Το βράδυ της 15ης Ιουλίου 2016, κομμάτι του τουρκικού στρατού προχώρησε σε πραξικόπημα σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη με σκοπό την ανατροπή του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Δυνάμεις των στασιαστών κατέλαβαν τη γέφυρα του Βοσπόρου, το αεροδρόμιο Ατατούρκ και διάφορα άλλα σημεία. Οι σκηνές που διαδραματίστηκαν θύμιζαν καταστάσεις εμφύλιου πολέμου με στρατιώτες και αστυνομικούς να μάχονται μεταξύ τους, πολίτες να διαμελίζονται κυριολεκτικά από τα τανκς και τη Διεθνή κοινότητα να παρακολουθεί “παγωμένη” τις εξελίξεις. Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος Ερντογάν, ευρισκόμενος σε διακοπές την ώρα της διενέργειας του πραξικοπήματος, ζητά άσυλο και άδεια προσγείωσης στη Γερμανία, η οποία αρνείται και οι διαβουλεύσεις συνεχίζονται προκειμένου να βρεθεί νέα χώρα υποδοχής. Τις πρώτες ώρες όλα έδειχναν να βγαίνουν καλώς για τους πραξικοπηματίες, ενώ οι φήμες για “φυγή” του προέδρου Ερντογάν έκαναν το γύρω των ΜΜΕ. Όμως, μέσα σε λίγες ώρες η όλη κατάσταση ανετράπη. Συγκεκριμένα, ο πρόεδρος Ερντογάν κάλεσε τον τουρκικό λαό να βγει στους δρόμους και να υπερασπιστεί το δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας. Ο κόσμος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμά του και κατέκλυσε την πλατεία Taksim, καθώς και τους γύρω δρόμους της Πόλης. Ο κόσμος διαδήλωσε ενάντια του πραξικοπήματος, ενώ παράλληλα σημειώθηκαν συμπλοκές μεταξύ του πλήθους και των στασιαστών, έπεσαν πυροβολισμοί και υπήρξαν και θύματα.
Δυνάμεις του στρατού που είναι φίλα προσκείμενες στον Ερντογάν προχώρησαν στις πρώτες συλλήψεις πραξικοπηματιών, ενώ την ίδια ώρα, ο πρωθυπουργός της χώρας Yildirim με δήλωσή του, καλούσε όλους τους στρατιώτες που συμμετείχαν στο πραξικόπημα να εγκαταλείψουν τα όπλα και να επιστρέψουν στους στρατώνες προκειμένου να αποφύγουν τις χειρότερες συνέπειες. Καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας, οι δυνάμεις του Ερντογάν εν τέλει υπερισχύουν και ο τουρκικός στρατός προχωρά σε κατάρριψη ενός ελικοπτέρου που χρησιμοποιείται από τους πραξικοπηματίες στην Άγκυρα, ενώ ο αρχηγός του πραξικοπήματος-Συνταγματάρχης Muharrem Kose παραδίδεται στις δυνάμεις του προέδρου.
Την επόμενη μέρα, ο Ερντογάν επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε δεκτός ως ήρωας από χιλιάδες υποστηρικτές του. Στη συνέχεια, σε διάγγελμά του, μίλησε για προδοσία και ανέφερε ότι οι υπαίτιοι του πραξικοπήματος θα πληρώσουν “βαρύ τίμημα”. Συγκεκριμένα ανέφερε: «Υπήρξε μια κινητικότητα μετά το μεσημέρι στις ένοπλες δυνάμεις. Υπήρξε μια προσπάθεια παρέμβασης στα εσωτερικά της χώρας. Είχαν καταφέρει μετά από προσπάθεια 40 ετώ
ν να βρίσκονται στις δομές του κράτους και των ενόπλων δυνάμεων. Είναι προδοσία εναντίον του κράτους και θα πληρώσουν βαριά το τίμημα».
ν να βρίσκονται στις δομές του κράτους και των ενόπλων δυνάμεων. Είναι προδοσία εναντίον του κράτους και θα πληρώσουν βαριά το τίμημα».
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έλαβαν αποστάσεις από τους πραξικοπηματίες, ενώ η πλευρά του Ερντογάν θεώρησε ως υποκινητή τον Fethullah Gullen, έναν πρώην ιμάμη, συγγραφέα, με πολιτική δραστηριότητα, ο οποίος εδώ και χρόνια είναι εξόριστος στις ΗΠΑ. Επίσης, υπήρξε πνευματικός καθοδηγητής του Ερντογάν από το 1999, όμως οι σχέσεις τους κλονίστηκαν το 2013 όταν ο Τούρκος πρόεδρος τον κατηγόρησε ανοιχτά ότι υποκίνησε τις διαδικασίες για έρευνες διαφθοράς στο εσωτερικό της χώρας.
