Γράφει η Ελένη Ζιαμπάρα
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Σουν Τσου (Δάσκαλος Σουν), ή διαφορετικά Σουν Βου (Πολεμικός Σουν) έζησε στα τέλη του 6ου και τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. και υπήρξε στρατηγός του κινεζικού κράτους Βου. Ο Σουν Τσου θεωρείται, επίσης, ο συγγραφέας «Της Τέχνης του Πολέμου» που αποτελεί μία από τις σημαντικότερες -ίσως και την κορυφαία- πραγματείες στρατηγικής διαχρονικά, ενώ συγκαταλέγεται με το έργο του Clausewitz «Περί του Πολέμου» και την «Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου» του Θουκυδίδη στα μνημειώδη έργα στρατηγικής.
Η ιστορικότητα του προσώπου αυτού, ωστόσο, έχει αμφισβητηθεί ήδη από τον 12ο αιώνα μ.Χ,[1] καθώς το βασικότερο επιχείρημα είναι πως δεν υπάρχει καμία ιστορική αναφορά στο πρόσωπο του Σουν Τσου σε ό, τι αφορά το κράτος Βου πριν από τον 2ο αιώνα π.Χ, με απόρροια η μοναδική του «βιογραφία» να είναι σε μεγάλο βαθμό αναξιόπιστη. Σύμφωνα με αυτή, λοιπόν, το 512 π.Χ., ο βασιλιάς του κράτους Βου, Χελού, κατόπιν μελέτης «Της Τέχνης του Πολέμου», ζήτησε από το Σουν Τσου να εκπαιδεύσει τις βασιλικές παλλακίδες εφαρμόζοντας τους τις στρατιωτικές του μεθόδους. Αρχικά, οι παλλακίδες χωρίστηκαν σε δύο μέρη με επικεφαλής εκατέρωθεν μία ευνοούμενη παλλακίδα του βασιλιά και στη συνέχεια ο Σουν Τσου τους εξήγησε μερικά παραγγέλματα, όπως «κλίνατε επί δεξιά». Ωστόσο όταν τους ζητήθηκε να εκτελέσουν τα παραγγέλματα, εκείνες ξέσπασαν σε γέλωτες. Ο Σουν Τσου θεώρησε ότι ως στρατηγός ίσως να μην έκανε καλά τη δουλειά του και επανέλαβε τη διαδικασία πολλάκις χωρίς, όμως, αποτέλεσμα. Έτσι, διέταξε τη θανάτωση των δύο ευνοούμενων παλλακίδων, υποστηρίζοντας πως την ευθύνη για τη μη εκτέλεση των διαταγών από το στράτευμα την έχουν αποκλειστικά οι αξιωματικοί. Αντίθετος στην ενέργεια αυτή, ο βασιλιάς διέταξε τη ματαίωση της διαδικασίας, ωστόσο ο δάσκαλος προχώρησε στη θανάτωση τους, παραθέτοντας την εξής διδαχή˙ «Υπάρχουν διαταγές του ηγεμόνα που δε θα πρέπει να εκτελέσετε». Έπειτα, οι παλλακίδες αυτές αντικαταστάθηκαν και τα παραγγέλματα εκτελέστηκαν με απόλυτη ακρίβεια, σιωπή και ταχύτητα. Σύμφωνα, λοιπόν, με το δάσκαλο τους, εκείνες είχαν μετατραπεί επιτυχώς σε αξιόμαχη στρατιωτική ομάδα. Ο βασιλιάς δυσαρεστημένος διέταξε τη διακοπή της άσκησης, με το Σουν Τσου να τον κατηγορεί ότι διστάζει να εφαρμόσει στην πράξη όσα μελετώνται στο έργο του. Εν τέλει, η ιστορία κλείνει με το Σουν Τσου να διορίζεται στρατηγός του Βου, οδηγώντας το σε λαμπρές επιτυχίες.[2]
Στην αρχαία Κίνα, όσο πιο παλιό ήταν ένα έργο, τόσο μεγαλύτερη ήταν η εγκυρότητα του. Όσο για την επινοημένη φιγούρα του Σουν Τσου, σύμφωνα με το μύθο αποτελούσε πρόγονο του πολύ ικανού στρατηγού Σουν Μπιν που έζησε τον 4ο αιώνα. «Η Τέχνη του Πολέμου» εμπερικλείει μεγάλο μέρος της κινεζικής σοφίας αναφορικά με τη στρατηγική και τον πόλεμο. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως είναι γραμμένο σε αποφθεγματική μορφή δίνοντας στον αναγνώστη μία σειρά πορισμάτων περί του πολέμου και των εκφάνσεων του. Εξέχουσα θέση απέκτησε το έργο αυτό στην κινεζική φιλολογία, αλλά και στην Ιαπωνία και σταδιακά σε όλη την κεντρική Ασία. Όσον αφορά την πρώτη αξιόπιστη μετάφραση του σε ευρωπαϊκή γλώσσα έγινε το 1910 στα αγγλικά από τον Lionel Giles, γεγονός που σημαίνει ότι η Δύση άργησε αρκετά να γνωρίσει και να εκτεθεί στις ιδέες του Σουν Τσου.
