Γράφει η Κυριακή Λεπτοκαρίδη
Η Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922), η στρατιωτική και διπλωματική προσπάθεια της Ελλάδας να επεκτείνει την κυριαρχία της αρχικά στην Σμύρνη και έπειτα στα παράλια και το εσωτερικό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αποτελεί ένα τεράστιο κεφάλαιο της ελληνικής ιστορίας. Ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας, Ελευθέριος Βενιζέλος, είχε από την αρχή της πολιτικής του καριέρας αποδείξει ότι μπορεί να κατορθώσει την ένωση της Ελλάδας με τα άλλοτε ελληνικά κατεχόμενα εδάφη και την ανεξαρτητοποίηση του ελληνικού λαού, ξεκινώντας με την ένωση της Ελλάδας με την Κρήτη. Την ίδια ένωση είχε υποσχεθεί και για τους Έλληνες της Μικράς Ασίας, προωθώντας την Μεγάλη Ιδέα στο εσωτερικό της χώρας και σε συνέδρια του εξωτερικού. Οι συνθήκες της εποχής, η παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Συνθήκη των Σεβρών και το Συνέδριο Ειρήνης του Παρισιού με ευνοϊκούς όρους υπέρ της Ελλάδας, έδιναν την εντύπωση ότι μια τέτοια εκστρατεία θα ήταν και εφικτή και αποτελεσματική.
Από το 1915, μια σειρά Συνθηκών και Συμφωνιών είχαν επιταχύνει τη διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στην Μερζιφούντα και την Σαμψούντα βρίσκονταν αγγλικά στρατεύματα, στην Αττάλεια και το Ικόνιο ιταλικά, στην Άδανα γαλλικά, ενώ η Ρωσία είχε βλέψεις για τα στενά των Δαρδανελίων και η Ελλάδα για τη Θράκη και τη Σμύρνη (Ataturk, 1927, σελ.1). Παράλληλα, το σύνολο των Συμμάχων είχε το δικαίωμα σε περίπτωση απειλής της ασφάλειάς τους να καταλάβουν οποιοδήποτε στρατηγικό κομμάτι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας επιθυμούσαν (Sonyel, Salahi Ramadan, 1975, σελ.3). Ήταν φανερό ότι οι Σύμμαχοι και οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν σκοπό να διαλύσουν την Οθωμανική αυτοκρατορία και να την διαμοιράσουν μεταξύ τους. Οι Οθωμανοί αγανακτισμένοι από τις εδαφικές διεκδικήσεις Κούρδων, Αρμένων, Ελλήνων αλλά και τη διαρκή εμπλοκή των Μεγάλων Δυνάμεων σε εσωτερικά ζητήματα, στράφηκαν στον Μουσταφά Κεμάλ και τον εθνικισμό (Smith, Michael Llewellyn σελ. 103). Οι Έλληνες από την άλλη πλευρά, ωθούμενοι από τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, διεκδίκησαν στο Συνέδριο Ειρήνης του Παρισιού, τη Θράκη και τη Σμύρνη, αν και αργότερα δεν περιορίστηκαν στην Σμύρνη αλλά με απώτερο στόχο την εκπλήρωση της Μεγάλης Ιδέας, συγκαλυμμένοι υπό την πρόφαση της απελευθέρωσης των υπόδουλων λαών, απέστειλαν στρατιωτικές δυνάμεις μέχρι το κέντρο περίπου της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (Προεδρία της ελληνικής δημοκρατίας, n.d.).
