Loading...
Πρόσφατες αναλύσεις
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Η διπλωματική ρήξη Βελγίου-Ρουάντα

Γράφει η Εβίτα Κοντορίζου

Με το διεθνοπολιτικό σκηνικό να μεταβάλλεται διαρκώς, η πρόσφατη διακοπή των διπλωματικών δεσμών μεταξύ Ρουάντα και Βελγίου φαίνεται να σηματοδοτεί μία νέα εποχή για τις σχέσεις των δύο χωρών. Το έναυσμα για τη λήψη της συγκεκριμένης απόφασης, από μεριάς της Ρουάντα, φαίνεται να έδωσε η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής Ε.Ε), περί επιβολής κυρώσεων εναντίον δέκα ατόμων, μεταξύ των οποίων και Ρουαντέζων, οι οποίοι φαίνεται να συμμετείχαν στις βιαιότητες που έλαβαν χώρα ανατολικά της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (εφεξής ΛΔΚ). Με τις απόψεις Βελγίου και Ρουάντα να διίστανται ως προς την εν εξελίξει διαμάχη στη ΛΔΚ και ως προς την απόφαση της διπλωματικής παύσης μεταξύ τους, οφείλει να εξεταστεί τόσο η υφή των σχέσεων Βελγίου-Ρουάντα όσο και το ενδεχόμενο μιας άλυτης ιστορικής διένεξης, χρονολογούμενη από το 1994.

Η επικείμενη επιβολή κυρώσεων, από μεριάς της Ε.Ε, έδειξε να αποτελεί τη κύρια αιτία της απέλασης των Βέλγων διπλωματών από την Ρουάντα με νευραλγικό ρόλο στην απόφαση της τελευταίας τη τεταμένη ατμόσφαιρα, που εξακολουθεί να επικρατεί στη ΛΔΚ, κυρίως στα σύνορα των δύο χωρών. Συγκεκριμένα, πρόκειται για μια εν ενεργεία και διαρκώς αυξανόμενη σύγκρουση, η οποία παρουσίασε τους τελευταίους μήνες ραγδαία κλιμάκωση όταν η ένοπλη ομάδα, Μ23, που επιδιώκει να θέσει υπό τον έλεγχό της την ανατολική ΛΔΚ, κατέλαβε την πόλη Γκόμα, περιοχή με σημαντικό ορυκτό πλούτο. Την εδραίωση του ελέγχου ακολούθησε η προέλαση της συγκεκριμένης ομάδας στην ευρύτερη επαρχία του Νότιου Κίβου, ενώ τον Φεβρουάριο σημειώθηκε και η κατάληψη της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης του ανατολικού Κονγκό, του Μπουκάβου (Jones,G.M., 2025).

Οι εισβολές αυτές γίνονταν σε περιοχές με ορυχεία και ευνοϊκές συνθήκες εξόρυξης χρυσού, κολτάνου, τανταλίου, κασσίτερου και άλλων εξίσου σημαντικών υλικών. Αξιωματούχοι από τη ΛΔΚ και από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (εφεξής ΟΗΕ) αντέδρασαν στις συγκεκριμένες εισορμήσεις, λόγω της υποψίας υποκίνησης των ανταρτών της Μ23 από τη Ρουάντα, με σκοπό την κατάληψη ορυχείων και την επακόλουθη λαθραία μεταφορά ορυκτών από την ανατολική ΛΔΚ στη χώρα (Jones,G.M., 2025). Πράγματι, το πόρισμα εκθέσεως του ΟΗΕ, που διεκπεραιώθηκε τον Ιούνιο του 2024, παρουσιάζει ένα καθεστώς «παράλληλης» διοίκησης, το οποίο επιτρέπει στην Μ23 να ελέγχει τόσο τις εξορυκτικές δραστηριότητες όσο και το εμπόριο της ΛΔΚ, εξάγοντας με αυτόν τον τρόπο τουλάχιστον 150 τόνους κολτάνου στη Ρουάντα και αποκομίζοντας έσοδα ύψους 300.000 περίπου ευρώ (UN Security Council, 2024).

