Γράφει η Κατερίνα Ζουμπούλη
Από πολύ νωρίς στην ιστορία της ανθρωπότητας, όταν οι άνθρωποι άρχισαν να κατοικούν σε συγκεκριμένους τόπους ομαδικά, εμφανίστηκαν και τα προβλήματα ανάμεσα στους λαούς. Πιο συγκεκριμένα, αναπτύχθηκε ο φόβος του εχθρού στις οργανωμένες κοινωνίες που αργότερα ονομάστηκαν κράτη. Στο πιο πρόσφατο παρελθόν έχει σημειωθεί ο πόλεμος στα νησιά Φώκλαντ. Δεν είναι άλλωστε παράλογο, ούτε πρωτόγνωρο το γεγονός ότι δύο χώρες διαφωνούν για την κυριαρχία συγκεκριμένων εδαφών ειδικότερα, όταν μιλάμε για πρώην αποικιοκρατίες που εξακολουθούν να θέλουν να έχουν τα ηνία και το γόητρο που είχαν εκείνη την εποχή όπως η Βρετανία.
Τα νησιά Φώκλαντ βρίσκονται στον Ατλαντικό Ωκεανό και είναι αρχιπέλαγος που αποτελείται από δύο μεγάλα νησιά, το Ανατολικό και Δυτικό καθώς και από εκατοντάδες μικρότερα.Επίσης, βρίσκονται στο Νότιο ημισφαίριο της γης απέχοντας εφτακόσια μίλια από την ακτή της Αργεντινής και περίπου τριακόσια από το στενό του Μαγγελάνου της Χιλής. Οι Αργεντινοί ονομάζουν τα νησιά αυτά Μαλβίνας ενώ η πρωτεύουσα τους είναι το Στάνλεϊ. Από το παρελθόν μέχρι και σήμερα έχουν γίνει αρκετές φορές το μήλο της έριδος και έχουν περάσει διάφορες αποικιοκρατικές δυνάμεις από εκεί ανά τους αιώνες. Πιο συγκεκριμένα, ανήκαν σε Γάλλους, Ισπανούς για να καταλήξουν στα χέρια των Άγγλων το 1833. Ωστόσο, δεν έχουν πάψει να διεκδικούνται από την γειτονική τους Αργεντινή, η οποία για πολλούς λόγους θέλει να αποκτήσει την κυριαρχία τους. Από τα χρόνια της αποικιοκρατίας οι περισσότεροι κάτοικοι που παραμένουν εκεί έχουν Βρετανικές ρίζες και δεν θέλουν να αλλάξει το καθεστώς που επικρατεί καθώς όπως είναι λογικό τα ήθη και τα έθιμα τους βασίζονται στις Βρετανικές παραδόσεις, χωρίς αυτό να τους εμποδίζει να νιώθουν ότι δεν έχουν δική τους εθνική ταυτότητα.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 60΄ η Αργεντινή αποφάσισε να διεκδικήσει τα νησιά από το Ηνωμένο Βασίλειο. Λίγα χρόνια αργότερα όμως το 1965, τα πράγματα λύθηκαν ειρηνικά μέσω διαπραγματεύσεων. Το 1971, έλαβαν χώρα συζητήσεις και μετέπειτα συμφωνίες για το άνοιγμα εμπορικών οδών ανάμεσα στα Φώκλαντ και την Αργεντινή. Αν και σημειώθηκε πρόοδος, την εποχή εκείνη οι Αγγλο-αργεντίνικες σχέσεις χειροτέρευσαν κυρίως από το 1975 και μετά, εξαιτίας των ερευνών του Βρετανικού πλοίου «Shackleton» στην υφαλοκρηπίδα των νησιών. Με αυτή την κίνηση οι Αργεντινοί αντέδρασαν προσπαθώντας να εμποδίσουν τις έρευνες του Shackleton και ένα χρόνο αργότερα (1976) πενήντα Αργεντινοί επιστήμονες αποβιβάστηκαν στα νησιά Σάντουιτς τα οποία βρίσκονται 1.200 μίλια μακριά από τα νησιά Φώκλαντ. Αργότερα, τα επόμενα χρόνια και συγκεκριμένα το 1977 μέχρι το 1981 έγιναν πολλές συζητήσεις χωρίς όμως κάποιο αποτέλεσμα. Ενώ λοιπόν, το Ηνωμένο Βασίλειο το 1981 αποφάσισε να αποσύρει το πλοίο που είχε ως βασική ιδιότητα να φρουρεί την περιοχή, οι Αργεντινοί δεν έχασαν την ευκαιρία και συνέχισαν να προκαλούν με την παράνομη αποβίβαση τους με αργεντίνικο πλοίο στο νησί Νότια Γεωργία που βρίσκεται κοντά. Παράλληλα, το αργεντίνικο Υπουργείο Εξωτερικών διαβεβαίωσε ότι είναι άνθρωποι της Αργεντινής και την προστατεύουν ενώ δεν διατρέχεται καμία απειλή.