Στις 6 Μαΐου 1919, στο Παρίσι, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, ο πρωθυπουργός της Γαλλίας και ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, όχι μόνο επέτρεψαν αλλά ενθάρρυναν την αποβίβαση ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη (Andrew Mango, 2002, σελ. 329). Έτσι, εννέα μέρες αργότερα έφτασαν στην πόλη ελληνικά στρατεύματα με την υποστήριξη των τριών Μεγάλων Δυνάμεων που ουδέποτε έλαβαν υπόψη τον πληθυσμό και τα δημογραφικά στοιχεία της Σμύρνης, ούτε τις πολλαπλές επιστολές Βρετανών διπλωματών που απέρριπταν ρητά αυτήν την πρόταση (Sonyel, Salahi Ramadan, 1975, σελ. 9). Τα ελληνικά στρατεύματα που έφτασαν στις 15 Μαΐου στην Σμύρνη χαρακτηρίζονταν από απειθαρχία και προκλητική εθνικιστική συμπεριφορά. Την πρώτη μόνο μέρα σκοτώθηκαν 300-400 Τούρκοι και 100 περίπου Έλληνες, ενώ σε μικρό χρονικό διάστημα ο στρατός άρχισε να προελαύνει προς το Αϊδίνιο, το Αϊβαλί και το Οδεμήσιο (Προεδρία της ελληνικής δημοκρατίας, n.d.). Η παρουσία ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη ήταν ο καταλύτης της μικρασιατικής εκστρατείας και το τελευταίο έναυσμα που χρειάστηκαν οι Οθωμανοί για να οργανωθούν και να εξεγερθούν εναντίον όλων των μη-Οθωμανικών και μη-μουσουλμανικών πληθυσμών (Smith Michael Llewellyn, 1973, σελ. 106-108).
Στις 19 Μαΐου του 1919 έφτασε ο Κεμάλ στην Σαμψούντα, έχοντας τον στρατιωτικό τίτλο του Γενικού Επιθεωρητή, μαζί με στρατεύματα εθνικιστών που πίστευαν στην απελευθέρωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και στην κάθαρσή της από ξένα στοιχεία. Σχεδόν μια δεκαετία αργότερα, το 1927, ο Μουσταφά Κεμάλ υποστήριξε στην τουρκική Εθνοσυνέλευση στην Άγκυρα, στη διάρκεια του λόγου του “Nutuk” (ο οποίος λόγος διήρκησε 36 ώρες) ότι ο Πόλεμος της απελευθέρωσης είχε σκοπό την εγκαθίδρυση νέου τουρκικού κράτους, παρόλο που είναι ευρέως γνωστό ότι ο πόλεμος μπορεί να οδήγησε εκεί, όμως δεν ήταν αυτή η αληθινή αιτία (Erik J. Zürcher, 2010, σελ. 14) (Ataturk, 1927, σελ. 9).
Στις 2 Ιουνίου 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ ανακοίνωσε ότι ο τουρκικός λαός δεν μπορούσε να αποδεχτεί και να αφήσει ατιμώρητη την εισβολή της Σμύρνης, που αποτελεί απειλή για την κυριαρχία και την ασφάλεια του κράτους και του λαού (Sonyel, Salahi Ramadan, 1975, σελ. 8). Η αγανάκτηση του τουρκικού λαού και η ταπείνωση που ένιωθε εξαιτίας της μείωσης της ισχύος και των εδαφών του γίνεται αντιληπτή από νωρίς μέσα από τον τύπο των Νεότουρκων στον οποίο γράφεται «Πώς μπορούν οι Οθωμανοί που κάποτε κυβερνούσαν τον κόσμο, να γίνουν των δικών τους βοσκών, σκλάβοι και υπηρέτες;» (Ali Bilgiç, 2016 σελ. 90). «Θέλουμε να είμαστε οι αφέντες του σπιτιού μας» υποστήριξε ο Κεμάλ στην συνέντευξη που έδωσε τον Νοέμβριο 1923 στην εφημερίδα The Saturday Evening Post, προδίδοντας την ανασφάλεια των Τούρκων μπροστά στην απουσία ελέγχου της ίδιας τους της χώρας (Isaac Marcosson, 1923). Στην ίδια συνέντευξη, ο δημοσιογράφος Ward Price ισχυρίζεται ότι ο Κεμάλ προσέφερε τις υπηρεσίες του στους Άγγλους, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχουν πιο καλοκάγαθοι φίλοι από τους Άγγλους, όσον αφορά βέβαια το συμφέρον (Andrew Mango, 2002 σελ. 307).
