Γράφει ο Αναστάσιος Χαρανιάς
Το 1974, οι Τούρκοι δεν επενέβησαν στην Κύπρο για να αποκαταστήσουν τη συνταγματική τάξη του 1960 ή για να διακόψουν το σχέδιο της ελληνικής χούντας να ενώσει το νησί με την Ελλάδα. Η Κύπρος ήταν η πύλη προς τη νότια πλευρά της Τουρκίας και ο έλεγχος της θα σήμαινε τον έλεγχο ολόκληρης της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου. Εξ αντιδιαστολής, η Κύπρος, είτε ανεξάρτητη είτε σε ένωση με την Ελλάδα, θα έθετε τους Έλληνες σε πλεονεκτική γεωστρατηγική θέση, καθώς θα ήλεγχε τις αεροπορικές και θαλάσσιες επικοινωνίες. Συνεπώς, το πρωταρχικό κίνητρο της τουρκικής πολιτικής στην Κύπρο ήταν στρατηγικό.
Η πρώτη εισβολή της Τουρκίας, στις 20 Ιουλίου 1974, αντιπροσώπευε την εφαρμογή μιας εκδοχής των σχεδίων Άτσεσον, με τα στρατεύματά της να καταλαμβάνουν τους τουρκοκυπριακούς θύλακες στον άξονα Κερύνειας-Νικοσίας. To σχέδιο Άτσεσον ήταν πρόταση λύσης του Κυπριακού από τον Αμερικανό διπλωμάτη Ντιν Ατσεσον (Dean Acheson), η οποία προτάθηκε το 1964 και προέβλεπε κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ δια της ενώσεως με την Ελλάδα και ταυτόχρονα παραχώρηση μεγάλου μέρους της Κύπρου (25%-27%) στην Τουρκία. Μετά την κατάρρευση των συνομιλιών στη Γενεύη, η Τουρκία εξαπέλυσε μια δεύτερη, πλήρους κλίμακας εισβολή στις 14 Αυγούστου 1974, με αποτέλεσμα την κατάληψη περίπου του ενός τρίτου του κυπριακού εδάφους και τη δημιουργία ενός τεράστιου προσφυγικού προβλήματος, καθώς περίπου 250.000 κύπριοι εκτοπίστηκαν με τη βία. Η δεύτερη εισβολή της Τουρκίας υπονόμευσε, αφεύκτως, το επιχείρημά ότι η δράση της ξεκίνησε για να προστατεύσει την τουρκοκυπριακή μειονότητα στο νησί από τους Έλληνες εθνικιστές, και, inter alia, χρησίμευσε για να πείσει τη διεθνή κοινότητα να συμφωνήσει με την ισορροπημένη πρόταση της Ελλάδας ότι οι εισβολές ήταν ανήθικες και, από την άποψη του διεθνούς δικαίου και των συνταγματικών ρυθμίσεων του 1960, εντελώς παράνομες.
Αλλά, όμως, η κυπριακή σύγκρουση δε μπορεί να αναλυθεί και να κατανοηθεί σε βάθος όσο δε λαμβάνονται σοβαρά και συστηματικά υπόψη η καθοριστική πολιτική επιρροή και ο βαθμός εμπλοκής εξωτερικών παραγόντων. Η επιρροή των μεγάλων δυνάμεων υπήρξε καθοριστική για τη γέννηση και την εξέλιξη της κυπριακής σύγκρουσης. Οι ΗΠΑ φάνηκε να πετυχαίνουν τη διαμεσολάβηση στις κρίσεις του 1964 και του 1967, πλην όμως, απέτυχαν πλήρως το 1974, όταν η Κύπρος διαιρέθηκε με μια «πράσινη γραμμή», αφ’ ης στιγμής η Τουρκία απέστειλε τα στρατεύματά της στο νησί. Η επιρροή των ΗΠΑ στην Τουρκία ήταν περιορισμένη ως αποτέλεσμα της εμπλοκής των αμερικανοτουρκικών σχέσεων εκείνη την εποχή και οποιαδήποτε δυναμική παρέμβαση θα έσπρωχνε την Τουρκία πιο κοντά στην ΕΣΣΔ. Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ ήταν απρόθυμος να ανταγωνιστεί την Τουρκία, έναν σύμμαχο με μεγάλη στρατηγική σημασία για τις ΗΠΑ. Όπως είπε κυνικά στον Πρόεδρο Ford, δεν υπήρχε “κανένας αμερικανικός λόγος για τον οποίο οι Τούρκοι δεν θα έπρεπε να έχουν το ένα τρίτο της Κύπρου”.
