Loading...
Latest news
Project European & International Law IIΔιεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Η απαγόρευση των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης και η σχετική νομολογία του ΕΔΔΑ

Γράφει η Λυδία Νίκα

Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (εφεξής ΕΣΔΑ) η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950, αποτελεί το πρώτο μέσο με το οποίο αποκρυσταλλώθηκαν και συγχρόνως απέκτησαν δεσμευτικό χαρακτήρα τα δικαιώματα που κατοχυρώθηκαν στην Οικουμενική Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Council of Europe, 2020, σελ. 4). Ορισμένα δικαιώματα δε, όπως αυτό της απαγόρευσης υποβολής του ατόμου σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση, έχουν απόλυτο χαρακτήρα χωρίς να επιδέχονται ουδεμία εξαίρεση. Στην παρούσα ανάλυση, επιδιώκεται να επεξηγηθεί το περιεχόμενο του άρθρου 3 ΕΣΔΑ και να αναλυθούν οι έννοιες των βασανιστηρίων, της απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης που μπορούν να λάβουν πολυάριθμες και διαφορετικής φύσεως μορφές. Ακόμη, επιδιώκεται η κατανόηση των σχετικών ζητημάτων μέσω της παρουσίασης της συναφούς νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (εφεξής ΕΔΔΑ).

Καταρχάς, στο άρθρο 3 ΕΣΔΑ, ως ήδη προαναφέρθηκε, κατοχυρώνεται η προστασία του προσώπου από τα βασανιστήρια, αλλά και την εξευτελιστική μεταχείριση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας «όπως αυτή νοείται, ως απαγόρευση της εργαλειοποίησης του προσώπου και της έκπτωσής του σε αναλώσιμο πράγμα/αντικείμενο» (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 127, ΕΣΔΑ, Άρθρο 3). Πρόκειται για κανόνα αναγκαστικού δικαίου, ήτοι ius cojens, που ταυτοχρόνως συνιστά τόσο έγκλημα πολέμου όσο και έγκλημα κατά της ανθρωπότητας κατά το αρ. 75 παρ. 2 του Συμπληρωματικού Πρωτοκόλλου του 1977 των Συμβάσεων της Γενεύης της 12ης Αυγούστου 1949 και το αρ. 7 παρ. 1 στοιχείο στ’ του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 127). Σε επίπεδο ελληνικής έννομης τάξης, συναφές είναι το αρ. 7 παρ. 2 του Συντάγματος ενώ αντίστοιχη είναι και η διάταξη του αρ. 4 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής ΧΘΔΕΕ).

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι το άρθρο 3 ΕΣΔΑ έχει απόλυτη εφαρμογή και συνεπώς «δεν υπόκειται σε περιορισμούς, ούτε σε σταθμίσεις με άλλα αγαθά ή σε αναστολή της ισχύος του, ακόμη και αν πρόκειται για εξαιρετικές καταστάσεις, όπως η τρομοκρατία ή η αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος, η κατάσταση ενός δημόσιου κινδύνου ή ακόμη και η κατάσταση ανάγκης» (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 128). Όπως έχει τονίσει και η Επιτροπή Πρόληψης των Βασανιστηρίων (εφεξής ΕΠΒ) σε σχετική έκθεσή της, η απαγόρευση του αρ. 3 ΕΣΔΑ περικλείει και την υποχρέωση μη αποστολής ενός ατόμου σε χώρα όπου υφίστανται βάσιμοι λόγοι ότι θα υποβληθεί σε βασανιστήρια ή κακομεταχείριση (Συμβούλιο της Ευρώπης. Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (ΕΠΒ), 1997, σελ. 4).