Στο έργο του Σουν Τσου, παρουσιάζεται το μοντέλο παραγωγής της στρατηγικής του. Ειδικότερα, σε πρώτο στάδιο πρέπει να γίνει ανάλυση του διεθνούς περιβάλλοντος διαγιγνώσκοντας τόσο τα ισχυρά, όσο και τα αδύναμα στοιχεία του αντιπάλου, καθώς και τις ευκαιρίες, αλλά και τις απειλές που απορρέουν από το περιβάλλον. Με αυτό τον τρόπο, περνάει στο δεύτερο στάδιο, την ανάλυση της στρατηγικής απόφασης για πόλεμο, η οποία γίνεται πάντα με γνώμονα το κόστος και το όφελος, ενώ συμπεραίνει πως η διεξαγωγή του πολέμου πρέπει να γίνεται υπό αυστηρές προϋποθέσεις, όπως την εξυπηρέτηση του κρατικού συμφέροντος και τις μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας. Εάν εν τέλει επιλεχθεί ο πόλεμος, θα πρέπει να προσδιοριστούν λεπτομερώς οι στόχοι, τα μέσα και η μέθοδος για να οδηγηθεί το κράτος στη νίκη. Το στάδιο αυτό ονομάζεται στρατηγικός σχεδιασμός.
Όσον αφορά την υλοποίηση της στρατηγικής, που ακολουθεί την ανάλυση και το σχεδιασμό, πρέπει να γίνει κατανοητό πως υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα πολέμου, στα οποία πρέπει να εφαρμοστεί η τέχνη του πολέμου, όπως το στρατηγικό και το επιχειρησιακό-τακτικό. Τέλος, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στα συστήματα πληροφοριών και κεντρικού ελέγχου. Για το Σουν Τσου, η κατασκοπεία και η αποτελεσματική ηγεσία αποτελούν πολλαπλασιαστές ισχύος, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα σε ένα ασθενέστερο κράτος να αντιμετωπίσει με επιτυχία ένα ισχυρότερο. Στη σύγχρονη ορολογία το στάδιο αυτό ονομάζεται «Σύστημα Διοίκησης, Ελέγχου και Πληροφοριών», ενώ στο έργο αποκαλείται από το Σουν Τσου «Στρατηγική Ηγεσία, Έλεγχος, Πληροφορίες».
