Γράφει ο Εμμανουήλ Παπαλεξάνδρου
Ο ρόλος των μυστικών υπηρεσιών στη σκακιέρα των διεθνών σχέσεων και της εξωτερικής πολιτικής γραμμής διακρίνεται περισσότερο αναβαθμισμένος από ποτέ, με στερεά και πολυεπίπεδη δράση. Οι μυστικές υπηρεσίες πληροφοριών αποτελούν ξεκάθαρο κυβερνητικό φορέα, ρυθμιστή της εξωτερικής πολιτικής, πλήρως ενεργό και πραγματικό, που ωστόσο παραμένει σχεδόν άγνωστος στο ευρύ κοινό. Ωστόσο, οι μυστικές υπηρεσίες και η δύναμη της πληροφόρησης αποτελούν αρχές βαθιά ριζωμένες στον κυβερνητικό μηχανισμό των κρατών. Η εξέλιξη που κατέστησε την πληροφόρηση στην αιχμή της πολιτικής προτεραιότητας, ορθώνεται τόσο από τους δύο παγκοσμίους πολέμους, όσο και τον ψυχρό πόλεμο που τοποθέτησαν τον όρο πληροφορία ισάξια με την νίκη. Δηλαδή την συνεχής παροχή, τη διαρροή και τις συναλλαγές πληροφοριών που ρύθμισαν τη δυναμική του πολέμου και διαμόρφωσαν το αποτέλεσμα του. Ίσως αν αναλογιστούμε την έλλειψη μυστικών υπηρεσιών και την διακίνηση των μυστικών πληροφοριών από τους δύο αιματηρούς πολέμους, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ένα διαφορετικό αποτέλεσμα, ίσως ολέθριο. Με αυτό τον τρόπο, και ο ψυχρός πόλεμος, ορθώθηκε πάνω από τη δύναμη της πληροφόρησης, που αποτελούσε τον εγγυητή στον καθορισμό της εξωτερικής πολιτικής τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερική, όσο και της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι μυστικές υπηρεσίες δεν είναι η εξαίρεση στο πολιτικό στερέωμα, αλλά ο κανόνας, ένα πλήρες εργαλείο πολιτικής δεινότητας, όπως ακριβώς η διπλωματία και οι ένοπλες δυνάμεις. Επιφορτισμένες να ενισχύουν την δύναμη πληροφορίας, με απώτερο σκοπό την ενδυνάμωση της πολιτικής ισχύος ενός κράτους. Στο πλαίσιο αυτό, οι πληροφορίες που αντλούνται κατά κύριο λόγο αφορούν θέματα εθνικής ασφάλειας, ξένων κρατών, στοχευμένων προσώπων και τοποθεσιών και διεθνών φορέων. Θα ήταν δε ορθό να επεξηγηθεί ο όρος της πληροφορίας, η οποία στο πλαίσιο που μας απασχολεί δεν νοείται υπό τον αγγλικό όρο ως Information, αλλά ως Intelligence, δηλαδή η εκτενής πληροφόρηση. Στη σύγχρονη εποχή, η βαρύτητα των μυστικών υπηρεσιών έχει αλλάξει, έχει ενισχυθεί πλήρως υπό τον φόβο της τρομοκρατίας και ιδιαίτερα μετά την τρομοκρατική επίθεση στο παγκόσμιο κέντρο εμπορίου στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2001. Πλέον βασίζεται σε τέσσερις θεμέλιους αμφοτεροβαρείς πυλώνες. Τους πρώτους δύο πυλώνες αποτελούν η αποφυγή στρατηγικών εκπλήξεων, δηλαδή, ο εκτεταμένος έλεγχος και η πρόβλεψη των γεγονότων και των κινδύνων που μπορεί να βλάψουν την εθνική ασφάλεια καθώς και η παροχή εξειδικευμένων γνώσεων μακροπρόθεσμα, που ορίζεται ως η συντήρηση και η συνεχής διακίνηση των πληροφοριών στην πολιτική ηγεσία. Ο τρίτος πυλώνας αφορά την υπεράσπιση της πολιτικής διαδικασίας, που αποσκοπεί στη πλήρη παροχή πληροφοριών όπως ορίζεται δια των νομοθετικών πλαισίων και ο τέταρτος τη μυστικότητα που ορίζεται ως η εχεμύθεια επί των πληροφοριών και των διαδικασιών. Οι τέσσερις αυτοί παράγοντες αποτελούν την επιφάνεια των μυστικών υπηρεσιών, εις βάθος διακρίνονται οι τεχνικές ανευρέσεις στοιχείων και πληροφοριών.
