Γράφει ο Σπύρος Αναστασίου
Ξεκινώντας από το ετυμολογικό κομμάτι, η λέξη απαρτχάιντ σημαίνει διαχωρισμός και βρίσκει την ρίζα της στα αφρικάανς, ολλανδικής προέλευσης γλώσσα, η οποία συναντάται στη περιοχή της Νοτίου Αφρικής. Αποτελεί πολιτική, βασισμένη στις φυλετικές διαφορές των πολιτών και αναπτύχθηκε στο κράτος της Νοτίου Αφρικής κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Αφορούσε κατά κύριο λόγο τον φυλετικό διαχωρισμό της κοινωνίας και οδήγησε σε πολιτικές και οικονομικές διακρίσεις, με κριτήριο το χρώμα του δέρματος και την καταγωγή των κοινωνικών ομάδων.
Φαινόμενα διάκρισης και κοινωνικού διαχωρισμού ήταν εμφανή ήδη από τον 17ο αιώνα, την εποχή, δηλαδή, κατά την οποία η περιοχή βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Ολλανδών αποικιοκρατών. Ωστόσο, η ίδρυση της Ένωσης της Νοτίου Αφρικής το 1910, υπό βρετανικό έλεγχο, αποτέλεσε τον βασικό παράγοντα που έθεσε τα θεμέλια για την πραγματοποίηση της πολιτικής του απαρτχάιντ. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου, οι Ευρωπαίοι διαμόρφωσαν το πολιτικό σκηνικό στη χώρα, ενώ πράξεις διάκρισης εφαρμόστηκαν σχεδόν αμέσως. Η πολιτική του απαρτχάιντ θεσμοθετήθηκε το 1948 από το Νοτιοαφρικανικό Εθνικό Κόμμα και καταργήθηκε το 1991. Η προσπάθεια νομιμοποίησης αυτής της πολιτικής διακρίσεων, μέσω νομοθεσιών από το Εθνικό Κόμμα, καθιστά την εποχή του απαρτχάιντ μοναδική στην ιστορία.
Το πλαίσιο νόμων που περίκλειε το καθεστώς του απαρτχάιντ ήταν ευρύ και αφορούσε όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Η βασικότερη ρύθμιση είχε να κάνει με την κατάταξη του συνόλου του πληθυσμού σε τρεις κατηγορίες: τους λευκούς, τους έγχρωμους και τους Αφρικανούς, ορίζοντας παράλληλα και διαφορετικές περιοχές κατοικίας για την κάθε φυλή. Επιπλέον, ειδικές νομοθεσίες περιόριζαν τη κινητικότητα των μη λευκών, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να κυκλοφορούν με ένα βιβλίο αναφοράς. Το βιβλίο αυτό περιείχε τα έγγραφα ταυτοποίησης τους και υπογεγραμμένες άδειες, ώστε να μπορούν να μετακινούνται σε συγκεκριμένες περιοχές που κανονικά απαγορευόταν. Ακόμη, πληθώρα νόμων προέβλεπε την απαγόρευση, για τους μη λευκούς, του δικαιώματος στη ψήφο και την ιδιοκτησία, καθώς και την απαγόρευση των γάμων και των σεξουαλικών σχέσεων μεταξύ λευκών και μη λευκών, ώστε να διατηρηθεί η «καθαρότητα» της λευκής φυλής. Τέλος, μέσω νομοθεσιών κρινόταν παράνομο το εργατικό δικαίωμα στην απεργία για τους μη λευκούς εργάτες και προβλεπόταν σοβαρή τιμωρία σε περίπτωση παράβασης του συγκεκριμένου κανόνα.
