Loading...
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Ο Κορωνοϊός ως ευκαιρία ανοικοδόμησης μίας νέας Ευρώπης

Γράφει ο Βαγγέλης Τασιόπουλος

Ο κόσμος δε θα είναι πια ο ίδιος μετά τον COVID-19, τουλάχιστον έτσι όπως τον γνωρίζαμε. Ο COVID-19 χαρακτηρίστηκε ως πανδημία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγειας στις 11 Μαρτίου 2020, ύστερα από αύξηση των κρουσμάτων και θανάτων σε όλη την υφήλιο. Συγκεκριμένα, μέχρι εκείνη την ημέρα, χώρες όπως η Ελλάδα, η Γερμανία, η Αυστρία σημείωναν τριψήφιο αριθμό κρουσμάτων, ενώ άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία κατείχαν την πρωτιά σε κρούσματα και θανάτους με 2.313 και 196 αντίστοιχα. Την επόμενη μέρα στην Κίνα, από όπου ξέσπασε ο ιός, σταθεροποιούνται τα ποσοστά των θυμάτων, ενώ αυξάνονται κατακόρυφα στην Ευρώπη, κυρίως σε Ιταλία και Ισπανία, όπου η τελευταία ακολουθεί το παράδειγμα της πρώτης. Τη στιγμή αυτή που γράφεται το άρθρο (10 Απριλιου 2020), η Ευρώπη κατέχει την πρωτιά σε κρούσματα και θανάτους του COVID-19 μετρώντας 128.616 κρούσματα και 19.130 θανάτους η Ισπανία, ενώ στην Ιταλία έχουν καταγραφεί 168.941 κρούσματα και 22.170 θάνατοι με τα στοιχεία αυτά δυστυχώς να αυξάνονται ολοένα και περισσότερο.

Με την ασταμάτητη εξάπλωση του νέου κορωνοϊού στην Ευρώπη και την Ιταλία να αποτελεί τη χώρα η οποία ξεπέρασε την Κίνα σε αριθμό θανάτων, οι ευρωπαίοι ηγέτες βρίσκονται σε σύγχυση και διακατέχονται από έναν προβληματισμό για το πώς θα αντιμετωπίσουν ένα επιπλέον βάρος που απλώνεται στη Γηραιά ήπειρο με το όνομα “COVID-19”. Η Ευρώπη τη δεδομένη στιγμή, βρίσκεται σε καθεστώς «απο-ενοποίησης» με την ισχυρή άνοδο ακροδεξιών δυνάμεων, την ολοένα και μεγαλύτερη οικονομική διαφορά μεταξύ Βορρά και Νότου, την πίεση που επιφέρει η συνεχόμενη συριακή κρίση από κοινού με το μεταναστευτικό ζήτημα, ενώ οι μνήμες από το «πλήγμα» που δέχθηκε η Ευρώπη όσον αφορά την ευρεία ενότητά της με την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ακόμη νωπές. Συνεπώς, το ζήτημα του κορωνοϊού αποτελεί μια ακόμα πρόκληση στην ήδη ακανθώδη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ένωση. Βλέποντας την κατάσταση να γίνεται δραματικότερη σε Ιταλία και Ισπανία, ηγέτες των ευρωπαϊκών κρατών-μελών έθεσαν σε ισχύ έκτακτα μέτρα, προκειμένου να καθυστερήσουν την εξάπλωση του κορωνοϊού, ανάμεσα στα οποία βρίσκονταν η κατ’ οίκον καραντίνα, η γνωστοποίηση στο Κράτος και τις αρμόδιες αρχές για έξοδο των πολιτών με αποστολή sms και η αύξηση της αστυνόμευσης και επιβολή προστίμων όπου κρινόταν αναγκαίο. Πράγματι ένα μήνα μετά την εφαρμογή των μέτρων αυτών, τα αποτελέσματα είναι ήδη εμφανή με την Ελλάδα να παρουσιάζει ίσως καλύτερα στοιχεία.

Παρόλα τα θετικά αποτελέσματα που επέφερε η τάχιστη εφαρμογή των μέτρων αυτών, πολλοί στην Ευρώπη κάνουν λόγο για την εφαρμογή πιο αυστηρών μέτρων, κοινωνικού αλλά και οικονομικού χαρακτήρα, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδίου ειδικά διαμορφωμένου για την αντιμετώπιση της πανδημίας, πριν και μετά την καραντίνα. Ο λόγος για ένα νέο «Σχέδιο Μάρσαλ», όπως επισημαίνει και ο Πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ, όπου θα ακολουθηθούν αυστηρότερες πολιτικές, αφενός για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού και αφετέρου για την ανοικοδόμηση μιας πιο ισχυρής Ευρώπης. Το Σχέδιο Μάρσαλ του 1948 αποσκοπούσε στην ανόρθωση των ευρωπαϊκών χωρών μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την απομάκρυνση της κομμουνιστικής επιρροής από αυτές.

