Loading...
Πρόσφατες αναλύσεις
Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Η αρχή της ενεργειακής αλληλεγγύης στο δίκαιο της ΕΕ: Θεμελιώδης αξία ή αναχαίτηση της κυριαρχίας των κρατών-μελών;

Γράφει ο Κωνσταντίνος Βίτσιος

Η ενεργειακή κρίση των τελευταίων ετών ανέδειξε την αλληλεξάρτηση των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής ΕΕ) και επακόλουθα την ανάγκη διαμόρφωσης μιας ενιαίας πολιτικής στον τομέα της ενέργειας. Η αρχή της ενεργειακής αλληλεγγύης, που πρωτοαναφέρθηκε στη Συνθήκη της Λισαβόνας (2009), επανήλθε στο επίκεντρο, ιδίως μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022. Η παρούσα ανάλυση εξετάζει αν η αρχή αυτή συνιστά θεμελιώδη αξία της Ένωσης ή αν εν τέλει λειτουργεί περιοριστικά ως προς την εθνική κυριαρχία των ενεργειακά εύρωστων κρατών-μελών.

Η αρχή της ενεργειακής αλληλεγγύης κατοχυρώνεται στο άρθρο 194 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ (ΣΛΕΕ) και ως τέτοια νοείται η συνεργασία των κρατών-μελών με στόχο την εγγύηση σταθερής και ασφαλούς ενεργειακής τροφοδοσίας, την πρόσβαση σε προσιτή ενέργεια και την αποτελεσματική διαχείριση έκτακτων ενεργειακών κρίσεων (Talus, 2013, σελ. 278-280). Η αρχή αυτή εμφανίζει, λοιπόν, δύο βασικές όψεις. Αφενός, αφορά στην ασφάλεια εφοδιασμού, υπό την έννοια της νομικής υποχρέωσης διασφάλισης ισότιμης πρόσβασης όλων των κρατών-μελών σε επαρκείς ενεργειακούς πόρους ακόμη και σε συνθήκες κρίσης ή διαταραχής της διεθνούς αγοράς. Αφετέρου, συνδέεται με τη διάσταση της βιώσιμης ανάπτυξης και της προστασίας του περιβάλλοντος, εκφραζόμενη μέσω της συλλογικής δράσης των κρατών-μελών για την προώθηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη συμμόρφωση προς τους δεσμευτικούς στόχους της Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 (Haraldsdottir, 2014, σελ. 213).

Αναλυτικότερα, το άρθρο 194 της ΣΛΕΕ καθορίζει τους στόχους της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ, προβλέποντας ρητά ότι αυτή ασκείται σε «πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών». Η διάταξη αυτή καθιστά την αλληλεγγύη όχι απλώς πολιτική επιδίωξη, αλλά αρχή νομικά δεσμευτική. Μάλιστα, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) επιβεβαίωσε τον δεσμευτικό χαρακτήρα της στην υπόθεση «C-848/19 P» (Γερμανία κατά Πολωνίας), κρίνοντας ότι κάθε απόφαση που αφορά την ενεργειακή ασφάλεια οφείλει να λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα όλων των κρατών-μελών ανεξαιρέτως. Η νομολογία αυτή εδραιώνει μια οριζόντια και κάθετη διάσταση της αρχής: τα κράτη-μέλη δεσμεύονται μεταξύ τους, αλλά και η ΕΕ δεσμεύεται έναντι αυτών. Παράλληλα, το άρθρο 122 ΣΛΕΕ εξασφαλίζει αυτοτελώς το δικαίωμα της Ένωσης να λαμβάνει έκτακτα μέτρα βοηθείας σε περιόδους κρίσης των κρατών-μελών της, ιδίως όσον αφορά στον τομέα της ενέργειας, ενισχύοντας περαιτέρω τη νομική βαρύτητα της ενεργειακής αρχής. Διαφαίνεται, επομένως, ότι πρωταρχικός στόχος της Ένωσης είναι η διασφάλιση της ευημερίας του συνόλου των κρατών-μελών που την απαρτίζουν.

Ωστόσο, η ενεργειακή κρίση του 2022 λόγω της ισχυρής εξάρτησης της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο, που ανήλθε σε ποσοστό 40% το 2021, δεν άργησε να φανερώσει τις αδυναμίες της ενεργειακής στρατηγικής της Ένωσης (European Commission, 2022). Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία κατέδειξε την ανάγκη μιας κοινής, συντονισμένης αντιμετώπισης. Η πρωτοβουλία «REPowerEU» και οι κανονισμοί για την υποχρεωτική μείωση κατανάλωσης φυσικού αερίου αποτελούν παραδείγματα πρακτικής εφαρμογής της ενεργειακής αλληλεγγύης σε περίοδο κρίσης. Παράλληλα, θεσπίστηκαν μηχανισμοί όπως ο Κανονισμός «Gas Solidarity Regulation», που υποχρεώνει τα κράτη-μέλη να διαμοιράζονται αποθέματα φυσικού αερίου σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης (European Council, 2023). Αυτά τα μέτρα ενίσχυσαν την ανθεκτικότητα της ΕΕ απέναντι στις γεωπολιτικές πιέσεις, αλλά ταυτόχρονα προκάλεσαν αναπόφευκτες αντιδράσεις από κράτη-μέλη που θεώρησαν ότι με αυτό τον τρόπο περιοριζόταν η εθνική τους αυτονομία και η οικονομική τους υπεροχή.