Χαρακτηριστικό παράδειγμα εν προκειμένω αποτελεί η απόφαση επί της υποθέσεως Saadi κατά Ιταλίας στην οποία το ΕΔΔΑ δεν προέβη σε οιασδήποτε μορφής στάθμιση της επικινδυνότητας ενός υπό απέλαση καταζητουμένου ως τρομοκράτη και του κινδύνου να υποστεί αυτός απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση από το κράτος που αιτούνταν την έκδοσή του (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 128). Ακόμη, σε σχέση με το ζήτημα της απέλασης αλλοδαπών είναι απαραίτητο να τονιστεί ότι η ΕΠΒ έχει λάβει πολυάριθμες αναφορές από διαφορετικές χώρες σχετικά με τα χρησιμοποιούμενα μέσα εξαναγκασμού εις βάρος των συγκεκριμένων ατόμων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ο ξυλοδαρμός, η δέσμευση και η ταυτόχρονη φίμωση, αλλά και η χορήγηση ηρεμιστικών ενάντια στη θέλησή τους (Συμβούλιο της Ευρώπης. Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (ΕΠΒ), 1997, σελ. 4). Είναι προφανώς αντιληπτό ότι η επιβολή της απόφασης περί απέλασης ενός αλλοδαπού ο οποίος έχει αποφασίσει να παραμείνει στην επικράτεια ενός κράτους, καθίσταται δύσκολη και συχνά είναι αναγκαία η χρήση βίας εκ μέρους των οργάνων επιβολής του νόμου, η οποία πάντως δεν θα πρέπει να είναι δυσανάλογη, υπερβαίνοντας το απολύτως αναγκαίο μέτρο (Συμβούλιο της Ευρώπης. Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (ΕΠΒ), 1997, σελ. 5).

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εν προκειμένω παρουσιάζει και η απόφαση επί της υποθέσεως Paposhvili κατά Βελγίου. Πιο αναλυτικά, ο προσφεύγων έπασχε από χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία, ασθένεια η οποία αποτελούσε σοβαρή απειλή για τη ζωή του (ECHR, 2016, Case of Paposhvili v. Belgium, παρ. 194). Βάσει σχετικών ιατρικών γνωματεύσεων από νοσοκομείο που ειδικευόταν στη θεραπεία της λευχαιμίας τις οποίες προσκόμισε ο προσφεύγων, διαπιστώθηκε ότι η κατάστασή του είχε σταθεροποιηθεί κατά τη διαμονή του στο Βέλγιο ως συνέπεια της θεραπείας που λάμβανε εκεί (ECHR, 2016, Case of Paposhvili v. Belgium, παρ. 195). Επρόκειτο δε, για μία θεραπεία χάρη στην οποία θα ήταν εφικτή η λήψη μοσχεύματος και τελικώς η διασφάλιση κατά πάσα πιθανότητα της ίασης του ασθενούς. Όμως, σε περίπτωση διακοπής της θεραπείας, με βάση τον μέσο όρο ο συγκεκριμένος άνθρωπος θα είχε λιγότερο από 6 μήνες ζωής (ECHR, 2016, Case of Paposhvili v. Belgium, παρ. 195). Ο προσφεύγων επρόκειτο να επαναπροωθηθεί στο κράτος καταγωγής του, ήτοι την Γεωργία και εξετάζοντας τα προαναφερόμενα ιατρικά στοιχεία, ο αρμόδιος ιατρός της Διεύθυνσης Αλλοδαπών με την από 23 Ιουνίου 2015 Έκθεσή του, τόνισε ότι δεν διαπιστωνόταν άμεση απειλή για τη ζωή του αιτούντος ενώ η κατάσταση της υγείας του δεν θεωρούνταν κρίσιμη (ECHR, 2016, Case of Paposhvili v. Belgium, παρ. 196). Αντιθέτως, ο τελευταίος υποστήριξε ότι στην Γεωργία δεν θα υπήρχε δυνατότητα λήψης τόσο της θεραπείας όσο και του μοσχεύματος ενώ δεν υφίστατο καμία εγγύηση περί πρόσβασης στα προαναφερόμενα, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση του ασφαλιστικού συστήματος στη χώρα αυτή (ECHR, 2016, Case of Paposhvili v. Belgium, παρ. 197).