Προκειμένου να καταπολεμηθούν οι επικρατούσες ανισότητες, ο καταπιεσμένος πληθυσμός χρησιμοποίησε πολλές μεθόδους, βίαιες και μη. Βασικότερος φορέας αντίστασης κατά του καθεστώτος του απαρτχάιντ υπήρξε το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο, το οποίο είχε ιδρυθεί ήδη από το 1912. Σε αρχικό στάδιο, χρησιμοποίησε μη βίαιες μεθόδους αντίστασης, όπως ειρηνικές πορείες διαμαρτυρίας και διαδηλώσεις. Το Κογκρέσο κέρδισε μεγάλη αναγνώριση το 1952, όταν από μια μικρή οργάνωση 7.000 μελών μετατράπηκε σε ένα τεράστιο κοινωνικό κίνημα 100.000 συμμετεχόντων. Αυτή η εξέλιξη σημειώθηκε λόγω της εκστρατείας για την κατάργηση των άδικων νόμων του καθεστώτος, η οποία προωθήθηκε από το ίδιο το Κογκρέσο. Η εκστρατεία διήρκησε μέχρι το 1953 και οδήγησε περίπου 8.000 αντιστάτες στη φυλακή. Σημαντικός σταθμός στην αντιστασιακή προσπάθεια υπήρξε και ο Χάρτης της Ελευθερίας, ο οποίος εκδόθηκε το 1955 από το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο και τους συμμάχους του, δηλαδή το Κογκρέσο Ινδών της Νότιας Αφρικής, το Κογκρέσο των Έγχρωμων της Νότιας Αφρικής, το Κογκρέσο των Δημοκρατών και το Κογκρέσο των εμπορικών συντεχνιών. Ο Χάρτης διακήρυττε τις αρχές και τα δικαιώματα που θα έπρεπε να διέπουν τις ζωές όλων όσων ζούσαν στην επικράτεια της Νότιας Αφρικής, χωρίς να επικρατεί καμία ανισότητα ανάμεσα στους ανθρώπους ανεξαρτήτως χρώματος του δέρματος ή κάποιου άλλου κριτηρίου διάκρισης.
Στις 21 Μαρτίου του 1960, αποφασίστηκε από τις αντιστασιακές δυνάμεις να διενεργηθεί μια διαδήλωση στο Σάρπβιλ, κατά την οποία οι διαδηλωτές δεν θα έφεραν μαζί τους τα έγγραφα ταυτοποίησης που ήταν υποχρεωμένοι να έχουν. Αυτό έγινε με σκοπό να συλληφθούν, να γεμίσουν τις φυλακές και ακολούθως, να μειωθεί δραματικά το εργατικό δυναμικό. Η κίνηση αυτή, θα έπληττε σημαντικά την οικονομία φέρνοντας το πρόβλημα της διάκρισης στο επίκεντρο, καθώς το καθεστώς του απαρτχάιντ βάσιζε την ανάπτυξη της οικονομίας του αποκλειστικά σε μη λευκούς εργάτες. Κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης, αστυνομικοί άνοιξαν πυρ ενάντια στους διαδηλωτές σκοτώνοντας 69 και τραυματίζοντας άλλους 180. Ως συνέπεια, ακολούθησαν ταραχές σε όλη την επικράτεια με την κυβέρνηση να πραγματοποιεί μεγάλο αριθμό συλλήψεων και να κρίνει το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο παράνομο, κάτι το οποίο θα ίσχυε για τα επόμενα 30 χρόνια. Με αφορμή το συγκεκριμένο γεγονός γνωστό ως «Σφαγή του Σάρπβιλ», οι αντιστασιακές δυνάμεις άρχισαν να χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους καταπολέμησης των ανισοτήτων.
Κατά τη διάρκεια των επόμενων δύο δεκαετιών, υιοθετήθηκε μια εντονότερη στάση απέναντι στο καθεστώς των λευκών. Οι βίαιες αντιδράσεις περιορίστηκαν σε βομβαρδισμούς κυβερνητικών κτιρίων αποφεύγοντας τους θανάτους πολιτών. Οι ένοπλες προσπάθειες ίσως να μην βοήθησαν ιδιαίτερα στο σκοπό του αντιστασιακού κινήματος, καθώς έδιναν στις κυβερνητικές δυνάμεις δικαιολογία για καταστολή ακόμα και κατά των ειρηνικών διαδηλώσεων. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, έλαβαν χώρα εκτεταμένες απεργίες, οι οποίες στόχευαν στο να αναδείξουν ότι το καθεστώς εξαρτούσε την οικονομία του στο μη λευκό εργατικό δυναμικό. Το 1976, πραγματοποιήθηκε η γνωστή «εξέγερση του Σοβέτο». Πρόκειται για μια μαθητική διαδήλωση, η οποία ξέφυγε από τον έλεγχο, με αστυνομικούς να πυροβολούν και να σκοτώνουν ένα δεκατριάχρονο αγόρι. Αυτό προκάλεσε την εξέγερση των διαδηλωτών, οι οποίοι σπάζοντας βιτρίνες και βάζοντας φωτιά σε σχολεία και κυβερνητικά κτίρια, ήθελαν να δείξουν την απόγνωση τους. Οι αστυνομικοί, τότε, από την πλευρά τους, απάντησαν δυσανάλογα πυροβολώντας μαθητές σε μεγάλη κλίμακα. Η μέρα αυτή μέτρησε πάνω από εξήντα μοιραίες απώλειες, βάφοντας μία ακόμα μελανή σελίδα στην ιστορία του καθεστώτος του απαρτχάιντ.