Σε αντίθεση με τον Κεμάλ και τους εθνικιστές του, το Παλάτι, δηλαδή ο σουλτάνος Μωάμεθ ΣΤ’ ο οποίος ήταν και ο τελευταίος σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, στόχευε στο να κατευνάσει τις δυνάμεις της Αντάντ, ειδικότερα την Βρετανία, και να φτάσουν σε μια ομόφωνη συμφωνία. Ένας στόχος που δεν επιτεύχθηκε το 1920, αφού η συνθήκη των Σεβρών δεν ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή για τους Τούρκους (Erik J. Zürcher, 2017, σελ 136). Στην συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920), μεταξύ των Συμμαχικών Δυνάμεων και των εκπροσώπων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, προβλεπόταν η διάλυσή της μέσω της παράδοσης όλων των κυριαρχικών δικαιωμάτων τους πάνω στην Αραβική Ασία (τη σημερινή Μέση Ανατολή) και τη Βόρεια Αφρική, μέσω της υποστήριξης της ίδρυσης ανεξάρτητου κράτους της Αρμενίας και αυτόνομου Κουρδιστάν, του 5ετούς ελέγχου της Σμύρνης από την Ελλάδα και της παράδοσης της Δυτικής Θράκης επίσης στην Ελλάδα (Norman Itzkowitz, 2025). Οι Δυνάμεις της Αντάντ αντιλαμβανόμενες ότι οι συνθήκες ήταν εξευτελιστικές προς την Οθωμανική αυτοκρατορία, για να εξασφαλίσουν την υπογραφή του σουλτάνου είχαν καταλάβει ήδη την Κωνσταντινούπολη (Erik J. Zürcher, 2017, 147).
Μήνες λοιπόν πριν την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών, τον Μάρτιο, Βρετανικά στρατεύματα είχαν περικυκλώσει την Κωνσταντινούπολη με στόχο την σύλληψη των εθνικιστών και τον έλεγχο του σουλτάνου. Η απάντηση του σουλτάνου σε αυτήν την κίνηση ήταν παθητική, επειδή τον συνέφερε η σύλληψη των εθνικιστών που απειλούσαν την θέση και κυριαρχία του, ενώ ο Κεμάλ αντιθέτως, ανακοίνωσε ότι η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης θέτει τέλος στην επτά-αιώνων ύπαρξη και κυριαρχία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ενισχύοντας τον εθνικιστικό, απελευθερωτικό αγώνα του (Sonyel, Salahi Ramadan, 1975, σελ. 28).
Ως απάντηση στις καταιγιστικές εξελίξεις, συστάθηκε τον Αύγουστο του 1919 Διασυμμαχική Ανακριτική Επιτροπή για την έρευνα των γεγονότων του Μαΐου, η οποία μετά από 46 συναντήσεις και 175 μάρτυρες, καταδίκασε την κατάληψη της Σμύρνης. Το τελικό κείμενο από την πρώτη κιόλας σελίδα με την σκληρή φράση “…ne justifiaient point l’occupation des forts de Smyrne…” (“…δεν δικαιολογείται για κανέναν λόγο η κατάληψη των φρουρίων της Σμύρνης…”) τονίζει ότι δεν υφίσταται σε νομικά πλαίσια η προσάρτηση εδαφών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, μια προσάρτηση η οποία θα πήγαινε αντίθετα στο θεμελιώδες κανόνα του σεβασμού άλλων εθνικοτήτων (Les membres de la commission d’enquête, 1919). Η απόφαση της επιτροπής ήταν η ολική αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων και η αντικατάσταση από πολύ μικρότερης κλίμακας συμμαχικά στρατεύματα. Στην ουσία απέρριπτε τις ελληνικές επιδιώξεις για προσάρτηση μέρους της Τουρκίας (Smith Michael Llewellyn, 1973, σ110-113).
