη επίσκεψη μη αφρικανού αρχηγού κράτους, στη Σομαλία τα τελευταία 20 χρόνια (BBC, 2011). Κατά τη διάρκεια της διαμονής του, ο Ερντογάν επισκέφθηκε καταυλισμούς προσφύγων και νοσοκομεία, δεσμεύτηκε για την παροχή βοήθειας, ενώ ταυτόχρονα ενημερώθηκε και ευαισθητοποιήθηκε η παγκόσμια κοινότητα, για την κρίση. Σύμφωνα με τις τουρκικές αρχές, η χώρα έχει διαθέσει 1 δισεκατομμύριο ευρώ για ανθρωπιστική και αναπτυξιακή βοήθεια στη Σομαλία, ενδυναμώνοντας την εικόνα της ως σύμμαχος των αναπτυσσόμενων χωρών. Από τότε, διαμορφώθηκε μια πολυδιάστατη συνεργασία με τις δύο χώρες να μοιράζονται πλέον στρατιωτικούς, οικονομικούς και διπλωματικούς δεσμούς (Kbaez, 2024).

H δραστηριοποίηση της Τουρκίας στη Σομαλία μπορεί να θεωρηθεί ένα από τα σημαντικότερα παραδείγματα ανθρωπιστικής διπλωματίας διεθνώς. To 2011, μετά το ξέσπασμα του λιμού, η Τουρκία ανέλαβε άμεσα δράση για την αντιμετώπιση της κρίσης στέλνονταν σε πρώτη φάση χιλιάδες τόνους τροφίμων, φαρμακευτικό υλικό και μεγάλο αριθμό ειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού και εθελοντών(Altunisik, 2022). Προς αυτήν την κατεύθυνση, κινητοποιήθηκαν διάφοροι κρατικοί θεσμοί, κυβερνητικές οντότητες και μη κυβερνητικές οργανώσεις, με σημαντικότερους το ΤΙΚΑ(Τουρκική Υπηρεσία Συνεργασίας και Συντονισμού) και τη Τουρκική Ερυθρά Ημισέληνο (Turkish Red Crescent), που χρηματοδότησαν την κατασκευή καταφυγίων στη πρωτεύουσα της Σομαλίας, Μογκαντίσου. Το 2016 πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια της τουρκικής πρεσβείας στη πρωτεύουσα, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη πρεσβεία της Τουρκίας στον κόσμο, συμβολίζοντας την έντονη διπλωματική παρουσία στην αφρικανική χώρα και τη μακροχρόνια δέσμευση της(Embassy of Federal Republic of Somalia, 2021). Παράλληλα, η Τουρκία διαμεσολάβησε για την προώθηση του διαλόγου και την αποκατάσταση της ειρήνης ανάμεσα στην διεθνώς αναγνωρισμένη ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Σομαλίας και στη Σομαλιλάνδη, μια αυτόνομη περιοχή στο βόρειο τμήμα της Σομαλίας, η οποία έχει ανακηρύξει την ανεξαρτησία της από το 1991(Şeysane & Tanriverdi, 2022). Μέσω των παραπάνω ειρηνευτικών διαδικασιών η Τουρκία στοχεύει στη διευκόλυνση της επέκτασης της επιρροής της στα Στενά του Μπαμπ Ελ Μαντέμπ που αποτελούν μία από τις σημαντικότερες εμπορικές θαλάσσιες διαδρομές του κόσμου, συνδέοντας την Ερυθρά Θάλασσα με τον Ινδικό Ωκεανό (Aidi, 2020).

Επιπρόσθετα, κεφάλαια χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή βασικών υποδομών στην εκπαίδευση και στην υγεία, με στόχο την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Τα έργα αυτά αντανακλούν την πρόθεση της Τουρκίας να έχει μακροπρόθεσμο αντίκτυπο και παρουσία στη Σομαλία και να ενισχύσει τους δεσμούς φιλίας μεταξύ των δύο χωρών. Ειδικότερα, υποστηρίχθηκε η επισκευή δρόμων, η ανακαίνιση του αεροδρομίου της πρωτεύουσας και ο εκσυγχρονισμός του λιμανιού του Μογκαντίσου (Rebuilding of Mogadishu Airport,, 2014), με στόχο την τόνωση της κινητικότητας και του τουρκικού εμπορίου στη περιοχή. Με τουρκική χρηματοδότηση κατασκευάστηκε το Εκπαιδευτικό και Ερευνητικό Νοσοκομείο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ένα από τα πιο σύγχρονα νοσοκομεία στην Ανατολική Αφρική, προσφέροντας νέες θέσεις εργασίας και ιατρικές υπηρεσίες (Şenyurt & Taşkın, 2024). Ταυτόχρονα, όσον αφορά την εκπαίδευση η Τουρκία προσφέρει μεγάλο αριθμό υποτροφιών σε Σομαλούς φοιτητές ενώ ακόμη έχει υποστηρίξει την κατασκευή και λειτουργία σχολείων, πανεπιστημίων, κέντρων επαγγελματικής κατάρτισης και γλωσσικής εκμάθησης των τουρκικών (Dhaysane,2022), με όλα τα παραπάνω να συμβάλλουν στην καλλιέργεια φιλοτουρκικών συναισθημάτων για τις νέες γενιές. Τέλος, ο τουρκικός ιδιωτικός τομέας φανέρωσε εξ αρχής το ενδιαφέρον του για την σχετικά ανεκμετάλλευτη και δυνητικά κερδοφόρα αγορά της Σομαλίας (Dahir, A., & Cismaan, S.,n.d.). Ας σημειωθεί ότι η στρατηγική τοποθεσία της Σομαλίας προσφέρει πρόσβαση σε θαλάσσιους πόρους και δυνατότητες εξερεύνησης ενεργειακών αποθεμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, στις αρχές του 2024 υπογράφηκε συμφωνία ανάμεσα στην Άγκυρα και το Μογκαντίσου, με την οποία παραχωρείται άδεια εξερεύνησης κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου, στη τουρκική κρατική εταιρεία έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων(TPAO) για τρεις υπεράκτιες περιοχές της Σομαλίας(Kbaez, 2024).