Στις 2 Απριλίου του 1982 ήταν η αρχή ενός πολέμου που θα καθόριζε την κυριαρχία των νησιών ακόμα και σήμερα. Την ημέρα εκείνη λοιπόν, οι Αργεντινοί εισέβαλαν στα νησιά και τα πράγματα φαίνονταν να είναι υπέρ τους, αφού οι Βρετανοί δεν είχαν πολλές βάσεις και οπλικά συστήματα στα νησιά. Επίσης, το Ηνωμένο Βασίλειο είχε την πρόθεση να λύσει το ζήτημα διπλωματικά μέχρι τότε. Η κατάσταση όμως, ήταν έκρυθμη και δεν υπήρχε το περιθώριο για καθυστερήσεις. Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν, η Μάργκαρετ Θάτσερ με το αξίωμα της Πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας πήρε την απόφαση να απαντήσει στις στρατιωτικές προκλήσεις της Αργεντινής και έστειλε πεζοναύτες να πολεμήσουν ώστε να παραμείνουν τα εδάφη στην ομπρέλα προστασίας του Ηνωμένου Βασιλείου. Στις 21 Μαΐου κατέφτασαν στα νησιά τα αγγλικά στρατεύματα και άρχισαν οι επιθέσεις στην στεριά, στην θάλασσα και από αέρος. Ο πόλεμος αυτός ήταν σχετικά σύντομος αφού στις 14 Ιουλίου έληξε επισήμως, όταν η κυβέρνηση της Αργεντινής παραδόθηκε και αποφάσισε να διακόψει τις επιθέσεις.
Τα νησιά Φώκλαντ είναι σημαντικά για το Ηνωμένο Βασίλειο καθώς αποτέλεσαν βάση της Βρετανίας κατά την περίοδο των δύο παγκόσμιων πολέμων και σημειώθηκαν πολλές νίκες σε μάχες εναντίον των Γερμανών. Επίσης, στην περιοχή του Νότιου Ατλαντικού υπάρχει πετρέλαιο και διεξάγονται διερευνητικές γεωτρήσεις. Ακόμα, δεν μπορούμε να παραλείψουμε το γεγονός ότι τα νησιά αυτά έχουν χρήσιμη γεωγραφική θέση που ασκεί επιρροή και ανταγωνίζονται για αυτά τρείς σημαντικές χώρες, η Χιλή, η Βρετανία και η Αργεντινή οι οποίες ήθελαν να ελέγχουν τον Νότιο Ατλαντικό Ωκεανό και τις φυσικές πηγές του. Για την Χιλή η περιοχή των νησιών είναι επίσης καθοριστικής σημασίας διότι η συγκεκριμένη χώρα εμπλέκεται σε άλλη διαμάχη με την Αργεντινή για την κυριαρχία των νησιών Beagle. Η Αργεντινή ταλαντεύονταν στην περίπτωση ενδεχόμενης συμμαχίας με το Ηνωμένο Βασίλειο, μια ενέργεια που θα την εκτόπιζε από τον έλεγχο της περιοχής και θα παρακώλυε ακόμα περισσότερο την διαδικασία διεκδίκησης των νησιών Φώκλαντ. Γι’ αυτόν τον λόγο, η Αργεντινή οδηγήθηκε στην ένοπλη δράση. Τις ημέρες εκείνες του Μαρτίου η Αγγλία ήταν ανάμεσα σε δύο επιλογές που έπρεπε να ακολουθήσει. Αυτές ήταν, είτε να προχωρήσει μέσω της διαπραγματευτικής οδού, ή να απαντήσει στρατιωτικά για να αποτρέψει κάθε ελπίδα των Αργεντινών να νικήσουν τα εδάφη. Για την λήψη της απόφασης, τα πράγματα δεν ήταν εύκολα καθώς η Βρετανία δεσμεύονταν από τα Ηνωμένα Έθνη όντας και ένα από τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Την ίδια στιγμή έναυσμα για την αργεντίνικη επίθεση ήταν η στρατιωτική απουσία των Βρετανών από τα νησιά αφού είχαν αποσύρει το πλοίο τους το 1981.
