Loading...
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Racial/Ethnic Profiling: Ένα μέσο αντιμετώπισης της τρομοκρατίας ή παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;

Γράφει η Αθανασία Τριάντου

      Ένα από τα πλέον μείζονα ζητήματα που ταλανίζουν την ανθρωπότητα, είναι αυτό της έξαρσης του φαινομένου της τρομοκρατίας, ειδικά ύστερα από την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001. Οι προσπάθειες πρόληψης και καταστολής του ανωτέρω φαινομένου έχουν συνδεθεί με παραβιάσεις θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ενίσχυση των διακρίσεων και των στερεοτύπων εις βάρος συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων. Μία μέθοδος που χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, είναι αυτή του racial ή ethnic profiling, η οποία εγείρει σημαντικά ερωτήματα ως προς το περιεχόμενό της, και κατά συνέπεια την αποτελεσματικότητά της.

    Τι είναι, όμως, το racial profiling; Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας (European Commission against Racism and Intolerance), η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται από την Αστυνομία και αφορά τη διεξαγωγή ελέγχων, επιτήρησης και ανάκρισης στη βάση χαρακτηριστικών όπως η εθνικότητα, το χρώμα, η γλώσσα και η θρησκεία, χωρίς επαρκή και ουσιαστική αιτιολόγηση. Είναι σημαντικό να τονιστεί πως αυτή η πρακτική είναι παράνομη, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 3 της Οδηγίας 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών. Επιπλέον, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με τη φυλετική ή την εθνοτική καταγωγή συνιστούν ειδική κατηγορία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

     Πρέπει, λοιπόν, το racial profiling να διακριθεί από τη γενικότερη πρακτική του profiling, η οποία ορίζεται από την Οδηγία ως εξής (άρθρο 3 παρ. 4):

“οποιαδήποτε μορφή αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συνίσταται στη χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την αξιολόγηση ορισμένων προσωπικών πτυχών ενός φυσικού προσώπου, ιδίως για την ανάλυση ή την πρόβλεψη πτυχών που αφορούν στην απόδοση στην εργασία, στην οικονομική κατάσταση, στην υγεία, στις προσωπικές προτιμήσεις, στα ενδιαφέροντα, στην αξιοπιστία, στη συμπεριφορά, στη θέση ή στις μετακινήσεις του εν λόγω φυσικού προσώπου”.

       Η πρακτική του racial profiling συνήθως εφαρμόζεται:

  • Σε περιπτώσεις αιφνίδιου ελέγχου σε αλλοδαπούς και άτομα που ανήκουν σε μειονοτικές ομάδες (stop-and-search).
  • Σε διαδικασίες εξακρίβωσης στοιχείων ή/και συνεντεύξεις στα σύνορα ή σε μέρη όπως τα αεροδρόμια και οι σιδηροδρομικοί σταθμοί (identity checks, interviews).
  • Στα πλαίσια του συστήματος απονομής ποινικής δικαιοσύνης, όπου συχνά επιβάλλονται αυστηρότερες ποινές σε άτομα μειονοτικών ομάδων.
  • Στην επιτήρηση συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων (targeted groups).
  • Σε επιδρομές (raids).
  • Στην αναζήτηση σε υπολογιστές βάσεις δεδομένων ανθρώπων που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (data mining).

    Με πιο απλά λόγια, πρόκειται για την εμφύσηση στερεοτύπων σε τέτοιου είδους διαδικασίες, παραβιάζοντας έτσι μία εκ των βασικότερων αρχών στο Διεθνές Δίκαιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: την αρχή της ισότητας και της μη διάκρισης (principle of equality and non-discrimination).

