Loading...
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Συνελεύσεις πολιτών και συμμετοχική δημοκρατία

Γράφει η Ηλέκτρα Σιμιτσή

Οι θεωρητικοί της συμμετοχικής δημοκρατίας υποστηρίζουν ότι οι πολιτικές αποφάσεις πρέπει να είναι προϊόν δίκαιης και λογικής συζήτησης και συζήτησης μεταξύ των πολιτών ενώ η αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση οδηγεί σε δημοκρατικό έλλειμμα ακόμη παρόλο που παρέχει τη δυνατότητα εκπροσώπησης κυρίως μέσω του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα παρατηρήθηκε μια μετατόπιση και επέκταση των θεωριών της δημοκρατίας. Η αλλαγή αυτή αφορά στην κατανόηση της θέσης του ατόμου στη κοινωνία αλλά και την αντίστοιχη αποδοχή της αντίληψης της δημοκρατικής νομιμότητας. Ο βασικός ισχυρισμός πλέον είναι ότι η συμμετοχικότητα στους δημοκρατικούς θεσμούς δεν αρκεί να πραγματοποιείται μόνο μέσω της ψηφοφορίας κατά τη διενέργεια εκλογών αλλά και στο ότι μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση θα πρέπει να παρέχει στους πολίτες της το δικαίωμα συμμετοχής στη συλλογική διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Επειδή οι κυβερνήσεις δεν έχουν δομήσει τη λήψη αποφάσεων μεγάλης κλίμακας με αυτόν τον συμμετοχικό τρόπο, ήταν απαραίτητη η χρήση καινοτομιών προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η συμμετοχή των πολιτών. Αυτή η καινοτομία εκφράστηκε σε μια σειρά μεθόδων συλλογικών αποφάσεων όπως οι Συνελεύσεις και οι Επιτροπές των Πολιτών, οι συναντήσεις συναίνεσης, οι διαβουλεύσεις και οι συναντήσεις της πόλης. Το δημοκρατικό έλλειμμα το οποίο είναι εμφανές στα κοινοβούλια τα οποία δεν λειτουργούν με γνώμονα την αντιπροσώπευση, είναι συνέπεια διαδοχικών αποτυχιών, συμπεριλαμβανομένων του αυξημένου ρόλου των συμφερόντων και την επιρροή του χρήματος έναντι του κοινωνικού συμφέροντος, της ανάδειξης της σημασίας του φαίνεσθαι και της επιφανειακής ποιότητας του δημόσιου επιχειρήματος έναντι της ουσίας, της δημόσιας απάθειας και της φθίνουσας συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία και τις πολιτικές υποθέσεις η οποία σχετίζεται με αυξημένο κυνισμό και δυσπιστία στην ακεραιότητα των εθνικών θεσμών και διαδικασιών, οδηγώντας ακόμη και στην ακραία χειραγώγηση της κοινής γνώμης.

Η ανάδειξη της συμμετοχικής δημοκρατίας ήταν αναγκαία και οφείλεται σε κάποιες καινοτομίες όπως στη διαθεσιμότητα κονδυλίων για την κινητοποίηση και εμπλοκή της κοινότητας, στην μεταφορά στο προσκήνιο των Συνελεύσεων Πολιτών όπου απλοί πολίτες συμμετείχαν στην επίλυση πολιτικών ζητημάτων. Στο πλαίσιο της συμμετοχικής δημοκρατίας, η Συνελεύσεων των Πολιτών εκφράζεται ως μια πρακτική η οποία επηρεάζει τη διαδικασία διαβούλευσης και λήψης αποφάσεων ‘από κάτω προς τα πάνω’  από πολίτες οι οποίοι προσκαλούνται σε συγκεκριμένους χώρους για να εκφράσουν τις απόψεις τους στους υπευθύνους λήψης αποφάσεων. Σαν πρακτική φαίνεται πολλά υποσχόμενη καθώς συνδέει άμεσα τη βάση της κοινωνίας με την πολιτική ελίτ, καθώς αποτελεί μια πρακτική έκφρασης των διεκδικήσεων των πολιτών σε ζητήματα καθημερινότητας, τα οποία μπορούν να μεταφραστούν σε πολιτική. Θα έλεγε κανείς ότι οι Συνελεύσεις Πολιτών ‘μπαίνουν από το παράθυρο’ για να εντάξουν ένα ζήτημα το οποίο ενδεχομένως να μην είναι μείζον, στο πολιτικό θεματολόγιο.