Όταν δημιουργούνται στόχοι θέτουμε την πολιτική σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και τότε γίνεται στρατηγική. Η στρατηγική είναι τα μέσα με τα οποία τα κράτη προσπάθησαν να πετύχουν τους στόχους τους και ειδικότερα στην περίπτωση που εξετάζεται είναι η δυνατότητα ή η υπόνοια χρήσης βίας που έχει ως στόχο τον πόλεμο στον οποίο μπορεί εν προκειμένω να συμπεριληφθεί μια μάχη, σύμφωνα με τον Κλαούζεβιτς. Ο Πόλεμος στα νησιά Φώκλαντ είναι ένα φωτεινό παράδειγμα περιορισμένου πολέμου εφόσον δεν επεκτάθηκε περαιτέρω σε εδάφη της Αργεντινής και δεν επηρέασε άλλα κράτη εκτός από τα άμεσα εμπλεκόμενα. Όταν, για ένα κράτος είναι εύκολο να επιτεθεί και πιστεύει ότι θα υπερισχύσει, η αποτροπή ενός πολέμου αποτυγχάνει. Προκειμένου να αντιληφθούμε γιατί συνέβη αυτό θα πρέπει να εξετάσουμε τα κίνητρα και των δύο πλευρών.
Η Βρετανία την δεκαετία του 70΄ υπέφερε από οικονομικές αδυναμίες όποτε αυτό την απέτρεπε να επενδύσει σε περιοχές έξω από την χώρα. Η «Σιδηρά Κυρία», όπως αποκαλούσαν την Θάτσερ, ήταν σίγουρη για την νίκη σε αυτόν τον πόλεμο. Παρά τις αντιδράσεις όλων, ακόμα και του υπουργού εξωτερικών της Βρετανίας που αναγκάστηκε να παραιτηθεί ή τις αντιδράσεις των στρατιωτικών καθώς θεωρούσαν αχρείαστη την συγκεκριμένη πολεμική επιχείρηση, η ίδια δεν πτοήθηκε ούτε κατάφερε κανείς να της αλλάξει γνώμη. Η έκβαση του πολέμου δικαίωσε την κρίση της και ήταν ο λόγος που αυξήθηκε η δημοτικότητα της στους Βρετανούς πολίτες αφού επανεκλέχθηκε στις εκλογές που ακολούθησαν. Θα ήταν καταστροφική, για την Βρετανία, η ιδέα ότι θα έχανε και άλλα εδάφη μετά την κατάρρευση της αποικιοκρατίας. Ήταν σημαντικό λοιπόν, να διατηρήσει την υστεροφημία και το γόητρο δείχνοντας ότι παραμένει ισχυρή.
Η κάθε χώρα είχε τους δικούς της λόγους που την ώθησαν σε αυτόν το πόλεμο. Πρώτα από όλα, στην Αργεντινή επικρατούσε ένα δικτατορικό καθεστώς το οποίο ήθελε να αποπροσανατολίσει τους πολίτες της από τα μείζονα εσωτερικά προβλήματα που υπήρχαν. Μια πολεμική νίκη θα ανέβαζε την δημοτικότητα του δικτάτορα Λεοπόλδου Γκαλτιέριπου, αυτό ήταν και το ζητούμενο. Η κατάκτηση των νησιών θα εξύψωνε το εθνικό ανάστημα του αργεντίνικου πληθυσμού. Αναμφισβήτητα, μαζί με τα δικτατορικά καθεστώτα, η προπαγάνδα δεν εκλείπει ποτέ και η συγκεκριμένη δικτατορία δεν ήταν εξαίρεση. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης παραποιούσαν όλα τα γεγονότα και λογοκρίνονταν. Οι κάτοικοι της Αργεντινής μέχρι λίγες μέρες πριν την λήξη του πολέμου πίστευαν ότι η Αργεντινή θα κηρύσσονταν νικήτρια. Τα δυσάρεστα για αυτούς νέα μαθεύτηκαν από δημοσιογράφους του BBC. H στρατιωτική ήττα λοιπόν, έφερε τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που αναμένονταν και φυσικά οι συνέπειες ήταν ολέθριες.
