Γράφει η Αναστασία Παπαπέτρου
Στην παρούσα ανάλυση, γίνεται μία σύντομη αναφορά στο Παλαιστινιακό ζήτημα. Συγκεκριμένα, παρουσιάζεται μία αναδρομή στις σχέσεις Ισραήλ-Παλαιστίνης έχοντας ως κεντρικό χαρακτηριστικό τις διενέξεις που πραγματοποιούνται στη Λωρίδα της Γάζας , από το 2009 ανάμεσα στην Ισραηλινή Κυβέρνηση και τη HAMAS, με θύματα Παλαιστινίους κατοίκους και Ισραηλινούς στρατιώτες.
Το κράτος του Ισραήλ, ιδρύθηκε το 1948 με την αποχώρηση των Βρετανών από τα εδάφη της Παλαιστίνης και ένα χρόνο αργότερα έγινε μέλος του ΟΗΕ. Η ίδρυση του νέου κράτους έδωσε μια αίσθηση αισιοδοξίας στους Εβραίους μετά τη τραυματική εμπειρία του Ολοκαυτώματος κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Για τους Παλαιστινίους ,όμως , αποτέλεσε αυτό που οι ίδιοι αποκαλούν μια νάκμπα, δηλαδή μια καταστροφή. Με την ίδρυση του, 730.000 παλαιστίνιοι ,περισσότεροι από τους μισούς του τότε παλαιστινιακού πληθυσμού που ανερχόταν στους 1.380.000, εκδιώχθηκαν από τον Ισραηλινό Στρατό.
Βέβαια, ακόμα και πριν την ίδρυση του Ισραήλ, λάμβανε χώρα η σύγκρουση μεταξύ των Αράβων – Ισραηλινών σχετικά με την ίδρυση ενός αυτόνομου Παλαιστινιακού Κράτους. Η σύγκρουση αυτή εντείνεται το 1967, με το Ισραήλ ,τελικά, να καταλαμβάνει τη Λωρίδα της Γάζας και τη περιοχή της Δυτικής Όχθης. Στη δεκαετία του 1990, ανάμεσα στο Ισραήλ και τους Παλαιστίνιους εκπροσώπους συμφωνήθηκε ένα προσωρινό καθεστώς αυτοδιοίκησης και ανεξαρτησίας στη περιοχή της Δυτικής όχθης και της Γάζας, ενώ το 1993 υπογράφηκε η Συνθήκη του Όσλο, που ορίζει ένα καθεστώς αυτοδιοίκησης για τη Δυτική όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας.
Το Ισραήλ αποχώρησε από τη Λωρίδα της Γάζας το 2005, χρονιά την οποία τερματίστηκε η δεύτερη παλαιστινιακή εξέγερση ,intifada, ενάντια στην Ισραηλινή κατοχή .Το καθεστώς εκεχειρίας διήρκησε από το 2005 έως και το 2008, όταν το Ισραήλ το καταπάτησε βομβαρδίζοντας τη Λωρίδα της Γάζας. Η διακήρυξη Ανεξαρτησίας του Κράτους της Παλαιστίνης πραγματοποιήθηκε το 1988 αλλά το κράτος της Παλαιστίνης δεν είναι ακόμη διεθνώς αναγνωρισμένο.
Ενδεικτικά παρακάτω αναφέρεται, η συνθήκη του Μπαλφούρ (1917) και η συνθήκη του Οσλο (1993), οι οποίες επηρέασαν την εξέλιξη του παλαιστινιακού ζητήματος. Σύντομη αναφορά γίνεται επίσης, στη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών, της Μεγάλης Βρετανίας και του ΟΗΕ, ιδίως με τις αποφάσεις 181, 194 και 242. Μετά από μια σύντομη εξέταση και παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων, η παρούσα ανάλυση επιχειρεί να παρουσιάσει μια ολιστική προσέγγιση στον αναγνώστη, σχετικά με αίτια της διένεξης και τη κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στη Παλαιστίνη.
