Loading...
Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Ανθρώπινα δικαιώματα: Οικουμενικότητα ή Πολιτισμικός Συσχετισμός 

Γράφει η Αλεξάνδρα Ραφαέλα Βερνιδάκη

Τα «ανθρώπινα δικαιώματα» είναι ένας σχετικά νέος κλάδος του διεθνούς δικαίου που εμφανίστηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τις θηριωδίες του ναζισμού. Πριν από το σημείο αυτό, η προστασία τους ρυθμιζόταν κατά βάση από την εσωτερική έννομη τάξη των κρατών. Ακριβώς την εποχή εκείνη, και με αφορμή την επεξεργασία της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, παρουσιάστηκε η πρώτη ουσιαστική αντίθεση στην ιδέα της οικουμενικότητας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, από την οποία, εξελικτικά προέκυψε μία διαρκής φιλοσοφική, αλλά και ταυτόχρονα με σοβαρές πρακτικές διαστάσεις αντιπαράθεση, γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα.

Η αντιπαράθεση αυτή, λοιπόν, μεταφράζεται ως μία ιδεολογική σύγκρουση μεταξύ των μεθοδολογικών προσεγγίσεων της Οικουμενικότητας και του Πολιτισμικού Σχετικισμού.

Σύμφωνα με την ιδέα της οικουμενικότητας, κάθε άνθρωπος έχει ορισμένα αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα απλώς και μόνο επειδή είναι άνθρωπος, ανεξάρτητα από το εθνικό υπόβαθρο, τις θρησκευτικές ή πολιτικές απόψεις, το φύλο ή την ηλικία. Τα δικαιώματα αυτά είναι αδιαίρετα, αλληλένδετα και αλληλεξαρτώμενα.

Αντίθετα, ο πολιτισμικός σχετικισμός υποστηρίζει ότι οι ανθρώπινες αξίες, αντί να είναι καθολικές, ποικίλλουν σημαντικά ανάλογα με τα διαφορετικά πολιτισμικά δεδομένα.  Οι υποστηρικτές της προσέγγισης αυτής ισχυρίζονται ότι η ιδέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως έχει εξ’ αρχής διαμορφωθεί σε διεθνές επίπεδο, βασίζεται σε δυτικές φιλελεύθερες πεποιθήσεις και αγνοεί τις αξίες των διαφορετικών πολιτισμών ανά τον κόσμο. Επομένως, δεν θα πρέπει να επιβάλλεται σε μη Δυτικές κοινωνίες που έχουν διαφορετικές ιστορίες, πολιτισμούς και επίπεδα ανάπτυξης. Αντ’ αυτού οι ανθρώπινες αξίες θα πρέπει να ορίζονται από την τοπική κουλτούρα, και όχι την παγκόσμια ιδεολογία. Στην ακραία του μορφή, ο  πολιτισμικός σχετικισμός κατηγορεί την προσέγγιση της οικουμενικότητας για ηθικό ιμπεριαλισμό.

Ωστόσο, παρά τις προφανείς διαφορές μεταξύ των δύο ιδεολογιών, επί του παρόντος σχεδόν όλα τα κράτη έχουν ασπαστεί –τουλάχιστον σε ρητορικό επίπεδο- τα πρότυπα που διατυπώνονται στην Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και σε άλλες σχετικές διεθνείς συμφωνίες. Αυτή η συναίνεση, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, παρουσιάζεται ως μία ισχυρή ένδειξη υπέρ της επικράτησης της οικουμενικότητας. Ακόμα κι αν αυτή η συναίνεση είναι σε μεγάλο βαθμό θεωρητική, αποκαλύπτει μία σειρά ευρέως κοινών ανά τον κόσμο ανθρώπινων αξιών και μια υποκείμενη καθολική ηθική θέση που επιβάλλει την αποδοχή των αξιών αυτών, ακόμη και από μη Δυτικά κράτη.