      Η αρχή αυτή αποτελεί κεντρικό σημείο του επιμέρους αυτού κλάδου του Διεθνούς Δικαίου, καθώς συμπεριλαμβάνεται σε πλήθος διεθνών νομοθετικών κειμένων για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αξίζει να σημειωθεί πως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει αναγνωρίσει, μέσω της νομολογίας του, πως οι διακρίσεις βάσει εθνικότητας μπορούν, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, να προσβάλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια σε τέτοιο βαθμό, ώστε να χαρακτηρίζονται ως απάνθρωπη συμπεριφορά με την έννοια του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

     Είναι γνωστό στο Διεθνές Δίκαιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων πως, τα περισσότερα κατοχυρωμένα ανθρώπινα δικαιώματα, μπορούν να περιοριστούν χάριν ορισμένων καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, με εξαίρεση ορισμένα δικαιώματα που χαρακτηρίζονται ως “απόλυτα” και δεν μπορούν να περιοριστούν σε καμία περίπτωση (non-derogable rights). Βέβαια, ο όποιος περιορισμός, όπως ορίζει το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα στο άρθρο 4, οφείλει να μη γίνεται στη βάση διακρίσεων λόγω εθνικότητας, χρώματος, φύλου, γλώσσας, θρησκείας ή κοινωνικής προέλευσης.

       Χαρακτηριστική είναι η υπόθεση Lingurar v. Romania, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Πρόκειται για την πρώτη υπόθεση όπου χρησιμοποιήθηκε ο όρος “ethnic profiling” από το Δικαστήριο, σε συνδυασμό με τις πρακτικές της Αστυνομίας. Το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση των άρθρων 3 και 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, για την απαγόρευση της εξευτελιστικής και απάνθρωπης μεταχείρισης και την απαγόρευση των διακρίσεων αντίστοιχα, ύστερα από επιδρομής της Αστυνομίας σε οικισμό Ρομά στη Ρουμανία, το 2011. Για πρώτη φορά συνδέθηκε άμεσα η εθνικότητα με εγκληματικές συμπεριφορές, και έγινε λόγος για “θεσμοθετημένο ρατσισμό” (institutionalized racism).

    Επομένως, μέχρι τώρα έχει καταστεί σαφές πως η πρακτική του racial profiling δεν συμβαδίζει με την αρχή της ισότητας και της μη διάκρισης. Στη Σύμβαση του Ο.Η.Ε. για την Εξάλειψη κάθε μορφής Φυλετικών Διακρίσεων γίνεται λόγος, μεταξύ άλλων, για ισότητα όλων ενώπιον του νόμου (άρθρο 5), κάτι που διακυβεύεται με τη χρήση αυτής της μεθόδου.

    Ειδικότερα, στο πεδίο αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, έχει επισημανθεί από το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή του Ο.Η.Ε. για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα πως, τα αντιτρομοκρατικά μέτρα που στοχεύουν σε συγκεκριμένες εθνοτικές ή θρησκευτικές ομάδες, αντιβαίνουν στα ανθρώπινα δικαιώματα και τα θέτουν ακόμη περισσότερο σε κίνδυνο, ενώ η αρχή της μη διάκρισης θα πρέπει να γίνεται σεβαστή σε κάθε περίπτωση.

       Ενδεικτικά, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το 2009, εξέδωσε Σύσταση προς το Συμβούλιο, αναφορικά με το ζήτημα του profiling στα πλαίσια αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, την εφαρμογή του νόμου, τη μετανάστευση και τελωνειακούς και συνοριακούς ελέγχους, ειδικά όταν γίνεται βάσει φυλετικών και εθνοτικών διακρίσεων. Πιο συγκεκριμένα, συνίσταται, μεταξύ άλλων:

  • Η χρήση προσωπικών δεδομένων για σκοπούς αντιμετώπισης της τρομοκρατίας και εφαρμογής του νόμου να βασίζεται σε δημοσιοποιημένους νομικούς κανόνες, με σαφή όρια και πρόβλεψη κυρώσεων, σε περίπτωση παραβίασης. Η καταχώρηση προσωπικών δεδομένων για προληπτικούς σκοπούς, δεν συμβαδίζει με μια επιτυχημένη στρατηγική κατά της τρομοκρατίας.
  • Το σχετικό νομικό πλαίσιο να περιλαμβάνει έναν σαφή και ξεκάθαρο ορισμό του profiling.
  • Η συλλογή και η αξιοποίηση προσωπικών δεδομένων και η χρήση τεχνικών profiling σε άτομα που δεν θεωρούνται ύποπτα για τη διάπραξη ή την απειλή διάπραξης ενός συγκεκριμένου εγκλήματος, να συμβαδίζει με τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας.
  • Να υπάρχουν χρονικά όρια στη διατήρηση προσωπικών δεδομένων.
  • Να απαγορευθεί η συλλογή προσωπικών δεδομένων αποκλειστικά στη βάση συγκεκριμένης φυλετικής ή εθνικής προέλευσης, θρησκευτικής πεποίθησης, σεξουαλικού προσανατολισμού, πολιτικών πεποιθήσεων ή συμμετοχής σε συγκεκριμένες οργανώσεις ή κινήματα που δεν έχουν οριστεί από το νόμο.
  • Να ελέγχεται και να αξιολογείται η υφισταμένη ενωσιακή νομοθεσία, ως προς την νομιμότητα και την αποτελεσματικότητα της, ώστε να συμβαδίζει με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και τις διεθνείς συνθήκες.

       Παράλληλα, η Σύσταση 8(2004) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας του Συμβουλίου της Ευρώπης για την παράλληλη καταπολέμηση του ρατσισμού και της τρομοκρατίας, τονίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

  • Χαρακτηρίζει την τρομοκρατία ως την ύψιστη μορφή μισαλλοδοξίας, και καλεί τα κράτη-μέλη σε διεθνή συνεργασία για την καταπολέμηση του φαινομένου, με παράλληλο σεβασμό προς το Διεθνές Δίκαιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
  • Καλεί τα κράτη-μέλη σε αναθεώρηση της νομοθεσίας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, ώστε να μην λαμβάνουν χώρα άμεσες ή έμμεσες διακρίσεις σε βάρος ατόμων συγκεκριμένων ομάδων.
  • Υπογραμμίζει τη διασφάλιση του σεβασμού του δικαιώματος αναζήτησης ασύλου και της αρχής της μη επαναπροώθησης, χωρίς να γίνονται διακρίσεις κυρίως στη βάση της εθνοτικής προέλευσης.
  • Αναφέρει πως η καταπολέμηση των διακρίσεων σε αυτό το πεδίο, πρέπει να επεκταθεί και στο χώρο του διαδικτύου.

    Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ανεξαρτήτων Εμπειρογνωμόνων για ζητήματα Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, έχει τονίσει πως η χρήση τέτοιων πρακτικών μπορεί να γίνει αποδεκτή μόνο εφόσον υπάρχει στατιστικά σημαντική συσχέτιση των χαρακτηριστικών που αναφέρθηκαν παραπάνω με την πιθανότητα τρομοκρατικής ενέργειας, κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει θεμελιωθεί.

       Τέλος, η πρόσφατη Στρατηγική της Ε.Ε. για την Ένωση Ασφάλειας του 2020, θίγει το ζήτημα της προστασίας των δημοσίων χώρων για την πρόληψη τρομοκρατικών ενεργειών, επισημαίνοντας παράλληλα τον κίνδυνο στιγματισμού ορισμένων κοινωνικών ομάδων λόγω του φύλου ή της θρησκείας τους, κάτι που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής.