Να σημειωθεί ότι ο προσφεύγων υπέβαλλε 2 αιτήσεις περί νομιμοποίησης του καθεστώτος διαμονής του στο Βέλγιο για ιατρικούς λόγους βάσει του σχετικού νόμου την 10η Σεπετεμβρίου 2007 και την 2α Απριλίου 2008 που απορρίφθηκαν την 26η Σεπτεμβρίου 2007 και την 4η Ιουνίου 2008, αντιστοίχως  ενώ ανάλογη τύχη είχαν και οι αιτήσεις περί αναστολής εκτέλεσης των προαναφερόμενων αποφάσεων (ECHR, 2016, Case of Paposhvili v. Belgium, παρ. 198-199). Ο προσφεύγων δεν δικαιώθηκε ούτε από το Συμβούλιο της Επικρατείας και τελικώς άσκησε προσφυγή ενώπιον του ΕΔΔΑ, θεωρώντας ότι συνιστά απάνθρωπη μεταχείριση η απομάκρυνση και επιστροφή αλλοδαπού στην χώρα καταγωγής του, εάν ο τελευταίος πάσχει από σοβαρή ασθένεια η οποία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από τις αρμόδιες ιατρικές αρχές στο εν λόγω κράτος. Το ΕΔΔΑ από την πλευρά του δε, θεώρησε ότι πράγματι θα γινόταν λόγος περί παραβίασης του αρ. 3 ΕΣΔΑ σε περίπτωση επιστροφής του προσφεύγοντος στη Γεωργία, άνευ προηγούμενης αξιολόγησης εκ μέρους των αρμοδίων αρχών του Βελγίου του κινδύνου που θα αντιμετώπιζε στη Γεωργία όσον αφορά τη λήψη της κατάλληλης θεραπείας και εν γένει την κατάσταση της υγείας του (ECHR, 2016, Case of Paposhvili v. Belgium, παρ. 199, 235).

Επίσης, στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να αναφερθεί ότι λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι στην υπόθεση Tyrer κατά Ηνωμένου Βασιλείου, εφαρμόστηκε από το ΕΔΔΑ η θεωρία του «ζωντανού κειμένου» (living instrument doctrine) στο πλαίσιο της ΕΣΔΑ, τονίστηκε ότι πράξεις υπαγόμενες στο παρελθόν στην κατηγορία της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, δύνανται στο μέλλον να θεωρηθούν ως βασανιστήρια (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 129).

Εν συνεχεία, όσον αφορά την ιδιότητα του θύματος που υφίσταται μία κακομεταχείριση σωματικής ή ψυχικής φύσεως, θα πρέπει να επισημανθεί ότι αυτή αποδίδεται συχνά λαμβάνοντας υπόψη κριτήρια όπως η ηλικία, το φύλο, η κατάσταση της υγείας και εν γένει η ευαλωτότητά του την επίμαχη χρονική στιγμή, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των ανηλίκων, των φυλακισμένων ή των θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης και ενδοοικογενειακής βίας (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 130, 133). Όμως, όπως καταδείχθηκε και ανωτέρω, κατοχυρώνεται η αντικειμενική προστασία του συγκεκριμένου προσώπου, ανεξαρτήτως της δικής του συμπεριφοράς και τυχόν παράνομης δραστηριότητάς του, εφόσον η ανθρώπινη αξιοπρέπεια αποτελεί το πλέον «αξεπέραστο θεμέλιο της προστασίας του ατόμου» (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 130-131). Όμως, το αρ. 3 ΕΣΔΑ αφορά και τα «έμμεσα» θύματα που έχουν υποστεί κακομεταχείριση, όπως για παράδειγμα τους συγγενείς των θυμάτων, εφόσον ασφαλώς συνδέονται με στενούς οικογενειακούς δεσμούς με το άμεσο θύμα. Πρόκειται δε για μία διάταξη η οποία δεν ισχύει μόνο κάθετα, ήτοι έναντι κρατών, αλλά και οριζοντίως, έναντι ιδιωτών (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 131). Χαρακτηριστικό παράδειγμα κακομεταχείρισης προσώπων που καταγγέλθηκε από ιδιώτη, αποτελεί η απόφαση επί της υποθέσεως Volodina κατά Ρωσίας, για την οποία θα γίνει λόγος κατωτέρω στο παρόν πόνημα, και βάσει της οποίας καταδικάστηκε η αδιαφορία των ρωσικών αρχών, παρά την ύπαρξη σχετικής θετικής υποχρέωσής τους αναφορικά με την αντιμετώπιση ζητημάτων ενδοοικογενειακής βίας. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση αυτή, οι αρμόδιες αρχές αδιαφόρησαν για την προστασία του θύματος και του υιού της από σοβαρή τόσο σωματική όσο και ψυχολογική βία του πρώην συντρόφου της  (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 132, ECHR, 2019, Volodina v. Russia, Information Note).

