Loading...
Latest news
European Climate Pact Project 2024 - together.euΔιεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

17 Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης – Μια σύντομη αποτίμηση της υλοποίησης τους

Γράφει η Εύη Μαλγαρινού

Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης – Η αισιόδοξη αρχή

Το Σεπτέμβριο του 2015, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη έλαβε μία απόφαση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μία ιστορική συμφωνία που επηρέασε την ζωή εκατομμύριων ανθρώπων. Η Ατζέντα 2030 των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, με τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ) και τους 169 υποστόχους, εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο του 2015 στη 70η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Με την απόφαση «Μετασχηματίζοντας τον Κόσμο μας: Η Ατζέντα 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη», όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ υποχρεούνται να προωθήσουν αυτούς τους στόχους, ενθαρρύνοντας τη συνεργασία μεταξύ αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών για την επίτευξή τους.

Από μια ιστορική προσέγγιση, οι 17 Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ) έχουν τη ρίζα τους στους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας (ΑΣΧ) των Ηνωμένων Εθνών, που κάλυπταν την περίοδο 2000-2015. Ενώ οι ΑΣΧ επικεντρώνονταν σε μεγάλο βαθμό στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι ΣΒΑ αναφέρονται και στις ανεπτυγμένες. Αυτοί οι στόχοι εξισορροπούν τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές πτυχές της βιωσιμότητας και θέτουν 169 υπο-στόχους που πρέπει να επιτευχθούν έως το 2030. Υπογράφοντας την Ατζέντα του 2030, η διεθνής κοινότητα δεσμεύτηκε να αντιμετωπίσει μια σειρά από βασικές παγκόσμιες προκλήσεις, όπως την εξάλειψη της φτώχειας, την εύρεση βιώσιμων αναπτυξιακών λύσεων χωρίς αποκλεισμούς και τη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλους.

Με βάση αυτήν την προοπτική, οι ΣΒΑ αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και, ως αποτέλεσμα, απαιτούν μια πολύ πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση για όλους τους πολιτικούς τομείς. Αυτή η προσέγγιση καλύπτει στόχους όπως η αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού (ΣΒΑ 1), η εξασφάλιση ολοκληρωμένης πρόσβασης σε υψηλής ποιότητας υπηρεσίες υγείας (ΣΒΑ 3) και εκπαίδευσης (ΣΒΑ 4), και η προώθηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και της ενεργειακής αποδοτικότητας (ΣΒΑ 7), καθώς και η προστασία και βιώσιμη διαχείριση των θαλασσών (ΣΒΑ 14). Επιπλέον, περιλαμβάνει οριζόντιους στόχους, όπως η κατασκευή ανθεκτικών υποδομών, η υποστήριξη της καινοτομίας, η βιώσιμη χρήση των θαλάσσιων πόρων, η προστασία των χερσαίων οικοσυστημάτων, καθώς και η διασφάλιση καθαρού νερού, προσιτής και καθαρής ενέργειας, βιώσιμων προτύπων κατανάλωσης και παραγωγής.

Οι ΣΒΑ σε κρίση: Το κρατικό και εταιρικό επίπεδο

Η επιτυχής εφαρμογή των ΣΒΑ βασίζεται στην υιοθέτηση πολιτικών, την ανάληψη δράσεων, την υλοποίηση προγραμμάτων και την κινητοποίηση πόρων, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Οι κυβερνήσεις έχουν την πρωταρχική ευθύνη για την παρακολούθηση της προόδου εφαρμογής των ΣΒΑ, σε εθνικό, περιφερειακό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ως προς τη χρηματοδότηση για την υλοποίηση των ΣΒΑ, η Ατζέντα 2030 παρείχε ένα νέο παγκόσμιο πλαίσιο για τη χρηματοδότηση της βιώσιμης ανάπτυξης με ένα ολοκληρωμένο σύνολο δράσεων πολιτικής και μέτρων που αποβλέπουν στη στήριξη της υλοποίησης των ΣΒΑ και των υποστόχων τους.

