Loading...
Πρόσφατες αναλύσεις
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Το σύστημα κάστας στην Ινδία: Από την παραδοσιακή ιεραρχία στις σύγχρονες κοινωνικές και πολιτικές προκλήσεις

Γράφει η Θεοδώρα Χαρίτου

Το σύστημα κάστας (caste system) στην Ινδία αποτελεί μία από τις πιο ανθεκτικές και αρχαιότερες κοινωνικές δομές στον κόσμο. Παρόλο που έχει αποτελέσει αντικείμενο κριτικής και έχει δεχθεί επανειλημμένες νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, εξακολουθεί να επηρεάζει βαθιά τις κοινωνικές σχέσεις, την οικονομική ανισότητα και την πολιτική ζωή της χώρας. Η παρούσα ανάλυση εξετάζει τις ιστορικές του ρίζες, την εξέλιξή του στη σύγχρονη εποχή και τις προκλήσεις που συνεχίζουν να υφίστανται.

Η κάστα αποτελεί μια μορφή κοινωνικής διαστρωμάτωσης, στην οποία η κοινωνική θέση του ατόμου παραμένει σταθερή εφ’ όρου ζωής. Αυτό σημαίνει ότι στις καστικές κοινωνίες κάθε άτομο παραμένει από τη γέννηση του, υποχρεωτικά στο ίδιο κοινωνικό επίπεδο (Giddens & Sutton, 2017). Το ινδικό σύστημα καστών είναι βαθιά ριζωμένο στις ινδουιστικές θρησκευτικές πεποιθήσεις και διαθέτει ιστορία που υπερβαίνει τα 2.000 χρόνια. Η παραδοσιακή ινδική ιεραρχία διακρίνει τέσσερις βασικές κατηγορίες καστών: τους Βραχμάνους, τους Κσατρίγιας, τους Βαϊσιγιάς και τους Σούντρας. Αρχικά, οι Βραχμάνοι θεωρούνται ότι προέρχονταν από το κεφάλι του κοσμικού ανθρώπου και γι’ αυτό βρίσκονταν στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας. Το κύριο καθήκον τους ήταν η μεταφορά γνώσεων που σχετίζονταν με κανόνες, αξίες, θρησκευτικά κείμενα και άλλες έννοιες που κρίνονταν απαραίτητες για την προαγωγή της ευημερίας και της καλής θέλησης μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Γι’ αυτό τον λόγο, συνήθως ήταν δάσκαλοι και ιερείς. Έπειτα, οι Κσατρίγιας, προερχόμενοι από τα χέρια, κατείχαν θέσεις εξουσίας ως άρχοντες, πολεμιστές, πολιτικές αρχές και γαιοκτήμονες. Η εξουσία τους στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό στη καθοδήγηση και υποστήριξη που λάμβαναν από τους Βραχμάνους, καθώς διοικούσαν τα βασίλειά τους.

Στη συνέχεια, σειρά έχουν οι Βαϊσίγιας, οι οποίοι προέρχονταν από τους μηρούς του κοσμικού ανθρώπου και αναλάμβαναν ρόλους εμπόρων, πραγματευτών, τεχνιτών και χειροτεχνών. Διέθεταν τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες για την αύξηση της παραγωγικότητα και της κερδοφορίας της κοινωνίας. Τέλος, υπήρχαν και οι Σούντρα, οι οποίοι εκτελούσαν κυρίως χειρωνακτικές εργασίες, καθώς και υπηρεσίες προς τις ανώτερες κάστες, όπως ο καθαρισμός και η οικιακή εργασία (Radhika Kapur, 2022). Εκτός των τεσσάρων βασικών καστών, χαμηλότερα από όλους, τοποθετούνται οι λεγόμενοι Νταλίτ ή «ανέγγιχτοι». Θεωρούνταν ακάθαρτοι και περιορίζονταν στα πλέον υποτιμητικά επαγγέλματα της κοινωνίας, όπως η συλλογή ανθρώπινων περιττωμάτων, ενώ συχνά κατέφευγαν στην επαιτεία και την αναζήτηση τροφής στα απορρίμματα. Σύμφωνα με την παράδοση, ακόμη και η ελάχιστη σωματική επαφή με τους Νταλίτ θεωρούνταν τόσο μολυσματική, ώστε απαιτούνταν ολόκληρο τελετουργικό κάθαρσης (Giddens & Sutton, 2017).

