Loading...
Πρόσφατες αναλύσεις
Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Η κλειτοριδεκτομή ως παραβίαση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών

Γράφει η Κατερίνα Καπετάνου

     Η διακηρυγμένη πρόοδος των σύγχρονων κοινωνιών όπως αυτή εκδηλώνεται, μεταξύ άλλων, με την κατοχύρωση δικαιωμάτων που αποσκοπούν στην καταπολέμηση της έμφυλης βίας, δεν έχει σταθεί αρκετή ώστε να εξαλείψει πλήρως το έγκλημα της κλειτοριδεκτομής. Η τελευταία, ως κορωνίδα παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποτελεί τον ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων, από ανειδίκευτο προσωπικό, για μη ιατρικούς ή θεραπευτικούς λόγους (Παπαγεωργίου, 2013, σ. 7). Το παρόν άρθρο εξετάζει τους λόγους για τους οποίους η πρακτική αυτή αντίκειται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (1979) (εφεξής: CEDAW) και φιλοδοξεί να απαντήσει στο ερώτημα γιατί η κλειτοριδεκτομή εξακολουθεί να υφίσταται σε ορισμένα μέρη του πλανήτη.

Σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), υπολογίζεται πως μέχρι το 2024 περίπου 200 εκατομμύρια γυναίκες και κορίτσια είχαν υποστεί αυτή την απάνθρωπη πρακτική, και για περίπου 4 εκατομμύρια κορίτσια ελλοχεύει ο κίνδυνος να ακρωτηριαστούν, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 12.000 περιστατικά ημερησίως (ΟΗΕ, 2024). Θύματα της βάρβαρης αυτής πρακτικής είναι, καταρχήν, κορίτσια ηλικίας 4 έως 15 ετών, ωστόσο δύναται να υποστεί κλειτοριδεκτομή κι ένα νεογνό αμέσως μετά τη γέννησή του. Οι συνέπειες της εξεταζόμενης πρακτικής για την υγεία των κοριτσιών αφορούν σε ακατάσχετη αιμορραγία, λοιμώξεις, αδυναμία αναπαραγωγής καθώς και σε πολλές περιπτώσεις θάνατο (Παπαγεωργίου, 2013, σ. 7).

Λάκτισμα της πρακτικής συνιστά η κουλτούρα των χωρών στις οποίες εφαρμόζεται όπως είναι, μεταξύ άλλων, η Σομαλία, η Σιέρα Λεόνε και η Γκάνα, κατά την οποία η αφαίρεση των γυναικείων γεννητικών οργάνων αποτελεί δείγμα «αγνής» γυναίκας. Το οφθαλμοφανές παράδοξο που προκύπτει είναι πως για την αγνότητα μιας γυναίκας, προϋποτίθεται ο ακρωτηριασμός ενός εκ των οργάνων εκείνων που την καθιστούν γυναίκα! Είναι αμφίβολο αν η κλειτοριδεκτομή βρίσκει έρεισμα σε θρησκευτικές παραδόσεις, αφού αφενός, εφαρμόζεται σε χώρες που ασπάζονται διαφορετικό θρήσκευμα και αφετέρου, δεν γίνονται ρητές αναφορές, σε αυτή, σε θρησκευτικά βιβλία (Hughes, 1995, σ. 331). Αναμφισβήτητα, λοιπόν, προκύπτει, πως με την κλειτοριδεκτομή αντανακλάται περισσότερο η διαιώνιση των κοινωνικών διακρίσεων που υπόκεινται οι γυναίκες, παρά κάποιο θρησκευτικό έθιμο.