Σίγουρα, υπάρχει μία φαινομενική διαπολιτισμική συναίνεση ως προς την απόρριψη συγκεκριμένων πρακτικών που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν ακόμη και από τις πιο σκληρές παραδόσεις. Για παράδειγμα, η απαγόρευση των βασανιστηρίων ή η απαίτηση μίας δίκαιης δικονομικής διαδικασίας για την επιβολή και την εκτέλεση νομικών ποινών είναι πρακτικές που φαίνεται να γίνονται αποδεκτές ως δεσμευτικές από σχεδόν όλους τους πολιτισμούς, παρά τις διαφορές στον προσδιορισμό της ουσιαστικής σημασίας αυτών των εννοιών. Ωστόσο, είναι πολύ δύσκολο να προσδιορίσει κανείς επακριβώς ποιες αξίες θεωρούνται ως καθολικά αποδεκτές.

Γενικά, μια ισχυρή δέσμευση για τα ανθρώπινα δικαιώματα διακηρύσσεται σχεδόν παγκοσμίως, ακόμη και όταν η πρακτική θέτει αυτή τη δέσμευση υπό αμφισβήτηση. Σίγουρα είναι εύκολο να απορρίψει κανείς τέτοιου είδους δεσμεύσεις ως απλή ρητορική τάση, όμως μια τόσο διαδεδομένη διεθνής ηθική «μόδα» πρέπει να έχει κάποια ουσιαστική βάση.

Βασικό επιχείρημα των υποστηρικτών της οικουμενικότητας έναντι των «αντιπάλων τους» αποτελεί η χρησιμοποίηση των ιδεών του πολιτισμικού σχετικισμού ωφελιμιστικά. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν πως απώτερος σκοπός τους είναι η εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων, η προσπάθεια δικαιολόγησης της καταπίεσης μειονοτικών ομάδων, καθώς και η υπεράσπιση επιβλαβών πολιτισμικών πρακτικών.

Πράγματι, ποικίλες και δυστυχώς κοινές πρακτικές, όπως αυθαίρετες συλλήψεις ή βασανιστήρια, υφίστανται χωρίς καμία πολιτισμική δικαιολογητική βάση. Οι «στημένες» εκλογές και οι στρατιωτικές δικτατορίες είναι παραδείγματα παραβιάσεων των γενικά αναγνωρισμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι οποίες δεν αποτελούν θετική έκφραση των αυτοχθόνων πολιτισμών. Επομένως, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν εύλογα να υπερασπισθούν βάσει επιχειρημάτων σχετικών με τον πολιτισμική διαφοροποίηση.

Στην πραγματικότητα, τέτοιες κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από μεριάς αντιδημοκρατικών καθεστώτων είναι τόσο αντίθετες με τις παραδόσεις των διαφόρων «ανατολικών» πολιτισμών,  όσο είναι και με τις «δυτικές» αντιλήψεις περί δικαιωμάτων του ανθρώπου.

Υπό ποιες προϋποθέσεις, λοιπόν, μπορεί η προσέγγιση του πολιτισμικού σχετικισμού να καταστεί εφαρμόσιμη και ρεαλιστική; Υπάρχουν τρεις βασικές προϋποθέσεις. Πρώτη και κύρια είναι η δυνατότητα να προασπίσει τη βασική ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η δεύτερη σχετίζεται με τον πραγματικό σκοπό που επιχειρεί να επιτελέσει. Εάν δεχθούμε πως στοχεύει στην προστασία της τοπικής αυτοδιάθεσης και δεν χρησιμοποιείται ως μανδύας εξυπηρέτησης συμφερόντων, τότε μπορεί όντως να παράξει ένα εποικοδομητικό αποτέλεσμα. Τρίτη, αλλά εξίσου σημαντική είναι η εφαρμογή μίας ήπιας, εύλογης και όχι ριζοσπαστικής εκδοχής αυτού.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο ριζοσπαστικός σχετικισμός είναι τόσο απρόσφορος όσο και η ριζοσπαστική οικουμενικότητα. Επομένως, απαιτείται κάποιου είδους ενδιάμεση θέση, η οποία να συμβιβάζει τους ανταγωνιστικούς ισχυρισμούς των δύο προσεγγίσεων. Με άλλα λόγια, θα ήταν χρήσιμη η προσπάθεια ανεύρεσης μίας χρυσής τομής μεταξύ των δύο, που να μην παραβλέπει βασικές πτυχές της οικουμενικότητας, αλλά ταυτόχρονα να δίνει και τη δέουσα σημασία σε πιο αποδεκτές μορφές πολιτισμικού σχετικισμού.