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω το κομβικό σημείο της 2ης Απριλίου του 1982 ήταν η αρχή της σύρραξης, όταν στρατιωτικές δυνάμεις της Αργεντινής εισέβαλαν στα νησιά. Η Θάτσερ έδωσε εντολή στους στρατιωτικούς να συγκροτήσουν εκστρατευτικό σώμα για να ανακαταλάβουν οπωσδήποτετα εδάφη. Ταχύτατα λοιπόν, στις 5 Απριλίου έφτασε Βρετανικό πλοίο στην περιοχή το οποίο συνεργάστηκε με άλλα πλοία της Αγγλίας που έκαναν ασκήσεις στο Γιβραλτάρ. Στις 11 Απριλίου έγινε ναυτικός αποκλεισμός στην Αργεντινή ο οποίος αργότερα επεκτάθηκε ενώ 1ηΜαΐου έγινε ο πρώτος βομβαρδισμός στο αεροδρόμιο του Στάνλει, όπου οι Αργεντινοί το χρησιμοποιούσαν για την λήψη εφοδίων και την μετακίνηση των στρατευμάτων. Την επόμενη μέρα ένα πυρηνο-κίνητο αγγλικό υποβρύχιο βύθισε το καταδρομικό της Αργεντινής που ονομάζονταν“GeneralBelgrano” και εκεί χάθηκαν 323 ναύτες. Ωστόσο, οι Αργεντινοί απάντησαν σε αυτήν την πράξη με την βύθιση του πολεμικού “Sheffield” από γαλλικούς πυραύλους αέρος. Ο ναύαρχος της Βρετανίας πιέζονταν από την κυβέρνηση, από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και από τον χρόνο γενικότερα. Η βασική απειλή από την Αργεντινή ήταν από την αεροπορία και ο ναύαρχός Γούντγουορντ προσπαθούσε να κρατήσει τα κυριότερα πλοία μακριά από την ακτίνα δράσης των αργεντίνικων αεροσκαφών. Την ίδια στιγμή και ο στρατηγός Μάριο Μενέντεθ της Αργεντινής ήταν αρχηγός των εκστρατευτικών σωμάτων που είχαν πάει στα νησιά και καθώς δεν γνώριζε από που θα καταφτάσουν οι Βρετανοί έπρεπε να λύσει το πρόβλημα μεταφοράς ανδρών και υλικού φορτιού, ένα θέμα που αντιμετώπιζαν και οι αντίπαλοι. Στις 21Μαΐου βρετανική ταξιαρχία πεζοναυτών πήγε στο Σαν Κάρλος που βρίσκεται στο Ανατολικό Φώκλαντ, ενώ τις επόμενες μέρες οι Αργεντινοί έκαναν τολμηρές επιθέσεις εναντίον των βρετανικών πλοίων. Τις ημέρες που ακολούθησαν η μια πλευρά έπληττε την αντίπαλη στοχεύοντας τα τάγματα των αργεντίνικων αλεξιπτωτιστών και η άλλη με πυρπόληση πλοίων. Στις 14 Ιουνίου όμως, ο στρατηγός Μενέντεθ έληξε τις εχθροπραξίες και οι Βρετανοί μπήκαν με θριαμβευτικούς τόνους στην πρωτεύουσα των νησιών.