Για το Σουν Τσου η τελειότερη στρατηγική είναι να υποτάσσεις τον αντίπαλο χωρίς μάχη. Το γεγονός αυτό σημαίνει πως το επίκεντρο της στρατηγικής προσπάθειας είναι η θέληση και τα σχέδια του αντιπάλου. Συνεπώς, η αποτροπή (deterrence) και ο πειθαναγκασμός (compellence) αποτελούν δύο διαθέσιμες στρατηγικές που στόχο έχουν –μέσω της απειλής πολέμου- να καθυποτάξουν τη θέληση του αντιπάλου, ασκώντας του έτσι στρατηγική ψυχολογικού ελέγχου. Αν η απειλή πολέμου, δηλαδή ο εξαναγκασμός (coercion), δεν είναι αρκετή για να καμφθεί η θέληση του αντιπάλου, τότε η καταφυγή στον πόλεμο είναι η μοιραία λύση. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει κανείς πρώτα να εξασφαλίσει τον εαυτό του από την ήττα και ύστερα να επιτεθεί. Άρα, πρέπει να ασκήσει άμυνα και εφόσον του το επιτρέπουν οι δυνάμεις του να προβεί σε επίθεση. Οι στρατηγικές αυτές είναι αλληλοσυμπληρούμενες και όχι αλληλοσυγκρουόμενες, καθώς, ενώ με την άμυνα μπορεί κανείς να αντισταθεί, με την επίθεση κατακτά τη νίκη, αλλά και τα κέρδη της νίκης.
Ο Σουν Τσου αποστρέφεται τη φθορά των μακροχρόνιων εκστρατειών, ενώ παράλληλα υποστηρίζει πως και σε περίοδο ειρήνης πρέπει να εφαρμοστούν όλα τα διαθέσιμα μέσα (οικονομικά, διπλωματικά, ψυχολογικά) για να αποδυναμωθεί ο αντίπαλος και να μην επιδιώξει να προβεί σε πόλεμο, αλλά και σε περίοδο πολέμου, γεγονός που συνδέει το σχεδιασμό με την υλοποίηση της στρατηγικής. Υποστηρίζει, επίσης, πως όλος ο πόλεμος βασίζεται στην παραπλάνηση του αντιπάλου, με στόχο τον αιφνιδιασμό του και πως αυτός είναι ο κατεξοχήν τρόπος στρατιωτικής ενέργειας.
Σημαντική για το συγγραφέα είναι επίσης η έννοια της υψηλής στρατηγικής, η χρήση, δηλαδή, όλων των διαθέσιμων μέσων (οικονομικών, διπλωματικών) για την επίτευξη των αντικειμενικών πολιτικών σκοπών ενός κράτους, υπό το πρίσμα μίας πραγματικής ή ενδεχόμενης σύγκρουσης. Σημασία για το Σουν Τσου έχει η εσωτερική νομιμοποίηση της υψηλής στρατηγικής, δηλαδή, αφενός η ενεργή υποστήριξη από την κοινωνία και αφετέρου η κρατική δομή που ακολουθεί πιστά τη στρατηγική και εργάζεται για την επιτυχία της. Επιπλέον, μεγάλη έμφαση φαίνεται να δίνει στην οικονομική διάσταση της υψηλής στρατηγικής, καθώς μελετά λεπτομερώς στο έργο του το χρηματικό κόστος του πολέμου όσο και τις ευρύτερες οικονομικές συνέπειες. Πλήρη επίγνωση έχει, επίσης, για τη σχέση μεταξύ οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος και υποστηρίζει πως τα κράτη αναζητούν πάντα και τα δύο. Τέλος, δίνει έμφαση στη διπλωματία και πιο συγκεκριμένα στη διπλωματική απομόνωση του αντιπάλου και παράλληλα διατείνεται πως ένα κράτος οφείλει να μεριμνά για τη διατήρηση της ισορροπίας ισχύος, δηλαδή την εξωτερική του νομιμοποίηση.
Ο Σουν Τσου ανήκει στους πολιτικούς ρεαλιστές μαζί με τον Clausewitz και το Θουκυδίδη, ενώ θεωρείται χωρίς αμφιβολία ο πατέρας της έμμεσης προσέγγισης. Η βασική ιδέα αυτής της προσέγγισης είναι η επιλογή της γραμμής ήσσονος αντιστάσεως. Αυτό ακριβώς προτείνει και ο Σουν Τσου, την αποφυγή δηλαδή της φυσικής δύναμης του αντιπάλου και την επικέντρωση στη ψυχολογική και διανοητική του αδυναμία, ώστε να αποδιαρθρωθεί η σκέψη του και να καμφθεί η θέληση του. Ωστόσο, επισημαίνει πως άμεση και έμμεση προσέγγιση είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους, ενώ συνδέονται στενά με την παραπλάνηση και, σε συνδυασμό με την τήρηση μυστικότητας, ο αντίπαλος μπορεί να παραπλανηθεί και στη συνέχεια να αιφνιδιαστεί καταφέρνοντας έτσι μία συντριπτική υπεροχή την κατάλληλη στιγμή στο ακατάλληλο μέρος.
Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ορισμένα φιλοσοφικά προβλήματα που διαπνέουν το έργο στο σύνολο του. Συγκεκριμένα, η υπερτίμηση του πνευματικού- ηθικού παράγοντα και η υποτίμηση του υλικού αποτελεί αστοχία του συγγραφέα, ο οποίος υποστηρίζει πως ο στρατός θα αγνοήσει τις αντικειμενικές υλικές συνθήκες, όντας, απελπισμένος και θα επιδοθεί στη μάχη. Ωστόσο, κάποιες φορές όσο ισχυρή κι αν είναι η θέληση, η πραγματικότητα καθίσταται αμείλικτη. Επιπλέον, ο Σουν Τσου δίνει μεγάλη έμφαση στις πληροφορίες, ώστε να θεωρείται ότι η γνώση οδηγεί νομοτελειακά στον έλεγχο. Όμως, ουδέποτε μπορούν να αντικαταστήσουν τη μαχητική ισχύ και δε συνεπάγεται πως, όταν κάποιος έχει τον πλήρη έλεγχο, μπορεί να επηρεάσει και την εξέλιξη μίας κατάστασης. Η αποφυγή του κόστους ως αυτοσκοπός αποτελεί το δεύτερο φιλοσοφικό πρόβλημα, καταδεικνύοντας από τη μια τα πλεονεκτήματα της έμμεσης προσέγγισης, αλλά από την άλλη συμβουλεύοντας την επίθεση εναντίον δευτερευόντων μετώπων, με απόρροια να μη μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις στο κρίσιμο μέτωπο του πολέμου. Τέλος, η υπερτίμηση των θεωρητικών συλλήψεων έναντι των πρακτικών καταστάσεων είναι το τρίτο φιλοσοφικό πρόβλημα, κατά το οποίο ο «δεξιοτέχνης του πολέμου» αντιμετωπίζει τον αντίπαλο ως παθητικό οργανισμό που απλά αντιδρά, ενώ διατηρεί πάντα την πρωτοβουλία κινήσεων, ακόμη κι όταν βρίσκεται σε κατάσταση άμυνας.
Ωστόσο, το διανοητικό οικοδόμημα του Σουν Τσου τυγχάνει ευρείας πρακτικής εφαρμογής ανά τους αιώνες, καθώς η κληρονομιά του έργου του είναι πολύ μεγάλη και εκείνος καταπιάνεται με μία πληθώρα θεμάτων και στρατηγικών, όπως την αεροπορική στρατηγική, την πυρηνική και τον ανταρτοπόλεμο –την πεμπτουσία της έμμεσης προσέγγισης. Η διαχρονικότητα και το μεγαλείο του έργο του φαίνονται, επίσης, από το γεγονός πως είναι ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια των στελεχών επιχειρήσεων, καθώς τα τελευταία χρόνια με την παγκοσμιοποίηση της αγοράς, οι συνθήκες για τις επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα σκληρές και ανταγωνιστικές, με απόρροια ο Σουν Τσου να έχει επηρεάσει αρκετούς ειδήμονες της επιχειρηματικής στρατηγικής.
Βιβλιογραφία:
- Πλατιάς Α.- Κολιόπουλος Κ. (2015) Η Τέχνη του Πολέμου του Σουν Τσου, Αθήνα: Δίαυλος
[1] Bruce Brooks, “Sun Wu”, σ. 242
[2] Sun Tzu, The Art Of War, μτφ. Samuel B. Griffith, σ. 57-59, Sun Tzu, The Art Of Warfare [μτφ. Roger Ames], σ. 190-196