Loading...
Πρόσφατες αναλύσεις
Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Η νομιμότητα της χρήσης βίας στο Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο: Η έννοια της νόμιμης άμυνας και ο ρόλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ

Γράφει η Σοφία Ηλιοπούλου

Η χρήση βίας στις διεθνείς σχέσεις αποτελεί ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα του Δημόσιου Διεθνούς Δικαίου (ΔΔΔ). Από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη διαμόρφωση του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) έως τις πρόσφατες στρατιωτικές επεμβάσεις στη Συρία και την Ουκρανία, η διεθνής κοινότητα προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην απαγόρευση της βίας και το δικαίωμα των κρατών στη νόμιμη άμυνα. Το άρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ (ΧΗΕ) αναγνωρίζει ρητά το δικαίωμα αυτό, ωστόσο, η ερμηνεία του έχει οδηγήσει σε έντονες διαφωνίες. Πότε η χρήση βίας συνιστά πράγματι νόμιμη άμυνα και πώς διασφαλίζει το Συμβούλιο Ασφαλείας ότι δεν γίνεται κατάχρησή της; Αυτά τα ερωτήματα αναδεικνύουν τη λεπτή ισορροπία μεταξύ διεθνούς νομιμότητας, κρατικής κυριαρχίας και παγκόσμιας ασφάλειας και πρόκειται να αναλυθούν παρακάτω.

Μέχρι τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (ΠΠ), η χρήση βίας θεωρούνταν φυσικό δικαίωμα και στοιχείο κρατικής ισχύος (Λιακόπουλος, 2001, σ. 95). Το πέρας των Α’ και Β’ ΠΠ, αποτέλεσε την αφορμή για τον καθορισμό ενός θεσμικού πλαισίου, το οποίο θα διέπει τη χρήση βίας, μέσω σαφών και προκαθορισμένων αρχών και κανόνων, δημιουργώντας ένα διεθνές δικαιικό σύστημα, στηριζόμενο τόσο στη νομιμότητα, όσο και στην ηθική, ως βασικά θεμέλια. Αναφορικά με τον όρο της «χρήσης βίας», πρέπει να επισημανθεί ότι ταυτίζεται εννοιολογικά με τον «πόλεμο» και την «ένοπλη σύρραξη» ( Καρεκλάς, 2018, σ. 25). Στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο, με το άρθρο 2 παρ. 4 του καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, τα κράτη υποχρεούνται «να απέχουν από την απειλή ή χρήση βίας, που εκδηλώνεται εναντίον της εδαφικής ακεραιότητας ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οποιουδήποτε κράτους». Παρόλα αυτά, αναγνωρίζονται και ορισμένες εξαιρέσεις με πιο χαρακτηριστική αυτή του άρθρου 51 του ΧΗΕ που αναφέρεται στη δυνατότητα νόμιμης άμυνας. Τα κράτη δηλαδή έχουν υπό προϋποθέσεις το δικαίωμα να αμυνθούν έναντι ένοπλης επίθεσης.

Η ρύθμιση της χρήσης βίας, φυσικά, για να επιτευχθεί χρειάζεται την έμπρακτη αξιοποίηση του ΔΔΔ και όχι απλώς θεωρητικές αναλύσεις. Άλλωστε, κατά τον Winston Churchill: «Το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο υπάρχει μόνο στη σκέψη και την ηθική των λαών. Χωρίς ισχύ, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια διακήρυξη προθέσεων». Κεντρικό ρόλο στην εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου και την διατήρηση της ειρήνης και ασφάλειας διαδραματίζει το Συμβούλιο Ασφαλείας, κατέχοντας την εξουσία να εγκρίνει την χρήση βίας σε περιπτώσεις απειλών ή παραβιάσεων της ειρήνης. Πώς, όμως, δρα το Συμβούλιο Ασφαλείας, ιδιαίτερα όταν υπάρχει συνεχής σύγκρουση νομικών κανόνων και πολιτικής πραγματικότητας, όποτε και  η εφαρμογή των κανόνων συχνά εξαρτάται από την ισχύ των κρατών; Δεν είναι λίγες, εξάλλου, οι φορές που πολλές στρατιωτικές παρεμβάσεις πραγματοποιήθηκαν χωρίς έγκριση του Συμβουλίου θέτοντας υπό αμφισβήτηση τη συνοχή και τη λειτουργικότητα του Διεθνούς Δικαίου. Ζωντανά παραδείγματα υπάρχουν μέχρι και σήμερα, όπως η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022.