Οι έντονες αυτές αντιδράσεις γύρω από την ενεργειακή πολιτική που ενστερνίζεται η ΕΕ πυροδοτήθηκαν κυρίως από τη σύγκρουση εθνικών και ευρωπαϊκών συμφερόντων, που δεν συγκλίνουν απαραίτητα. Η διάταξη του άρθρου 194 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ αναγνωρίζει ρητά ότι τα κράτη-μέλη διατηρούν το δικαίωμα να καθορίζουν τους όρους εκμετάλλευσης των ενεργειακών τους πόρων και τη δομή του ενεργειακού τους εφοδιασμού. Εντούτοις, το ΔΕΕ στην προαναφερθείσα υπόθεση «C-848/19 P» έκρινε ότι η ενεργειακή αλληλεγγύη απαιτεί την εκτίμηση των συνεπειών μιας απόφασης σε ενωσιακό επίπεδο, ακόμη και αν αυτή αφορά εθνικές ενεργειακές επιλογές. Η νομολογιακή αυτή προσέγγιση αποσαφηνίζει ότι η αρχή της αλληλεγγύης λειτουργεί ως ουσιαστικός περιορισμός της απόλυτης διακριτικής ευχέρειας των κρατών-μελών στον τομέα της ενέργειας, υποχρεώνοντάς τα να συνεκτιμούν τα ενωσιακά συμφέροντα. Με τον τρόπο αυτό, το Δικαστήριο αναβαθμίζει την αρχή της αλληλεγγύης σε κριτήριο ερμηνείας και εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, ακόμη και σε πεδία, στα οποία η συνθήκη αναγνωρίζει πρωτογενώς εθνική αρμοδιότητα.

Αυτό δημιουργεί μια ισορροπία μεταξύ της αρχής της επικουρικότητας, που διασφαλίζει την παρέμβαση της ΕΕ μόνο όποτε είναι απολύτως αναγκαία, και της αρχής της ειλικρινούς συνεργασίας του άρθρου 4 παράγραφος 3 ΣΕΕ, που επιβάλλει στα κράτη-μέλη την υποχρέωση να συνδράμουν στη διασφάλιση των στόχων της Ένωσης (Ζησιού, 2023, σελ. 11-12). Η ισορροπία αυτή, αν και θεμελιώδης για τη λειτουργία της Ένωσης, διαταράσσεται όταν η αλληλεγγύη εκλαμβάνεται ως περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας, ειδικά από ενεργειακά αυτάρκη κράτη που συχνά αντιτάσσονται σε υποχρεωτικούς μηχανισμούς κατανομής (Αργαλιάς, 2024, σελ. 59 επ.). Τα κράτη αυτά, που ήδη καλύπτουν επαρκώς τις εσωτερικές τους ανάγκες, ενδέχεται να θεωρήσουν ότι με αυτόν τον τρόπο περιορίζεται η ελευθερία τους να αποφασίζουν για τον εθνικό τους ενεργειακό εφοδιασμό και εξασθενεί η διακριτική τους ευχέρεια ως προς τον καθορισμό της ενεργειακής τους πολιτικής. Χαρακτηριστικά, το 2023, η πρόταση της Επιτροπής για υποχρεωτική συνεισφορά στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Σύνδεσης Ενέργειας, με σκοπό την ανάπτυξη υποδομών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη διασύνδεση ηλεκτρικών δικτύων εντός της Ένωσης, βρήκε αντίθετες τη Δανία και τη Σουηδία. Οι ίδιες, κράτη-μέλη με ήδη υψηλά ποσοστά παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας, θεώρησαν τα υποχρεωτικά μέτρα χρηματοδότησης, που θα απέφεραν την εξισορρόπηση της ενεργειακής επάρκειας και τη σταθεροποίηση της ασφάλειας του ευρωπαϊκού δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας, ανάχωμα της εθνικής τους κυριαρχίας.