Στο σημείο αυτό, αξίζει να γίνει αναφορά στην ποινικοποίηση της υπό εξέταση πρακτικής, όπως έχει συμβεί σε διάφορα κράτη. Στην Ελλάδα, η κλειτοριδεκτομή συνιστά έγκλημα κατά τις διατάξεις 308, 309 και 310 του Ποινικού Κώδικα για την απλή, την επικίνδυνη και τη βαριά σωματική βλάβη. Εκτός από την Ελλάδα, κι άλλα ευρωπαϊκά κράτη την έχουν ποινικοποιήσει με διατάξεις του Ποινικού τους Κώδικα, όπως, η Σουηδία, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο κ.α. Ωστόσο, αποθαρρυντική είναι η νομοθεσία πολλών αφρικανικών χωρών, αφού παρά την ποινικοποίηση της πρακτικής, αυτή εξακολουθεί να εφαρμόζεται, γεγονός που αποδεικνύει την αδυναμία της επιβολής της νομοθεσίας, στις χώρες αυτές. Τέτοιες χώρες είναι, μεταξύ άλλων, η Σενεγάλη, η Σιέρα Λεόνε και η Γκάνα (World Bank, 2023). H ανεπάρκεια αυτή της νομοθεσίας δεν είναι άνευ νοήματος, καθώς καθιστά επιτακτική την ανάγκη αυστηροποίησής της, προκειμένου να είναι αποτελεσματική και να μην προκαλεί την εντύπωση πως τα ανθρώπινα δικαιώματα, στις παραπάνω χώρες, είναι μετέωρα.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η σημασία του Διεθνούς Δικαίου και δη του Διεθνούς Συμβατικού Δικαίου, καθώς είναι εκείνο που θα δώσει την απάντηση στο ερώτημα γιατί η κλειτοριδεκτομή εξακολουθεί να εφαρμόζεται. Το τελευταίο αφορά στις συμβάσεις που συνάπτονται ανάμεσα στα κράτη και πραγματεύεται τον τρόπο συνομολόγησης, εφαρμογής, τροποποίησης, ακυρότητας και λήξης των συμβάσεων (Χατζηκωνσταντίνου et al., 2014). Εν προκειμένω, θα εξεταστεί η CEDAW, στην οποία συμβαλλόμενα μέρη είναι 189 κράτη, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Στην εν λόγω Σύμβαση δεν γίνεται ρητή αναφορά στην κλειτοριδεκτομή, ωστόσο έμμεσα προκύπτει η απαγόρευσή της από τα Άρθρα 2, 5 περ. α και 12 περ. α .

Υπό το φως της εξεταζόμενης Σύμβασης, κρίνεται αναγκαίο να αναφερθεί πως μολονότι αυτή έχει υπογραφεί από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, δεν έχει επικυρωθεί από όλα. Ακριβέστερα, με την υπογραφή τα κράτη εκφράζουν τη βούλησή τους να δεσμευτούν, επιβεβαιώνοντας το κείμενο της σύμβασης, όπως προβλέπει το άρθρο 10 της Σύμβασης της Βιέννης για το δίκαιο των συνθηκών (ΣτΒ) (Χατζηκωνσταντίνου et al., 2014, σ. 331). Ωστόσο, κατά το στάδιο της υπογραφής, τα κράτη δεν δεσμεύονται από τη συνθήκη, οφείλουν, όμως, να απόσχουν από ενέργειες που πλήττουν το αντικείμενο της σύμφωνα με το άρθρο 18 ΣτΒ (Χατζηκωνσταντίνου et al., 2014, σ. 336). Κράτη που έχουν υπογράψει αλλά δεν έχουν επικυρώσει τη CEDAW είναι οι ΗΠΑ και το Παλάου (United Nations, 1979).

Εκτός από τα παραπάνω κράτη, τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη έχουν προχωρήσει στη διαδικασία της επικύρωσης, με την οποία δεσμεύονται νομικά από τη σύμβαση. Είναι, όμως, αρκετή η νομική δέσμευση των κρατών, προκειμένου να μην εφαρμόζουν επιζήμιες πρακτικές, όπως η εξεταζόμενη, εις βάρος των γυναικών; Κι αν ναι, τότε γιατί η CEDAW δεν έχει αποτελέσει ανάχωμα για την εφαρμογή της κλειτοριδεκτομής, ακόμη και για τα κράτη που την έχουν επικυρώσει; Μια πιθανή απάντηση στο ερώτημα αυτό, είναι η δυνατότητα των επιφυλάξεων με τις οποίες τα κράτη μπορούν να αποκλείσουν ή να τροποποιήσουν διατάξεις μιας σύμβασης που έχουν υπογράψει ή επικυρώσει κατά το άρθρο 2 παρ.1δ ΣτΒ (Χατζηκωνσταντίνου et al., 2014, σ. 343). Παράδειγμα κράτους που έχει επικυρώσει τη CEDAW αλλά έχει εγείρει επιφυλάξεις, είναι η Αλγερία (CEDAW, 1979).