Αξιοσημείωτη είναι η στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, η οποία ξεκίνησε το 2015 και συνιστά παράδειγμα άσκησης σκληρής ισχύος (hard power) . H στρατιωτική βοήθεια της Τουρκίας στη Σομαλία και η συνεισφορά της στον τομέα της ασφάλειας αποτελεί κομβικό στοιχείο. Ειδικότερα, η Άγκυρα φαίνεται να υποστηρίζει τις προσπάθειες καταπολέμησης της τρομοκρατίας και ανασυγκρότησης του σομαλικού στρατού, μετά από δεκαετίες συγκρούσεων, συμβάλλοντας στη περιφερειακή σταθερότητα, αναλαμβάνοντας ενεργό ρόλο στις εξελίξεις στο Κέρας της Αφρικής και ενισχύοντας τη στρατηγική της θέση στον παγκόσμιο χάρτη. Το 2017, δημιουργήθηκε η πρώτη τουρκική βάση στην Αφρική, η TURKSOM, όπου εκπαιδεύονται χιλιάδες στρατιώτες(Mohamed, 2024) ιδιαίτερα για την αντιμετώπιση της Αλ-Σαμπαάμπ, η οποία ευθύνεται για πολύνεκρες τρομοκρατικές επιθέσεις στη Σομαλία και όχι μόνο. Επιπρόσθετα, η Τουρκία εξοπλίζει τους Σομαλούς στρατιώτες με όπλα, πυρομαχικά και οχήματα (Helou, 2024) προσθέτοντας στη θετική απήχηση της Τουρκίας στη σομαλική κοινωνία ως ειρηνοποιός και «σωτήρας» της Σομαλίας. Αυτό θεωρείται κομβικό σημείο για την προβολή της τουρκικής επιρροής και δράσης, ανοίγοντας τον δρόμο για συνεργασίες με γειτονικές χώρες, όπως η Αιθιοπία και η Κένυα. Ακόμη, οι δύο χώρες έχουν αναπτύξει στενούς οικονομικούς και εμπορικούς δεσμούς τα τελευταία χρόνια. Ειδικότερα, οι τουρκικές εξαγωγές στη Σομαλία έχουν αυξηθεί περισσότερο από δέκα φορές από το 2011. Οι Turkish Airlines ήταν η πρώτη διεθνής αεροπορική εταιρία που καθιέρωσε τακτικές πτήσεις προς το Μογκαντίσου, με αρκετές τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες να συμμετέχουν ήδη σε αρκετά μεγάλα έργα στη χώρα. Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι η αξία του διμερούς εμπορίου άγγιξε το 2019 τα 250,8 εκατομμύρια, ενώ υπάρχει πρόβλεψη αυξητικής τάσης για τα επόμενα χρόνια (Dahir, A., & Cismaan, S. n.d.).

Η δημόσια διπλωματία έχει εξελιχθεί ως ένας από τους βασικούς άξονες της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Συμπερασματικά, η Άγκυρα έχει αξιοποιήσει αυτή τη πρακτική ως μέσο για την προώθηση και επέκταση των γεωπολιτικών και οικονομικών της συμφερόντων. Η πολυδιάστατη παρουσία της στη Σομαλία, συνδυάζει την αναπτυξιακή βοήθεια με τη στρατιωτική και οικονομική συνεργασία, προβάλλοντας τη θετική εικόνα της Τουρκίας ως συμμάχου των αναπτυσσόμενων χωρών. Ωστόσο, παρουσιάζονται και προκλήσεις. Η επιδείνωση των σχέσεων με τη Δύση, η οικονομική κατάσταση της χώρας, η πολιτική αστάθεια και οι περιφερειακές συγκρούσεις σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στον καθορισμό της αποτελεσματικότητας της τουρκικής στρατηγικής μελλοντικά. Παράλληλα, η αυξανόμενη δραστηριοποίηση άλλων δυνάμεων στην Αφρική, όπως η Κίνα (Nantulya, 2025) και οι χώρες του Κόλπου (Dent & Ferragamo, 2024), ενδέχεται να υπονομεύσουν τις προσπάθειες της Τουρκίας, καθιστώντας δυσκολότερη τη διατήρηση της επιρροής της. Συνεπώς, η εξέλιξη της τουρκικής δημόσιας διπλωματίας θα εξαρτηθεί από έναν συνδυασμό εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων γενικότερα, και ειδικότερα στη Σομαλία, όπου το διακύβευμα για την Άγκυρα θα περιστρέφεται γύρω από την ικανότητά της να ισορροπήσει μεταξύ ήπιας και σκληρής ισχύος.

 

 

Πηγές

 

  • Πηγή εικόνας: https://www.dailysabah.com/business/economy/turkiye-detains-17-people-over-stock-market-manipulation-allegations