Loading...
Latest news
Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Υπόθεση Pinochet

Γράφει η Ιουλία Βαβέτση

Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1973 ο στρατηγός Augusto Pinochet, έπειτα από ένα επιτυχημένο πραξικόπημα, απομακρύνει από την εξουσία της Χιλής την δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση του Salvador Allende. Ο Pinochet, που μέχρι το 1974 κατείχε το αξίωμα του Αρχηγού των Ενόπλων δυνάμεων της χώρας, ανέλαβε καθήκοντα Προέδρου της Δημοκρατίας. Ο νέος ηγέτης της Χιλής δεν άργησε να φανερώσει τις διαθέσεις του. Την βίαιη άνοδο του στην εξουσία ακολούθησε μία ακόμα πιο βίαιη καταστολή αντιστασιακών ομάδων και γενικότερα όλων των πολέμιων του νέου καθεστώτος. Οι πρακτικές της κυβέρνησης περιλάμβαναν βασανιστήρια, φυλακίσεις, εκτελέσεις και μαζικές εξορίες όσων τολμούσαν να εναντιωθούν. Η Διεύθυνση Εθνικών Πληροφοριών της Χιλής (Dirección de Inteligencia Nacional, DINA) σε συνεργασία με τις Υπηρεσίες Πληροφοριών της Ουρουγουάης, Αργεντινής, Βολιβίας και Παραγουάης και με τη στήριξη των ΗΠΑ, θέτει σε ισχύ την επιχείρηση Κόνδορας (Operation Condor). Η επιχείρηση αποσκοπούσε στην κατάπνιξη οποιασδήποτε αντίστασης απέναντι στα δικτατορικά καθεστώτα της Νότιας Αμερικής.    

Με ένα διάταγμα αμνηστίας που εκδόθηκε από την ίδια κυβέρνηση Pinochet, το 1978, καθιερώθηκε ένας νομικός φραγμός για τις διώξεις μελών της κυβέρνησης και του στρατού που διέπραξαν ποινικά αδικήματα από την πτώση του Allende και έπειτα. Το Ανώτατο Δικαστήριο της Χιλής επιβεβαίωσε την ισχύ του νόμου αμνηστίας του 1978, ενώ τα στρατιωτικά δικαστήρια χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για να επιβάλλουν διώξεις στους ‘εχθρούς του καθεστώτος’. Το Δικαστικό Σώμα παρουσιάζεται, αρχικά, απρόθυμο να εναντιωθεί στον Pinochet. Παρόλα αυτά, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 τα δικαστήρια της χώρας υιοθετούν σταδιακά μία πιο αποφασιστική προσέγγιση απέναντι στις παραβιάσεις από την πλευρά του καθεστώτος. Το 1993, το Ανώτατο Δικαστήριο κρίνει την Διεύθυνση Εθνικών Πληροφοριών ένοχη για την εξαφάνιση ενός Χιλιανού πολίτη, ενώ ένα χρόνο αργότερα δύο δικαστές του Εφετείου του Σαντιάγκο επέκριναν την Αμνηστία του 1978 για παραβίαση των Συμβάσεων της Γενεύης. Τίποτα βέβαια δεν φαίνεται να αγγίζει προσωπικά τον Pinochet, ο οποίος αν και αποσύρθηκε από την εξουσία μετά τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος του 1988 για την ανανέωση της θητείας του, διατήρησε το αξίωμα του Αρχιστράτηγου των Ενόπλων Δυνάμεων έως το 1998, όταν πια διορίστηκε Δια Βίου Γερουσιαστής.

Η πρώτη φορά που απαγγέλθηκαν κατηγορίες εναντίον του Pinochet ήταν τον Ιούλιο του 1996, όταν ο Ισπανός Εισαγγελέας Miguel Miravet Hombrados του Ανώτατου Δικαστηρίου της Βαλένθια και πρόεδρος της Προοδευτικής ένωσης Εισαγγελέων της Ισπανίας (Union Progresista de Fiscales, UPF) παρουσίασε τις κατηγορίες ενώπιων του δικαστηρίου. Επρόκειτο για μία προσπάθεια που είχε ξεκινήσει με την συνεργασία οργανώσεων και ακτιβιστών για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικηγόρων και θυμάτων των δικτατορικών καθεστώτων στη Χιλή και την Αργεντινή. Ήδη από τον Μάρτιο του 1996, η Προοδευτική Ένωση Εισαγγελέων της Ισπανίας είχε απαγγείλει κατηγορίες εναντίον ηγετών του στρατού της Αργεντινής. Τον Ιούνιο του ίδιου έτους ο δικαστής  Baltasar Garzón Real του Εθνικού Δικαστηρίου της Μαδρίτης ανέλαβε την υπόθεση της Αργεντινής, ενώ έναν μήνα αργότερα ο δικαστής Manuel Garcia Castellon ανέλαβε την υπόθεση της Χιλής. Αν και οι δύο υποθέσεις φαινόταν να μην ταυτίζονται, στην πορεία αποδείχθηκε ότι συνδέονται μεταξύ τους.

Σε αρχικό στάδιο, οι κατηγορίες αφορούσαν Ισπανούς πολίτες, θύματα των δικτατορικών καθεστώτων σε Χιλή και Αργεντινή. Στην συνέχεια όμως, οι κατηγορίες επεκτάθηκαν και συμπεριέλαβαν πολίτες άλλων εθνικοτήτων. Το ζήτημα της καθολικής δικαιοδοσίας κατέλαβε κεντρική θέση στο όλο εγχείρημα καθώς τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας υπόκεινται σε καθολική δικαιοδοσία. Η αρχή αυτή αναγνωρίζεται βάσει του διεθνούς δικαίου από την ίδρυση του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης, το οποίο είχε δικαιοδοσία για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ανεξάρτητα από το πού είχαν διαπραχθεί. Οι αρχές που διατυπώνονται στο Χάρτη της Νυρεμβέργης αναγνωρίστηκαν ως αρχές του διεθνούς δικαίου από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών το 1946 (Ψήφισμα 95 I). Στο παραπάνω πλαίσιο, είναι προφανές πως ο Garzón και το Εθνικό Δικαστήριο της Ισπανίας πρέπει να αποδείξουν αν τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορούνται οι στρατιωτικές ηγεσίες της Λατινικής Αμερικής εμπίπτουν στην κατηγορία της γενοκτονίας, τρομοκρατίας και βασανισμού.

Από την έναρξη της ενασχόλησης με τις δύο υποθέσεις, οι δικαστές Castellon και Garzón κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν έναν τεράστιο όγκο αποδεικτικών στοιχείων, μαρτυριών επιζώντων αλλά και οικογενειών θυμάτων. Μεγάλος αριθμός ατόμων, οργανώσεων και ιδρυμάτων συνέδραμαν. Τα σημαντικότερα από αυτά ήταν το Ίδρυμα Salvador Allende (Fundación Salvador Allende) και η Γραμματεία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του αριστερού Ισπανικού κόμματος, Ενωμένη Αριστερά (Izquierda Unida). Βαρύνουσας σημασίας ήταν επίσης η συμμετοχή Μη Κερδοσκοπικών Οργανώσεων που απασχολούνται με την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με σημαντικότερη τη Διεθνή Αμνηστία. Μάρτυρες συνέρρεαν κατά εκατοντάδες στα Ισπανικά δικαστήρια και κατέθεταν ενώπιων των δύο δικαστών. Καθοριστική για την υπόθεση Pinochet ήταν η εμπλοκή του στην εκτέλεση της επιχείρησης “Κόνδορας” που οργανώθηκε από τη Διεύθυνση Εθνικών Πληροφοριών της Χιλής. Το 1992 ένα αρχείο που αποτελούταν από τόνους μυστικών εγγράφων συμπεριλαμβανομένων συνομιλιών και συναντήσεων αλλά και περιγραφών του τρόπου μεταχείρισης των κρατουμένων, βρέθηκε στην Παραγουάη. Το “Αρχείο του Τρόμου” (Terror Archive) όπως ονομάστηκε παρείχε όλα τα στοιχεία που χρειάζονταν για να αποδειχτεί η ύπαρξη της επιχείρησης “ Κόνδορας”. Παράλληλα, οι Ισπανοί δικαστές προέβαλαν αιτήματα προς την Αμερικανική κυβέρνηση για την παροχή εγγράφων. Τα αιτήματα αυτά οδήγησαν στην άρση του απορρήτου για περίπου 7.500 έγγραφα της CIA και του Υπουργείου Εξωτερικών. Στο σημείο αυτό αποδείχτηκε αυτό που μέχρι τότε υποψιάζονταν οι περισσότεροι: η εμπλοκή της CIA και των ΗΠΑ στο πραξικόπημα του Pinochet, η συνδρομή στο έργο της Διεύθυνση Εθνικών Πληροφοριών της Χιλής καθώς επίσης και στην διεξαγωγή της επιχείρησης “Κόνδορας”.

Ο Στρατηγός Pinochet μετέβη στο Λονδίνο το Σεπτέμβρη του 1998 για ιατρικούς λόγους. Στις 16 Οκτωβρίου, λίγο πριν από την επιστροφή του στη Χιλή και έχοντας υποβληθεί σε χειρουργείο, συνελήφθη, έπειτα από δύο εντάλματα σύλληψης που εκδόθηκαν από Βρετανούς δικαστές, κατόπιν αίτησης Ισπανικών δικαστηρίων σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως (European Convention of Extradition). Στις 28 Οκτωβρίου το Divisional Court of the Queen’s Bench Division ακύρωσε το πρώτο ένταλμα σύλληψης με την αιτιολόγηση ότι τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν εναντίον Ισπανών πολιτών στο εξωτερικό δεν αποτελούν αξιόποινες πράξεις σύμφωνα με το δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου.

Το δεύτερο ένταλμα, ουσιαστικά, διεύρυνε τις κατηγορίες εις βάρους του καθεστώτος ενσωματώνοντας ισχυρισμούς για διεξαγωγή γενοκτονίας, τρομοκρατίας και βασανιστηρίων. Συγκεκριμένα, καταγράφηκαν τα ονόματα ενενήντα τεσσάρων υπηκόων της Ισπανίας, της  Αμερικής και της Βρετανίας που είχαν εξαφανιστεί ή θανατωθεί στα πλαίσια της επιχείρησης “Κόνδορας” ή ως αποτέλεσμα της γενικότερης δράσης της Διεύθυνσης Εθνικών Πληροφοριών της Χιλής. Ο Ισπανός δικαστής Garzón βάσισε τις κατηγορίες σε διεθνείς κανόνες δικαίου, επικαλούμενος την νομοθεσία που προέκυψε από το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης, το 1945, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, καθώς και την Διακήρυξη της Μόσχας (1943) σχετικά με εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Αναφέρθηκε επίσης στη Σύμβαση των ΗΕ κατά της γενοκτονίας (1948), στη Σύμβαση των ΗΕ για τον βασανισμό (1984) και την Διακήρυξη της Γενικής Γραμματεία των ΗΕ σχετικά με την καταναγκαστική εξαφάνιση ανθρώπων (1992).

Όσον αφορά το δεύτερο ένταλμα, ο Ανώτατος Δικαστής αποφάνθηκε ότι ο Pinochet απολαμβάνει καθεστώς ασυλίας καθώς οι πράξεις, για τις οποίες κατηγορείται, διαπράχθηκαν στα πλαίσια της άσκησης εξουσίας σαν αρχηγός κράτους. Η νομική βάση της συγκεκριμένης απόφασης συναντάται στον τομέα 20 της Πράξης περί Κρατικής Ασυλίας του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο συγκεκριμένος νόμος προσδίδει στους αρχηγούς κρατών τα ίδια προνόμια σχετικά με την ασυλία, που απολαμβάνουν και οι αρχηγοί διπλωματικών αποστολών σύμφωνα με τη Σύμβαση της Βιέννης για τις Διπλωματικές Σχέσεις (1961). Το άρθρο 39 (παρ.2) της Σύμβασης αναφέρει ότι οι αρχηγοί κρατών συνεχίζουν να χαίρουν ασυλίας σε περίπτωση που οι πράξεις για τις οποίες κατηγορούνται εκτελέσθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Παρ’ όλα αυτά, το δεύτερο ένταλμα δεν ακυρώθηκε λόγω της βαρύνουσας σημασίας των κατηγοριών και επετράπη να ασκηθεί έφεση στην Βουλή των Λόρδων. Μία επιτροπή αποτελούμενη από πέντε Λόρδους, με πλειοψηφία (3 έναντι 2), αποφάσισε ότι ο Pinochet δεν είναι δυνατό να απολαμβάνει ασυλίας διότι το διεθνές δίκαιο δεν αναγνωρίζει την ασυλία για εγκλήματα όπως τα βασανιστήρια και η γενοκτονία, είτε διαπράττονται από αρχηγούς κρατών είτε από οποιονδήποτε άλλο. Στις 17 Δεκεμβρίου του 1998, η Βουλή των Λόρδων αποφάσισε να ακυρώσει την προηγούμενη απόφαση καθώς ένας από τους πέντε Λόρδους που συμμετείχαν στην επιτροπή είχε διασυνδέσεις με τη Διεθνή Αμνηστία, η οποία είχε παρέμβει στις διαδικασίες. Τον Μάρτιο του 1999, συστάθηκε νέα επιτροπή με επτά Λόρδους, οι οποίοι αποφάσισαν με πλειοψηφία (6 έναντι 1) να αφαιρέσουν την ασυλία από τον Pinochet. Οι κατηγορίες μειώθηκαν από 31 σε 3: μία για βασανιστήρια και δύο για συνομωσία διάπραξης βασανιστηρίων που διαπράχθηκαν από το 1988 και έπειτα.  

Η 27η Σεπτεμβρίου ορίστηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών John Straw ως η ημέρα έναρξης των ακροάσεων για την έκδοση του Pinochet. Τον Οκτώβριο, η κυβέρνηση της Χιλής εξέδωσε επίσημο αίτημα, συνοδευόμενο από ιατρικές γνωματεύσεις, προς τις Βρετανικές αρχές ζητώντας την απελευθέρωση του Pinochet για ανθρωπιστικούς λόγους. Στο μεταξύ είχε προηγηθεί μια συνάντηση μεταξύ των Υπουργών Εξωτερικών της Χιλής και της Ισπανίας, Juan Gabriel Valdes και Abel Matutes αντίστοιχα, όπου συζητήθηκε το ενδεχόμενο επίλυσης της υπόθεσης μέσω κάποιου είδους διμερούς διαιτησίας. Η κίνηση αυτή σε συνδυασμό με την παραδοχή της Ισπανίας προς τη Βρετανική Εισαγγελία ότι δεν έχει αποφανθεί ακόμα αν θα ασκήσει έφεση στην απόφαση κατά του Pinochet, εξόργισαν τον Garzón.

Ο John Straw ανταποκρίθηκε στο αίτημα της Χιλιανής Κυβέρνησης και στις 7 Νοεμβρίου εξέδωσε αίτημα εξέτασης του Pinochet από ορισμένη ομάδα γιατρών ώστε να διαπιστωθεί η ακριβής κατάσταση της υγείας του. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων κατέδειξαν το γεγονός ότι ο Pinochet δεν ήταν εφικτό να δικαστεί λόγω της επιβαρυμένης υγείας του. Ακολούθως, ο Straw διέκοψε τις διαδικασίες έκδοσης. Όπως ήταν αναμενόμενο ο Garzon και πλήθος ανθρωπιστικών οργανώσεων εξέφρασαν την έντονη δυσαρέσκειά τους με την απόφαση. Στις 2 Μαρτίου του 2000 ο John Straw αρνήθηκε την έκδοση του Pinochet λόγω της αδυναμίας του να συμμετάσχει σε δίκη. Στην Χιλή τον περίμενε ένα νέο κύμα αντιδράσεων και την 1η Δεκεμβρίου του 2000 ο Pinochet κατηγορήθηκε για την απαγωγή 75 πολιτικών αντιπάλων. Οι κατηγορίες απορρίφθηκαν για ιατρικούς λόγους. Οι δικαστές επιχείρησαν το 2001 και το 2002 να ξεκινήσουν εκ νέου τις διαδικασίες αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο της Χιλής απέρριψε κάθε κατηγορία λόγω της επιβαρυμένης υγείας του Pinochet. Τον Σεπτέμβριο του 2006 το Ανώτατο Δικαστήριο της Χιλής  του αφαίρεσε την ασυλία και ένα μήνα αργότερα βρέθηκε αντιμέτωπος με 36 κατηγορίες για εξαφανίσεις, 23 κατηγορίες για βασανισμούς και μία κατηγορία για δολοφονία εναντίον αντιπάλων του καθεστώτος του. Ο Augusto Pinochet τέθηκε σε κατ’οίκον περιορισμό στις 28 Νοεμβρίου 2006 και πέθανε δώδεκα μέρες αργότερα, στις 10 Δεκεμβρίου του 2006.

Η βαρύτητα που έχει η υπόθεση Pinochet για το διεθνές δίκαιο έγκειται στην απόφαση άρσης ασυλίας ενός πρώην αρχηγού κράτους. Η απόφαση της Βουλής των Λόρδων να αφαιρέσει από τον Pinochet την ασυλία που απολάμβανε, δημιουργεί δικαστικό προηγούμενο. Όσον αφορά το δίκαιο για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η ετυμηγορία των Λόρδων καθιέρωσε το σημαντικότερο δικαστικό προηγούμενο έπειτα από τη Νυρεμβέργη. Σύμφωνα με τον Λόρδο Browne- Wilkinson, η συστηματική χρήση βασανιστηρίων σε μεγάλη κλίμακα συνιστά έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και κατ’ επέκταση αποκτά την ιδιότητα jus cogens. Αυτό με τη σειρά του αιτιολογεί τη δικαιοδοσία του κράτους στην καταδίκη τέτοιου είδους πράξεων ανεξάρτητα από τον τόπο στον οποίο διαπράχθηκαν. Ο Λόρδος Millett κατέδειξε ότι η καθολική δικαιοδοσία υφίσταται αναφορικά με εγκλήματα που θεωρούνται ius cogens και έχουν τόσο σοβαρό χαρακτήρα που θα μπορούσαν αν εκληφθούν ως απειλή για τη διεθνή έννομη τάξη.

 Η απόφαση των Βρετανικών Αρχών να διακόψουν την δίκη του Στρατηγού Pinochet και την επικείμενη καταδίκη του προκάλεσε την οργή δεκάδων υποστηρικτών της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και νομικών που πάσχισαν να φέρουν εις πέρας την υπόθεση. Αν και η καταδίκη τελικά δεν προήλθε από τα Βρετανικά δικαστήρια, ο διάλογος που ξεκίνησε με αφετηρία την συγκεκριμένη υπόθεση αλλά και οι εξελίξεις που ακολούθησαν, την τοποθετούν σε ιδιαίτερα σημαντική θέση για την προσπάθεια προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε διεθνές επίπεδο.

Βιβλιογραφία

  1. Amnesty International, How General Pinochet’s detention changed the meaning of justice, Οκτώβριος 16, 2013. Διαθέσιμο σε: https://www.amnesty.org/en/latest/news/2013/10/how-general-pinochets-detention-changed-meaning-justice/
  2. Amnesty International, THE CASE OF GENERAL PINOCHET Universal jurisdiction and the absence of immunity for crimes against humanity, Οκτώβριος 1998. Διαθέσιμο σε: https://www.amnesty.org/download/Documents/152000/eur450211998en.pdf
  3. Andrea Blanchi, Immunity versus Human Rights: the Pinochet case, Ejil, 1999. Διαθέσιμο σε: http://www.ejil.org/pdfs/10/2/581.pdf
  4. Clare Dyer, Pinochet case sets international precedent, The Guardian, Μάρτιος 2, 2000. Διαθέσιμο σε: https://www.theguardian.com/world/2000/mar/02/pinochet.chile5
  5. Giles Tremlett, Operation condor: the cold war conspiracy that terrorised South America, The Guardian, Σεπτέμβριος 2, 2020. Διαθέσιμο σε: https://www.theguardian.com/news/2020/sep/03/operation-condor-the-illegal-state-network-that-terrorised-south-america
  6. House οf Lords, In Re Pinochet, Session 1998-1999. Διαθέσιμο: https://publications.parliament.uk/pa/ld199899/ldjudgmt/jd990115/pino01.htm
  7.  Human Rights Watch: Chile: Pinochet Finally Faces Torture Charges, December 1, 2006. Διαθέσιμο σε: https://www.hrw.org/news/2006/12/01/chile-pinochet-finally-faces-torture-charges
  8. Jamison G. White, Nowhere to Run, nowhere to Run, Nowhere to Hide: A o Hide: Augusto Pinochet, Univ o Pinochet, Universal Jurisdiction, the ICC, and a Wake-Up Call for Former Heads of State, Case Western Reserve University, 1999.
  9. Madeleine Davis, The Pinochet Case, University of London, Institute of Latin American Studies, 2000. Διαθέσιμο σε: https://sas-space.sas.ac.uk/3443/1/B35_-_The_Pinochet_Case.pdf
  10. Veronica Diaz-Cerda, General Pinochet arrest: 20 years on, here’s how it changed global justice, The Conversation, Οκτώβριος 15, 2018. Διαθέσιμο σε: https://theconversation.com/general-pinochet-arrest-20-years-on-heres-how-it-changed-global-justice-104806  
  11. Vienna Convention on Diplomatic Relations, 1961. Διαθέσιμο σε: https://legal.un.org/ilc/texts/instruments/english/conventions/9_1_1961.pdf

Πηγή εικόνας: History: Augusto Pinochet, Νοέμβριος 9, 2009. Διαθέσιμο σε: https://www.history.com/topics/south-america/augusto-pinochet