Ωστόσο, αν και στην θεωρία η υλοποίηση δράσεων προς επίτευξη των ΣΒΑ φαίνεται ένα σχετικά εύκολο έργο, η πραγματικότητα, δυστυχώς, διαφέρει. Συγκεκριμένα, πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι ο πολιτικός αντίκτυπος αυτών των στόχων ήταν περιορισμένος μέχρι τώρα και δεν έχει καταφέρει ακόμα να αναδιαμορφώσει την ατζέντα στα πολιτικά συστήματα, τους θεσμούς ή τις κοινωνίες. Σε ένα περιβάλλον, λοιπόν, το οποίο υφίσταται κλιματικές καταστροφές, ένοπλες συγκρούσεις, οικονομική ύφεση, ενώ οι επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19 είναι ακόμα έκδηλες, η προσπάθεια για την υλοποίηση των στόχων έχει αναστραφεί. Σύμφωνα με Έκθεση των Ηνωμένων Εθνών,  η οποία δημοσιεύθηκε το 2023, σχετικά με την εφαρμογή των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης, καταγράφεται πως για τους περισσότερους από τους μισούς στόχους, η πρόοδος, όχι μόνο παρουσιάζεται ανεπαρκής, αλλά χαρακτηρίζεται και ως ασθενής.

Σύμφωνα με τις τρέχουσες εξελίξεις, προβλέπεται ότι, έως το 2030, 575 εκατομμύρια άνθρωποι θα βρίσκονται σε επίπεδα ακραίας φτώχειας, ενώ μόνο το 1/3 των χωρών θα καταφέρει να μειώσει τα εθνικά επίπεδα φτώχειας κατά το ήμισυ. Αξιοσημείωτο θεωρείται το γεγονός ότι παγκοσμίως έχει παρατηρηθεί αύξηση των επιπέδων πείνας –  επίπεδα  που παρατηρούνταν πριν από το 2005 – ενώ οι τιμές των τροφίμων παραμένουν υψηλές στις περισσότερες χώρες σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια με ιδιαίτερη αναφορά στην περίοδο 2015-2019.

Αναφορικά με την επιτυχία υλοποίησης του Στόχου 5 περί ισότητας των φύλων, υπολογίζεται ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον 286 χρόνια προκειμένου να εξαλειφθούν οι ανισότητες μεταξύ των φύλων. Τα κυριότερα ζητήματα περί ισότητας των φύλων αναφέρονται στα κενά όσον αφορά τη νομική τους προστασία, αλλά και στην κατάργηση νόμων που προωθούν έμμεσα τις διακρίσεις. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να δοθεί στον Στόχο 4 που προωθεί την ποιοτική εκπαίδευση. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του ΟΗΕ, προβλέπεται ότι έως το 2030, περίπου 84 εκατομμύρια παιδιά παγκοσμίως θα παραμείνουν εκτός σχολείου, ενώ τουλάχιστον 300 εκατομμύρια παιδιά και νέοι που παρακολουθούν μαθήματα θα εγκαταλείψουν το σχολείο χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να διαβάσουν ή να γράψουν.

Τέλος, όσον αφορά τον τομέα του περιβάλλοντος και τον Στόχο 13 ως προς την Δράση για το Κλίμα, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου συνεχίζουν να αυξάνονται ανησυχητικά γρήγορα σε βαθμό που εκτιμάται ότι οι παγκόσμιες θερμοκρασίες θα υπερβούν το κρίσιμο όριο του 1,5 βαθμού Κελσίου πάνω από τα βιομηχανικά επίπεδα εντός της επόμενης δεκαετίας. Το προαναφερόμενο δεδομένο επιβεβαιώνει τα ακραία καιρικά φαινόμενα που παρουσιάζονται παγκοσμίως και προκαλούν τεράτιες οικολογικές κταστροφές. Μάλιστα, τον Φεβρουάριο του 2023 σε συνέντευξη Τύπου, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, αναφέρθηκε σε «δραματικές αποτυχίες μέχρι τώρα όσον αφορά την υλοποίηση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης…και ότι θα χρειαστούν ενταντικές προσπάθειες για να επιστρέψουμε στον δρόμο για την υλοποίηση τους».

Ωστόσο, η επίτευξη των στόχων στο πλαίσιο του καθορισμένου χρονικού πλαισίου και η αντιμετώπιση των παραπάνω συνθηκών συνεπάγεται υπέρβαση πολλαπλών προκλήσεων που σχετίζονται με το σχεδιασμό πολιτικής, τη διαχείριση των πόρων, την αξιοποίηση των συνεργειών και των συμβιβασμών μεταξύ των ίδιων των στόχων. Αυτές οι προκλήσεις προέρχονται από το έμφυτο χαρακτηριστικό των ΣΒΑ περί ολιστικής προσέγγισης, που τονίζει οτι πρεπει να αλληλοσυνδέονται και να διασυνδέονται με τα τρέχοντα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα.

