Γράφει η Μαρίνα Γεωργουσάκη
Η Ελλάδα είναι μία χώρα που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον τουρισμό. Αυτός αποτελεί, θα λέγαμε, την “βαριά βιομηχανία” της χώρας. Συνθέτει έναν από τους βασικότερους πυλώνες της ελληνικής οικονομίας μέσω του οποίου συνδέονται πολλοί κλάδοι και υπηρεσίες. Επομένως, μια κρίση στον τομέα αυτό θα επιφέρει τρομερές επιπτώσεις και ζημιές συμπαρασύροντας έτσι την οικονομία γενικότερα. Σύμφωνα με τα δεδομένα που έχουν δημοσιευθεί το 2019 από τον Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) ο ελληνικός τουρισμός συμβάλλει κατά 20,8% στο ΑΕΠ, κατά 21,7% στη συνολική απασχόληση ενώ τα έσοδα από τον εισερχόμενο τουρισμό φαίνεται να αγγίζουν τα 17,7 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμού Τουρισμού (UNWTO) σχετικά με την επίδραση του COVID-19 στον τουρισμό σε παγκόσμιο επίπεδο, αναμένεται να σημειωθεί σημαντική πτώση στις αφίξεις της τάξεως του 20% – 30% το 2020 συγκριτικά με το 2019. Η πτώση είναι τεράστια εάν αναλογιστεί κανείς ότι στην περίοδο της οικονομικής κρίσης το 2009, η πτώση των τουριστικών αφίξεων ήταν μόλις 4%.
Ένα από τα μείζονα ερωτήματα αποτελεί το πότε θα αντιμετωπιστεί η πανδημία από υγειονομικής άποψης. Δηλαδή, πότε θα βρεθεί κάποια θεραπεία ή εμβόλιο προκειμένου οι πολίτες να αισθανθούν εκ νέου ασφαλείς και να είναι σε θέση να ταξιδέψουν. Στον αντίποδα βρίσκεται η άρση των ταξιδιωτικών μέτρων, τα οποία έχουν άμεση σχέση με τις, νευραλγικής σημασίας, αεροπορικές συνδέσεις τόσο στον εισερχόμενο όσο και στον εξερχόμενο τουρισμό στην Ελλάδα.
Πολύ σημαντικό ρόλο παίζει επίσης η συγκριτική εικόνα που υπάρχει ανάμεσα στις χώρες, σχετικά με την πολιτική και τα μέτρα που ακολουθεί η καθεμία για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Η Ελλάδα είναι σε πολύ καλύτερο επίπεδο συγκριτικά με τις χώρες – ανταγωνιστές της οι οποίες είναι η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Όταν επέλθει η ανάκαμψη τόσο στον τουριστικό κλάδο όσο και στην οικονομία γενικότερα, εκτιμάται ότι δεν θα είναι ισοκατανεμημένη, καθώς εξαρτάται από τη γεωγραφική θέση της χώρας, από τη δύναμη της οικονομίας της, αλλά και από το πόσο έχει πληγεί από την πανδημία.
Στα πλαίσια αντιμετώπισης του COVID-19 η ελληνική κυβέρνηση συμφώνησε στην αναστολή λειτουργίας πάσης φύσεως τουριστικών επιχειρήσεων συμπεριλαμβανομένου και των ξενοδοχειακών μονάδων. Πολλές χώρες έκλεισαν τα σύνορα τους με αποτέλεσμα να υπάρξει ακόμα μεγαλύτερη ζημιά στον τουρισμό, έχοντας έτσι μειωμένη κινητικότητα, επηρεάζοντας κι άλλες χώρες που στηρίζονταν στον εισερχόμενο γι’ αυτές τουρισμό. Πολλές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις στην χώρα μας αποφάσισαν να μην λειτουργήσουν μόλις έγινε άρση της αναστολής λειτουργίας, διότι θα ήταν ασύμφορο να παραμείνουν ανοιχτές για 2 με 3 μήνες, χάνοντας με αυτόν τον τρόπο ένα μεγάλο κομμάτι της τουριστικής σεζόν. Η κυβέρνηση στην προσπάθεια της να τονώσει τον εσωτερικό τουρισμό δημιούργησε την πλατφόρμα – πρόγραμμα «Τουρισμός για όλους» μέσω του οποίου επιδοτείται κατά ένα μεγάλο ποσοστό το πακέτο διακοπών των πολιτών. Παρόμοια τακτική ακολούθησαν και τα ξενοδοχεία ετοιμάζοντας ελκυστικά πακέτα για τους Έλληνες, χωρίς όμως ιδιαίτερο αποτέλεσμα αφού τα ποσοστά της εγχώριας τουριστικής αγοράς είναι αρκετά μικρά, δυσχεραίνοντας έτσι ακόμα περισσότερο τη σαιζόν για τους επιχειρηματίες.