Ακολούθως, θα πρέπει να γίνει ένας διαχωρισμός και να επεξηγηθούν επαρκώς οι έννοιες των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης οι οποίες παρουσιάζουν κάποιες διαφορές ιδιαίτερης σημασίας. Πιο αναλυτικά, «η έννοια του βασανιστηρίου προϋποθέτει μία ακραία και εξαιρετικά επώδυνη μορφή κακομεταχείρισης» ενώ δεν υφίσταται σχετικός ορισμός σε κανένα κείμενο του Συμβουλίου της Ευρώπης (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 133-134). Διακρίνεται δε, από την απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση, εξαιτίας του άμεσου συσχετισμού του βάσει της σχετικής νομολογίας του ΕΔΔΑ, «με την απόσπαση πληροφοριών ή της ομολογίας του θύματος» (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 1341). Πρόκειται για μία απόλυτη απαγόρευση από την οποία δεν δικαιολογείται καμία παρέκκλιση, ακόμη και σε περιπτώσεις τρομοκρατίας ή οργανωμένου εγκλήματος (Σαρμάς Ιωάννης, 2022, σελ. 311). Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δοθεί και στον χώρο στον οποίο λαμβάνουν χώρα ενέργειες οι οποίες δύναται να συνιστούν βασανιστήρια και που στη συντριπτική πλειοψηφία των αποφάσεων του ΕΔΔΑ είναι οι χώροι αστυνομικής κράτησης και οι φυλακές (Σαρμάς Ιωάννης, 2022, σελ. 316).

Όπως ήδη προαναφέρθηκε, τα άτομα που θεωρούνται ύποπτα για την τέλεση αδικημάτων ή συλλαμβάνονται ως μέλη μίας εγκληματικής ομάδας, οδηγούνται σε αστυνομικά τμήματα όπου συχνά υφίστανται βασανιστήρια, προκειμένου είτε να ομολογήσουν την ενοχή τους είτε να παράσχουν τις απαραίτητες πληροφορίες (Σαρμάς Ιωάννης, 2022, σελ. 316). Εντούτοις, καίτοι μπορεί να καταγραφούν τέτοιου είδους περιστατικά, συνήθως οι κρατούμενοι υφίστανται βασανιστήρια ή τιμωρούνται εξαιτίας κάποιας πράξης απειθαρχίας που τους καταλογίσθηκε ή προς εκφοβισμό, προκειμένου να αποφευχθεί η διατάραξη των εύθραυστων ισορροπιών και της τάξης στο συγκεκριμένο χώρο (Σαρμάς Ιωάννης, 2022, σελ. 316). Εάν μάλιστα πρόκειται για βίαιους κρατουμένους, ουκ ολίγες φορές το προσωπικό της φυλακής απαιτείται να χρησιμοποιήσει βία προκειμένου να καταφέρει να τους ελέγξει, καταφεύγοντας ακόμα και σε μέσα φυσικής συγκράτησης σε ακραίες περιπτώσεις (Συμβούλιο της Ευρώπης. Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (ΕΠΒ), 1992, σελ. 3). Ακόμη, θα πρέπει να αναφερθεί ότι συχνά χρησιμοποιούνται και έτεροι χώροι για την τέλεση βασανιστηρίων, εφόσον, όπως καταδεικνύεται και μέσω συναφών αποφάσεων του ΕΔΔΑ με χαρακτηριστικό παράδειγμα εκείνη επί της υποθέσεως Stoykov κατά Βουλγαρίας, προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση σκανδάλου στο αστυνομικό τμήμα εξαιτίας των κραυγών του βασανιζομένου, ο τελευταίος οδηγείται στην ύπαιθρο είτε σε απομονωμένο χώρο είτε κρατείται εντός αυτοκινήτου, όπου υποβάλλεται σε βασανιστήρια (Σαρμάς Ιωάννης, 2022, σελ. 316, ECHR, 2015, Stoykov v. Bulgaria, Press Release, σελ. 1). Επίσης, όταν απαιτείται επέμβαση της αστυνομίας σε δημόσιο κτίριο ή σε υπαίθριο χώρο με στόχο την εκκένωσή τους, τότε είναι πιθανό οι βίαιες ενέργειες της αστυνομίας επί των απομακρυνομένων να χαρακτηριστούν ως βασανιστήρια (Σαρμάς Ιωάννης, 2022, σελ. 316). Συναφής είναι η περίπτωση της αποφάσεως επί της υποθέσεως Cestaro κατά Ιταλίας η οποία αφορούσε την εξαιρετικά βίαιη συμπεριφορά των αστυνομικών αρχών εναντίον του προσφεύγοντος ως μέλους οργάνωσης κατά της παγκοσμιοποίησης που χαρακτηρίστηκε ως βασανιστήριο. Ειδικότερα, κατά την εκκένωση κατειλημμένου κτιρίου στη Γένοβα, κατά τη G7, οι αστυνομικές αρχές χτύπησαν τον αιτούντα με ρόπαλο, προκαλώντας του πολλαπλά κατάγματα σε διάφορα σημεία του σώματός του, όπως στα πόδια, τη λεκάνη και τον θώρακα, με αποτέλεσμα αυτός να πρέπει να υποβληθεί σε 2 χειρουργικές επεμβάσεις, χωρίς τελικώς να συνέλθει πλήρως (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 135, ECHR, 2015, Press Release). Πάντως, είναι αναγκαίο να τονιστεί ότι τα τελευταία χρόνια η συχνότητα με την οποία κάποιες συμπεριφορές και πρακτικές χαρακτηρίζονται ως «βασανιστήρια» εκ μέρους του ΕΔΔΑ, φαίνεται να έχει ελαττωθεί, εφόσον εξαιρουμένων των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, στην πλειοψηφία των κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, δεν είναι ανεκτές τέτοιες ακραίες πράξεις βίας (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 135).