Το παραπάνω συμπέρασμα φαίνεται να διαθέτει τη τριμερή συγκατάθεση του υπουργού Οικονομικών της ΛΔΚ, του Γκιγιάμ ντε Μπριέ από τη Διεθνή Υπηρεσία Πληροφοριών για την Ειρήνη, καθώς και του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών, με τον πρώτο να αποκαλύπτει πως λόγω παράνομης διακίνησης ορυκτών στη Ρουάντα, η χώρα του σημείωνε, το 2024, οικονομικές απώλειες ύψους 1.000.000.000 δολαρίων σε χρυσό, κασσίτερο, ταντάλιο και βολφράμιο. Τα άλλα δύο μέρη τεκμηρίωσαν την απόφασή τους στο γεγονός ότι, οι εξαγωγές της Ρουάντα σε ορυκτά δε συμβαδίζει με την γεωλογική της σύνθεση και τις εξορυκτικές δυνατότητες (Jones,G.M. 2025), κατηγορώντας τελικά τη χώρα για διαφθορά.

Στις 19 Φεβρουαρίου 2024 υπεγράφη μία συμφωνία μεταξύ Ε.Ε και Ρουάντα με σκοπό την εξασφάλιση της βιώσιμης προμήθειας πρώτων υλών για την Ένωση. Ωστόσο, τα στοιχεία περί διαφθοράς της Ρουάντα και της ενίσχυσης της αντάρτικης ομάδας Μ23, που ασκεί βιαιότητες σε βάρος του λαού της ΛΔΚ οδήγησαν στην αναθεώρηση της συμφωνίας από την Ε.Ε (European Commission, 2024).

Στις 17 Μαρτίου του 2025, η Ευρωπαϊκή Ένωση προειδοποίησε για τις επερχόμενες κυρώσεις τους ηγέτες της Μ23, προκαλώντας την αντίδραση των ανταρτών και της Ρουάντα. Η αντάρτικη ομάδα αποχώρησε αιφνίδια από τη ΛΔΚ, ενώ η Δημοκρατία της Ρουάντα εξέφρασε την αντίθεσή της απέναντι στην επικείμενη επιβολή κυρώσεων, μέσω της απέλασης των Βέλγων διπλωματών και τη ταυτόχρονη αναστολή κάθε διπλωματικών δεσμών με το Βασίλειο του Βελγίου. Η κυβέρνηση της χώρας στήριξε την απόφασή της στις μεροληπτικές τάσεις, που φέρεται να υιοθετεί η βελγική πλευρά στο ζήτημα των εν εξελίξει διαμαχών στο έδαφος της ΛΔΚ και στις νεοαποικιακού χαρακτήρα τάσεις, που εμφανίζουν οι Βέλγοι, επαναπροβάλοντας, έτσι, το μερίδιο ευθύνης, που φέρουν για τη γενοκτονία της Ρουάντα το 1994 (Rohart, 2025).

Με την ενέργεια αυτή της διπλωματικής παύσης, η βελγική κυβέρνηση τιτλοδότησε τους Ρουαντέζους διπλωμάτες, που ενεργούσαν στο βελγικό έδαφος “persona non-grata”, δηλαδή ανεπιθύμητο πρόσωπο. Σε δεύτερη φάση, οι αναγγελλόμενες, προς το Βέλγιο, κατηγορίες περί νεοαποικιακών θέλγητρων, διαψεύστηκαν από τον υπουργό Εξωτερικών του Βελγίου, Μαξίμ Πρεβό, ο οποίος έσπευσε να διαβεβαιώσει πως όλες οι κινήσεις και αποφάσεις της χώρας του στο επίμαχο θέμα της ένοπλης σύρραξης στη ΛΔΚ είχαν καθαρά ανθρωπιστικό και ειρηνευτικό χαρακτήρα, χωρίς καμία πρόθεση υπονόμευσης των ρουαντανών συμφερόντων ούτε και αναβίωσης των γεγονότων του 1994, για του οποίου τις τεράστιες απώλειες, έχουν απολογηθεί δημόσια (Rohart, 2025).