Στην έννομη τάξη των Ηνωμένων Εθνών, η απαγόρευση ή απειλή χρήσης βίας θωρακίζεται μέσα από το σύστημα συλλογικής ασφάλειας (Σαρηγιαννίδης, 2014, σ. 606). Πιο συγκεκριμένα, το Κεφάλαιο 7 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών  με τίτλο «Ενέργειες σε Περίπτωση Απειλής της Ειρήνης, Διατάραξης της Ειρήνης και Επιθετικών Πράξεων» εισάγει ένα δραστικό σύστημα εξαναγκαστικών συλλογικών μέτρων κατά κρατών που παραβιάζουν την απαγόρευση χρήσης βίας. Προκειμένου να ενεργοποιηθούν οι διατάξεις του κεφαλαίου αυτού, όπως αναφέρει το άρθρο 39 ΧΗΕ, το Συμβούλιο Ασφαλείας διαπιστώνει την ύπαρξη απειλής ή διατάραξης της διεθνούς ειρήνης και στη συνέχεια λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα. Η παραπάνω διαπίστωση αποτελεί «αναγκαία προπαρασκευαστική πράξη» (Σισιλιάνος, 2003, σ. 36). Περιπτώσεις «απειλής κατά της ειρήνης», αποτελούν, οι εμφύλιες συρράξεις, η παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η δημοκρατική εκτροπή, η τρομοκρατία, η διάδοση όπλων μαζικής καταστροφής, η πειρατεία. Κοινός τόπος τους είναι η ύπαρξη μιας κατάστασης για την οποία πιθανολογείται χρήση βίας κατά παράβαση του άρθρου 2 παρ. 4. (Σαρηγιαννίδης, 2014, σ. 610). Το άρθρο 39 αναφέρεται, επίσης, και στις επιθετικές ενέργειες ως τρόπο ενεργοποίησης του κεφαλαίου 7. Σε περίπτωση, λοιπόν, που το Συμβούλιο Ασφαλείας διαπιστώσει ότι συντρέχει απειλή κατά της ειρήνης, διατάραξή της ή επιθετική ενέργεια διαθέτει την εξουσία να προτείνει προσωρινά μέτρα (αρθρο 40 ΧΗΕ), τα  οποία δεν προδικάζουν την τελική επίλυση της διαφοράς, αλλά επιδιώκουν τη διατήρηση της σταθερότητας (Shaw,2017, σ. 500 ).

Στα άρθρα 41 έως 50 του ΧΗΕ, περιγράφονται τα μέσα που διαθέτει ο Οργανισμός και συγκεκριμένα το Συμβούλιο Ασφαλείας για την αντιμετώπιση απειλών, με έμφαση στην προοδευτική κλιμάκωση από μη στρατιωτικά σε στρατιωτικά μέτρα. Όσον αφορά τις μη στρατιωτικές κυρώσεις, τα μέτρα του Συμβουλίου μπορεί να περιλαμβάνουν, πλήρη ή μερική διακοπή οικονομικών σχέσεων, συγκοινωνιών οποιουδήποτε είδους, ταχυδρομικών, τηλεφωνικών, ραδιοφωνικών επικοινωνιών, καθώς και διακοπή διπλωματικών σχέσεων.