Τέλος, σε σχέση με την απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, είναι αναγκαίο να τονιστεί ότι η ερμηνεία του συγκεκριμένου όρου είναι ευρύτερη από εκείνη του βασανιστηρίου που αναλύθηκε ανωτέρω. Ουσιαστικά πρόκειται για μία κατάσταση η οποία «τοποθετείται στη γκρίζα ζώνη ανάμεσα στο βασανιστήριο (όπου η ένταση της πράξης είναι προδήλως ακραία) και στη μεταχείριση (ποινή ή τιμωρία) που εμπεριέχει αναπόφευκτα την οδύνη ή τον πόνο, αλλά δεν φθάνει να υπερβεί το μέτρο αυτό και παραμένει σε νόμιμο πλαίσιο» (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 137). Ασφαλώς, πάντοτε λαμβάνονται υπόψη τα πραγματικά δεδομένα της κάθε υπόθεσης, ήτοι η διάρκεια της μεταχείρισης, «οι φυσικές και νοητικές επιπτώσεις» και ενίοτε το φύλο, η ηλικία και η κατάσταση της υγείας του θύματος, όπως επίσης η έλλειψη σεβασμού προς αυτό (ήτοι το θύμα) και τυχόν συναισθήματα φόβου, άγχους και κατωτερότητας που προκαλούνται στο συγκεκριμένο πρόσωπο και δύνανται να οδηγήσουν στην ταπείνωση και τον εξευτελισμό του (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 137). Αξίζει να αναφερθεί ότι τυχόν απειλή ενός βασανιστηρίου το οποίο όμως δεν πραγματοποιείται, στο πλαίσιο για παράδειγμα μίας ανάκρισης, συνιστά μία μέθοδο που χαρακτηρίζεται ως απάνθρωπη. Ενδεικτικά, περιπτώσεις κακομεταχείρισης αποτελούν η μη παροχή ιατρικής περίθαλψης σε κρατούμενο, η κατάσχεση γυαλιών κρατουμένου για 5 μήνες, το στρίψιμο του χεριού, οι κλωτσιές και το σπρώξιμο που υπέστη γυναίκα οδηγός από αστυνομικούς κατά τη διενέργεια αλκοτέστ, η διαμονή σε κελί με προσωπικό χώρο μικρότερο των 3 τετραγωνικών μέτρων, η μη χορήγηση ακουστικών σε κωφό και η παραμονή ΑΜΕΑ επί 10 συνεχόμενες ώρες εντός οχήματος έξω από αστυνομικό τμήμα, αναμένοντας τις αστυνομικές αρχές να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 137-138). Κλείνοντας, η διάκριση μεταξύ απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης, μπορεί να κατανοηθεί λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το θύμα στη μεν πρώτη περίπτωση υποφέρει σε σημαντικό βαθμό σωματικά ή ψυχικά, στη δε δεύτερη, δεν υφίσταται απλώς πόνο ή υποφέρει, αλλά ταπείνωση σε τέτοιο βαθμό που υποβιβάζεται τελικώς η ίδια η αξία του ανθρώπου (Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., 2021, σελ. 138-139).