Μετά την ανεξαρτησία της Ινδίας το 1947, η νέα συνταγματική τάξη επιχείρησε να σπάσει νομικά τις αλυσίδες του παραδοσιακού καστικού συστήματος. Κεντρικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια διαδραμάτισαν τα άρθρα 15 και 16, τα οποία απαγορεύουν τις διακρίσεις με βάση την κάστα και επιτρέπουν την εφαρμογή ειδικών μέτρων υπέρ ίσων επαγγελματικών ευκαιριών για ιστορικά υποβαθμισμένες ομάδες, όπως οι Καταγεγραμμένες Κάστες (Νταλίτ), οι Καθορισμένες Φυλές (αυτόχθονες της ινδίας) και οι Λοιπές Οπισθοδρομικές Τάξεις. Παρόμοια καινοτομία αποτελεί και το άρθρο 17 της Ινδικής Συνταγματικής Χάρτας, το οποίο εισάγει την απαγόρευση της πρακτικής «untouchability», δηλαδή του χαρακτηρισμού οποιουδήποτε ατόμου ως κοινωνικά κατώτερου λόγω προγενέστερου κοινωνικού ή θρησκευτικού καθεστώτος, και απαγορεύει κάθε διάκριση βασισμένη σε αυτό (Constitution of India, 1950). Επιπλέον, το σύστημα κρατικών ποσοστώσεων (reservations) άνοιξε την πρόσβαση στην εκπαίδευση, στη δημόσια διοίκηση και στην πολιτική εκπροσώπηση για ομάδες που είχαν παραδοσιακά αποκλειστεί (Jaffrelot, 2003). Ωστόσο, η ύπαρξη νόμων από μόνη της δεν εξάλειψε αυτόματα τις κοινωνικές διακρίσεις. Στοιχεία του συστήματος παραμένουν σε πλήρη ισχύ έως και σήμερα, κυρίως βέβαια σε αγροτικές περιοχές.

Η παγκοσμιοποίηση, η βιομηχανοποίηση, η αυξημένη πρόσβαση στην εκπαίδευση και η ανάπτυξη νέων κλάδων, όπως οι τεχνολογίες πληροφορικής, έδωσαν τη δυνατότητα σε άτομα χαμηλών καστών να βρουν εργασία σε τομείς που δεν εξαρτώνται από τις παραδοσιακές ιεραρχίες (Deshpande, 2011). Αυτό δημιούργησε περιπτώσεις κοινωνικής κινητικότητας, αν και σε περιορισμένη κλίμακα. Επιπλέον, τα συστήματα ποσοστώσεων αποτελούν βασικό εργαλείο για τη μείωση των ανισοτήτων καθώς μελέτες δείχνουν ότι οι Νταλίτ (Scheduled Castes) και οι Other Backward Classes έχουν πλέον μεγαλύτερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και σε δημόσιες θέσεις, αν και εξακολουθούν να υφίστανται εμπόδια λόγω διακρίσεων στην αγορά εργασίας (Borooah et al., 2013).

Παρά τη σταδιακή κοινωνική αλλαγή, οι γάμοι μεταξύ διαφορετικών καστών παραμένουν περιορισμένοι, ιδιαίτερα σε αγροτικές περιοχές. Ωστόσο, σε αστικά κέντρα, οι νέες γενιές εμφανίζονται πιο πρόθυμες να αμφισβητήσουν τα παραδοσιακά όρια (Fuller & Narasimhan, 2008). Ακόμη, είναι βέβαιο ότι η κάστα εξακολουθεί να επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την πολιτική. Τα πολιτικά κόμματα συχνά συγκρούονται ή ενισχύονται στη βάση καστικών ταυτοτήτων, ενώ οι εκλογικές στρατηγικές βασίζονται σε «μπλοκ ψήφων» που ακολουθούν την κάστα (Jaffrelot, 2003). Η πολιτικοποίηση της κάστας ενίσχυσε μεν την εκπροσώπηση των χαμηλότερων ομάδων, αλλά παράλληλα συνέβαλε και σε νέες μορφές κοινωνικής διαίρεσης.

Παρά τις νομικές και κοινωνικές αλλαγές, πολλές προκλήσεις παραμένουν. Η εφαρμογή των νόμων κατά των διακρίσεων συχνά υλοποιείται με ελλιπή τρόπο, με φαινόμενα αστυνομικής αδιαφορίας και κοινωνικής σιωπής απέναντι σε εγκλήματα κατά των Νταλίτ (Human Rights Watch, 2020). Επιπρόσθετα, οι χαμηλές κάστες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν διακρίσεις στον επαγγελματικό χώρο λαμβάνοντας χαμηλότερους μισθούς, περιορισμένη πρόσβαση σε υποδομές και μειωμένες ευκαιρίες, αν και πάλι αυτό αφορά ιδίως τις αγροτικές περιοχές (Deshpande, 2011). Οι ποσοστώσεις επίσης προκαλούν αντιπαραθέσεις, καθώς ορισμένες ομάδες θεωρούν ότι ευνοούνται δυσανάλογα συγκεκριμένες κοινότητες, ενώ άλλες μένουν εκτός. Τέλος, περιστατικά, όπως η σφαγή του Karamchedu (1985), κατά την οποία μία ομάδα Νταλίτ βρέθηκε αντιμέτωπη με βίαιες επιθέσεις από ανώτερες κάστες με αποτέλεσμα τον θάνατο και τον τραυματισμό πολλών ατόμων, καταδεικνύουν με τον πιο σκληρό τρόπο τις κοινωνικές ανισότητες που εξακολουθούν να υφίστανται στην Ινδία. Το γεγονός αυτό που συγκλόνισε την πολιτεία Άντρα Πραντές, ανέδειξε το βάθος των διακρίσεων που υφίστανται οι Νταλίτ στην καθημερινότητά τους. Παρά τις θεσμικές παρεμβάσεις για την προστασία των δικαιωμάτων τους, τέτοιες πράξεις βίας δείχνουν ότι η κοινωνική ισότητα δεν έχει ακόμη εμπεδωθεί (Andhra Pradesh Civil Liberties Committee, 1985).