Η συνθήκη του Μπαλφούρ, υπογράφηκε από τη Μεγάλη Βρετανία το 1917. Η συνθήκη προέβλεπε τη δημιουργία ενός κράτους για τους Ισραηλίτες , στην Παλαιστίνη. Συγκεκριμένα, εκδόθηκε μετά από τις προσπάθειες του Chaim Weizmann και του Nahum Sokolow , οι οποίες απέβλεπαν στην ίδρυση ενός Εβραϊκού κράτους στη Παλαιστίνη . Παρ ’όλα αυτά, η συνθήκη δεν ανταπεξήλθε στις προσδοκίες των Σιωνιστών ηγετών στο Λονδίνο που αποζητούσαν τη Παλαιστίνη ως ‘το’ Εβραϊκό Κράτος. Αν και η συνθήκη όριζε με σαφήνεια και ακρίβεια ότι : «τίποτα δε θα γίνει που να μπορεί να ζημιώσει τα κοινωνικά και τα θρησκευτικά δικαιώματα των μη-Εβραίων οικισμών της Παλαιστίνης» δεν ανέφερε πουθενά οτιδήποτε για τα πολιτικά και τα εθνικά δικαιώματα αυτών των οικισμών.Η Συνθήκη, έγινε επισήμως αποδεκτή από την Κοινωνία των Εθνών το 1922. Το 1939, η Βρετανική Κυβέρνηση άλλαξε τη πολιτική της για τη περιοχή προτείνοντας η λήξη του προσφυγικού κινήματος να πραγματοποιηθεί έως το 1944, με 75.000 παραπάνω παλαιστίνιους πρόσφυγες. Οι Ισραηλίτες όμως, καταδίκασαν την συγκεκριμένη απόφαση χρησιμοποιώντας ως πρόφαση την υποστήριξη που παρείχε στους Αραβο-Παλαιστινίους της περιοχής.
Το 1947, ένα χρόνο πριν από την ίδρυση του Ισραήλ, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ υιοθέτησε, με 33 ψήφους υπέρ και 13 κατά, το Ψήφισμα 181, το οποίο διχοτομούσε την Παλαιστίνη σε ένα Αραβικό και ένα Ισραηλινό Κράτος με την ιερή πόλη της Ιερουσαλήμ να είναι μια ξεχωριστή οντότητα και να κυβερνάται από ένα διεθνές καθεστώς. Το Ψήφισμα αυτό δεν είχε θετική απήχηση στην Παλαιστινιακή Κοινότητα καθώς θεωρήθηκε πως αποτέλεσε τη βάση για την ίδρυση του Ισραήλ, ένα χρόνο αργότερα. Απορρίφθηκε από τους Αραβο-Παλαιστινίους και ακολούθησαν βίαιες συγκρούσεις. Σύμφωνα με την Παλαιστινιακή οπτική γωνία, η αποδοχή της ιδέας των δύο κρατών αποτελούσε τεράστια υποχώρηση, καθώς συνεπαγόταν την εγκατάλειψη του 80% της ιστορικής παλαιστινιακής πατρίδας. Δεδομένου ότι, η Δυτική όχθη και η Λωρίδα της Γάζας αποτελούν μονάχα το 22% της ιστορικής Παλαιστίνης, μόνο η συγκεκριμένη περιοχή συζητείτε έως και σήμερα ως το μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος.