Αν, όμως, τα μη στρατιωτικά μέτρα αποδειχθούν ανεπαρκή τότε το άρθρο 42 του ΧΗΕ επιτρέπει στο Συμβούλιο Ασφαλείας να εγκρίνει τη χρήση ένοπλης δύναμης, εφόσον κρίνεται απαραίτητο για την αποκατάσταση της ειρήνης και ασφάλειας. Στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο έχει εγκρίνει στρατιωτικές επιχειρήσεις, όπως στον Πόλεμο του  Κόλπου το 1991 (Gray, 2018).  Δεν είναι, μάλιστα, απαραίτητο να έχουν εξαντληθεί όλα τα υπόλοιπα μέτρα πριν την λήψη στρατιωτικών, καθώς καμία τέτοια ρητή προϋπόθεση δεν υπάρχει στα αντίστοιχα άρθρα του ΧΗΕ, ενώ δεν αποκλείεται και η σωρευτική επιβολή μέτρων. Επιπλέον, εφόσον η συγκρότηση μόνιμης διεθνούς στρατιωτικής δύναμης, όπως προβλέπεται στα άρθρα 42 και 43 του ΧΗΕ, καταστεί αδύνατη, το Συμβούλιο Ασφαλείας μπορεί να εγκρίνει τη δράση εθνικών στρατιωτικών δυνάμεων στο όνομά του, που έμεινε γνωστή με την ονομασία «συμμαχία των προθύμων». Η πρακτική αυτή εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στον Πόλεμο της Κορέας 1950 (Σαρηγιαννίδης, 2014, σ. 616). Έκτοτε, το Συμβούλιο Ασφαλείας, υιοθέτησε κατ’ επανάληψη την πρακτική της εξουσιοδότησης με τη χρήση βίας των ad hoc συμμαχιών που συγκροτούνταν από πρόθυμα κράτη (Σαρηγιαννίδης, 2014, σ. 616). Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι, η επέμβαση στη Λιβύη και ο πόλεμος Ιράκ-Κουβέιτ. Βέβαια η εξουσιοδότηση για χρήση βίας είναι περιορισμένη και συχνά καθυστερεί λόγω του βέτο των μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, ενώ συχνά παρεμβάσεις γίνονται χωρίς ρητή εξουσιοδότηση του Συμβουλίου όπως η επέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο το 1999 κάτι που εμφανώς αντιτίθεται στο Διεθνές Δίκαιο. Δεν είναι λίγες, μάλιστα, οι φορές που η ασάφεια της φράσης «όλα τα αναγκαία μέσα», την οποία χρησιμοποιεί το Συμβούλιο, για να εξουσιοδοτήσει τα κράτη μέλη να προβούν σε συλλογική χρήση βίας, έχει επιτρέψει διαφορετικές ερμηνείες ως προς το εύρος των στρατιωτικών επιχειρήσεων, κάτι που οδηγεί συχνά στο να υπερβούν το μέτρο ή να έρθουν σε ρήξη με άλλα κράτη. Τέτοιου είδους εξουσιοδότηση είναι καλό, λοιπόν, να δίνεται με φειδώ καθώς ελλοχεύουν κίνδυνοι.

Η δεύτερη εξαίρεση από την απαγόρευση χρήσης βίας, είναι το δικαίωμα της άμυνας που στοιχειοθετείται στο άρθρο 51 ΧΗΕ και εφαρμογή του οποίου συναντάμε στην υπόθεση Νικαράγουα καθώς και την υπόθεση ΗΠΑ-Αφγανιστάν.  Το άρθρο προβλέπει ότι: «Καμία διάταξη αυτού του Χάρτη δεν θίγει το φυσικό δικαίωμα της ατομικής ή συλλογικής άμυνας σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης κατά κράτους-μέλους των Ηνωμένων Εθνών, έως ότου το Συμβούλιο Ασφαλείας λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας». Υπάρχουν, όμως, ορισμένες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του που πρέπει να πληρούνται, ώστε να μην χρησιμοποιείται καταχρηστικά από τα κράτη-μέλη του Οργανισμού. Συγκεκριμένα, είναι τρεις ουσιαστικές και μία διαδικαστική προϋπόθεση.

