Γράφει η Αικατερίνη Παπαδημήτρη
«Ο πιο ευτυχισμένος, είτε βασιλιάς είτε χωριάτης, είναι αυτός που βρίσκει γαλήνη στο σπίτι του»
Με το παραπάνω ρητό, ο Γερμανός διανοούμενος Βόλφγκανγκ Γκαίτε συνδέει την ευτυχία και την ηρεμία του ανθρώπου με την κατοικία του. Έναν αιώνα αργότερα, ο συνειρμός αυτός θα αποδοθεί από την διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ως το αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα σε στέγη, δικαίωμα – προϋπόθεση, όπως χαρακτηρίστηκε, για την αξιοπρεπή διαβίωση του ανθρώπου. Παρά, όμως, την ρητή του κατοχύρωση, μεγάλο μέρος του πληθυσμού του πλανήτη είτε στερείται οποιοδήποτε είδος στέγης είτε διαμένει υπό άθλιες συνθήκες σε «ανεπίσημους οικισμούς», δηλαδή σε κατοικίες που το κράτος δεν αναγνωρίζει ως τέτοιες. Πρόκειται για τις ευρέως γνωστές «παραγκουπόλεις».
Η ύπαρξη «παραγκουπόλεων» αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα κοινωνικής ανισότητας παγκοσμίως. Οι τελευταίες αποδίδονται συχνά, από τους Βραζιλιάνους κυρίως, και με τον όρο «φαβέλες», όνομα το οποίο προέρχεται από τον καιρό του βραζιλιάνικου εμφύλιου πολέμου, όταν 20.000 στρατιώτες, αναζητώντας καταφύγιο κατά την επιστροφή τους μετά την λήξη του πολέμου εγκαταστάθηκαν σε ένα λόφο δίπλα στο Ρίο ντε Τζανέιρο, δημιουργώντας την πρώτη φαβέλα ή αλλιώς την πρώτη «συνοικία των φτωχών». Φυσικά, οι φτωχογειτονιές, όπως και οι άνθρωποι που κατοικούν σε αυτές, υπήρχαν πάντα, ωστόσο με την άνοδο της βιομηχανικής πόλης αυτές επεκτάθηκαν τόσο, ώστε πλέον να γίνεται λόγος για παραγκουπόλεις και όχι για «μικρές συνοικίες φτωχών».
Ως «παραγκούπολη» ορίζεται σήμερα, από το Πρόγραμμα Στέγασης των Ηνωμένων Εθνών (UN-Habit), μια κατοικημένη περιοχή με κατώτερης ποιότητας κατοικίες που δεν εξυπηρετούνται καλά ή/και είναι υπερπλήρη και κατά συνέπεια ανθυγιεινή, ανασφαλής και κοινωνικά ανεπιθύμητη. Μια μεμονωμένη κατοικία ενδεχομένως να ταιριάζει σε αυτήν την περιγραφή, αλλά συνήθως ο όρος προορίζεται για μεγαλύτερες περιοχές, αγροτικές ή συνηθέστερα αστικές. Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό, πως ο όρος «παραγκούπολη» είναι πολιτισμικά καθορισμένος και υποτιμητικός, με κοινωνικούς και φυσικούς υπαινιγμούς.
Οι συνθήκες διαβίωσης στις «παραγκουπόλεις» είναι ιδιαίτερα σκληρές και δύσκολες. Η παντελής έλλειψη αστικής υποδομής και κρατικής καταστολής αναγάγουν ως κυρίαρχο τον νόμο των ναρκωτικών, των όπλων και της συμμορίας. Η αυξημένη αυτή εγκληματικότητα έχει τις ρίζες της στην απόλυτη φτώχεια των κατοίκων της, οι οποίοι στερούνται τα απαραίτητα προς το ζην και κατα συνέπεια την ευκαιρία σε μια αξιοπρεπή ζωή. Πιο συγκεκριμένα, στις περισσότερες «παραγκουπόλεις», δεν υπάρχει πρόσβαση σε πόσιμο νερό, τροφή, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και βασικές εγκαταστάσεις όπως για παράδειγμα σχολεία, με αποτέλεσμα ο πληθυσμός να «πολιορκείται» από την ασιτία, τις ασθένειες και να παραμένει αναλφάβητος αντιστοίχως. Συχνά είναι και τα προβλήματα ηλεκτροδότησης, ύδρευσης και αποχέτευσης. Τις ελλείψεις αυτές διόγκωσε ακόμα περισσότερο η πανδημία του κορωναίου, δεδομένου πως η τήρηση των υγειονομικών μέτρων προστασίας σε περιοχές που χαρακτηρίζονται από έλλειψη νερού και ιατρικών εγκαταστάσεων κατέστη εξαιρετικά δύσκολη.