Παρά, όμως, τη μεταμέλεια των Βέλγων για την εμπλοκή τους στη Ρουάντα, εξακολουθεί να ενυπάρχει η υποψία θεμελίωσης αυτής της αναστολής διπλωματικών σχέσεων σε κάποια ιστορική έριδα, εξαιτίας της βελγικής αυτής ανάμειξης. Η διαμάχη των δύο χωρών έχει άμεση σχέση με τη Γενοκτονία της Ρουάντα (Χουλιάρας, 1997, σελ.60). Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η  Κοινωνία των Εθνών ανέθεσε τον έλεγχο της Ρουάντα στους Βέλγους, εκ μέρους της ως trusteeship territory. Το συγκεκριμένο καθεστώς επέτρεψε την περαιτέρω ενίσχυση των ήδη προνομιούχων Τούτσι, και ως εκ τούτου τη μετατροπή των καστών σε αλληλοσυγκρουόμενες πλέον εθνότητες. Έχοντας υπόψη μια κοινωνία, όπου οι Χούτου παρουσιάζονταν ως ακατάλληλοι για οποιαδήποτε θέση ισχύος, οι Βέλγοι αποικιοκράτες οικοδόμησαν τη ρουαντανή κοινωνία στα πλαίσια κοινωνικών διακρίσεων και διαιρέσεων. Εισήγαγαν ένα σύστημα ταυτοτήτων, ενδεικτικών της φυλής των Ρουαντέζων κατόχων τους, η οποία καθοριζόταν με βάση της καταγωγή του πατέρα τους. Στη συνέχεια, απέκλεισαν τους Χούτου από το σύστημα εκπαίδευσης, εμποτίζοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, την Ρουάντα με νεοφεουδαλικές αρχές, που ακολουθούσαν το μοτίβο των ισχυρών Τούτσι και των κατώτερων Χούτου. Η κοινωνική αυτή αδικία, που πραγματοποιήθηκε εις βάρος των Χούτου είχε ως αποτέλεσμα μία εξαιρετικά βίαιη εξέγερση κατά των προνομιούχων Τούτσι (Χουλιάρας, 1997, σελ.60-62). Παρ’ όλα αυτά, το βελγικό μερίδιο ευθύνης δεν εμφανίζεται μόνο στη σταδιακή δόμηση της γενοκτονίας, αλλά και στην εκδήλωση αισθημάτων ηθικού χρέους μόνο απέναντι στους Βέλγους υπηκόους, που διέμεναν στη Ρουάντα και όχι απέναντι στο λαό της χώρας. Με άλλα λόγια, εκκενώνοντας οι Βέλγοι την εμπόλεμη Ρουάντα μερίμνησαν μόνο για τη διαφυγή των συμπατριωτών τους, και όχι για τον εφοδιασμό της United Nations Assistance Mission for Rwanda (εφεξής UNAMIR), την αποστολή δηλαδή, βοήθειας των Ηνωμένων Εθνών για τη Ρουάντα. (Barnett, 2002, σελ. 173).

Η ευθύνη, όμως, ούσα ποικιλόμορφη έχει πολλές ιδιότητες και πτυχές, με αποτέλεσμα να μη μπορεί πάντα, να αποδοθεί κατηγορηματικά σε ένα πρόσωπο ή κράτος. Υπάρχουν αναμφίβολα οι φυσικοί και κύριοι υπαίτιοι, εκείνοι, δηλαδή, που οραματίστηκαν, σχεδίασαν και φέραν σε πέρας το σχέδιο μαζικού αφανισμού, χωρίς, όμως, αυτό να αποκλείει τη συνδρομή των μεγάλων δρώντων, ως ευκαταφρόνητη (Barnett, 2002, σελ. 166-167). Οι Ρουαντέζοι, παρότι, δεν κατηγορούν άμεσα και εξ’ ολοκλήρου τη βελγική πλευρά για τη γενοκτονία, θεωρούν τους τότε Βέλγους αποικιοκράτες, βασικούς υποκινητές της. Έτσι, αν και οι πρόσφατες κινήσεις και αποφάσεις της ρουαντανής κυβέρνησης δεν φαίνεται να απορρεέουν αποκλειστικά από κάποια ιστορική εκκρεμότητα, το βάρος της μνήμης που στοιχειώνει τον λαό της Ρουάντα, δεν μπορεί να θεωρηθεί καθόλου αμελητέο, αλλά, αντιθέτως, αναζωογονητικό του αισθήματος απειλής απέναντι σε μια πιθανή αναβίωση παρόμοιων τραυματικών γεγονότων (Barnett, 2002, σελ. 166-167).