Για την εξεύρεση πληροφοριών που σχετίζονται με ένα πρόσωπο, ένα γεγονός, ένα κράτος, ή κάποιον σχετιζόμενο φορέα δεν βασίζονται μόνο στις λεγόμενες «ανοιχτές πηγές» που αποτελούν τα δημοσιεύματα του τύπου, το ραδιόφωνο, ή την τηλεόραση. Σχηματίζουν ένα πλαίσιο δράσης, βαθύτερο και πλούσιο σε τεχνικό και ανθρώπινο δυναμικό. Μία αρκετά διαδεδομένη τεχνική ανάκτησης πληροφοριών αποτελεί το λεγόμενο HUMINT, εκ του Human Intelligence, το οποίο αποτελεί δεξαμενή άντλησης πληροφοριών από ανθρώπινο δυναμικό. Πληροφοριοδότες, κατάσκοποι, ειδικοί μυστικοί πράκτορες, ειδήμονες της λογοτεχνίας και του θεάματος, υπάλληλοι υπηρεσιών αποτελούν το προσωπικό ανάδειξης των μυστικών πληροφοριών. Όπως προαναφέρθηκε, ο κόσμος των μυστικών υπηρεσιών είναι άγνωστος στο ευρύ κοινό, που η μοναδική του επαφή αποτελεί ο χώρος του θεάματος και του κινηματογράφου, ήρθε ωστόσο η ώρα να αποδομήσουμε αυτόν τον θρύλο. Εξ αντιδιαστολής, οι προηγούμενες κατηγορίες που αναφέρθηκαν αποτελούν έναν όμιλο ανθρώπων που κινείται σε άκρως επαγγελματικά πρότυπα, ειδήμονες στο έργο και τον στόχο τους. Η διαδικασία HUMINT αποσκοπεί κυρίως στη στρατολόγηση ξένων αξιωματούχων με διαπροσωπικού χαρακτήρα τεχνικές, είτε στην εκτεταμένη παρακολούθηση ενός αντικειμένου, προσώπου, ή τοποθεσίας προς μελέτη. Τα πρόσωπα αυτά είναι ειδήμονες στις διαρρήξεις, την υποκλοπή εγγράφων και τις διαδικασίες ανάκρισης.
Επόμενος σταθμός άντλησης πληροφοριών αποτελεί το SIGINT εκ του Signals Intelligence, που υπόκειται στην υποκλοπή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων ή απλούστερα σημάτων. Οι υπηρεσίες αυτές κινούνται με γνώμονα πως οποιασδήποτε εξοπλισμός που εκπέμπει ηλεκτρομαγνητικά κύματα δύναται να υποκλαπεί και με την συνεχή αύξηση της τεχνολογίας, αποτελούν έναν βασικό παράγοντα άσκησης κατασκοπίας στις μυστικές υπηρεσίες. Εν συνεχεία, διακρίνεται η τεχνική COMINT, υπό τον αγγλικό όρο Communications Intelligence, η υποκλοπή δηλαδή ραδιοκυμάτων που γενεσιουργός της αποτέλεσε η αδήριτη ανάγκη ανάκτησης πληροφοριών κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Ακόμα, υπάρχει η τεχνική TELINT, που ανέρχεται από τις αγγλικές λέξεις Telemetry Intelligence και επεξεργάζεται και αναλύει δεδομένα ξένης τηλεμετρίας, τα οποία εντοπίζονται συχνότερα στα οχήματα δοκιμής και τις πληροφορίες των μηχανικών. Τέλος, διακρίνεται η τεχνική ανάκτησης ELINT, η οποία ενασχολείται με την ανάλυση ηλεκτρομαγνητικών ακτινοβολιών που προέρχονται από στρατιωτικούς εξοπλισμούς και η MASINT, που αποτελεί την κατηγορία των υπόλοιπων τεχνικών μέσων ικανών για την ανάκτηση χρήσιμων πληροφοριών. Έπειτα της συλλογής των πληροφοριών, σε νέα φάση, οι μυστικές υπηρεσίες προχωρούν σε τεχνική ανάλυση των δεδομένων, όπως λόγου χάριν η κρυπτανάλυση που αποτελεί το σπάσιμο των κωδικοποιημένων πληροφοριών, ή ανάλυση στοιχείων, φωτογραφιών κ.α. Εν συνεχεία, οι μυστικές υπηρεσίες προχωρούν στο σημαντικότερο βήμα του οργανισμού, την παραγωγή της πληροφόρησης, δηλαδή τη μετάβαση των πληροφοριών στην πολιτική.
Τέλος, η δράση των μυστικών υπηρεσιών έχει έναν χρυσό κανόνα, που δεν είναι άλλος από τη δράση υπό άκρα μυστικότητα. Στο ιστορικό συνεχές, γεγονότα όπως το Πέρλ Χάρμπορ, η πτώση των Δίδυμων Πύργων έφεραν στη πλήρη επιφάνεια τη σημαντικότητα των μυστικών υπηρεσιών που συνήθιζαν να δρουν στην αφάνεια των κυβερνητικών αρχών, με σημαντική ισχύ και ιδιαίτερο αποτύπωμα στα γεγονότα. Η μυστική δράση είναι κρυστάλλινη αρχή για μία μυστική υπηρεσία. Είναι η απαρχή των μυστικών υπηρεσιών ως εργαλείο πολιτικής, αλλά και ως ρυθμιστής στην άσκηση αυτής. Με την μυστική δράση και την παροχή απόρρητων και σημαντικών πληροφοριών στη πολιτική αρχή μιας κρατικής οντότητας, οι μυστικές υπηρεσίες θεωρούνται ως ένας άμεσος σύνδεσμος με την εξωτερική πολιτική και τις διεθνείς εξελίξεις. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η βάση δεδομένων των μυστικών υπηρεσιών αποτελεί ένα δυνατό και στερεό έδαφος στο οποίο μπορεί να σχηματιστεί η εξωτερική πολιτική. Συνεπώς, η χρησιμότητα της στη διαμόρφωση πολιτικής διπλωματικού χαρακτήρα κρίνεται αδιαμφισβήτητη.
Βιβλιογραφία
Χατζησαββίδου Β. (2017), Ο ρόλος των υπηρεσιών πληροφοριών στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής. Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Ferro-Adams Rocio (2018), The ‘Art of Diplomacy’ in an era of ‘Open Diplomacy’: Public and Secret Diplomacy negotiations. Has diplomacy lost its resonance in a more open diplomatic world?