Παράληλα, ο ελληνικός στρατός πλησίαζε την Άγκυρα, συναντώντας όμως την ολοένα αυξανόμενη δύναμη του τουρκικού στρατού, ο οποίος τελικά νίκησε στην μάχη του Σαγγάριου ποταμού και άρχισε την αιματηρή αντεπίθεση ωθώντας τον ελληνικό στρατό προς τη Σμύρνη (Αύγουστος 1921) (Norman Itzkowitz, 2025). Για έναν ολόκληρο χρόνο ο αποδιοργανωμένος πλέον ελληνικός στρατός κατείχε μέτωπο 738 χιλιομέτρων, χωρίς όμως τα απαραίτητα εφόδια και ηθικό (Προεδρία της ελληνικής δημοκρατίας, n.d.). Η ήττα του ελληνικού στρατού σε αυτό το σημείο ήταν προσδοκώμενη αφού παράλληλα, η Ιταλία πρώτα και αργότερα η Γαλλία, άρχισαν να βλέπουν τα πιθανά θετικά αποτελέσματα μιας συμφωνίας με τους Κεμαλιστές, που αποκτούσαν ολοένα και μεγαλύτερη ισχύ και υποστήριξη, την ίδια ώρα που ο σουλτάνος έχανε το κύρος του αφήνοντας τις Μεγάλες Δυνάμεις να κατευθύνουν την πολιτική της χώρας του (Smith Michael Llewellyn, 1973, σ 118-122). Με την Ιταλία και την Γαλλία εκτός εικόνας, με τις ΗΠΑ απομονωμένες και την Αγγλία διχασμένη, Κεμάλ και Καζίμ Καραμπεκίρ κινήθηκαν εναντίον των Αρμένων, ενώ σειρά είχαν οι Έλληνες (Norman Itzkowitz, 2025). Η αλλαγή της πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων έγινε σαφής στον Έλληνα πρωθυπουργό από νωρίς, ο οποίος όμως αποφάσισε να συνεχίσει τον αγώνα χωρίς την βοήθειά τους. Έτσι την περίοδο 1920-1922 Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία ανακαλούν τα στρατεύματα τους από την Τουρκία, ενώ μάλιστα η Γαλλία παρέδιδε στους Τούρκους και το πολεμικό υλικό, που αργότερα θα χρησιμοποιούνταν εναντίον των Ελλήνων (Βακαλόπουλος, 2005, σελ 367).
Στις 26 Αυγούστου του 1922 διατάχθηκε η εκκένωση της Μικράς Ασίας, ενώ δύο μέρες αργότερα, ο τουρκικός στρατός εισήλθε στην Σμύρνη ( Προεδρία της ελληνικής δημοκρατίας, n.d.). Η 30ή Αυγούστου θεωρείται ημέρα νίκης από την μεριά της Τουρκίας ενώ θεωρείται ότι ο πόλεμος της ανεξαρτησίας τελείωσε στις 9 Σεπτεμβρίου 1922 (Ali Bilgiç, 2016, σελ 90), όταν κάηκε η Σμύρνη. Πρέπει να αναφερθεί βέβαια, με μια δόση αμφιβολίας, ότι η φωτιά της 9ης Σεπτεμβρίου λέγεται ότι ξεκίνησε από εξαγριωμένους Έλληνες, ενώ η φωτιά της Αρμενικής συνοικίας στις 13 Σεπτεμβρίου, από Τούρκους στρατιώτες (Erik J. Zürcher, 2017, σελ 156). Ο σουλτάνος στο μεταξύ, με τις πέντε του συζύγους είχε δραπετεύσει στην Μάλτα μέσω ενός βρετανικού πολεμικού πλοίου (Norman Stone, 2010, σελ 166). Ακολούθησε μια ταραγμένη περίοδος προσφυγιάς εκατομμυρίων Ελλήνων, φτώχειας και εσωτερικής αναδόμησης και των δύο κρατών, αφού πλέον είχε διαλυθεί η Οθωμανική αυτοκρατορία και η Ελλάδα αναγκάστηκε να έρθει αντιμέτωπη με τις μεγάλες συνέπειες που επέφερε η Μεγάλη Ιδέα.