Η παύση των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Ρουάντα και Βελγίου μπορεί να συγκλόνισε την Ευρώπη και τη γενικότερη διεθνή σκηνή, όμως, έφερε ξανά στο προσκήνιο την ιστορία της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό και της Ρουάντα, που εξακολουθεί να διαγράφει μοιραία πορεία. Έτσι, σήμερα φαίνεται να αναβιώνει ο φόβος για την ύπαρξη μίας γενοκτονίας, όπως συνέβη κάποτε στη Ρουάντα, απλώς αυτή τη φορά στο έδαφος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Σκοπός, ωστόσο είναι να μην επαναληφθούν τα ίδια λάθη με το παρελθόν, να αποφευχθούν παρόμοια γεγονότα όπως αυτά του 1994 και οι χώρες, που εμπλέκονται στη συγκεκριμένη κατάσταση να επιδιώξουν την αποκατάσταση των διπλωματικών τους σχέσεων.

 

Βιβλιογραφία/Πηγές

Barnett, M. (2002). Eyewitness to a genocide. Cornell University Press.

Χουλιάρας, Α. (1997). Η κατάρρευση του κράτους στην Αφρική. Στοχαστής.

European Commission.(19 Φεβρουάριος 2024). EU and Rwanda sign a Memorandum of Understanding on Sustainable Raw Materials Value Chains. Διαθέσιμο σε: https://ec.europa.eu/commission/presscorner/api/files/document/print/en/ip_24_822/IP_24_822_EN.pdf

UN Security Council. (27 Δεκέμβριος 2024).  Midterm report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo. Διαθέσιμο σε: https://documents.un.org/doc/undoc/gen/n24/373/37/pdf/n2437337.pdf

Jones,G.M.(3 Φεβρουάριος 2025). ΛΔ Κονγκό: Γιατί η ΕΕ δέχεται πιέσεις να επανεξετάσει τη συνεργασία της με τη Ρουάντα. Euronews. Διαθέσιμο σε:  https://gr.euronews.com/2025/02/03/ld-kongko-giati-h-ee-dexetai-pieseis-na-epane3etasei-th-synergasia-ths-me-th-royanta

Rohart, F. (17 Μάρτιος 2025). Le Rwanda rompt ses relations diplomatiques avec la Belgique. L’Echo. Διαθέσιμο σε:https://www.lecho.be/economie-politique/international/afrique/le-rwanda-rompt-ses-relations-diplomatiques-avec-la-belgique/10598231.html

Φρίκελ, Μ. (5 Απρίλιος 2024). Ρουάντα: Από την αποικιοκρατία στη γενοκτονία. DW. Διαθέσιμο σε:https://www.dw.com/el/%CF%81%CE%BF%CF%85%CE%AC%CE%BD%CF%84%CE%B1-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%BA%CE%B9%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%AF%CE%B1-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CE%B3%CE%B5%CE%BD%CE%BF%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%BD%CE%AF%CE%B1/a-68721434

Πηγή εικόνας: RTBF. (14 Μάρτιος 2025). «Si notre relation n’est pas au beau fixe, c’est dû au seul fait de la Belgique»: le torchon brûle entre la Belgique et le Rwanda, sur fond de guerre en RDC. Διαθέσιμο σε: https://www.rtbf.be/article/si-notre-relation-n-est-pas-au-beau-fixe-c-est-du-au-seul-fait-de-la-belgique-le-torchon-brule-entre-la-belgique-et-le-rwanda-sur-fond-de-guerre-en-rdc-11517325