Προκειμένου όμως να εξαλειφθεί η κρίση της πανδημίας θα πρέπει να δράσουμε τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Κρίνεται αδήριτη ανάγκη να τηρούνται όλα τα μέτρα υγειονομικής προστασίας σύμφωνα με τις οδηγίες του παγκόσμιου οργανισμού υγείας. Όσο αναφορά όμως το επίπεδο οικονομίας τι επρόκειτο να γίνει προκειμένου να ξεπεραστεί η κρίση που έχει δημιουργηθεί? Πόσο καιρό θα χρειαστεί ώστε να επέλθει η ανάκαμψη? Τα τελευταία ερωτήματα απαντώνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία εκτιμά ότι μέσω του προγράμματος “Next Generation EU” θα τονωθεί ο προϋπολογισμός της ΕΕ κατά 750 δισεκατομμύρια ευρώ προερχόμενο από τις χρηματοπιστωτικές αγορές κατά την περίοδο 2021 – 2024. Τα μέσα και οι τρόποι που θα εφαρμοστούν προκειμένου να ανακάμψει η οικονομία και οι επιχειρηματικές δραστηριότητες οφείλουν να έχουν φύση κινήτρων. Κάτι τέτοιο θα ενθαρρύνει τους επιχειρηματίες να επενδύσουν εκ νέου στην αγορά τους και να πάρουν νέα ρίσκα. Να αναπτυχθούν προγράμματα που ως στόχο θα έχουν αρχικά τη διατήρηση των υπαρχουσών θέσεων εργασίας και μετέπειτα στη σταδιακή αύξηση τους. Τέλος, κρίνεται σκόπιμη η δημιουργία διαφόρων μηχανισμών στήριξης επενδύσεων και βιώσιμων επιχειρήσεων αλλά και πρόληψης – αποτροπής μελλοντικών κρίσεων.
Ακόμα δεν είναι σίγουρο πότε θα επιστρέψει η ανάκαμψη τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο. Όταν όμως αυτό γίνει δε θα είναι ισοκατανεμημένη. Το κλειδί για να επέλθει κάτι τέτοιο όσο το δυνατόν πιο σύντομα σχετίζεται με την ασφάλεια που θα νιώσουν οι πολίτες προκειμένου να ταξιδέψουν εκ νέου. Είναι κοινά αποδεκτό πως ο COVID-19 δεν προκάλεσε κρίση μόνο στο σύστημα υγείας αλλά και στην οικονομία σε παγκόσμια κλίμακα. Η επανεκκίνηση του ελληνικού τουρισμού θα ξεκινήσει σταδιακά με την χαλάρωση των ταξιδιωτικών μέτρων από ορισμένες χώρες, πράγμα που σημαίνει ότι θα επέλθει αύξηση των αφίξεων, άρα κατά συνέπεια αύξηση των εσόδων κι αυτό με τη σειρά του θα πυροδοτήσει την απασχόληση αυξάνοντας έτσι τον αριθμό των εργαζομένων και δημιουργώντας νέες θέσεις.
Βιβλιογραφία
1. Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, Βασικά Μεγέθη του Ελληνικού Τουρισμού 2019. Σεπτέμβριος, 2020. Διαθέσιμο σε: https://sete.gr/el/stratigiki-gia-ton-tourismo/vasika-megethi-tou-ellinikoy-tourismoy//
2. Μπαλής, Δ. (n.d.). Η πανδημία του COVID-19 και ο ελληνικός τουρισμός. Απρίλιος, 2020. Διαθέσιμο σε: https://www.huffingtonpost.gr/amp/entry/e-pandemia-toe-covid-19-kai-o-ellenikos-toerismos_gr_5e901f90c5b6b371812e9987/#
3. World Tourism Organization, Διαθέσιμο σε: https://www.unwto.org/