Συνολικά, επρόκειτο για το 5ο πραξικόπημα τα τελευταία 70 χρόνια για την Τουρκία, με διάφορα γεγονότα να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο γύρω από αυτό. Για παράδειγμα, λίγες μέρες πριν, ο Ερντογάν είχε προχωρήσει σε εξομάλυνση των σχέσεων της χώρας του με τη Ρωσία, απολογούμενος για την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους που οδήγησε στη διατάραξη των σχέσεων των δύο χωρών. Εν συνεχεία, η Τουρκία στράφηκε ανοιχτά προς την ΕΕ σχετικά με τη διευθέτηση του προσφυγικού ζητήματος, ζητώντας προνόμια και οικονομική ενίσχυση άνευ προηγουμένου. Όλα αυτά συνδέονται, εφόσον γίνει σαφές ότι το πραξικόπημα διενεργήθηκε υπό την ανοχή των δυνάμεων του ΝΑΤΟ, οι οποίοι πλέον δεν βλέπουν τον Ερντογάν ως το νατοϊκό σύμμαχο που θα ήθελαν.
Επίσης, η διαφορά του συγκεκριμένου πραξικοπήματος από τα προηγούμενα επιτυχημένα είναι ότι δεν διενεργήθηκε από την Ανώτατη στρατιωτική ηγεσία. Συγκεκριμένα, ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων ήταν όμηρος μέσα στο ίδιο του το επιτελείο, ενώ αστυνομικοί και στρατιώτες υποστηρικτές του Ερντογάν αντιμάχονταν τους πραξικοπηματίες. Βέβαια, ίσως το σημαντικότερο στοιχείο να ήταν η συμμετοχή του λαού, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα του Ερντογάν, καθώς τα παλαιότερα πραξικοπήματα είχαν την άτυπη νομιμοποίηση της μεγαλύτερης μερίδας του κόσμου. Γενικότερα, οι συνθήκες δεν ήταν ιδανικές, αν λάβουμε υπόψιν ότι το κυβερνόν κόμμα του Ερντογάν συγκέντρωσε πάνω από 50% των ψήφων.
Τέλος, άλλο ένα σημαντικό στοιχείο είναι η σχέση του Ερντογάν με τον στρατό, όπου τον τελευταίο καιρό έχει κατηγορηθεί για έντονο παρεμβατισμό στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας, κάτι που προκαλούσε δυσαρέσκεια στους κόλπους των αξιωματικών. Όμως, στην πραγματικότητα, ο ρόλος του στρατού έχει αναβαθμιστεί αρκετά καθώς οι συγκρούσεις με τους Κούρδους το τελευταίο διάστημα κατέστησαν αναγκαία τη σύσφιξη των μεταξύ τους σχέσεων.
Τελικά, μετά την επιστροφή του Ερντογάν όλα τέλειωσαν. Την επόμενη μέρα, η χώρα μετρούσε τις απώλειές της. Συγκεκριμένα, έχουν καταμετρηθεί 265 νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες και πάνω από 2000 συλλήψεις στρατιωτικών που συμμετείχαν στο πραξικόπημα.
Ο Ταγίπ Ερντογάν είναι πιο ισχυρός από ποτέ, αν και έχει δεχτεί ισχυρότατο πλήγμα στο κύρος του, καθώς για πολλές ώρες δεν είχε καμία επικοινωνία με το λαό του παρά μόνο μέσω του Face Time. Επίσης, θα έχει πλέον στο μυαλό του ότι ο στρατός έσωσε την κυβέρνηση, κάτι που μπορεί να δημιουργήσει νέους συσχετισμούς στο εσωτερικό της χώρας. Θα υπάρξουν και ανακατατάξεις σε όλο το στρατιωτικό προσωπικό, ενώ τέλος μετά τη Συμφωνία με την ΕΕ για το προσφυγικό, η Ευρώπη πρέπει να αποδείξει ότι η Τουρκία εξακολουθεί να αποτελεί ασφαλή “Τρίτη Χώρα ” στη σκιά του πιο σύντομου στρατιωτικού πραξικοπήματος της ιστορίας.