Η καταστρατήγηση του περιεχομένου της CEDAW και, κατ’ επέκταση, των βασικών αρχών που διέπουν το δίκαιο των συμβάσεων, από πλειάδα κρατών, καθιστά αδήριτη την ανάγκη εύρεσης μέτρων για την εξάλειψη της κλειτοριδεκτομής. Πρώτιστα, η αυστηροποίηση των ποινών όσον αφορά την κλειτοριδεκτομή είναι κρίσιμη τόσο στην εθνική νομοθεσία των συμβαλλομένων κρατών, όσο και σε επίπεδο διεθνούς έννομης τάξης (United Nations Population Fund, 2023). Πρόσφορο θα ήταν, επίσης, ένα καθεστώς κατά το οποίο τα κράτη θα δύνανται να εγείρουν επιφυλάξεις, σε συμβάσεις που προασπίζουν θεμελιώδη δικαιώματα, μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις, η πλήρωση των οποίων θα εξεταζόταν από ειδικές επιτροπές. «Φυτώριο» εξάλειψης της κλειτοριδεκτομής θα αποτελούσε και η απαγόρευση επιλογής των κρατών, να απέχουν ή να παραβιάζουν διατάξεις συμβάσεων, στις οποίες είναι συμβαλλόμενα μέρη, με την πρόφαση θρησκευτικών εθίμων.

Εκτός από τις προαναφερθείσες μεταρρυθμίσεις στον χώρο του Διεθνούς Δικαίου, αποτελεσματική θα ήταν και η προσπάθεια των κρατών να ενδυναμώσουν την εσωτερική τους νομοθεσία με μέτρα κατασταλτικά των διακρίσεων κατά των γυναικών (World Bank, 2023). Ακριβέστερα, το εθνικό δίκαιο των κρατών οφείλει να συμμορφώνεται στις αρχές και τις προβλέψεις του Διεθνούς Δικαίου, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ομαλότητα στη διεθνή κοινότητα. Η εφαρμογή του τελευταίου, ωστόσο, ερείδεται σε συστήματα που έχουν αναπτυχθεί στην εθνική νομοθεσία των κρατών (Χατζηκωνσταντίνου et al., 2014, σ. 13). Συνεπώς, ένα κράτος το οποίο επενδύει στην εξάλειψη των διακρίσεων και προωθεί την ισότητα των φύλων έμπρακτα, καθίσταται ικανό, μεταξύ άλλων προϋποθέσεων, να επιδράσει γόνιμα στο διεθνές περιβάλλον.

Όπως συνάγεται από τα ανωτέρω, λόγω της ύπαρξης του εγκλήματος της κλειτοριδεκτομής, αναδεικνύεται η έλλειψη ενός ισχυρού νομοθετικού πλαισίου, ικανού να προασπίσει πλήρως την ανθρώπινη υπόσταση των γυναικών· το δικαίωμα στη ζωή και την υγεία τους υπονομεύεται, η αξιοπρέπεια μετατρέπεται σε πολυτέλεια και η αυτοδιάθεση επί του σώματος θυσιάζεται στον βωμό προκαταλήψεων και απαρχαιωμένων εθίμων. Ωστόσο, η εξεταζόμενη Σύμβαση CEDAW περιλαμβάνει σπουδαίες ρυθμίσεις που με τη συνδρομή και την ορθή αξιοποίησή τους από τα συμβαλλόμενα κράτη δύναται να εξαλείψει τις ως άνω παραβιάσεις. Άλλωστε, τα κράτη δεν είναι, παρά οι συντελεστές, σε μια εξίσωση της διεθνούς κοινότητας, της οποίας το αποτέλεσμα πρέπει να αναδεικνύει την ανθρώπινη ζωή σε υπεραξία.

 

Βιβλιογραφία/Πηγές:

  • Χατζηκωνσταντίνου Κ., Αποστολίδης Χ., Σαρηγιαννίδης Μ. (2014). Θεμελιώδεις Έννοιες στο Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ.

 

 

  • Παπαγεωργίου Κ. (2013). ‘Γεννητικός Ακρωτηριασμός Γυναικείων Οργάνων’. Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών. Διαθέσιμο σε: https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/object/1310439/file.pdf

 

 

 

 

 

 

  • Ποινικός Κώδικας (Ν. 4619/2019). ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ.