Γράφει η Όλγα Τσουκαλά
Εν έτει 2018, ο απερχόμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald J. Trump, επέβαλε κυρώσεις στην σύζυγο του Προέδρου της Νικαράγουα, Daniel Ortega, απόρροια ειδικού προεδρικού διατάγματος για τις Αρχές της Νικαράγουα. Οι ΗΠΑ μετά τις αναταραχές στη Νικαράγουα που ακολούθησαν την επανεκλογή του Daniel Ortega ήθελαν να καταστήσουν σαφές ότι δεν θα επιτρέψουν παράνομες εκλογές στην περιοχή, ούτε θα επιτρέψουν να επαναληφθούν οι δικτατορικές πρακτικές της «βασιλείας» του Σομόζα Β’. Αξίζει να σημειωθεί πως το 2011, ο Daniel Ortega αποπειράθηκε να διεξάγει δημοψήφισμα, ώστε να αξιώσει τις αποζημιώσεις και τα οφειλόμενα από τις ΗΠΑ για τις παραστρατιωτικές και στρατιωτικές ενέργειες των ΗΠΑ ύψους 17 δις δολαρίων ΗΠΑ. Βάσει των ως άνω γεγονότων μεταφερόμαστε αρκετά χρόνια πίσω στην πολυσήμαντη προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, το 1986.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Στη Νικαράγουα είχε επιβληθεί ήδη από το 1937 δικτατορία με επικεφαλής τον Αναστάσιο Σομόζα. Μετά τον θάνατό του, το 1956, ανέλαβε ο γιος του, Αναστάσιος Σομόζα Β’. Τον Σεπτέμβριο του 1978 ξεκινάει η επανάσταση εναντίον της δικτατορίας του Σομοζα από τους Δημοκρατικούς (Σαντινιστας) και ένα χρόνο μετα καταρρέει η δικτατορία του Σομοζα από το Fernet Sandinista de Liberaceοn Nacional (FSLN) με επικεφαλής τον Daniel Ortega ο οποίος 5 χρόνια αργότερα εκλέχτηκε Πρόεδρος αποκαθιστώντας τη δημοκρατία στην Νικαράγουα.
Οι Σαντινίστας και ο Daniel Ortega ήταν αριστεροί και βαθύτατα αντι-αμερικανοί. Αυτό το δεδομένο έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα για να επιλέξουν οι ΗΠΑ την εμπλοκή τους στα πολιτειακά της Νικαράγουα. Εφόσον οι Σαντινιστας ήταν αντι-αμερικανοί έπρεπε να αντικατασταθούν από φιλοαμερικανική ηγεσία, κατά τις ΗΠΑ.
Στην αρχή οι ΗΠΑ υποστήριζαν σιωπηρά και αφανώς τους αντάρτες όμως μετά και την είδηση για λογιστική στήριξη της Νικαράγουα προς το Ελ Σαλβαδόρ κινήθηκαν εναντίον της χώρας. Επιπλέον, οι Force Democratic Nicaraguans (FDN), στην Ονδούρα και Aliana Revolutionaries Democratic (ARDE) στην Κόστα Ρίκα επιτέθηκαν στη νέα κυβέρνηση. Ο συντονισμός της οργάνωσης των ανταρτών έγινε με αρωγή της CIA. Ενώ στην αρχή συγκάλυπταν τη δράση, στη συνέχεια τοποθετήθηκαν υπέρ των Κόντρας θεσπίζοντας νομοσχέδιο στο Κογκρέσο για τη παροχή κονδυλίων μέσω της τράπεζας BCCI (Bank of Credit and Commerce International) και μεταφοράς οπλών από αέρος τόσο στη Νικαράγουα όσο και στο Ελ Σαλβαδόρ από τη Φλόριντα το 1983. Η BCCI θεωρείται μια σκιώδης τράπεζα που ενεπλάκη τόσο σε αυτό όσο και σε πολλά παρόμοια σκάνδαλα με πρωτεργάτες τις ΗΠΑ σε συνεργασία με τη CIA. Όμως, το 1985 μετα τη τροπολογία Μπολαντ απαγορεύτηκε η χρηματοδότηση με κρατικά κονδύλια των αντιστασιακών στη Νικαράγουα. Ως εκ τούτου, οι ΗΠΑ δίχως να εγκαταλείψουν το σχέδιο τους στράφηκαν στο Ιράν και στο εμπόριο όπλων με αντάλλαγμα υπέρογκα χρηματικά ποσά που προορίζονταν για τους Κόντρας αλλά και για την παράδοση Αμερικανών ομήρων.
Εκείνη την περίοδο πραγματοποιήθηκαν περιπολίες και συλλέχθηκαν πληροφορίες εκ του αέρος από αεροπλάνα των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, ενώ σημειώθηκαν και επιθέσεις στα λιμάνια της χώρας και ναρκοθετήσεις. Απόρροια όλων αυτών ήταν η προσφυγή της Νικαράγουας στο Διεθνές Δικαστήριο Χάγης με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης ώστε να δοθεί ένα τέλος στις ενέργειες που παραβίαζαν τα θεμελιώδη δικαιώματά της.
ΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ-ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Το Διεθνές Δικαστήριο αποτελεί συνέχεια και απόγονο του Διαρκούς Δικαστηρίου Διεθνούς Δικαιοσύνης (ΔΔΔΔ). Οι βάσεις για τη σύστασή του τέθηκαν στη Διάσκεψη του San Francisco το 1945, όπου έγινε λόγος για τη σύσταση ενός νέου δικαστηρίου, το οποίο θα λειτουργούσε ως το κύριο δικαστικό όργανο του ΟΗΕ. Εδρεύει στη Χάγη της Ολλανδίας στο Παλάτι της Ειρήνης (Palais de Prix). Το νέο αυτό δικαστικό όργανο με δικό του Καταστατικό βασισμένο στο κατΔΔΔΔ, έδωσε την ευκαιρία να αντιπροσωπευθούν πολλά κράτη που δεν μπορούσαν σύμφωνα με το κατΔΔΔΔ, ενώ ταυτόχρονα εισήχθησαν οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ. Το διεθνές δικαστήριο εγκαινίασε στο τομέα της δικαιοσύνης τη νέα διεθνή τάξη εντάσσοντας και μη ευρωπαϊκά κράτη που παλαιοτέρα ήταν υπό τη σκέπη των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η λειτουργία του ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1945 και λίγους μήνες αργότερα εξέλεξε στη πρώτη σύνοδό του τον Προέδρο J.G.Guerrero (Salvador).
Το Διεθνές Δικαστήριο πέραν του ρόλου του ως κυρίου οργάνου απονομής δικαιοσύνης στον ΟΗΕ, επιλύει διεθνείς διάφορες νομικού μόνο χαρακτήρα. Στο καταστατικό του ορίζεται ρητώς ότι δεν εμπίπτουν στο πεδίο των αρμοδιοτήτων του ζητήματα πολιτικού χαρακτήρα. H δικαιοδοσία του ΔΔ δεν είναι υποχρεωτική πάρα μόνο για όσα κράτη υπογράψουν το καταστατικό του. Συνεπώς, όσα κράτη αποδεχθούν δια της υπογραφής του καταστατικού την δικαιοδοσία του ΔΔ, αναγνωρίζουν την δικαιοδοσία του σε όσα ζητήματα νομικής φύσης τους αφορούν είτε ως ενάγοντες είτε ως εναγόμενους. Επιπλέον, το ΔΔΧ έχει γνωμοδοτικό χαρακτήρα.
Η δικαιοδοσία του ΔΔΧ (jurisdiction) έχει αποτελέσει πολλάκις και σε πληθώρα υποθέσεων αντικείμενο προβληματισμού κατά την εκδίκαση τους. Η δικαιοδοσία του ΔΔΧ επί των διεθνών διακρατικών διαφορών, δηλαδή διαφορών μεταξύ κρατών ως υποκειμένων της δίκης, διακρίνεται σε ratione materiae (καθ’ ύλην αρμοδιότητα) και ratione personae (αρμοδιότητα στα πρόσωπα). Βάσει της αρμοδιότητας ratione personae, το Δικαστήριο έχει αρμοδιότητα να εκδικάσει υποθέσεις στις οποίες οι διάδικοι είναι μόνο κράτη κατ’άρθρον 34 του κατΔΔΧ. Οι διεθνείς οργανισμοί μπορούν να παρέχουν πληροφορίες, ενώ ιδιώτες μπορούν να προσφεύγουν στην περίπτωση που κατέχουν διπλωματική προστασία και η διαφορά ανάγεται σε διαπολιτειακή. Όσον αφορά δε την αρμοδιότητα ratione materiae, το ΔΔΧ μπορεί να εκδικάσει μίαν υπόθεση μόνο εφόσον τα διάδικα κράτη αναγνωρίσουν την υποχρεωτική δικαιοδοσία και αυτό γίνεται μόνο κατά τη βούληση των μερών στην υπόθεση. Πολλές φορές τα κράτη μπορούν να αποφύγουν την αναγνώριση της υποχρεωτικής δικαιοδοσίας, συχνά όμως κατ’ ανάγκη τη δέχονται.
Η αναγνώριση της δικαιοδοσίας από τα διάδικα κράτη γίνεται είτε με συμβατική αποδοχή με συνυποσχετικό (compromis/special agreement) είτε με ρήτρα υποχρεωτικής δικαιοδοσίας σε συμβατική πράξη . Επιπλέον προβλέπεται αποδοχή προαιρετικής ρήτρας υποχρεωτικής δικαιοδοσίας του ΔΔΧ όπως επίσης και οι επιφυλάξεις οπότε τα κράτη περιορίζουν το εύρος της δεσμεύσεως τους.
Ως εκ τούτου, στην προκείμενη υπόθεση τα διάδικα μέρη, οι ΗΠΑ και η Νικαράγουα, είχαν υπογράψει το άρθρο 36§2 του κατΔΔΧ αναγνωρίζοντας την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου στις νομικές διάφορες του καθενός . Σύμφωνα, λοιπόν, με το παρόν άρθρο «τα Κράτη που έχουν αποδεχτεί αυτό το Καταστατικό θα μπορούν οποτεδήποτε να δηλώνουν ότι αναγνωρίζουν, χωρίς ειδική σύμβαση, ως υποχρεωτική τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο κράτος αναλαμβάνει αυτή την υποχρέωση για όλες τις νομικές διαφορές που αφορούν : Α) την ερμηνεία μιας συνθήκης, Β)κάθε θέμα διεθνούς δίκαιου , Γ) την ύπαρξη γεγονότος που αν διαπιστωνόταν θα αποτελούσε παραβίαση διεθνούς υποχρεώσεως και Δ) τη φύση και την έκταση των επανορθώσεων που πρέπει να γίνουν για την παραβίαση μιας διεθνούς υποχρεώσεως.» Υπογράφοντες και οι 2 διάδικοι το άρθρο αυτό του κατΔΔΧ έχουν αποδεχθεί την υποχρεωτική δικαιοδοσία στην υπόθεση τους ενώπιον του Δικαστηρίου. Επιπρόσθετα του άρθρου 36 § 2, η Νικαράγουα επικαλέστηκε και τη παράγραφο 5 του άρθρου για τη δυνητική αξία της διακήρυξης της δικαιοδοσίας που έγινε το 1929 στο πλαίσιο του Δ.Δ.Δ.Δ.
Όσον αφορά στις επιφυλάξεις, οι ΗΠΑ θέλοντας να περιορίσουν το εύρος της δεσμεύσεώς τους, διατύπωσαν επιφύλαξη, μέσω της οποίας επισήμαναν πως αποδέχονται την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου σε όλα πλην των πολυμερών διεθνών συνθηκών, ουσιαστικά εξαιρώντας το μεγαλύτερο μέρος των γενικών αρχών του δημοσίου διεθνούς δίκαιου. Παρόλα αυτά, η εκδίκαση της υπόθεσης βασίστηκε στο εθιμικό διεθνές δίκαιο υστέρα από επισήμανση από την πλευρά της Νικαράγουα, αλλά και στη διμερή συνθήκη φίλιας μεταξύ των διάδικων (1956).
ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ (Merits)
Στις 9 Απρίλιου 1984, η Νικαράγουα προσέφυγε κατά των Η.Π.Α. ενώπιον του Δικαστηρίου. Κατηγόρησε δε τις ΗΠΑ για παραβίαση της εδαφικής κυριαρχίας με χρήση βίας από τις ένοπλες δυνάμεις της και για εμπλοκή στις εσωτερικές υποθέσεις του κράτους της. Το Δικαστήριο αποτελούνταν από 15 Δικαστές. Πρόεδρος ήταν ο NAGENDRASI NGH και αντιπρόεδρος ο DE LACHARRIÈRE.
Η Νικαράγουα εκπροσωπήθηκε από τον Πρέσβη, M. Carlos Argüello Gomez ο οποίος υπήρξε αντιπρόσωπος και σύμβουλος. Ως συνήγοροι και σύμβουλοι παρέστησαν ο καθηγητής δημοσίου διεθνούς δίκαιου Ian Brownly, o επίτιμος καθηγητής δίκαιου Osram Chayes, ο καθηγητής κ. Allan Pellet και ο κ. Paul S. Reichler μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ. Όλοι οι παραπάνω απολαύουν ασυλιών και προνομίων κατ’ άρθρον 42 §3 κατΔΔΧ. Στα επι της ουσίας, οι ΗΠA δεν εμφανίστηκαν στο δικαστήριο. Ως εκ τούτου και κατ’ άρθρον 53 του κατΔΔΧ «όσες φορές ένας από τους διαδίκους δεν εμφανίζεται στο Δικαστήριο ή δεν υπερασπίζει την υπόθεσή του, ο άλλος διάδικος μπορεί να ζητά από το Δικαστήριο να αποφανθεί ευνοϊκά για την απαίτηση του». Εν ολίγοις είχαμε την περίπτωση της ερήμην δίκης στην υπόθεση αυτή. Στη δε διαδικασία της ουσίας εφαρμόστηκε η αρχή της ισότητας των διάδικων.
ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΝΙΚΑΡΑΓΟΥΑΣ (Προσφεύγουσα)
Στο αίτημα της προσφυγής της στο Δικαστήριο η Νικαράγουα έκανε λόγο περί παραβίασης της εδαφικής της κυριαρχίας από τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις όπως επίσης και για εμπλοκή των ΗΠΑ στις εσωτερικές υποθέσεις της. Πιο αναλυτικά, η Νικαράγουα ισχυρίστηκε ότι παραβιάσθηκε η εδαφική ακεραιότητά της λόγω της ναρκοθέτησης και της επίθεσης στα λιμάνια της από τους Αμερικανούς μισθοφόρους. Επιπλέον, όπως προαναφέρθηκε, μεταξύ των ισχυρισμών της περιλήφθηκε και η αναφορά περί εμπλοκής των ΗΠΑ στις εσωτερικές υποθέσεις της. Συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ παρείχαν εφόδια και χρηματοδότηση, ενώ ταυτόχρονα συνέδραμαν και στην εκπαίδευση και οργάνωση των αντιστασιακών Κόντρας με στόχο τη ανατροπή της ισχύουσας κυβέρνησης. Επιπροσθέτως, κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος κράτους, οι ΗΠΑ μεθόδευσαν στρατηγικά και τακτικά τις αντιστασιακές οργανώσεις και τους παρείχαν εφόδια στο πεδίο της μάχης. Αξίζει να σημειωθεί ότι, η Νικαράγουα επισήμανε επιπροσθέτως, πως οι ΗΠΑ είχαν εκφοβίσει τον πληθυσμό και συνέλλεγαν πληροφορίες από αέρος μέσω παρακολούθησης (surveillance).
ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΗΠΑ (Εναγόμενο κράτος)
Προς απάντηση στους ισχυρισμούς της Νικαράγουας, οι ΗΠΑ κατέθεσαν τους δικούς τους ισχυρισμούς-απάντηση. Αρχικά έγινε λόγος περί του απαραδέκτου της προσφυγής στο Δικαστήριο. Αφενός διότι η Νικαράγουα δεν είχε εξαντλήσει όλα τα εσωτερικά ένδικα μέσα όπως αυτό της Contadora[1] και αφετέρου διότι η υπόθεση ήταν πολιτικής φύσεως και δεν επιδεχόταν δικαιοδοτική επίλυση αλλά πολιτική μέσω διαπραγματεύσεων. Ως εκ τούτου, στις προδικαστικές ενστάσεις δεν αναγνωρίστηκε η δικαιοδοσία του ΔΔΧ. Επιπλέον, οι ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι οι ενέργειές τους έγιναν κατόπιν ανάγκης συλλογικής άμυνας κατ’ άρθρον 51, καθώς επίσης και ότι η βοήθεια που παρείχαν στη Κόστα Ρίκα, το Ελ Σαλβαδόρ και την Ονδούρα ήταν συνέπεια του αιτήματος των τελευταίων.
ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΤΕΘΗΚΑΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΙΚΑΣΗ
Τόσο κατά την εκδίκαση όσο και κατά τη λήψη της απόφασης, λόγω της πρότερης επιφύλαξης των ΗΠΑ που εξαιρούσαν τις πολυμερείς συνθήκες από τη δικαιοδοσία του ΔΔΧ, έγινε χρήση του εθιμικού διεθνούς δικαίου, όπως και της διμερούς συνθήκης φιλίας μεταξύ των διαδίκων το 1956. Ως εκ τούτου, ανέκυψαν τα εξής ερωτήματα:
- Αν οι ΗΠΑ παραβίασαν εθιμικό διεθνές δίκαιο όσον αφορά στο: να μην παρεμβαίνουν στις υποθέσεις ενός άλλου κράτους όταν εκπαίδευσαν, εφόπλισαν, εξόπλισαν και χρηματοδότησαν τις δυνάμεις των «contras» ή όταν ενθάρρυναν, στήριξαν και βοήθησαν τις στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δραστηριότητες εναντίον της Νικαράγουα.
- να μη χρησιμοποιήσουν βία ενάντια σε άλλο κράτος όταν επιτέθηκαν ευθέως στη Νικαράγουα στα 1983-1984 κι όταν οι δραστηριότητές κατέληξαν στη χρήση βίας.
- Αν μπορούν οι στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δραστηριότητες που πραγματοποίησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες εντός και ενάντια στη Νικαράγουα να δικαιολογηθούν ως συλλογική άμυνα.
- Να μην προσβάλουν την κυριαρχία άλλου κράτους όταν κατηύθυναν κι εξουσιοδότησαν τα αεροσκάφη τους να πετάξουν πάνω από το έδαφος της Νικαράγουα?
- Να μη διακόπτουν το ειρηνικό ναυτικό εμπόριο, όταν καταβύθισαν νάρκες στα εσωτερικά ύδατα και την αιγιαλίτιδα ζώνη της Νικαράγουα.
Λαμβάνοντας υπόψιν τους ισχυρισμούς των διαδίκων, τα ερωτήματα, τα σχόλια και τα επί της ουσίας γεγονότα, το Δικαστήριο εξέδωσε την τελική του απόφαση η οποία σηματοδότησε τη λήξη της εκδικαζομένης υποθέσεως στις 27 Ιουνίου 1986.
Το Διεθνές Δικαστήριο, επομένως, αποφάσισε μεταξύ άλλων με:
- 11 ψήφους προς 4 περί της εφαρμογής της επιφύλαξης των ΗΠΑ επί των πολυμερών συνθηκών που εμπεριέχεται in proviso στη διακήρυξη για την αποδοχή της δικαιοδοσίας στο άρθρο 36 του κατΔΔΧ.
- 12 ψήφους προς 3 ότι απορρίπτει την αιτιολογία των ΗΠΑ περί της συλλογικής άμυνας σε σύνδεση με τις στρατιωτικές και παραστρατιωτικές ενέργειες στην Νικαράγουα.
- 12 ψήφους προς 3 ότι οι ΗΠΑ καταρτίζοντας, εξοπλίζοντας, χρηματοδοτώντας και υποστηρίζοντας τις δυνάμεις των Κόντρας ή εν ολίγοις ενθαρρύνοντας, βοηθώντας και στηρίζοντας στρατιωτικές και παραστρατιωτικές ενέργειες εναντίον της Δημοκρατίας της Νικαράγουα παραβίασαν το εθιμικό διεθνές δίκαιο που προβλέπει τη μη εμπλοκή στα εσωτερικά αλλού κράτους.
- 12 ψήφους προς 3 ότι οι ΗΠΑ τοποθετώντας νάρκες στα εσωτερικά χωρικά ύδατα της Νικαράγουα κατά τους πρώτους μήνες του 1984 παραβιάζουν υποχρεώσεις τους, απορρέουσες από το εθιμικό δίκαιο όσον αφορά τη μη εμπλοκή στα εσωτερικά άλλου κράτους, στη μη προσβολή της κυριαρχίας και στην παρεμπόδιση του θαλάσσιου εμπορίου(εμπάργκο) κατά παράβαση της Συνθήκης Φίλιας, Εμπορίου και Ναυτιλίας των Διάδικων του 1956.
- 12 ψήφους προς 3 ότι οι ΗΠΑ έχουν υποχρέωση να σταματήσουν αμέσως και να απόσχουν από τέτοιες πράξεις οι οποίες μπορεί να συνιστούν παραβίαση των ανωτέρω νομικών υποχρεώσεων τους.
- 14 ψήφους προς 1 ότι οι ΗΠΑ είναι υποχρεωμένες να προβούν στην αποκατάσταση της δημοκρατίας της Νικαράγουα για όλες τις ζημίες που προκλήθηκαν σε αυτή εξαιτίας της παραβίασης των υποχρεώσεων που απορρέουν από το εθιμικό διεθνές δίκαιο καθώς και από την παραβίαση της Συνθήκης φιλίας, εμπορίου και ναυτιλίας μεταξύ των μερών, η οποία υπεγράφη στη Μανάγκουα στις 21 Ιανουαρίου 1956. Η μορφή και το ύψος των αποζημιώσεων, ελλείψει συμφωνίας μεταξύ των μερών, θα πρέπει να διευθετηθεί από το Δικαστήριο, και να τηρηθεί για το σκοπό αυτό, η επακόλουθη διαδικασία στην περίπτωση αυτή.
Ομοφώνως, το Δικαστήριο υπενθυμίζει στα δύο μέρη την υποχρέωση να αναζητήσουν μια λύση για την επίλυση των διαφορών τους με ειρηνικά μέσα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο κατ’ άρθρον 33 ΧΗΕ.
Εν κατακλείδι, η παρούσα υπόθεση «Ζήτημα στρατιωτικών και παραστρατιωτικών ενεργειών εντός και εναντίον της Νικαράγουας» γνωστή και ως υπόθεση Νικαράγουας εναντίον ΗΠΑ που έληξε με την απόφαση του Δικαστηρίου στις 27 Ιουνίου 1984 συνιστά μία εκ των σημαντικότερων υποθέσεων που έχει απασχολήσει το συγκεκριμένο δικαστήριο. Για πρώτη φορά ένα ισχυρό κράτος, εν προκειμένω, οι ΗΠΑ ηττάται ενώπιον του Δικαστηρίου από ένα μη ισχυρό, τη Δημοκρατία της Νικαράγουα. Στην υπόθεση αυτή, τέθηκαν σημαντικά ζητήματα δικαιοδοσίας όπως η αναγνώριση της υποχρεωτικής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, ενώ υπήρχαν εποικοδομητικά σχόλια και πυκνότητα ερωτημάτων. Αναγνωρίστηκε δε η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για διεθνείς διαφορές νομικής φύσεως και τονίστηκε ο διαχωρισμός πολιτικών και νομικών μεθόδων επίλυσης διεθνών διαφορών.
Αρνητική όμως, ήταν η αποχή των ΗΠΑ από τη διαδικασία των επί της ουσίας και η παραίτησή τους από τη διακήρυξη για την αναγνώριση της υποχρεωτικής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου για αρκετά χρόνια γεγονός που επηρέασε την αξιοπιστία του Δικαστηρίου και το κατέστησε ευάλωτο καθώς ως γνωστόν, η ισχύς ενός κράτους και δη η παρουσία του προσδίδουν κύρος τόσο στο δικαστικό όργανο όσο και στη διαδικασία εκδίκασης της υπόθεσης. Σε γενικές γραμμές, συνοψίζοντας, η υπόθεση Νικαράγουα εναντίον ΗΠΑ χαρακτηρίζεται από εύρος όσον αφορά τόσο τα ερωτήματα που τέθηκαν όσο και την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου. Οι αντιπαραθέσεις δε, και η γενικότερη διαδικασία εκδίκασης της υπόθεσης, προσέφεραν ένα σημαντικό νομολογιακό και δικαστικό κληροδότημα στο ιστορικό περιουσιολόγιο του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ
ΕΝΤΥΠΗ
Περράκης Στ., Μαρούδα Ντ. Μ., Διεθνής Δικαιοσύνη(Θεσμοί, Διαδικασίες, Εφαρμογές Διεθνούς Δικαίου), Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα 2014
Ρούκουνας Εμ., Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, Εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2011.
Σαρηγιαννίδης Μιλτιάδης, Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο (Βασικά Νομοθετήματα), Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα, Μάιος 2015.
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ
Κρίκη Λυδία (2015) Υπόθεση Νικαράγουα κατά ΗΠΑ : Πιο επίκαιρη από ποτέ . . .», CURIA, διαθέσιμο στο: https://curia.gr/ipothesi-nikaragoua-kata-ipa-pio-epikairi-apo-pote/
Μηχανή του Χρόνου (2015), H CΙΑ έκανε εμπόριο ναρκωτικών και οι ΗΠΑ πουλούσαν όπλα στους εχθρούς τους στο Ιράν. Ο ρεπόρτερ που αποκάλυψε τη συνεργασία με εμπόρους ναρκωτικών «αυτοκτόνησε», διαθέσιμο στο: http://www.mixanitouxronou.gr/h-cia-ekane-emporio-narkotikon-ke-i-ipa-poulousan-opla-stous-echthrous-tous-sto-iran-o-reporter-pou-apokalipse-ti-sinergasia-me-emporous-narkotikon-aftoktonise/
Yπόθεση Νικαράγουα εναντίον ΗΠΑ (1986), Επίσημη Απόφαση του ΔΔΧ, διαθέσιμο στο: http://www.icj-cij.org/docket/files/70/6503.pdf
Mohammed Arshad, U.S. sanctions Nicaraguan officials, including Ortega’s wife, Reuters, 27.11.2018, διαθέσιμο σε: https://www.reuters.com/article/idUSKCN1NW2D6
Nicaragua’s Daniel Ortega proposes vote on US damages, BBC, 20.7.2011, διαθέσιμο σε: https://www.bbc.com/news/world-latin-america-14213628
Nicaragua May Seek Reparations from U.S. Based on 1986 ICJ Decision, OpinioJuris, 20.07.11, διαθέσιμο σε: http://opiniojuris.org/2011/07/20/nicaragua-may-seek-reparations-from-u-s-based-on-1986-icj-decision/
Nicaragua vs the United States: Use of Force and Self-Defense (1 of 3), διαθέσιμο σε: https://ruwanthikagunaratne.wordpress.com/2012/11/15/nicaragua-vs-us-case-summary/
[1] Ειρηνική επίλυση διενέξεων στην Περιοχή της Κεντρικής Αμερικής. Η ομάδα της Κονταντορα (Κολομβία, Μεξικό, Βενεζουέλα και Παναμάς) συνεδρίασε στο Παναμά για την καταπολέμηση των διενέξεων στην περιοχή της Κεντρικής Αμερικής και τον περιορισμό της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ μετά τα γεγονότα σε Ελ Σαλβαδόρ, Νικαράγουα και Γουατεμάλα. Η συνεδρίαση έλαβε χώρα το Σεπτέμβριο 1983 και η Πράξη της Κονταντορα για την Ειρήνη και Συνεργασία στη Κεντρική Αμερική τέθηκε σε ισχύ τον ίδιο μήνα το 1984.