Οι κυβερνήσεις, όμως, δεν είναι σε θέση να εφαρμόσουν αυτούς τους παγκόσμιους στόχους μόνοι τους. Ο ιδιωτικός τομέας αποτελεί παράγοντα ζωτικής σημασίας για την επίτευξη των ΣΒΑ, ειδικά λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιχειρήσεις διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο σε πολλούς από τους πιο πιεστικούς περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς αγώνες που επηρεάζουν εγγενώς τους ΣΒΑ. Τα τελευταία 15 χρόνια, μάλιστα, η βιωσιμότητα και έπειτα η ιδέα των ΣΒΑ έχουν γίνει ένα “megatrend”, συγκρίσιμο με πολλές από τις άλλες τάσεις που έχουν διαμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι επιχειρήσεις.

Σε έρευνα που διεξήχθη το 2020 από την Accenture   με περισσότερους από 1000 διευθύνοντες συμβούλους από περισσότερες από 100 χώρες και 25 βιομηχανίες, περίπου το 90% των ερωτηθέντων στόχευαν σε οργανωτικές προσεγγίσεις για τους ΣΒΑ, ενώ το 70% πίστευε ότι οι ΣΒΑ παρέχουν ένα σαφές πλαίσιο για τη δομή των προσπαθειών βιωσιμότητας, αλλά δεν δόθηκαν πληροφορίες σχετικά με τις λεπτομέρειες των δεσμεύσεων των εταιρειών για την επίτευξη των στόχων. Σε μια πρόσφατη ακαδημαϊκή μελέτη,  οι Waal και Thijssens επεσήμαναν ότι μόνο το 23% των εταιρειών ανέφεραν τους ΣΒΑ στις εκθέσεις τους ενώ, κατέληξαν και σε τέσσερα συμπεράσματα. Πρώτον, ότι οι εταιρείες δεν έχουν συνεπή προσέγγιση για την καθιέρωση των προτεραιοτήτων τους για τους ΣΒΑ, δεύτερον, ότι οι ΣΒΑ δεν τροποποιούν ουσιαστικά τις εταιρικές προσεγγίσεις για τη βιωσιμότητα, τρίτον, ότι η δέσμευση στους Στόχους δεν βελτιώνει σημαντικά τις στρατηγικές εταιρικής βιωσιμότητας, ενώ τέταρτον, παρά την αυξημένη συνειδητοποίηση των εταιρειών, η αναφορά στους ΣΒΑ παραμένει περιορισμένη. Οι περισσότερες από τις εταιρείες που αναλύθηκαν ήταν πολύ αόριστες, σχετικά με το ζήτημα του γενικού στόχου ή των κινήτρων τους προς τους ΣΒΑ στις εκθέσεις τους, οι οποίες αναφέρθηκαν σε λιγότερο από το 10% των περιπτώσεων (Waal και Thijssens, 2020).

Στον τομέα των επιχειρήσεων η βιωσιμότητα επικεντρώνεται κατά κύριο λόγο στη συμφιλίωση της προστασίας του περιβάλλοντος, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης με σκοπό τη βελτίωση των επιχειρηματικών επιδόσεων (Hahn et al., 2015). Παρόλα αυτά, τα παγκόσμια στατιστικά υπενθυμίζουν συνεχώς ότι τα επιχειρηματικά μοντέλα που βασίζονται στην αποτελεσματική κατανάλωση και παραγωγή πόρων δεν έχουν παράσχει αποτελεσματικά τις θεμελιώδεις αλλαγές που απαιτούνται, αλλά μάλλον συνέχισαν να συμβάλλουν σε μη βιώσιμες επιχειρηματικές πρακτικές.

Πρέπει, ωστόσο, να τονιστεί ότι ο ρόλος των επιχειρήσεων για την υλοποίηση των ΣΒΑ δεν είναι απλός. Οι 17 ΣΒΑ και η πληθώρα υποστόχων οδηγεί τις εταιρείες να επικεντρώνονται μόνο σε μικρά υποσύνολα αυτών, γεγονός που μπορεί, όμως, να θέσει σε μεγαλύτερο κίνδυνο την εικόνα της εκάστοτε εταιρείας. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα για την υλοποίηση των ΣΒΑ στο ελληνικό πλαίσιο, ενισχύονται τα παραπάνω στοιχεία δεδομένου ότι μόνο το 27% των εταιριών περιλαμβάνει τους ΣΒΑ στις επιχειρηματικές στρατηγικές τους (Kataki et al., 2018). Αυτή η έλλειψη συμμετοχής, εν μέρει, είναι λογική υπό το πρίσμα ότι είναι δύσκολο να συγκληθούν οι ανάγκες για υλοποίηση των ΣΒΑ με τις προτεραιότητες των μετόχων της εκάστοτε εταιρείας. Σύμφωνα με τους ερευνητές Van der Waal και Thijssens, μια κατάσταση αμοιβαίου κέρδους (“win-win situation”) για τις εταιρείες ως προς την υλοποίηση ορισμένων ΣΒΑ – όπως η φτώχεια ή η ειρήνη και η δικαιοσύνη – δεν είναι τόσο σαφής (Der Waal & Thijssens, 2020), καθώς είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν, να ελεγχθούν και να εφαρμοστούν, γεγονός που συμβάλλει επίσης στον σκεπτικισμό που περιβάλλει την αναφορά των ΣΒΑ (Arena et al., 2015). Γίνεται αντιληπτό, λοιπόν, ότι δεν είναι πλέον αρκετό για τις επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν τις παγκόσμιες κοινωνικές και οικολογικές προκλήσεις απλώς και μόνο με το να δηλώνουν θεωρητικά πως θα ακολουθήσουν περισσότερες πρακτικές με γνώμονα την βιωσιμότητα. Αντίθετα, υπάρχει ανάγκη για μετασχηματισμό που θα επαναπροσδιορίσει σταθερά τις επιχειρηματικές δραστηριότητες εντός των ορίων του συστήματος στο οποίο λειτουργούν.