Στη συνέχεια, το 1948, ο ΟΗΕ υιοθέτησε, το εξαιρετικής σημασίας για το Παλαιστινιακό ζήτημα, Ψήφισμα 194. Στο άρθρο 11 της απόφασης αυτής ορίζεται πως η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ «αποφασίζει πως θα πρέπει να επιτραπεί σε όσους πρόσφυγες επιθυμούν, να επιστρέψουν στις οικίες τους και να ζήσουν ειρηνικά με τους γείτονες τους, στη συντομότερη εφικτή ημερομηνία και ότι θα πρέπει να καταβληθούν αποζημιώσεις για τις περιουσίες αυτών που θα επιλέξουν να μην επιστρέψουν». Αναφέρεται ρητά στην επίλυση του προσφυγικού ζητήματος που είχε δημιουργηθεί και εξακολουθεί να ταλανίζει τους Παλαιστινίους. Συγκεκριμένα, βάσει στοιχείων της Υπηρεσία του ΟΗΕ για την Ανακούφιση και την Αποκατάσταση των Παλαιστινίων Προσφύγων ο αριθμός των Παλαιστινίων προσφύγων ανέρχεται στους 3.7 εκατομμύρια. Το 22% εξ ’αυτών βρίσκεται στη Λωρίδα της Γάζας και η διεθνής κοινότητα έχει κατοχυρώσει προ πολλού το δικαίωμα τους για επανεγκατάσταση ή αποζημίωση. Το προσφυγικό ζήτημα αποτέλεσε ένα από τα βασικά σημεία σύγκρουσης των δύο απόψεων, καθώς το Ισραήλ έως σήμερα δεν έχει αναλάβει επίσημα κανένα μέρος ευθύνης για τους πληθυσμούς που εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους. Αντίθετα, ο Εχούντ Μπαράκ το 2000 απαίτησε, σχετικά με την επιστροφή των Παλαιστινίων στο καθ’ εαυτό Ισραήλ, να αφεθεί το ζήτημα στην «αποκλειστική διακριτική ευχέρεια του Ισραήλ».
Ακόμη, το 1967, πριν το ξέσπασμα του Πολέμου των Έξι Ημερών, σε μια προσπάθεια για εδραίωση ειρήνης στη περιοχή , το ΣΑ υιοθέτησε το Ψήφισμα 242. Οι Ισραηλινοί το υποστήριξαν, καθώς καλούσε όλα τα αραβικά κράτη να αναγνωρίσουν το δικαίωμα του Ισραήλ «να ζει ειρηνικά σε ασφαλή και αναγνωρισμένα σύνορα χωρίς απειλές ή πράξεις βίας». Η PLO, το απέρριπτε μέχρι το 1988 καθώς δε γινόταν επαρκείς αναφορά στους Παλαιστίνιους. Μάλιστα, από το ίδιο έτος κιόλας, η πλειοψηφία της παλαιστινιακής κοινωνίας συντάχθηκε με την άποψη συνεργασίας με το Ισραήλ για λήξη της διένεξης. Αν και το Ψήφισμα 242 δεν εφαρμόστηκε ποτέ πλήρως αποτέλεσε τη βάση των διπλωματικών προσπαθειών για λήξη της σύγκρουσης μεταξύ των Αραβο-Ισραηλινών, μέχρι τη σύνοδο κορυφής στο Κάμπ Ντέιβιντ, το 2000.
Το Σεπτέμβριο 1993, ανάμεσα στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη υπογράφηκε, η Συνθήκη Ειρήνης ή αλλιώς Συνθήκη Όσλο, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή ένα μήνα αργότερα. Στόχος της ήταν, μετά από ένα μεταβατικό διάστημα, το οποίο δε θα υπερβαίνει τα πέντε έτη, η ίδρυση ενός ανεξάρτητου Παλαιστινιακού Κράτους, με βάση τα Ψηφίσματα του ΣΑ, 242 και 338. Αυτό θα άρχιζε με την αποχώρηση τον Ισραηλινών στρατευμάτων από τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη. Οι διαπραγματεύσεις θα ξεκινούσαν το συντομότερο δυνατόν αλλά όχι μετά το τρίτο έτος μετάβασης εξουσίας. Βάσει του Πρωτοκόλλου