Το κράτος πρέπει, αρχικά, να δέχεται επίθεση, δηλαδή οργανωμένη στρατιωτική επιχείρηση, μεγέθους τέτοιου που να μπορεί να απειλήσει την εδαφική του κυριαρχία ή την ανεξαρτησία του. Πρέπει να υπάρχουν δύο αντιτιθέμενα στρατόπεδα (επιτιθέμενο κράτος και αμυνόμενο). Κατά τη δεύτερη προϋπόθεση, η επίθεση αυτή πρέπει να είναι ένοπλη, συμπεριλαμβανομένου κάθε νέου όπλου που δημιουργείται. Συγκεκριμένα μια νέα τεχνολογική εξέλιξη θεωρείται όπλο όταν έχει σχεδιαστεί ή προσαρμοστεί για να προκαλέσει βλάβη, καταστροφή ή θάνατο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί με επιθετικό σκοπό, ακόμα κι αν έχει διττή χρήση (dual-use βλ. drones) και τέλος όταν μπορεί να παράγει συνέπειες ανάλογες με μια ένοπλη επίθεση, ακόμα κι αν δεν εμπλέκονται φυσικά όπλα (κυβερνοεπιθέσεις σε κρίσιμες υποδομές). Σε ένα τρίτο στάδιο, η επίθεση πρέπει να είναι ενεστώσα, να παράγει με άλλα λόγια άμεσο κίνδυνο κατά του αμυνόμενου κράτους. Στο σημείο αυτό να αναφερθεί πως ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη είναι η θεωρία περί «προληπτικής άμυνας» κατά την οποία η εκδήλωση της επίθεσης δεν χρειάζεται να είναι παρούσα, αλλά μπορεί να επίκειται με βάσει ορισμένες ενδείξεις. Είναι, όμως, μια θεωρία που δεν μπορεί να ευδοκιμήσει αφού λείπει το βασικότερο στοιχείο που νομιμοποιεί την άμυνα, δηλαδή η επίθεση. Η προληπτική άμυνα χρησιμοποιήθηκε, λοιπόν, κυρίως από κυβερνήσεις με στόχο την νομιμοποίηση μονομερούς χρήσης βίας, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το Δόγμα Bush  (Bush Doctrine), το οποίο θεμελίωσε τη στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών για προληπτικά πλήγματα κατά υποτιθέμενων απειλών. Το Δόγμα Bush διαμορφώθηκε μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, υπό την προεδρία του George W. Bush και η  ουσία του είναι, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα διατηρούσαν το δικαίωμα να προχωρούν σε προληπτικά (preemptive) χτυπήματα κατά κρατών ή ομάδων που θεωρούν απειλή, ακόμα και αν η απειλή δεν είναι άμεση. Σήμερα, βέβαια, δεν αποτελεί τον επίσημο οδηγό της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Τελευταία προϋπόθεση της αυτοάμυνας, που θέτει το άρθρο 51 είναι διαδικαστική· το αμυνόμενο κράτος οφείλει να ενημερώσει το Συμβούλιο Ασφαλείας για τις ενέργειές του. Εκτός από τις παραπάνω, το ΔΔΔ έχει εισάγει και δύο επιπλέον προϋποθέσεις καθιστώντας αυστηρότερα τα πλαίσια για την άσκηση νόμιμης άμυνας. Αυτές είναι η «αναλογικότητα» και η «αναγκαιότητα» των μέτρων του αμυνόμενου κράτους που πηγάζουν από το εθιμικό Διεθνές Δίκαιο και επιβεβαιώνονται με νομολογία του. Σύμφωνα με αυτές τις προϋποθέσεις το κράτος πρέπει, να αμυνθεί σε βαθμό ικανό για την αποτροπή της επίθεσης και όχι να υπερβεί το αναγκαίο μέτρο που κρίνεται κάθε φορά ανάλογα με τις περιστάσεις.