Η ΕE ως πρωτοπόρος στην υλοποίηση των 17 ΣΒΑ

Η Ευρωπαϊκή Ένωση (εφεξής: ΕΕ) έχει θεσπίσει ορισμένα από τα αυστηρότερα περιβαλλοντικά πρότυπα παγκοσμίως. Η περιβαλλοντική πολιτική συμβάλλει μεταξύ άλλων στην ανάπτυξη της πράσινης οικονομίας της ΕΕ, στην προστασία της φύσης και στη διασφάλιση της υγείας και της ποιότητας ζωής των κατοίκων της ΕΕ.

Από τη δεκαετία του 1990, η βιώσιμη ανάπτυξη είχε ενσωματωθεί στις συνθήκες της ΕΕ ως μακροπρόθεσμος στόχος, εστιάζοντας τόσο σε εξωτερικά θέματα, όπως την αναπτυξιακή συνεργασία και το εμπόριο, όσο και σε εσωτερικές υποθέσεις, όπως το περιβάλλον, ο κοινωνικός αποκλεισμός και οι διακρίσεις. Ο στόχος της βιώσιμης ανάπτυξης για την ΕΕ περιλαμβάνεται στο άρθρο 3 της Συνθήκης για την ΕΕ (ΣΕΕ). Οι προτεραιότητες για τη βιώσιμη ανάπτυξη έχουν ενσωματωθεί στα βασικά θέματα της ΕΕ, καθώς και σε τομεακές πολιτικές και πρωτοβουλίες.

Ως προς την κατάρτιση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ), η ΕΕ διαδραμάτισε καίριο ρόλο το 2015. Μετά την επικύρωση της Ατζέντας του 2030, η ΕΕ έχει αναλάβει εκτενές φάσμα ενεργειών προκειμένου να πραγματοποιήσει τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης. Η Επιτροπή Von der Leyen έχει επικεντρωθεί στους ΣΒΑ μέσω σημαντικών επιτευγμάτων και ουσιαστικών κειμένων, όπως οι Πολιτικές Κατευθύνσεις της Προέδρου, οι επιστολές προς τους Επιτρόπους για την καθορισμένη αποστολή τους – ως προς την υλοποίηση των ΣΒΑ – τα Προγράμματα Εργασίας της Επιτροπής που δίνουν προτεραιότητα στους ΣΒΑ, η αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και η ενεργή ενσωμάτωση των Στόχων στην πρωτοβουλία για τη «Βελτίωση της νομοθεσίας». Η Eurostat παρακολουθεί, επίσης, την πρόοδο προς την επίτευξη των ΣΒΑ και εκδίδει ετήσιες αναφορές. Στο πλαίσιο των εξωτερικών σχέσεων της Ένωσης, η υλοποίηση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης αποτελεί ουσιώδες κομμάτι της δέσμευσής της για μια πολυμερή προσέγγιση, όπως καταδεικνύεται και στην «Ευρωπαϊκή Κοινή Αντίληψη για την Ανάπτυξη» του 2017. Αυτή η κοινή δέσμευση προέρχεται από όλα τα θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη της Ένωσης με σκοπό την υποστήριξη των χωρών – εταίρων στην επίτευξη των Στόχων. Αυτή η διαδικασία εξελίσσεται παράλληλα με την υλοποίηση των προτεραιοτήτων της ΕΕ, επικεντρωμένης ιδίως στην υποστήριξη μιας βιώσιμης ανάκαμψης που συμπίπτει με τους ΣΒΑ, μέσω της νέας προγραμματικής προσέγγισής της.