Στην πραγματικότητα, η αντίδραση των ενεργειακά αναπτυγμένων κρατών λειτουργεί ως δείκτης της μεταβαλλόμενης ισορροπίας εξουσίας στην ΕΕ: η συμμετοχή  τους σε δεσμευτικές ρυθμίσεις αμοιβαίας συνεισφοράς ενέργειας αποκαλύπτει ότι η συλλογική ενεργειακή στρατηγική μετασχηματίζει την έννοια της κυριαρχίας, αναδεικνύοντας μια μετατόπιση προς μορφές συν-κυριαρχίας (shared sovereignty) και συλλογικής ενεργειακής διακυβέρνησης που υπερβαίνουν το παραδοσιακό δίπολο «Ένωση–κράτος» (Αργαλιάς, 2024, σελ. 132-134.). Σε ένα δεύτερο επίπεδο, αυτή η αντίδραση αντικατοπτρίζει καινοτόμες δυναμικές στην διακυβέρνηση ενέργειας, όπου η αλληλεγγύη, αντί να περιορίζει, μπορεί να αναδειχθεί σε καταλύτη τεχνολογικής και βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς επαναπροσδιορίζει τις προτεραιότητες χρηματοδόητσης ενεργειακών έργων και υποδομών (Πλιάκος, 2022 σελ. 253 επ.).

Συνοψίζοντας, η αρχή της ενεργειακής αλληλεγγύης εξελίσσεται από αφηρημένη αξιακή αναφορά σε θεμελιώδη νομική αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η νομολογία του ΔΕΕ, οι θεσμικές πρωτοβουλίες της ΕΕ και οι πρόσφατες κρίσεις αποδεικνύουν ότι η ενεργειακή ασφάλεια δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπίζεται μονομερώς. Παραταύτα, η εφαρμογή της αρχής αυτής εξακολουθεί να προκαλεί τριβές με τη διακαή επιθυμία για εθνική κυριαρχία, καθιστώντας αναγκαία την εξεύρεση μιας ισορροπημένης πρακτικής μεταξύ συλλογικής ανθεκτικότητας και εθνικής αυτονομίας. Η πορεία προς μια πλήρως ενοποιημένη ενεργειακή ένωση θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της ΕΕ να συνδυάζει την αλληλεγγύη με τον σεβασμό στις ιδιαιτερότητες των κρατών-μελών. Σε ένα περιβάλλον αυξανόμενων γεωπολιτικών προκλήσεων, η ενεργειακή αλληλεγγύη φαίνεται να αποτελεί νευραλγικό παράγοντα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

 

Βιβλιογραφία/Πηγές

Talus K. (2013). EU energy law and policy: A critical account. Oxford University Press.

Haraldsdottir Κ. (2014). The Limits of EU Competence to regulate conditions for exploitation of Energy Resources. Analysis of Article 194(2) TFEU. European Energy and Environment Law Review.

Hancher L., de Hauteclocque A., Huhta K., & Sadowska M. (Eds.). (2022). Capacity mechanisms in the EU energy markets: Law, policy, and economics (2nd ed.). Oxford University Press.

Biondi A., Dagilytė E., & Küçük E. (Eds.). (2018). Solidarity in EU law: Legal principle in the making. Edward Elgar Publishing.

Craig P., & de Búrca G. (2024). EU Law: Text, Cases and Materials. Oxford University Press.

Russo T., Oriolo A., & Dalia G. (Eds.). (2023). Solidarity and rule of law: The new dimension of EU security. Springer.

Αργαλιάς, Π. (2024). Ενεργειακή Αλληλεγγύη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκδόσεις Σάκκουλα.

Πλιάκος, Α. (2022). Ευρωπαϊκό Δίκαιο Ενέργειας. Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη.

Ζησιού, A. (2023). Απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και η θέση του ενεργειακού καταναλωτή στην Ευρωπαϊκή έννομη τάξη. Εκδόσεις Σάκκουλα.

Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (2018). Lawspot. Διαθέσιμο σε: https://www.lawspot.gr/nomikes-plirofories/nomothesia/synthiki-gia-ti-leitoyrgia-tis-eyropaikis-enosιs

European Commission. (2022). Focus: Reducing the EU’s dependence on imported fossil fuels. European Commission. Διαθέσιμο σε: https://commission.europa.eu/news/focus-reducing-eus-dependence-imported-fossil-fuels-2022-04-20_en

Court of Justice of the European Union. (2021). Case C-848/19 P, Germany v Commission. Διαθέσιμο σε: https://curia.europa.eu/juris/liste.jsf?num=C-848/19

European Commission. (2022). REPowerEU Plan. Διαθέσιμο σε: https://ec.europa.eu

European Council. (2023). Gas Solidarity Regulation. Διαθέσιμο σε: https://consilium.europa.eu

Πηγή εικόνας:

Ingenrieth, A. (2022). New European Union laws make sustainability a top issue. Deutsche Telekom. Διαθέσιμo σε: https://www.telekom.com/en/blog/group/article/why-europe-s-green-deal-needs-a-successful-digital-transition-1018420