Το γεγονός ότι οι μεγαλύτεροι σύμμαχοι της Ελλάδας που υποστήριξαν και ενορχήστρωσαν την Μικρασιατική εκστρατεία, χρησιμοποίησαν την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές ως συγχωροχάρτι για τη συμμετοχή τους και αποχώρησαν από την μάχη, η πολιτική αναταραχή στο εσωτερικό της Ελλάδας, η απώλεια συμμάχων, στρατού και εξοπλισμού, σε συνδυασμό με την πολυετή κούραση των στρατιωτών και των οικογενειών τους που βρίσκονταν ή στον έναν ή στον άλλον πόλεμο από το 1912, προμήνυαν την ήττα της Ελλάδας. Ο «πόλεμος της Ανεξαρτησίας» θεωρείται επιτυχής, όσον αφορά την προστασία του τουρκικού λαού και των εδαφών της, σε στρατηγικό και οργανωτικό επίπεδο. Σε ανθρωπιστικό βέβαια επίπεδο συνοδεύεται από πολλαπλές γενοκτονίες, ονομαστικά των Ελλήνων του Πόντου και των Αρμένων, ενώ δημιούργησε τεράστια κύματα προσφύγων που λύγισαν την Ελλάδα και την αποσταθεροποίησαν για πολλά χρόνια. Σε κάθε περίπτωση, ο Μουσταφά Κεμάλ θεωρείται Πατέρας των Τούρκων και ιδρυτής της Τουρκικής δημοκρατίας, ενώ ο Βενιζέλος θεωρείται εθνικός ηγέτης, οραματιστής και εκσυγχρονιστής.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βιβλία
Α. Βακαλοπουλος (2005). Νέα Ελληνική Ιστορία 1204-1985. Εκδόσεις Βάνιας.
Ali Bilgiç. (2016) Turkey, Power and the West, Εκδόσεις: I.B. Tauris & Co. Ltd
Andrew Mango. (2002) Ataturk, Εκδόσεις Peter Mayer Publishers
Erik J. Zürcher. (2010). The Young Turk Legacy and Nation Building, Εκδόσεις: I.B. Tauris & Co. Ltd
Erik J. Zürcher. (2017) Turkey A Modern History, Εκδόσεις I.B. Tauris & Co. Ltd
Norman Stone (2010). Turkey: A Short History, Εκδόσεις Thames & Hudson
Ηλεκτρονικές πηγές
Ataturk. (1927). Nutuk. Internet archive.
Isaac Marcosson (1923). 1923 interview with Ataturk. Hurriyet daily news.
Διαθέσιμο σε: https://www.hurriyetdailynews.com/1923-interview-with-ataturk-138736
Les membres de la commission d’enquête (1919). Commission interalliée d’enquête sur l’ occupation de Smyrne et territoires adjacents. Venizelos archives
Διαθέσιμο σε: https://venizelosarchives.gr/show/7793
Norman Itzkowitz (2025). The nationalist movement and the war for independence. Britannica.
Διαθέσιμο σε: https://www.britannica.com/biography/Kemal-Ataturk/The-nationalist-movement-and-the-war-for-independence
Smith Michael Llewellyn (1973). Ionian vision: Greece in Asia Minor, 1919-1922. Internet archive.
Διαθέσιμο σε: https://archive.org/details/ionianvisiongree0000smit/mode/1up
Sonyel, Salahi Ramadan. (1975). Turkish diplomacy 1918-1923: Mustafa Kemal and the Turkish National Movement. Internet archive. Διαθέσιμο σε: https://archive.org/details/turkishdiplomacy0000sony/mode/1up
Προεδρία της ελληνικής δημοκρατίας (n.d.) . Ευζωνικά Σώματα – Πολεμική Δράση Μικρασιατική 1919-1922. Διαθέσιμο σε: https://www.presidency.gr/mikrasiatiki-ekstrateia/
Πηγή φωτογραφίας: iEllada.gr (2021). 4 Σεπτεμβρίου 1922: Όταν ο τελευταίος Έλληνας στρατιώτης άφηνε τη Μικρά Ασία. Διαθέσιμο σε: https://www.iellada.gr/istoria/4-septemvrioy-1922-otan-o-teleytaios-ellinas-stratiotis-afine-ti-mikra-asia