Αποτελέσμα των σύγχρονων εξελίξεων ήταν ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν σε παραγκουπόλεις να αυξηθεί ραγδαία. Σύμφωνα, μάλιστα, με εκτιμήσεις του ΟΗΕ, το 2031 θα ζουν σε παραγκουπόλεις πάνω από 2 δισεκατομμύρια κάτοικοι, κυρίως στην Ασία και την Αφρική. Σε «πλανήτη παραγκουπόλεων», λοιπόν, πολύ πιθανό να εξελιχθεί η Γη, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, τα επόμενα χρόνια, δεδομένου πως σε χώρες όπως η Βραζιλία, η Ινδία, το Κονγκό, η Νιγηρία, ήδη ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό του αστικού πληθυσμού διαμένει σε παραγκουπόλεις.
Μέχρι σήμερα, η χώρα που αριθμεί τις περισσότερες «παραγκουπόλεις» παγκοσμίως είναι η Βραζιλία. Η πλειοψηφία αυτών βρίσκεται στο Ρίο Ντε Τζανέιρο. Η πιο μεγάλη και επικίνδυνη είναι η «παραγκούπολη» ή αλλιώς «φαβέλα» Ροσίνια (Rocinha). Οι ντόπιοι την προφέρουν Χοσίνα, παρά το γεγονός ότι γράφεται διαφορετικά και αποτελεί μία από τις πιο φτωχές «φαβέλες» της χώρας. Αριθμεί περίπου 100.000 με 300.000 κατοίκους. Ο ακριβής προσδιορισμός του πληθυσμού της καθίσταται εξαιρετικά δύσκολος εξαιτίας της ιδιαίτερης ρυμοτομίας και αστικής υποδομής που παρουσιάζει ο «οικισμός». Η Ροσίνια βρίσκεται ανάμεσα σε δύο πολυτελείς συνοικίες και είναι χτισμένη σε επικλινές έδαφος, ώστε κάθε ταράτσα να βρίσκεται ψηλότερα από την μπροστινή της, με αποτέλεσμα όλοι να έχουν θέα στη θάλασσα. Παρά την όμορφη θέα, όμως, η ζωή εντός της είναι κάθε άλλο παρά όμορφη.
Οι κάτοικοι των φαβέλων λόγω της χρόνιας αδιαφορίας του κράτους αναγκάστηκαν να επινοήσουν διάφορους τρόπους προκειμένου να προσεγγίζουν τις υποδομές της πόλης και να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Το καθαρό, πόσιμο νερό είναι το πρώτο αναγκαίο αγαθό για την ανθρώπινη επιβίωση. Η παροχή νερού στα σπίτια της Ροσίνια πραγματοποιείται μέσω της άντλησης του από τον κεντρικό αγωγό ύδρευσης που βρίσκεται κοντά στην βάση του λόφου όπου είναι κτισμένη. Σε αρκετές, όμως, φαβέλες της Βραζιλίας, η κατάσταση είναι διαφορετική, με μόνο ελάχιστους κατοίκους να έχουν πρόσβαση σε σύστημα ύδρευσης. Το νερό, λοιπόν, ένα δημόσιο αγαθό, όπως έχει ανακηρυχθεί, αποτελεί στην πραγματικότητα πολυτέλεια για αρκετούς favelados, όπως ονομάζονται εν γενεί οι κάτοικοι των φαβέλων της Βραζιλίας, την στιγμή που σε άλλες χώρες ρέει άφθονο και χωρίς εμπόδια σε όλα τα νοικοκυριά.
Επιπροσθέτως, στατιστικά στοιχεία αποδεικνύουν πως οι favelados, υπόκεινται σε διαρκή προκατάληψη, αντιμετωπιζόμενοι συχνά ως «πολίτες δευτερης κατηγορίας», εξαιτίας τόσο του τόπου όπου διαμένουν όσο και του χρώματος τους, δεδομένου πως οι έγχρωμοι που κατοικούν εκτός «παραγκουπόλεων» είναι πολύ λιγότεροι από αυτούς εντός αυτών. Επιπλέον, παρά το γεγονός πως η οικονομία της Βραζιλίας σημειώνει άνοδο τα τελευταία χρόνια, η ευημερία δεν φαίνεται να αγγίζει τους favelados. Αντίθετα, μάλιστα, οι θέσεις εργασίας εντός της Ροσίνια είναι πολύ περιορισμένες. Την δυνατότητα εργασιακής απασχόλησης δυσχεραίνει η προκατάληψη της βραζιλιάνικης κοινωνίας για τους κατοίκους των φαβέλων, όπως αυτή εκτέθηκε παραπάνω, αλλά και η ελλιπής μόρφωση. Οι παρούσες συνθήκες εργασίας της βραζιλιάνικης κοινωνίας επιβάλλουν υψηλότερες εκπαιδευτικές απαιτήσεις, πράγμα δυσεπίτευκτο για τους κατοίκους της φαβέλας που δεν έχουν πρόσβαση στην ανώτερη εκπαίδευση, η οποία αν και δωρεάν προϋποθέτει υψηλές επιδόσεις στις εισαγωγικές εξετάσεις. Ως εκ τούτου, τις περισσότερες φορές οι favelados καταλήγουν άνεργοι, αδυνατώντας να φροντίσουν τους ίδιους και τις οικογένειες τους.