Καταληκτικά και συνεκτιμώντας τα παραπάνω, είναι ευδιάκριτο πως η νομιμότητα της χρήσης βίας στο Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, παραμένει ένα διαρκώς εξελισσόμενο ζήτημα, το οποίο δεν είναι μόνο νομικό αλλά και ηθικό, κοινωνικό και γεωπολιτικό. Παρόλο που ο ΟΗΕ επιδιώκει με τις αποφάσεις του τον περιορισμό της χρήσης βίας, εξαιρέσεις όπως το δικαίωμα στην νόμιμη άμυνα και εξουσιοδοτήσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας για χρήση βίας φέρνουν στην επιφάνεια νέες προκλήσεις. Δεν είναι λίγες οι φορές που επιβάλλεται η γνώμη του δυνατού παρά τις εξαγγελίες του Συμβουλίου, ενώ συχνά γίνονται καταχρήσεις των παραπάνω δικαιωμάτων προς νομιμοποίηση της μονομερούς χρήσης βίας. Για να διασφαλιστεί η διεθνής ειρήνη και ασφάλεια, απαιτείται συνεχής ενίσχυση του νομικού πλαισίου, αυστηρότερη τήρηση των κανόνων και ισχυρότερη διεθνής συνεργασία. Μόνο έτσι μπορεί να περιοριστεί η αυθαίρετη χρήση στρατιωτικής ισχύος και να εδραιωθεί ένα σύστημα βασισμένο στη δικαιοσύνη και τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου.

 

Βιβλιογραφία:

Πρωτογενείς πηγές:

Χάρτης Ηνωμένων Εθνών:

https://unric.org/el/%CF%87%CE%B1%CF%81%CF%84%CE%B7%CF%83-%CE%BF%CE%B7%CE%B5/

 

Βιβλία

Χατζηκωνσταντίνου K./ Σαρηγιαννίδης M./ Αποστολίδης X. (2014). Θεμελιώδεις Έννοιες στο Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο, 2η έκδ. Εκδόσεις Σάκκουλας

Σισιλιάνος Λ. (2003). Η εξουσιοδότηση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τη χρήση βίας. Εκδόσεις Σάκκουλας

Λιακόπουλος Δ. (2001). Το δίκαιο στην ανθρωπιστική επέμβαση. Εκδόσεις Σάκκουλα 

Καρεκλάς Ι. (2018). Θεωρία του Δικαίου Πολέμου. Εκδόσεις Σάκκουλα

Gray C. (2018). International Law and the Use of Force. Oxford University Press.

Malcolm N.S. (2017). International Law. Cambridge University Press

 

Αρθρογραφία

Στυλιανού Α . (2020). Η εξόντωση του Σουλεϊμανί και το Διεθνές Δίκαιο. Δικαιοσύνη. Διαθέσιμο σε: https://dikaiosyni.com/katigories/arthra/i-exontosi-tou-souleimani-kai-to-diethnes-dikaio/

Μούζουλας Α. (2020). Χρήση βίας και το δόγμα unable-unwilling. Διαθέσιμο σε: https://ikee.lib.auth.gr/record/314720/files/GRI-2020-26675.pdf

Αργυρός Α. (2022). Το διεθνές δίκαιο και ο πόλεμος στην Ουκρανία – Η Μέρα που άλλαξε τον Κόσμο. Lawnet. Διαθέσιμο σε: https://lawnet.gr/law-news/to-diethnes-dikaio-kai-o-polemos-stin-oukrania-i-mera-pou-allaxe-ton-kosmo-arthro-tou-antoni-p-argyrou/

Frontpagemagazine. (2002). The Bush Doctrine. Διαθέσιμο σε: https://carnegieendowment.org/posts/2002/10/the-bush-doctrine?lang=en

 

Πηγή εικόνας: https://news.un.org/en/story/2017/12/640341