για την Αποχώρηση των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων από τη περιοχή της Γάζας και της Δυτικής όχθης, οι δύο πλευρές μέσα σε δύο μήνες από την υπογραφή της Συνθήκης θα έπρεπε να καταλήξουν σε μια ενυπόγραφη συμφωνία σχετικά με τον τρόπο αποχώρησης των στρατευμάτων. Το Ισραήλ υποχρεούταν να εκπονήσει μια σταδιακή και οργανωμένη αποχώρηση, έπειτα από την υπογραφή της συμφωνίας για τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, η οποία θα ολοκληρωνόταν πριν το πέρας 4 μηνών από την υπογραφή συμφωνίας. Με βάση αυτό το Πρωτόκολλο, η εσωτερική ασφάλεια των παραπάνω περιοχών επαφιόταν εξ ολοκλήρου στη Παλαιστινιακή Αστυνομική Δύναμη. Ακόμη, στις διαπραγματεύσεις θα αναλύονταν και άλλα θέματα όπως είναι το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, τα σύνορα, η ασφάλεια και οι σχέσεις με τις γειτονικές χώρες. Από την υπογραφή της Συνθήκης Όσλο, μάλιστα, δημιουργήθηκε το Παλαιστινιακό Νομοθετικό Συμβούλιο, στο οποίο θα μπορούσαν να απευθύνονται όλοι οι Παλαιστίνιοι της Γάζας και της Δυτικής Όχθης. Τα μέλη του Συμβουλίου αυτού θα εκλέγονταν με δημοκρατικές διαδικασίες. Επιπλέον, με την υπογραφή αυτής της συνθήκης και την αποχώρηση των στρατευμάτων θα λάμβανε χώρα η μεταβίβαση εξουσίας στους αρμόδιους Παλαιστινίους.
Το 2000, πραγματοποιήθηκε η Σύνοδος Καμπ Ντέιβιντ στις ΗΠΑ , με πρωτοβουλία του Προέδρου Μπιλ Κλίντον. Ο Ισραηλινός Πρόεδρος , Εχούντ Μπαράκ, φάνηκε πως πρότεινε υποχωρήσεις που δεν είχαν προταθεί ξανά από την Ισραηλινή Πλευρά. Ως βάση των προτάσεων του Ισραηλινού προέδρου, υπήρξε το έγγραφο Μπειλίν-Άμπου Μαζέν, το οποίο άφηνε ανέπαφους όλους τους οικισμούς εποίκων, που αποτελούσαν το 40%-50% του νεοϊδρυθέντος κράτους .Το έγγραφο αυτό ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 1995, λίγο πριν τη δολοφονία του πρωθυπουργού Γιτζακ Ραμπιν.
Ας εξετάσουμε όμως εν συντομία τι πρεσβεύει αυτό το έγγραφο και τι πραγματικά συνέβη το 2000. Κατά τα λεγόμενα, ο Ισραηλινός Πρόεδρος προσφέρθηκε να επιστρέψει το 90 % της Κατεχόμενης Δυτικής Όχθης και Ολόκληρη τη Λωρίδα της Γάζας. Το μόνο που ζητούσε ως αντάλλαγμα ήταν να προσαρτήσει το 10% των εδαφών που περιείχαν τα μεγάλα εποικιστικά συγκροτήματα όπου ζούσαν ήδη 150.000 Ισραηλινοί. Όμως, όπως υποστηρίζει και ο Ακίβα Αλτάρ: «σχεδόν κανένας δεν έχει ιδέα για το περιεχόμενο αυτών των συνεννοήσεων», άποψη που επιβεβαιώνεται και από τον Ρόμπερτ Μάλλευ , πρώην ειδικό σύμβουλο επί των αραβο-ισραηλινών θεμάτων επί προεδρίας Μπιλ Κλίντον « οι ισραηλινοί σταματούσαν πάντοτε ένα αν όχι περισσότερα βήματα πριν την κατάθεση μιας πρότασης. Οι ιδέες που προωθήθηκαν στο Καμπ Ντειβιντ δεν εκφράστηκαν ποτέ γραπτώς αλλά μεταφέρθηκαν προφορικά», «πραγματικά , ο Ισραηλινός πρόεδρος αν και είχε απαιτήσει να διαπραγματευτεί με τον Αραφάτ κατά πρόσωπο, αρνήθηκε εντούτοις κάθε ουσιαστική συνάντηση μαζί του στο Καμπ Ντειβιντ , από φόβο ότι ο Παλαιστίνιος ηγέτης θα επεδίωκε την επίσημη καταγραφή των ισραηλινών διαπραγματεύσεων»