Πέρα, όμως, από την ανεργία, τα υψηλά επίπεδα της ανισότητας και της κοινωνικής αδικίας στην Βραζιλία, οδήγησαν και στην αύξηση της εγκληματικότητας. Οι συνθήκες ένδειας κάτω από τις οποίες διαβιούν τόσο οι κάτοικοι της Ροσίνια προκάλεσε την έξαρση της βίας εντός της φαβέλας σε τέτοιο βαθμό, ώστε από το 2004 αυτή να τελεί υπό τον έλεγχο της εγκληματικής οργάνωσης «Amigos dos Amigos», «Φίλοι των Φίλων», η οποία επιδίδεται σε πληθώρα παράνομων δραστηριοτήτων, κυρίως όμως στο εμπόριο ναρκωτικών. Η διακίνηση απευθύνεται κυρίως προς τον πληθυσμό έξω από τις φαβέλες και εκτιμάται ως μια από τις πιο κερδοφόρες παράνομες δραστηριότητες στην Βραζιλία. Η οργάνωση εκμεταλλεύεται την επιρροή της στον ντόπιο πληθυσμό και τις πολιτικές της διασυνδέσεις, ώστε να παραγκωνίζει τον Νόμο, εδραιώνοντας την κυριαρχία της και ταυτόχρονα την ασυλία της. Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι οι κάτοικοι της φαβέλας να ζουν διαρκώς σε μια κατάσταση φόβου και απειλών, κινδυνεύοντας ανά πάσα στιγμή να χάσουν την ζωή τους επειδή απλώς βρέθηκαν στο «λάθος» σημείο. Θλιβερό και δυσάρεστο στον σύγχρονο κόσμο όπου η νομοθεσία κατέχει περίοπτη θέση, να υπάρχουν περιοχές όπου αυτή αδυνατεί να παρέμβει με ουσιαστικό τρόπο.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη ο χαρακτηρισμός των «φαβέλων» ως «έμβλημα» της διάκρισης ανάμεσα στους οικονομικά επιφανείς και τους οικονομικά ασθενέστερους κατοίκους της Βραζιλίας, ανάμεσα στα ανεπτυγμένα και τα αναπτυσσόμενα κράτη. Η πρόοδος για την άμβλυνση του φαινομένου είναι υπαρκτή, όχι όμως αρκετή. Το επιθυμητό μέλλον, ένας κόσμος όπου όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως χρώματος, οικονομικής κατάστασης, καταγωγής, ηλικίας, φύλου και θρησκεύματος απολαμβάνουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης: έχουν πρόσβαση σε τροφή και πόσιμο νερό, ένα σπίτι σε υγιεινό περιβάλλον, την δυνατότητα εργασίας και κατα συνέπεια ενός σταθερού εισοδήματος, πρόσβαση στο σύστημα της υγείας και της εκπαίδευσης. Αποκούμπι των κατοίκων των ανεπίσημων αυτών οικισμών η πίστη. Η πίστη πως ο Θεός είναι παρών και πως η ανθρωπότητα δεν τους έχει ξεχάσει. Η πίστη πως η «αδικία οπουδήποτε στον κόσμο είναι απειλή για την δικαιοσύνη παντού» – Martin Luther King, Jr.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- R. Harris (2009), “International Encyclopaedia of Human Geography”, σελ 157-162
- Cities Alliance: Cities Without Slums, “Slums and Slum Upgrading”, διαθέσιμο εδώ
- Global Report on Human Settlements (2003), “The Challenge of Slums”, United Nations Human Settlements Programme (UN-HABIT), διαθέσιμο εδώ
- Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (2016), «Οι παραγκουπόλεις του πλανήτη αυξάνονται και πληθαίνουν», διαθέσιμο εδώ
- Μουντζούρα Νίκη (2020), «Φαβέλες: Φαινόμενα Κοινωνικής Ανισότητας», Crime Times, Τεύχος 13, διαθέσιμο εδώ
- Brazil Greece (2022), «Τι είναι οι φαβέλες και ποια είναι η μεγαλύτερη στην Βραζιλία», διαθέσιμο εδώ
- Αδαμίδου Μαρία και Κατσαρού Χρυσούλα, «Γεμίζει φαβέλες ο πλανήτης των φτωχών», διαθέσιμο εδώ
- Μαριάνα Παπαγεωργίου (2010), «Ordem e Progresso: Τάξη και πρόοδος στις φαβέλες του Ριο Ντε Τζανέιρο».