Συμπερασματικά, βάσει όσων αναλύθηκαν ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι υφίσταται ένας σαφής διαχωρισμός μεταξύ των βασανιστηρίων, της απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης που σχετίζεται με πλήθος κριτηρίων και ιδίως με τον βαθμό βίας που χρησιμοποιείται κάθε φορά έναντι του θύματος. Πρόκειται πάντως για καταστάσεις οι οποίες μπορούν να καταγραφούν σε διαφορετικούς χώρους και να λάβουν πολυάριθμες και διαφορετικής φύσεως μορφές και σε κάθε περίπτωση συνιστούν παραβίαση ενός εκ των θεμελιωδέστερων δικαιωμάτων του ανθρώπου από την προστασία του οποίου ουδέποτε δικαιολογείται οποιαδήποτε παρέκκλιση, ακόμη και αν έχει προηγηθεί η διάπραξη εκ μέρους του θύματος ειδεχθών πράξεων.

Πηγές:

Βιβλιογραφία

Σαρμάς Ι., Κοντιάδης Ξ., Ανθόπουλος Χ., (2021) ΕΣΔΑ. Κατ’ άρθρο ερμηνεία. Αθήνα-Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Σάκκουλα.

Σαρμάς Ιωάννης (2022) Τα Μεγάλα Θέματα της Νομολογίας 3. Η δίκαιη ισορροπία. Αθήνα-Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Σάκκουλα.

Πρωτογενείς πηγές-Νομοθεσία

Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (1950) Άρθρο 3. Διαθέσιμο σε: https://www.echr.coe.int/documents/d/echr/Convention_ELL (τελευταία πρόσβαση 22/10/2022)

Συμβούλιο της Ευρώπης. Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (ΕΠΒ) (1992) Φυλάκιση. Απόσπασμα από την 2η Γενική Έκθεση. Διαθέσιμο σε: file:///C:/Users/user/Desktop/HELP%20Courses/CPTInf-1992-3-part2-gre.docx.pdf  (τελευταία πρόσβαση 22/10/2022)

Συμβούλιο της Ευρώπης. Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (ΕΠΒ) (1997) Ξένοι υπήκοοι που κρατούνται βάσει της νομοθεσίας περί αλλοδαπών. Απόσπασμα από την 7η Γενική Έκθεση. Διαθέσιμο σε: file:///C:/Users/user/Desktop/HELP%20Courses/CPTInf-1997-10-part-gre.docx.pdf  (τελευταία πρόσβαση 21/10/2024)

Council of Europe (2020) Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα: ένα ζωντανό όργανο. Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Διαθέσιμο σε: file:///C:/Users/user/Downloads/CEDH_Instrument_GRC.pdf (τελευταία πρόσβαση 23/10/2024)

Νομολογία

European Court of Human Rights (2015) Police violence: Italian criminal law inadequate and not an effective deterrent. Press Release. 7 Απριλίου. Διαθέσιμο σε: file:///C:/Users/user/Downloads/Judgment%20Cestaro%20v.%20Italia%20-%20police%20violence%20and%20inadequate%20Italian%20criminal%20law.pdf  (τελευταία πρόσβαση 22/10/2024)

European Court of Human Rights (2015) Judgments of 6 October 2015. Stoykov v. Bulgaria. Press Release. 6 Οκτωβρίου. Διαθέσιμο σε: file:///C:/Users/user/Downloads/Judgments%20of%2006.10.15%20(1).pdf 

European Court of Human Rights (2016) Case of Paposhvili v. Belgium. 13 Δεκεμβρίου. Διαθέσιμο σε: file:///C:/Users/user/Downloads/CASE%20OF%20PAPOSHVILI%20v.%20BELGIUM.pdf (τελευταία πρόσβαση 22/10/2022)

European Court of Human Rights (2019) Case of Volodina v. Russia. Information Note on the Court’s case-law 231. 9 Ιουλίου. Διαθέσιμο σε: https://hudoc.echr.coe.int/#{%22itemid%22:[%22002-12549%22]} (τελευταία πρόσβαση 22/10/2022)

Πηγή εικόνας: Anna Kanellopoulou (2023) Case B.Y. –Greece found to be in violation of Article 3 of the ECHR. 26 Ιανουαρίου. Govwatch. Διαθέσιμο σε: https://govwatch.gr/en/finds/ypothesi-b-y-kata-elladas-katadiki-tis-elladas-gia-paraviasi-toy-arthroy-3-tis-esda/  (τελευταία πρόσβαση 23/10/2023)