Ερχόμενοι στο σήμερα, μία εκ νέου προσπάθεια επίλυσης του παλαιστινιακού ζητήματος πραγματοποιήθηκε από τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ , Μπαράκ Ομπάμα, χωρίς όμως κάποιο αποτέλεσμα. Πλέον βρισκόμαστε στην εποχή μετά την αποτυχημένη πρόταση New Deal του Donald Trump, για μια ‘ρεαλιστική’ διχοτομική λύση, η οποία όμως δεν έγινε δεκτή από τους Παλαιστινίους, καθώς στη πραγματικότητα δεν ανταποκρινόταν στις ελάχιστες, εδαφικές τους απαιτήσεις που αποτελούνται ουσιαστικά μόνο από το 22% της Δυτικής Όχθης και στην επιθυμία τους να γίνει η Ανατολική Ιερουσαλήμ , η πρωτεύουσα του κράτους τους. Το New Deal υπήρξε εμμέσως μια συμφωνία που εξυπηρετούσε τη συμμαχία ΗΠΑ-Ισραήλ δίχως να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη για ουσιαστική επίτευξη της ειρήνης στη περιοχή. Εξαιτίας αυτού, κρίνεται πλέον επιτακτική η ανάγκη επέμβασης της διεθνούς κοινότητας, η οποία καλείται να μην διατηρήσει το ρόλο του παρατηρητή και να αναλάβει δράση στην επίλυση του ζητήματος
.
Resolution 338, 22 October 1973, διαθέσιμο εδώ: https://www.britannica.com/event/United-Nations-Resolution-338
BALFOUR DECLARATION, 2 November 1917, διαθέσιμο εδώ:https://www.jewishvirtuallibrary.org/text-of-the-balfour-declaration
100 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ BALFOUR ,ΔΙΑΛΕΞΗ PROF.RASHID KHALIDI ,2017 ΣΤΟΝ ΟΗΕ , διαθέσιμη εδώ : https://www.un.org/unispal/wp-content/uploads/2017/10/Lecture-by-Prof.-Rashid-Khalidi-100-years-since-Balfour-Decl-UN-2Nov2017.pdf
OSLO ACCORDS, 11 OCTOBER 1993, διαθέσιμο εδώ: https://peacemaker.un.org/sites/peacemaker.un.org/files/IL%20PS_930913_DeclarationPrinciplesnterimSelf-Government%28Oslo%20Accords%29.pdf
Ιερουσαλήμ, διαθέσιμο εδώ: https://www.jewishvirtuallibrary.org/jerusalem
PEASE TO PROSPERITY, DONALD TRUMP, January 2020, διαθέσιμο εδώ: https://trumpwhitehouse.archives.gov/wp-content/uploads/2020/01/Peace-to-Prosperity-0120.pdf
Resolution 181, 29 November 1947, διαθέσιμο εδώ:https://undocs.org/A/RES/181(II)
Permanent Observer Mission Of the State Of Palestine to the United Nations, διαθέσιμο εδώ: http://palestineun.org/status-of-palestine-at-the-united-nations/#:~:text=Beginning%20as%20an%20Observer%20Mission%20of%20a%20national,the%20international%20community%2C%20among%20the%20community%20of%20nations
Barack Obama, A PROMISED LAND, εκδόσεις PENGUIN VIKING, 17 Νοεμβρίου 2020, σελίδες 623-658
Τανυα Ραινχαρτ, Ισραήλ Παλαιστίνη, ΠΩΣ ΝΑ ΔΩΣΟΥΜΕ ΤΕΛΟΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1948 , εκδόσεις Πατάκη, Μάιος 2003, σελίδες 10-78
OLIVER CARRE, LE MOUVEMENT NATIONAL PALESTINIEN, εκδόσεις Collection Archives, Ιούνιος 1977, σελίδες 11-79