Loading...
Πρόσφατες αναλύσεις
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Προνόμια και Ασυλίες των Μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Γράφει η Σταυρούλα Τασίκα

Θεμελιώδης πτυχή της ορθής άσκηση των κοινοβουλευτικών καθηκόντων αποτελεί, αναμφίβολα, η προάσπιση της ανεξαρτησίας και της ελεύθερης κρίσης των βουλευτών. Η διασφάλιση της ανεπηρέστης βούλησης των αντιπροσώπων του εκλογικού σώματος επιτυγχάνεται στα σύγχρονα δημοκρατικά αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα μέσω της καθιέρωσης διαφόρων ασυλιών και προνομίων. Ο εν λόγω θεσμός,  που  έχει τις ρίζες του στη λειτουργία Κοινοβουλίου του Ηνωμένου Βασιλείου κατά τον 17ο αι., αποτελεί χαρακτηριστικό τόσο των κρατών με αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα, όσο και της υπερεθνικής ενωσιακής έννομης τάξης, στην οποία εφαρμόζεται, αναλόγως, το κοινοβουλευτικό σύστημα.

   Στην ιδιαίτερη έννομη τάξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα προνόμια και οι ασυλίες των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθιερώνονται κατά τρόπο όμοιο με την έννομη τάξη των κρατών-μελών. Η σχετική κατοχύρωση προβλέπεται στην ιδρυτική Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ( ΣΛΕΕ) μέσω του Πρωτοκόλλου 7 “ Περί προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης” και συγκεκριμένα στα άρθρα 7,8 και 9 αυτού. Εν πρώτοις, στο κείμενο της Συνθήκης διασφαλίζεται η ελεύθερη και ακώλυτη μετακίνηση των μελών του Ευρωκοινοβουλίου, από και προς τον τόπο συνεδριάσεως του σώματος, καθώς και τελωνειακές και συναλλαγματικές διευκολύνσεις τόσο από την δική τους, όσο και από τις κυβερνήσεις των υπολοίπων κρατών μελών.

    Ιδιαιτέρως σημαντικό είναι το άρθρο 8, στο οποίο κατοχυρώνεται η προστασία των μελών του Ευρωκοινοβουλίου από οποιασδήποτε νομικη διαδικασία σε βάρος τους, αναφορικά με γνώμη ή ψήφο που κατέθεσαν στο πλαίσιο άσκησης των κοινοβουλευτικών καθηκόντων τους. Σκοπός της συγκεκριμένης διάταξης είναι η διαφύλαξη της ελεύθερης διαβούλευσης των μελών του Κοινοβουλίου, τα οποία εργάζονται προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πολιτών και με γνώμονα την ανεπηρέαστη βούλησή τους, χωρίς κίνδυνο καταδίκης τους για αυτή. Αξίζει να σημειωθεί ότι η προστασία του άρθρου 8 είναι απόλυτη, γεγονός που σημαίνει ότι κάθε βουλευτής μπορεί να την επικαλεστεί ακόμη και μετά τη λήξη της θητείας του, εφόσον κινηθεί νομική διαδικασία σε βάρος του λόγω γνώμης, που εξέφρασε στο πλαίσιο της άσκηση των κοινοβουλευτικών καθηκόντων του.

   Παράλληλα, το άρθρο 9 προβλέπει ένα ευρύτερο πεδίο προστασίας ορίζοντας ότι οι Ευρωβουλευτές κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απολαύουν των προνομίων που αναγνωρίζονται στους βουλευτές της χώρας τους, εφόσον βρίσκονται στην επικράτειά της, ενώ, όταν βρίσκονται στην επικράτεια οποιουδήποτε κράτους μέλους εξαιρούνται από κάθε κράτηση ή δίωξη. Ουσιαστικά, πρόκειται για τη θεμελίωση του “ακαταδίωκτου” των Ευρωβουλευτών, έναντι των οποίων είναι αδύνατο, κατ’ αρχήν, να εκκινηθεί οποιαδήποτε έννομη διαδικασία. Εντούτοις, στις τελευταίες παραγράφους του άρθρου διευκρινίζεται ότι ,κατ’  εξαίρεση, δεν ευδοκιμεί επίκληση του ακαταδίωκτου σε περίπτωση σύλληψης για αυτόφωρο έγκλημα, ενώ υπάρχει και η δυνατότητα άρσης της ασυλίας για υπόθεση που δεν άπτεται των κοινοβουλευτικών καθηκόντων των βουλευτών και ούτε έχει σκοπό να παρακωλύσει την ομαλή άσκησή τους. Διαπιστώνουμε, επομένως, ότι η συγκεκριμένη διάταξη δεν είναι αδιαπραγμάτευτη, όπως στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου περί προστασίας της γνώμης και της ψήφου των μελών του Ευρωκοινοβουλίου.

   Κατά συνέπεια, το γράμμα του Πρωτοκόλλου 7 υποδεικνύει ότι βασικός σκοπός ύπαρξης των βουλευτικών προνομίων και ασυλιών δεν είναι η ατιμωρησία των φορέων τους, αλλά η ομαλή λειτουργία του Κοινοβουλίου ως δημοκρατικού θεσμού. Σε αυτό, άλλωστε, αποσκοπεί και η δυνατότητα άρσης των ασυλιών, ωστε να καταστεί δυνατό οι προστατευόμενοι βουλευτές να παραπεμφθούν σε δίκη ή να ασκηθεί εναντίον τους οποιαδήποτε διαδικασία ποινικής, αστικής ή  διοικητικής φύσης.