Καθώς όμως, κατά βάση, η συμμετοχή αυτή γίνεται εθελοντικά, είναι ανοιχτή στο κοινό και οι συμμετέχοντες αυτό-προσκαλούνται σε αυτές, συνήθως αυτοί έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το εκάστοτε θέμα συζήτησης. Όσον αφορά την επικοινωνία και ανταλλαγή απόψεων, το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας καλύπτεται από προσκεκλημένους, ενώ μόνο λίγοι από τους συμμετέχοντες εκφράζουν την άποψή τους κατά τη διάρκεια της περιόδου συζήτησης, παρά μάλλον ακούνε ως θεατές. Τέλος, οι δημόσιες συναντήσεις και ακροάσεις είναι χαμηλές σε κλίμακα επιρροής και ενδυνάμωσης. Σπάνια επιχειρείται να επιτευχθεί συναίνεση ή πλειοψηφία μεταξύ των συμμετεχόντων, και τα αποτελέσματα αυτών των εκδηλώσεων σπάνια έχουν κάτι περισσότερο από συμβουλευτική δύναμη στους εξουσιοδοτημένους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων.

Η αύξηση της συμμετοχής των πολιτών θεωρείται μερικές φορές ένας τρόπος για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της ρύθμισης, να βελτιωθεί η παροχή δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών και να ενισχυθούν τα αποτελέσματα σε τομείς όπως η υγεία και η εκπαίδευση που ξεπερνούν τα όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, κοινωνικού και ατομικού. Εάν, για παράδειγμα, οι νέοι συνεχίσουν να απαιτούν μεγαλύτερη εμπλοκή με τους θεσμούς που τους επηρεάζουν και οι ψηφιακές τεχνολογίες συνεχίσουν να κάνουν τις πληροφορίες πιο προσιτές, μπορούμε να περιμένουμε τόσο τη ζήτηση για συμπαραγωγής δράσεων και πολιτικών όσο και το δυναμικό της συμμετοχής να αυξηθούν.

Η συμμετοχή των πολιτών θεωρείται επίσης μερικές φορές ως λύση σε ένα αρκετά διαφορετικό πρόβλημα που αφορά στην ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμότητας των διαδικασιών διακυβέρνησης. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατική διακυβέρνηση αντιμετωπίζει τώρα πολλά κρίσιμα προβλήματα νομιμοποίησης. Η διαφθορά της πολιτικής διαδικασίας από την οικονομική εξουσία αναγνωρίζεται ευρέως ότι τραυματίζει το δημοκρατικό ιδεώδες, αλλά εν συνεχεία η αδυναμία να διορθωθεί το έλλειμμα αυτό, οδηγεί σε μεγαλύτερο πολιτικό κυνισμό.

Σε άλλες πιο ώριμες αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες, όπου οι προκλήσεις για τη νομιμότητά έχουν αμβλυνθεί, τα αναμφισβήτητα συμπτώματα της πολιτικής αδιαθεσίας εκδηλώνονται ως πτώση της συμμετοχής στα κόμματα και στις εκλογικές διαδικασίες, μειωμένη εκλογική συμμετοχή και αύξηση των μη παραδοσιακών κομμάτων και άλλων πολιτικών σχηματισμών. Εκτός και αν αυτά τα κομματικά συστήματα αναπτύξουν λύσεις για να επανασυνδεθούν με δημοφιλείς εκλογικές περιφέρειες και να εκφράσουν σωστά τα συμφέροντά τους στο πλαίσιο της εκπροσώπησης, αυτά τα ελλείμματα νομιμότητας θα συνεχίσουν να εμβαθύνουν.