Ένα από τα βήματα που ξεχωρίζουν για την υλοποίηση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης είναι η πρωτοβουλία της νέας Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (“European Green Deal”), η οποία θα καθορίσει το πλαίσιο των προγραμμάτων ανάκαμψης από την πανδημία, προσανατολίζοντας τα τελευταία προς μια «πράσινη» και βιώσιμη ανάκαμψη για όλα τα κράτη-μέλη (“build back better and greener”). Τέλος, γίνεται προσπάθεια για την εκπόνηση μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής από την επόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή, περιλαμβάνοντας χρονοδιαγράμματα, πολιτικά πλαίσια, χρηματοδοτικά και νομοθετικά μέσα, με σκοπό να διασφαλιστεί η επίτευξη των Στόχων από την ΕΕ – εντός και εκτός της επικράτειάς της – έως το 2030.

Ο δρόμος προς το 2030: Καταληκτικά Σχόλια

Η Ατζέντα 2030 αναδεικνύεται ως η πλέον φιλόδοξη παγκόσμια συμφωνία που έχει υπογραφεί από τον ΟΗΕ, αποτελώντας ένα σχέδιο δράσης προς όφελος της ανθρωπότητας, του πλανήτη και της ευημερίας.

Ωστόσο, δεν είναι αρκετό να αναφέρονται οι ΣΒΑ σε ένα θεωρητικό επίπεδο. Κυβερνήσεις και εταιρείες πρέπει να τηρούν τη δέσμευσή τους στους ΣΒΑ, αποκαλύπτοντας τον τρόπο με τον οποίο οι στρατηγικές, τα προγράμματα ή οι πρωτοβουλίες τους ευθυγραμμίζονται με τους στόχους. Η ολοκληρωμένη φύση του πλαισίου των ΣΒΑ απαιτεί από τις εταιρείες αλλά και τους κρατικούς φορείς να προβούν σε ιεράρχηση των στόχων τους, αξιοποίηση εθνικών και πραγκόσμιων συνεργειών, καθώς και σε εξασφάλιση επαρκών πόρων για την υλοποίηση των στρατηγικών τους. Συγκεκριμένα ερευνητές ζητούν έμπρακτες μεταρρυθμίσεις, όπως αφενός, να ενισχυθούν οι στόχοι με τρόπο που θα υποχρεώνει τις χώρες υψηλού εισοδήματος να αναλάβουν ενεργό και συγκεκριμένη δράση, επιδιώκοντας ταυτόχρονα δίκαιες μεθόδους χρηματοδότησης, και αφετέρου, να προσαρμοστούν οι στόχοι σε νέες προκλήσεις λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις αποτυχίες του παρελθόντος, όσο και τις αυξανόμενες κρίσεις οικολογικής καταστροφής, τις παγκόσμιες πανδημίες, καθώς και τις αυξανόμενες ανισότητες. Από την πλευρά του δημόσιου τομέα, οι ερευνητές προτείνουν οι κυβερνήσεις να συνεργαστούν για να καταστήσουν ορισμένους από τους ΣΒΑ νομικά δεσμευτικούς σε διεθνές επίπεδο. Ένα παράδειγμα αυτή την πρακτικής, είναι οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις για την δημιουργία μιας διεθνούς συνθήκης για τον τερματισμό της ρύπανσης από πλαστικά, που σχετίζεται με τον 12ο Στόχο περί Αειφόρου Παραγωγής και Κατανάλωσης. Τέλος, οι κυβερνήσεις οφείλουν να ενισχύσουν τους θεσμούς, τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο, προκειμένου να ενσωματώσουν τους ΣΒΑ ως καθοριστικό μέρος των διαδικασιών λήψης αποφάσεων και λειτουργίας τους.

Είναι κατανοητό ότι οι ΣΒΑ αποτελούν την βάση για την αντιμετώπιση πληθώρας διαχρονικών και παγκοσμίων προβλημάτων. Ωστόσο, η υλοποίηση δράσεων προς την επίτευξή τους δεν πρέπει να γίνεται αποσπασματικά, δεδομένου ότι τα αποτελέσματα θα φανούν μόνο βραχυπρόθεσμα. Υπάρχει ανάγκη για άμεσες και βιώσιμες λύσεις, αλλά αυτές θα έρθουν μόνο με την συλλογική προσπάθεια κρατικών και μη φορέων, ώστε οι επόμενες γενιές να μπορούν να απολαύσουν μια διαφορετική, πιο αισιόδοξη βιώσιμη πραγματικότητα.

Βιβλιογραφικές Πηγές