Η απόρριψη, λοιπόν, των ακραιφνών θέσεων των δύο προσεγγίσεων και η προσπάθεια γεφύρωσης τους μέσω της υιοθέτησης μίας πιο μετριοπαθούς προσέγγισης, έχει επιχειρηθεί, τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο, από αρκετούς ακαδημαϊκούς.

Ο διεθνολόγος Jack Donnelly προτείνει την εύρεση ενός κοινού παρονομαστή, δηλαδή μίας αξίας αποδεκτής από όλες τις παραδόσεις. Κατά την άποψη του, η αξία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας είναι το σημείο σύγκλισης, πάνω στο οποίο μπορούμε να χτίσουμε μία νέα βάση για τη διεθνή προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Αντίστοιχα, ο Charles Taylor θεωρεί πως πρέπει να αφήσουμε πίσω μας τα δυτικού τύπου κλασικά πρότυπα και να βρούμε τα σημεία, στα οποία υπάρχει καθολική συναίνεση, όπως η απαγόρευση της δουλείας, της γενοκτονίας και των βασανιστηρίων. Μολονότι, υπάρχει απόκλιση στην ηθική και φιλοσοφική δικαιολογητική βάση που κάθε πολιτισμός αποδίδει στα σημεία αυτά, ο Taylor πιστεύει ότι μπορεί να υπάρξει σύγκλιση σε επίπεδο νομικής κουλτούρας.

Μια άλλη προσέγγιση για τη γεφύρωση της οικουμενικότητας και του σχετικισμού είναι η ιδέα της σχετικής οικουμενικότητας, σύμφωνα με την οποία, η ιδέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υιοθετείται σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά η εφαρμογή των δικαιωμάτων αυτών μπορεί να διαφέρει από πολιτισμό σε πολιτισμό, χωρίς ωστόσο να μεταβάλλεται η ουσία του κάθε δικαιώματος. Είναι γεγονός ότι η μη αναγνώριση της ανάγκης για έστω περιορισμένες πολιτισμικές παραλλαγές αποτελεί εθελοτυφλία.

Σύμφωνα με τη Διακήρυξη της Βιέννης του 1993, που αποτελεί προϊόν της Παγκόσμιας Διάσκεψης του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, «η διεθνής κοινότητα πρέπει να αντιμετωπίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα παγκοσμίως με δίκαιο και ισότιμο τρόπο, στην ίδια βάση και με την ίδια έμφαση. Ενώ, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η σημασία των εθνικών και περιφερειακών ιδιαιτεροτήτων και των διαφόρων ιστορικών, πολιτιστικών και θρησκευτικών καταβολών. Είναι καθήκον των κρατών, ανεξάρτητα από τα πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά τους συστήματα, να προάγουν και να προστατεύουν όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες».

Βιβλιογραφία

Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. 10 Δεκεμβρίου 1948. Διαθέσιμο στο: https://www.un.org/en/udhrbook/pdf/udhr_booklet_en_web.pdf

Παγκόσμια Διάσκεψη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στη Βιέννη 1993 (Vienna Declaration – Διακήρυξη της Βιέννης 1993). Διαθέσιμο στο: https://www.ohchr.org/en/instruments-mechanisms/instruments/vienna-declaration-and-programme-action

Donnelly J. (1984). “Cultural Relativism and Universal Human Rights”, στο Human Rights Quarterly. Τόμος 6, Νο 4, Εκδ. The Johns Hopkins University Press, σελ. 402-406 και 413-414.

Ηρακλείδης Αλ. (2015). Διεθνείς Σχέσεις και Διεθνής Πολιτική, Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, σελ. 189-199.

Taylor C. “A World Consensus on Human Rights” R. Falk, H. Elver & L. Hajjar (Επιμ.), στο Human Rights: Critical Concepts in Political Science. Εκδ. Routledge Λονδίνο 2008, Τόμος 1, σελ. 142.

Donnelly J. (1982) “Human Rights and Human Dignity: An Analytic Critique of Non-Western Conceptions of Human Rights”, στο American Political Science Review. Τόμος 76, Νο 2,  σελ. 306-308

Πηγή εικόνας: www.in.gr