       Συνεπώς, θα μπορούσε να λεχθεί πως πρόκειται για ένα πολύ λεπτό ζήτημα, από το οποίο προκύπτουν σημαντικά ερωτήματα. Μήπως θα έπρεπε να αναθεωρηθούν οι τεχνικές που αξιοποιούνται στο πεδίο αντιμετώπισης της τρομοκρατίας; Μήπως οι προσπάθειες πρόληψης εν τέλει καταλήγουν σε στιγματισμό και περαιτέρω περιθωριοποίηση κοινωνικών ομάδων, χάριν στερεοτύπων που συνεχίζουν να διαιωνίζονται; Ένα κοινό σημείο της σχετικής νομοθεσίας είναι πως η καταπολέμηση ακραίων φαινομένων, όπως είναι η τρομοκρατία, θα πρέπει πάντα να λαμβάνει υπόψη τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και η ακρότητα αυτών των φαινομένων να μη χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για εξίσου ακραίες λύσεις. Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι πολύ πιο ρευστή και δεν συμβαδίζει πάντα με τις επιταγές των νομοθετικών κειμένων. Τα όρια είναι πολύ στενά, και το μέλλον προβλέπεται αβέβαιο.

Βιβλιογραφία

Amnesty International & Open Society Foundations (2021). A Human Rights Guide for Researching Racial and Religious Discrimination in Counter-Terrorism in Europe. Διαθέσιμο σε: https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2021/05/EUR0136062021ENGLISH.pdf

Communication from the Commission to the European Parliament, the European Council, the Council, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions on the EU Security Union Strategy, COM(2020) 605 final. Brussels: European Commission. Διαθέσιμο σε: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EN/TXT/PDF/?uri=CELEX:52020DC0605&from=EN

Council of Europe, Commissioner for Human Rights (2019, 9 May). “Ethnic Profiling: A persisting practice in Europe”. Strasbourg: Council of Europe. Διαθέσιμο σε: https://www.coe.int/en/web/commissioner/-/ethnic-profiling-a-persisting-practice-in-europe#_ftn1

European Commission against Racism and Intolerance, Recommendation No. 8 on Combatting Racism while Fighting Terrorism, CRI(2004)26, Adopted on 17 March 2004. Strasbourg: Council of Europe. Διαθέσιμο σε: https://rm.coe.int/ecri-general-policy-recommendation-no-8-on-combating-racism-while-figh/16808b5abc

European Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms, as amended by Protocols Nos. 11 and 14, 4 November 1950, ETS 5. Διαθέσιμο σε: https://www.echr.coe.int/documents/convention_eng.pdf

European Parliament Recommendation to the Council, of 24 April 2009, on the problem of profiling, notably on the basis of ethnicity and race, in counter-terrorism, law enforcement, immigration, customs and border control (2008/2020(INI)), P6_TA(2009)0314. Διαθέσιμο σε: https://www.europarl.europa.eu/doceo/document/TA-6-2009-0314_EN.pdf?redirect

European Union Agency for Fundamental Rights (2018). Preventing unlawful profiling today and in the future: a guide. Luxembourg: Publications Office of the European Union. Διαθέσιμο σε: https://fra.europa.eu/sites/default/files/fra_uploads/fra-2018-preventing-unlawful-profiling-guide_en.pdf

Goldston, J. (2006, 6 June). Ethnic Profiling and Counter-Terrorism: Trends, Dangers and Alternatives. Brussels: Anti-Racism and Diversity Intergroup, European Parliament. Διαθέσιμο σε: https://www.justiceinitiative.org/uploads/d8a85682-e967-4a97-89e7-e439642ef24f/goldston_20060606.pdf

International Convention on the Elimination of All Forms of Racial Discrimination, Adopted and opened for signature and ratification by General Assembly resolution 2106 (XX) of 21 December 1965, Entry into force 4 January 1969, in accordance with Article 19. United Nations. Διαθέσιμο σε:  https://www.ohchr.org/Documents/ProfessionalInterest/cerd.pdf

International Covenant on Civil and Political Rights, 16 December 1966, United Nations, Treaty Series vol. 999, p. 171. Entry into force: 23 March 1976. Διαθέσιμο σε: https://www.ohchr.org/Documents/ProfessionalInterest/ccpr.pdf Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου. Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διαθέσιμο σε: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32016L0680&from=EN