Ωστόσο, η απόδοση της πλήρους ευθύνης στην Ουάσιγκτον, λόγω της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας στο ΝΑΤΟ, και η a priori αντίληψη μιας νατοϊκής συνωμοσίας, η οποία επικράτησε στη συλλογική μνήμη σε Ελλάδα και Κύπρο ως αυταπόδεικτη αλήθεια, πρέπει να αποδοθεί, μάλλον, σε φιλοσοβιετική προπαγάνδα, καθώς η Σοβιετική Ένωση υπήρξε ο κατεξοχήν ωφελημένος διεθνής δρών από την Τουρκική εισβολή που αποσταθεροποίησε ανεπανόρθωτα την νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Όταν οι Τούρκοι εισέβαλαν στην Κύπρο, η Μόσχα κράτησε μάλλον αμφίσημη στάση. Αρχικά, αισθάνθηκε ικανοποιημένη από τις δηλώσεις της τουρκικής κυβέρνησης ότι η εισβολή αποσκοπούσε στην «αποκατάσταση των συνταγματικών διαδικασιών» και στην επιστροφή του προέδρου Μακαρίου στην εξουσία. Ομοίως, ο σοβιετικός Τύπος δικαιολόγησε την τουρκική εισβολή ως λογική αντίδραση στην ελληνική πρόθεση να προσαρτήσει την Κύπρο και να τη μετατρέψει σε βάση του ΝΑΤΟ. Σύντομα οι Σοβιετικοί θα συνειδητοποιούσαν ότι τα τουρκικά στρατεύματα δεν επρόκειτο ποτέ να εγκαταλείψουν την Κύπρο και ότι η επιστροφή του Μακαρίου δεν ήταν επιθυμητή. Ωστόσο, απέφυγαν να επικρίνουν, έστω και εμμέσως, είτε την Τουρκία είτε τις ΗΠΑ. Η κυβερνητική δήλωση της 28ης Ιουλίου επεσήμανε ότι: «Ορισμένοι κύκλοι του ΝΑΤΟ εργάζονται για να φέρουν τον κόσμο αντιμέτωπο με το τετελεσμένο γεγονός της διχοτόμησης της χώρας, ή τουλάχιστον να δημιουργήσουν τις συνθήκες μιας τέτοιας διχοτόμησης. Στην πραγματικότητα, γίνεται προσπάθεια να εδραιωθεί η κατοχή του νησιού, να διαλυθεί, και αυτό συμβαίνει μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου».
Οι Σοβιετικοί, λοιπόν, ευνόησαν τα τουρκικά σχέδια για τους δικούς τους στρατηγικούς λόγους και δεν ανέλαβαν καμία πρωτοβουλία για να σταματήσουν τις εισβολές. Ήταν πασίδηλο ότι ανησυχούσαν πολύ περισσότερο για την ισορροπία δυνάμεων και τη σταθερότητα στην περιοχή παρά για την τύχη της ίδιας της Κύπρου. Σίγουρα, υπήρχαν και άλλοι παράγοντες που συνέβαλαν στη σοβιετική αδράνεια. Η σοβιετική στρατιωτική υποστήριξη δινόταν σε χώρες που είχαν δεσμευτεί στο σοσιαλισμό ως κύρια κρατική ιδεολογία. Οι Σοβιετικοί είχαν επίγνωση του γεγονότος ότι η Κύπρος ανήκε στη δυτική σφαίρα συμφερόντων, και δεν θα διακινδύνευαν μια νέα στρατιωτική επέμβαση λίγους μόνο μήνες μετά την κρίση του Οκτωβρίου 1973 στη Μέση Ανατολή.
Βιβλιογραφία
Adams T. W. & J. Alvin Cotrell, (1968), Cyprus Between East and West. Baltimore, MD: Johns Hopkins University Press.
Fouskas, V, (2001), Reflections on the Cyprus Issue and the Turkish Invasions of 1974, Mediterranean Quarterly, 12:3, pp. 98-127.
Güney, A, (2004), The USA’s Role in Mediating the Cyprus Conflict: A Story of Success or Failure? Security Dialogue, 35(1), pp. 27–42. https://doi.org/10.1177/0967010604042534
Hart, Parker T., (1990), Two NATO Allies at the Threshold of War: Cyprus, a Firsthand Account of Crisis Management, 1965–1968, Durham, NC: Duke University Press.
Παπαχελάς, Α, (2021), Ένα Σκοτεινό Δωμάτιο 1967-1974, Αθήνα: Μεταίχμιο.
Sakkas, J. & Zhukova, N, (2013), The Soviet Union, Turkey and the Cyprus Problem, 1967-1974. Les cahiers Irice, 10, 123-135. https://doi.org/10.3917/lci.010.0123
Στεργίου, Α, (2018). Ανατομία ενός διαρκούς λάθους. Μια σύντομη αποτίμηση των λανθασμένων χειρισμών γύρω από το Κυπριακό με αφορμή το κλασικό βιβλίο του Πανταζή Τερλεξή, Διπλωματία και Πολιτική του Κυπριακού. Ανατομία ενός λάθους, ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ τριμηνιαία επιστημονική επιθεώρηση, τ. 70, σσ. 181-191.