Συμπερασματικά θα λέγαμε πως η διένεξη αυτή ανάμεσα στην Αργεντινή και την Αγγλία για τα νησιά Φώκλαντ προσελκύει το ενδιαφέρον της παγκόσμιας ιστορίας. Αναμφισβήτητα, έχουν υπάρξει σφοδρότεροι πόλεμοι για εδάφη αλλά δεν γίνεται να υποτιμήσουμε την συγκεκριμένη σύρραξη για αρκετούς λόγους. Πρώτον, είναι ένα από τα πιο ξεκάθαρα παραδείγματα όπου οι εσωτερικές αναταραχές δύο χωρών οδηγούνται σε πόλεμο για πολιτικούς λόγους. Έχοντας από την μια μεριά χούντα και από την άλλη φόβο μην τυχόν αλλάξει η φήμη της Βρετανίας καθώς και οικονομικές δυσκολίες. Δεύτερον, σε περίοδο ψυχρού πολέμου και ρήξης της αποικιοκρατίας ήταν παράτολμη οποιαδήποτε πράξη. Οι Αργεντινοί δεν φαντάζονταν ότι η Αγγλία ήταν σε θέση να διεκδικήσει τόσο σθεναρά τα νησιά και αποφάσισαν να εισβάλλουν. Όμως, οι Βρετανοί δεν δίστασαν να διανύσουν απόσταση οχτώ χιλιάδων μιλίων για να υπερασπιστούν τα συμφέροντα τους. Το βασικό πλεονέκτημα τους ήταν στον εξοπλισμό τους, που είχε την ικανότητα της νυχτερινής όρασης καθώς επίσης και η ανώτερη εκπαίδευσή τους. Βέβαια είναι σημαντικό να αναφερθεί πως και η τύχη έπαιξε καθοριστικό παράγοντα αφού τα πλοία τους επλήγησαν αρκετές φορές από βόμβες οι οποίες όμως δεν εξερράγησαν ποτέ.
Όπως κάθε πόλεμος, έτσι και ο πόλεμος στα Φώκλαντ άφησε πίσω του πολυάριθμους στρατιώτες που υπέστησαν μετά-τραυματικό στρες. Αρκετοί Άγγλοι και Αργεντινοί Βετεράνοι αυτοκτόνησαν τα επόμενα χρόνια λόγω των τύψεων και των μετά-τραυματικών παθήσεων που απέκτησαν. Το θέμα της κυριαρχίας των νησιών ακόμα και σήμερα δεν έχει ξεχαστεί από τους Αργεντινούς και είναι ένα ζήτημα που τους ταλανίζει. Το 2013 διεξήχθη δημοψήφισμα για να αποφασίσουν οι κάτοικοι των Φώκλαντ μόνοι τους εάν θέλουν να συνεχίσουν να ανήκουν στην Βρετανία και κατά πλειοψηφία η απάντηση ήταν υπέρ[1], οπότε δεν υπάρχει η συναίνεση από τους FalklandIslanders να αλλάξουν την μέχρι τώρα διακυβέρνηση.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Beattie, T. J. (2010). CONVENTIONAL DETERRENCE AND THE FALKLANDS ISLANDS CONFLICT. California: Naval Postgraduate School, Praestantia Per Scientiam.
DODDS, K. (2012). Stormy waters: Britain, The Falklands Islands a,nd UK- Argentine relations. International Affairs, 683-700.
Freedman, L. (1982). The War of the Falkland Islands, 1982. Foreign Affairs, 196-210.
JOHN E, M. (1988). WAR IN THE FALKLANDS: PERSPECTIVES ON BRITISH STRATEGY AND USE OF AIR POWER. ALABAMA.
R.P. Barston, P. B. (1983, January). The Falklands island/ Islas Malvinas conflict: A question of zones. ScienceDirect, 14-24.
Royle, S. A. (1994). Changes in the Falkland Islands since the conflict of 1982. JSTOR, 172-176.
Shackleton, L. (1983, March). The Falkland Islands and Their History. Royal Geographical Society with IBG, pp. 1- 4.
Βελάνης, Μ. (Director). (n.d.). Εμπόλεμη Ζώνη [Motion Picture].
Βελάνης, Μ. (Director). (n.d.). Εμπόλεμη Ζώνη [Motion Picture].
Δημουλάκου, Μ. (2021). Πραξικόπημα κατά της Περόν στην Αργεντινή. Καθημερινή.
Δημουλάκου, Μ. (2021). Πραξικόπημα κατά της Περόν στην Αργεντινή. Καθημερινή.
Ο πόλεμος στα νησιά Φώκλαντς (2/04/1019). [MotionPicture].
Πάτερ, Π. (1986). Οι δημιουργοί της Σύχγρονης Στρατηγικής. εκδόσεις Τουρκική.
σπουδών, Μ. σ. (2020).