Συμπερασματικά, το καστικό σύστημα στην Ινδία δεν είναι απλώς ένα ιστορικό φαινόμενο. Πρόκειται για έναν «ζωντανό οργανισμό» που προσαρμόζεται, μετασχηματίζεται, αλλά ταυτόχρονα εξακολουθεί να παράγει ανισότητες, αποκλεισμούς και συγκρούσεις. Οι συνταγματικές και νομικές πρωτοβουλίες, οι πολιτικές ποσοστώσεων, οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση και οι κοινωνικές αλλαγές έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο προς την ισότητα. Παρά ταύτα, οι πρακτικές διακρίσεων, η φτώχεια, οι κοινωνικές προκαταλήψεις και η βία συνεχίζουν να αποτελούν πραγματικότητα για εκατομμύρια Ινδούς. Η πρόκληση για το μέλλον είναι διπλή: πρώτον, να ενισχυθούν οι θεσμοί και η εφαρμογή των νόμων ώστε να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ νομικής και πραγματικής κοινωνικής ισότητας και δεύτερον, να αλλάξουν οι κοινωνικές στάσεις, μέσω της εκπαίδευσης και της κουλτούρας, ώστε η κάστα να παύσει να καθορίζει τις ζωές των ανθρώπων. Μόνο συνδυασμένες πολιτικές μπορούν να μετατρέψουν την Ινδία σε μια κοινωνία όπου η κάστα δεν αποτελεί εμπόδιο στην πρόοδο αλλά ιστορικό βάρος που έχει ξεπεραστεί πλήρως.

 

Βιβλιογραφία

Anthony Giddens, Philip W. Sutton. (2017). ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ. Εκδόσεις Gutenberg.

Deshpande, A. (2011). The Grammar of Caste: Economic Discrimination in Contemporary India. Εκδόσεις Oxford University Press.

Jaffrelot, C. (2003). India’s Silent Revolution: The Rise of the Lower Castes in North India. C. Hurst & Co. Διαθέσιμο σε: https://charansingh.org/sites/default/files/2003%20Jaffrelot%2C%20Christophe.%20India%27s%20Silent%20Revolution.pdf

 

Πηγές

Borooah, V. K., Diwakar, D., Naik, A., & Sabharwal, N. (2013). Caste, Inequality, and Poverty in India: A Re-Assessment. Munich Personal RePEc Archive. Διαθέσιμο σε: https://mpra.ub.uni-muenchen.de/75669/1/MPRA_paper_75669.pdf

Fuller, C.J., & Narasimhan, H. (2008). Tradition and Modernity Reconsidered: Inter-caste Marriage in Urban India. Journal of the Royal Anthropological Institute (N.S.) 14, 736-754. Διαθέσιμο σε:

https://rai.onlinelibrary.wiley.com/doi/epdf/10.1111/j.1467-9655.2008.00528.x

Radhika Kapur. (2022). The Caste System in India. Indian Journal of Social Science and Literature (IJSSL). Διαθέσιμο σε: https://www.ijssl.latticescipub.com/wp-content/uploads/papers/v2i2/B1098123223.pdf

Andhra Pradesh Civil Liberties Committee. (1985). The Karamchedu Massacre, A’ Report. Διαθέσιμο σε: https://www.unipune.ac.in/snc/cssh/HumanRights/05%20STATE%20AGRICULTURE%20FOREST%20DALITS%20AND%20TRIBALS/08.pdf

Constitution of India. (1950). Government of India, σ. 7-8. Διαθέσιμο σε: https://www.indiacode.nic.in/bitstream/123456789/19150/1/constitution_of_india.pdf

Human Rights Watch. (2020). India: Events of 2019. HRW Report. Διαθέσιμο σε: https://www.hrw.org/world-report/2020/country-chapters/india

 

Πηγή εικόνας

Pure Sociology. (2024). Revisiting Caste in Contemporary India. Διαθέσιμο σε: https://puresociology.com/caste-in-contemporary-india/