Έτσι και σήμερα, αρκετοί είναι εκείνοι που επιθυμούν ένα νέο Σχέδιο Μάρσαλ, όπως και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, Πρόεδρος της Κομισιόν. Σύμφωνα με τους υποστηρικτές του νέου Σχεδίου αυτού, η Ένωση θα πρέπει να οργανώσει την οικονομία της σαν να βρισκόταν σε συνθήκες πολέμου και με αυτό τον τρόπο να αποφύγει μελλοντικές καταστάσεις τέτοιου βεληνεκούς, όπως για παράδειγμα μια άλλη πανδημία ή ακόμη και έναν πόλεμο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση με την πρώιμη μορφή της ως ΕΚΑΧ και ΕΟΚ είχε θέσει ως στόχο της, εκτός των άλλων, την ομαλή λειτουργία των εσωτερικών των θεσμών της, δηλαδή των κρατών-μελών της υπό το πρίσμα μιας ενοποίησης προς αποφυγή μελλοντικών διενέξεων και καταστάσεις κινδύνου. Βασικό επιχείρημα λοιπόν, όσων επιθυμούν την εφαρμογή του συγκεκριμένου σχεδίου είναι, ότι η Ευρώπη τη δεδομένη στιγμή βρίσκεται σε ένα καθεστώς ενός αόρατου πολέμου και ότι από κοινού με την τελματώδη κατάσταση που βρίσκεται γενικότερα, η εγκαθίδρυση ενός τέτοιου σχεδίου είναι απαραίτητη για την εκ νέου ανοικοδόμησή της, μιας και η αντιμετώπιση του COVID-19 αποτελεί μια τέτοια κατάσταση.

Είναι σημαντικό κάποια στιγμή η Ευρωπαϊκή Ένωση να ανακάμψει και να ξεπεράσει τις κρίσεις που τη διέπουν και η αντιμετώπιση του κορωνοϊού αποτελεί μια καλή ευκαιρία για την εκ νέου ανοικοδόμησή της. Αυτό γιατί, ήδη εν μέσω πανδημίας, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, ανάμεσά τους και η Ελλάδα χωρίς τη βοήθεια ενός γενικότερου οικονομικού σχεδίου, έχουν παρουσιάσει θετικά αποτελέσματα με τη λήψη των έκτακτων μέτρων, όπως τη δραστική μείωση των κρουσμάτων, την θεσμική εξυγίανση του Ε.Σ.Υ με εισαγωγή νέων Μ.Ε.Θ και πρόσληψη ιατρικού προσωπικού. Υποστηρικτές της ιδέας εφαρμογής ενός νέου σχεδίου Μάρσαλ θεωρούν, ότι με τη σταδιακή εφαρμογή του σχεδίου αυτού τα θετικά αποτελέσματα θα είναι ακόμη περισσότερα, δίνοντας προτεραιότητα στις πιο πληγείσες χώρες, την Ιταλία και την Ισπανία. Σύμφωνα με τους υποστηρικτές του νέου Σχεδίου, η Γερμανία θα πρέπει να χρηματοδοτήσει όλες τις πληγείσες χώρες και κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά την εξάπλωση του ιού, μιας και με τα δεδομένα στοιχεία, οι λιγότερο οικονομικά ισχυρές χώρες του Νότου αδυνατούν να αναλάβουν από μόνες τους, δίχως βοήθεια, τα έξοδα για τη μέριμνα των νοσούντων.

Ήδη προτείνεται από την Κομισιόν, ο επόμενος ευρωπαϊκός προϋπολογισμός να έχει τη μορφή ενός σχεδίου Μάρσαλ, σύμφωνα με το οποίο θα δοθούν δάνεια ύψους 100 δισ. ευρώ για την τόνωση της απασχόλησης. Εκτός των άλλων, εξετάζεται και η παροχή βοήθειας σε επιχειρήσεις προκειμένου να μην προχωρήσουν αυτές σε απολύσεις εργαζόμενων, με τη μετατροπή των ωραρίων εργασίας. Τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση υπόσχεται, ότι θα προχωρήσει σε κάθε άρση συγχρηματοδότησης για έργα υποδομών και τα επωμίζεται πλήρως εκείνη.

Παρόλα αυτά, η εφαρμογή ενός νέου Σχεδίου Μάρσαλ μπορεί να θεωρηθεί από κάποιους και ως δίκοπο μαχαίρι.  Αυτό γιατί, αφενός με την άμεση εφαρμογή του η ήδη πληγείσα οικονομία των κρατών-μελών θα τονωθεί, θα επιστρέψει και πάλι το αίσθημα της αλληλεγγύης ανάμεσα στα κράτη – μέλη και μέσω των πολιτικών που θα επιφέρει το σχέδιο στο σύνολο του, η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί εκ νέου να ανοικοδομηθεί με γνώμονα τις βάσεις και τις αρχές, όπως αυτές προέκυψαν από τις ιστορικές Συνθήκες της Ρώμης, της Λισαβόνας και του Μάαστριχτ. Αφετέρου, όμως όπως δυστυχώς συμβαίνει μετά την επίσημη πρόταση της Κομισιόν για την εφαρμογή του σχεδίου, υπάρχει ο κίνδυνος για περαιτέρω διχασμό ανάμεσα στα κράτη-μέλη της  Ένωσης, καθώς Ολλανδία και Γερμανία αρνούνται την έκδοση ευρωομολόγων εν όψει κορονοϊού, ενώ παρουσιάζονται σκεπτικές ακόμα και στην πραγματοποίηση του Σχεδίου. Εγκυμονείται, λοιπόν, ο κίνδυνος, να «προσπαθήσουν και πάλι να ξαναζεστάνουν την εθνικιστική τους σούπα κατά της Ευρώπης οι ακροδεξιές δυνάμεις», όπως επισημαίνουν οι πρώην Γερμανοί Υπουργοί Εξωτερικών Φίσερ και Γκάμπριελ. Όπως και να έχει, το νέο αυτό Σχέδιο πρέπει να ψηφιστεί από όλα τα κράτη-μέλη της Ένωσης για να εφαρμοστεί.

Έχει φτάσει πλέον η στιγμή που η Ευρώπη πρέπει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της, αψηφώντας τις διαφορές μεταξύ ορισμένων κρατών – μελών και να πράξει ορθά για το μέλλον της, μάθει από τα λάθη του παρελθόντος και να στοχεύσει και πάλι για ενότητα μέσα από αυτή την τραγική κατάσταση.

Βιβλιογραφία