Από την δεκαετία του 1980 και έπειτα, οι αντιστασιακές δυνάμεις αποφάσισαν να ακολουθήσουν λιγότερο έντονες μεθόδους αναγνωρίζοντας ότι υπήρχε ξεκάθαρη στρατιωτική υπεροχή από πλευράς κυβερνητικών δυνάμεων και επιθυμώντας να προκαλέσουν διεθνείς πιέσεις στη κυβέρνηση. Με αυτό το τρόπο, θα καθιστούσαν φανερό στη διεθνή κοινότητα, το γεγονός ότι οι βίαιες πράξεις του καθεστώτος δεν προκλήθηκαν από οποιαδήποτε μορφή βίαιης αντίστασης από μέρους τους. Η διεθνής κοινότητα είχε αυξήσει, ήδη, την κριτική της απέναντι στο καθεστώς του απαρτχάιντ λόγω της ισχυρής αντίστασης που δεχόταν και της υπονόμευσης της αντί-κομμουνιστικής πολιτικής. Ως αποτέλεσμα αρκετά κράτη προχώρησαν σε εμπορικές κυρώσεις απέναντι στο καθεστώς.
Καθ’όλη τη διάρκεια της δεκαετίας, καταγράφηκαν σημαντικά γεγονότα που συνέβαλαν στην ολοκλήρωση του κύκλου του καθεστώτος. Το 1985, η κυβέρνηση κήρυξε τη χώρα σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης για πρώτη φορά μετά από τις ταραχές που είχαν προκληθεί στον απόηχο της «Σφαγής του Σάρπβιλ». Αυτό συνέβη κατόπιν της απόφασης των αντιστατών να μποϊκοτάρουν επιχειρήσεις που ανήκαν σε λευκούς. Αργότερα, το 1988, σημειώθηκε μια τριήμερη απεργία που κινητοποίησε τρία εκατομμύρια εργάτες και μαθητές. Έναν χρόνο αργότερα, ήρθε ξανά στο προσκήνιο η εκστρατεία για την κατάργηση των άδικων νόμων του καθεστώτος του 1952, η οποία οδήγησε εκ νέου σε παρακοή των νομοθεσιών και των πρακτικών του καθεστώτος. Παράλληλα, οι αντιστάτες δημιούργησαν θεσμούς βασισμένους στις κοινότητες τους, οι οποίες ήταν έντονα πολιτικοποιημένες. Οι θεσμοί αυτοί σταδιακά αντικατέστησαν αυτούς της επίσημης κυβέρνησης. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, η κυβέρνηση είχε χάσει τον έλεγχο σε όλες τις πτυχές του απαρτχάιντ. Σταδιακά, οι δύο πλευρές οδηγήθηκαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους αντιπάλους του καθεστώτος να επιθυμούν μια δημοκρατική λύση που θα έθετε τα θεμέλια για συμφιλίωση.
Έτσι και έγινε. Το 1990, ο τότε πρόεδρος Φρεντερίκ ντε Κλερκ ανακοίνωσε ότι οι πολιτικές οργανώσεις κατά του απαρτχάιντ δεν ήταν πλέον παράνομες, ενώ την ίδια στιγμή απελευθέρωσε μεταξύ άλλων τον Νέλσον Μαντέλα, ο οποίος υπήρξε ενεργό μέλος του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου πριν παραμείνει φυλακισμένος για 27 χρόνια. Παρά τις αντιδράσεις από την ακροδεξιά και κάποιες πράξεις βίας, η κοινότητα των λευκών αποδέχθηκε με μεγάλη θέρμη τη δημοκρατική μετάβαση. Ο Μαντέλα, κερδίζοντας το νόμπελ ειρήνης το 1993 και τις εκλογές του 1994, αποτέλεσε τον καθοριστικό παράγοντα για την ειρηνική μετάβαση από το απαρτχάιντ σε μια πολυφυλετική δημοκρατία.
Μετά τον εκδημοκρατισμό της χώρας και την άνοδο του Μαντέλα στην εξουσία, υπήρξαν σκέψεις για μεταφορά όλων των λειτουργιών του κράτους -νομοθετικής, δικαστικής, εκτελεστικής- στη Πρετόρια, αναδεικνύοντας την στη νέα πρωτεύουσα της χώρας. Ο ορισμός της νέας πρωτεύουσας θα βοηθούσε στην απομάκρυνση τυχόν ιχνών και συμβόλων του παλαιού καθεστώτος. Ωστόσο, λόγω του μεγάλου κόστους μεταφοράς ουσιαστικά όλης της κυβερνητικής οντότητας και της ανάπτυξης μιας νέας πρωτεύουσας, η κατάσταση παρέμεινε ως είχε.