   Οι όροι άρσης της ασυλίας αναφέρονται και εξειδικεύονται στα άρθρα 6 έως 9 του Κανονισμού Λειτουργίας του Ευρωκοινοβουλίου. Κρίσιμο για την άρση της ασυλίας των Ευρωβουλευτών είναι, κυρίως, το ένατο άρθρο του Κανονισμού, στο οποίο περιγράφεται λεπτομερώς η σχετική διαδικασία. Βάσει αυτού, η αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους απευθύνει αίτημα για άρση της ασυλίας μέλους του κοινοβουλίου στον Πρόεδρο, ο οποίος ανακοινώνει το αίτημα  στην Ολομέλεια και το παραπέμπει  προς εξέταση στην επιτροπή Νομικών Θεμάτων (JURI). Η έρευνα της Επιτροπής είναι ενδελεχής και η ίδια οφείλει να λάβει υπόψη την ιδιαιτερότητα εκάστης υπόθεσης, να δώσει το δικαίωμα ακρόασης στον ενδιαφερόμενο βουλευτή, ενώ έχει δυνατότητα να έρθει σε επικοινωνία με τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους για περαιτέρω πληροφορίες. Τέλος, η Eπιτροπή συντάσσει πρόταση απόφασης περί άρσης ή διατήρησης της ασυλίας, η οποία κατατίθεται προς ψηφοφορία στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

    Κατά τη διάρκεια λειτουργίας του Ευρωκοινοβουλίου οι αιτήσεις άρσης ασυλιών που το ίδιο κατά καιρούς έχει εξετάσει είναι υπεράριθμες με ποικίλες δικαιολογητικές βάσεις, γεγονός, που, συχνά, καθυστερεί την ήδη χρονοβόρα διαδικασία. Ενδεικτικά, πρόσφατη, σημαντική απόφαση υπέρ της άρσης ασυλίας έλαβε η Ολομέλεια, στην περίπτωση των Καταλανών ευρωβουλευτών Κάρλες Πουτζντεμόν, Τόνι Κομίν και Κάρλα Πονσάτι. Συγκεκριμένα, στις 8 Μαρτίου το Ευρωκοινοβουλιο ήρε την ασυλία των τριών μελών του, οι οποίοι διώκονται από τις Ισπανικές αρχές με την κατηγορία της στάσης, με αφορμή το Δημοψήφισμα αυτονομίας της Καταλονίας το 2017. Για τη χώρα μας, ενδιαφέρον παρουσιάζει η διερεύνηση περί άρσης ασυλίας του ευρωβουλευτή Ιωάννη Λαγού, η οποία βρίσκεται στη διάθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς έρευνα, προκειμένου να εκτελεστεί η καταδικαστική απόφαση του Εφετείου Αθηνών για διεύθυνση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση.

    Η θεσμοθέτηση της δυνατότητας άρσης των βουλευτικών ασυλιών και προνομίων μαρτυρεί ότι η κατοχύρωσή τους εξυπηρετεί περισσότερο την ομαλή λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας μέσω του κοινοβουλίου, παρά την καθιέρωση ενός κύκλου ευνοημένων πολιτών υπεράνω του νόμου. Ωστόσο, συχνά, διατυπώνονται αντιρρήσεις σχετικά με το εύρος της προστασίας και κατά πόσο αυτό καταλήγει περισσότερο καταχρηστικό παρά ωφέλιμο για το πολιτικό σύστημα.

     Οι παρατηρήσεις των υποστηρικτών αυτής της άποψης είναι καθ’ όλα εύλογες. Κατά βάση, υποστηρίζεται ότι  ο θεσμός των προνομίων και των ασυλιών είναι απότοκο μιας εποχής, στην οποία η αυθαιρεσία των κρατικών αρχών ήταν εκτεταμένη και η ελεύθερη έκφραση των μελων του Κοινοβουλίου αμφίβολη. Αντίθετα, στις μέρες μας, η ομαλή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών βάσει ορισμένων νομοθετικών προβλέψεων τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι, εν πολλοίς, εξασφαλισμένη, γεγονός που καθιστά την παρουσία ισχυρών προνομίων και ασυλιών, κυρίως του ακαταδίωκτου, μάλλον, υπερβολική.

     Σε συνολική θεώρηση του ζητήματος, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ανεξάρτητα από τις όποιες επιφυλάξεις σχετικά με την έκταση των προνομίων και των ασυλιών, δεν υπάρχει διαφωνία ότι η  προάσπιση της ελεύθερης βούλησης και έκφρασης των εκπροσώπων του εκλογικού σώματος αποτελεί δικλείδα ασφαλείας της ορθής και δημοκρατικής λειτουργίας του Ευρωπαϊκού όπως και κάθε Κοινοβουλίου.

Βιβλιογραφία:

Πηγή φωτογραφίας: https://www.flickr.com/photos/european_parliament/49524887688/