Σε ένα τέτοιο πολιτικό πλαίσιο, ενδεχομένως, οι Συνελεύσεις των Πολιτών να αποτελέσουν τη λύση για το δημοκρατικό έλλειμμα. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν έχει αποδειχθεί εάν τέτοιες πρακτικές μπορούν πράγματι να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της νομιμότητας των διαδικασιών δημοκρατικής διακυβέρνησης. Η κανονιστική και εμπειρική εκδοχή αυτού του ζητήματος – η επίδραση της άμεσης συμμετοχής των πολιτών μέσω μικρών συμμετοχικών ομάδων, όπως οι Συνελεύσεις των Πολιτών – είναι αυτή που αξίζει προσοχή. Πολλοί συμμετέχοντες ελπίζουν ότι οι συμμετοχικές μεταρρυθμίσεις διακυβέρνησης θα προωθήσουν ταυτόχρονα την κοινωνική δικαιοσύνη. Στο σημείο αυτό η άμεση συμμετοχή των πολιτών αντιμετωπίζει τις μεγαλύτερες προκλήσεις της. Το ζήτημα είναι ότι οι προκλήσεις αυτές δεν αποτελούν πρόβλημα θεσμικού σχεδιασμού παρά κατά βάση αφορούν πολιτικά ζητήματα και θέσεις. Υπάρχουν πολλά σχέδια για τη συμμετοχή των πολιτών που θα μπορούσαν, σε πολλά διαφορετικά πλαίσια, να οδηγήσουν σε δημόσιες αποφάσεις και κοινωνικές δράσεις που ωφελούν εκείνους που τώρα είναι κοινωνικά και οικονομικά στο περιθώριο. Αντίθετα, στα περισσότερα πλαίσια, οι οργανώσεις και οι ηγέτες που διαθέτουν τους πόρους και την εξουσία για να δημιουργήσουν σημαντικές συμμετοχικές πρωτοβουλίες διακυβέρνησης στερούνται απλώς τα κίνητρα για την προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης μέσω αυτών των έργων (ενώ, μερικές φορές έχουν ισχυρά κίνητρα για να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα και τη νομιμότητα της διακυβέρνησης).

Η πρόκληση, λοιπόν, για όσους αναζητούν δικαιοσύνη μέσω της συμμετοχής είναι, στην πρώτη περίπτωση, μια πολιτική πρόκληση και όχι ένα πρόβλημα θεσμικού σχεδιασμού. Πρέπει να δημιουργήσουν τις πολιτικές συνθήκες υπό τις οποίες ισχυρές οργανώσεις να έχουν κίνητρα να προωθήσουν την κοινωνική δικαιοσύνη. Τότε θα αυξηθεί το ενδιαφέρον για μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών, μειώνοντας το δημοκρατικό έλλειμμα και αυξάνοντας τη δικαιοσύνη.

Barnes, M, Newman, J & Sullivan, H, Power, Participation and Political Renewal: Case studies in public participation, Bristol, UK: The Policy Press, 2007

Carson, Lyn., Creating Democratic Surplus through Citizens’ Assemblies, Journal of Deliberative Democracy 4, 2008, διαθέσιμο στο https://doi.org/10.16997/jdd.64 

Dryzek, J S, Deliberative Democracy and Beyond: Liberals, critics, contestations, Oxford: Oxford University Press, 2000

Edgar Alejandro Ruvalcaba-Gomez, Cesar Renteria, Contrasting perceptions about transparency, citizen participation, and open government between civil society organization and government, Information Polity, 10.3233/IP-190185, σελίδες 1-15, 2020

Fung, A., Putting the Public Back into Governance: The Challenges of Citizen Participation and Its Future, Public Admin Rev, 75: 513-522, 2015, διαθέσιμο στο https://doi.org/10.1111/puar.12361

Gore, A, The Assault on Reason, London: Bloomsbury, 2007

Participedia, British Columbia Citizens’ Assembly on Electoral Reform, 2009, διαθέσιμο στο  http://participedia.net/en/cases/british-columbia-citizens-assembly-electoral-reform

Paloma Piqueiras, María‐José Canel, Vilma Luoma‐aho, Citizen Engagement and Public Sector Communication, The Handbook of Public Sector Communication, σελίδες 277-287, 2020, διαθέσιμο στο https://doi.org/10.1002/9781119263203

Thomas Janoski, Sara Compion, The Challenges of Citizenship in Civil Society, The New Handbook of Political Sociology, σελίδες 595-626, 2020, διαθέσιμο στο https://doi.org/10.1017/9781108147828

Harri Jalonen, Alisa Puustinen, Harri Raisio, The Hidden Side of Co-Creation in a Complex Multi-Stakeholder Environment: When Self-Organization Fails and Emergence Overtakes, Society as an Interaction Space, σελίδες 3-22, 2020, διαθέσιμο στο https://doi.org/10.1007/978-981-15-0069-5_1