Σήμερα, η Νότια Αφρική είναι η μόνη χώρα που έχει τρεις πρωτεύουσες, η καθεμία από τις οποίες διαδραματίζει διαφορετικό ρόλο στη πολιτική σκηνή της χώρας. Οι τρεις αυτές πόλεις είναι η Πρετόρια, το Κέιπ Τάουν και το Μπλουμφοντέιν και είναι στρατηγικά τοποθετημένες στην επικράτεια της χώρας. Η Πρετόρια αποτελεί την διοικητική πρωτεύουσα του κράτους. Είναι η έδρα του εκτελεστικού τμήματος της κυβέρνησης και στεγάζονται σε αυτή πολλά κυβερνητικά κτίρια και ξένες πρεσβείες. Η νομοθετική πρωτεύουσα βρίσκεται στο Κέιπ Τάουν, όπου λειτουργεί το νομοθετικό κοινοβούλιο του κράτους. Το Κέιπ Τάουν στέγαζε το κοινοβούλιο ήδη από την αποικιακή εποχή. Τέλος, το Μπλουμφοντέιν είναι η δικαστική πρωτεύουσα, όπου εντοπίζεται το Ανώτατο Δικαστήριο Εφέσεων, το δεύτερο σημαντικότερο δικαστήριο της Νοτίου Αφρικής πίσω από το Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο βρίσκεται στο Γιοχάνεσμπουργκ.
Η Νότια Αφρική έχει πλέον μια δημοκρατική κυβέρνηση, η οποία επιτρέπει σε όλους τους πολίτες της να ψηφίζουν και να συμμετέχουν στο πολιτικό γίγνεσθαι. Ωστόσο, μεγάλος αριθμός του μη λευκού πληθυσμού της ζει σε φτώχεια με ανεκπλήρωτες προσδοκίες, προκαλώντας βία, έγκλημα και κοινωνική αναταραχή. Η οικονομία, οι φορείς δημόσιας διοίκησης και ο στρατός παραμένουν, ακόμα και μετά από τόσα χρόνια, κατά κύριο λόγο υπό τον έλεγχο της λευκής μειονότητας της χώρας. Η Νότια Αφρική χρειάζεται ακόμα αρκετά βήματα για να αποτάξει από πάνω της το στίγμα που άφησε πίσω του το καθεστώς του απαρτχάιντ.
Πηγές
Matt Rosenberg (2021). Why Does South Africa Have Three Capital Cities? Διαθέσιμο σε: https://www.thoughtco.com/why-does-south-africa-have-three-capitals-4071907
Angela Thompsell (2021). What Was Apartheid in South Africa? Διαθέσιμο σε: https://www.thoughtco.com/apartheid-definition-4140415
Alistair Boddy-Evans (2021). The History of the Formation of South Africa. Διαθέσιμο σε: https://www.thoughtco.com/union-of-south-africa-44564
E.S. Landis (1957). Apartheid Legislation. Africa Today, 4(6), 45–48. Διαθέσιμο σε: http://www.jstor.org/stable/4183910
David Robinson (2018). World politics explainer: the end of Apartheid. Διαθέσιμο σε: https://theconversation.com/world-politics-explainer-the-end-of-apartheid-101602
Rupert Taylor (2022). The Sharpeville Massacre in South Africa. Διαθέσιμο σε: https://owlcation.com/humanities/The-Sharpeville-Massacre-in-South-Africa
Lester Kurtz (2010). The Anti-Apartheid Struggle in South Africa (1912-1992). Διαθέσιμο σε: https://www.nonviolent-conflict.org/anti-apartheid-struggle-south-africa-1912-1992/
Μένια Μαραγκού (2018). Η Σφαγή του Σάρπβιλ – Το τραγικό γεγονός πίσω από την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού. Διαθέσιμο σε: https://tetartopress.gr/i-sfagi-tou-sarpvil-to-tragiko-gegonos-piso-apo-tin-pagkosmia-imera-kata-tou-ratsismou/
John Campbell (2016). South Africa’s Three Capitals. Διαθέσιμο σε: https://www.cfr.org/blog/south-africas-three-capitals
Πηγή εικόνας: https://www.blendspace.com/lessons/XsBFdvy6dbGGuA/apartheid-1948-1994