Γράφει η Χρυσούλα Nάση
Παρά την εκεχειρία του 1949 μεταξύ των αραβικών κρατών και του Ισραήλ στο πλαίσιο του αραβο-ισραηλινού πολέμου του 1948, οι σχέσεις τους συνέχισαν να επιδεινώνονται σημαντικά, με συνεχείς επιδρομές και οικονομικές κυρώσεις κατά του Ισραήλ από τα αραβικά κράτη. Ακόμη και μετά την υπογραφή της ανακωχής, οι επιδρομές μεταξύ αυτών των κρατών δεν έπαψαν να είναι μια σταθερή πραγματικότητα. Το παλαιστινιακό ζήτημα και η μόχλευση του από την Γαλλία και την Μ. Βρετανία για να πετύχουν τις δικές τους επιδιώξεις, αποτέλεσε την βασικότερη πηγή που κλιμάκωσε την κρίση του Σουέζ και οδήγησε ένα βήμα πριν τον πυρηνικό πόλεμο.
Η δολοφονία του βασιλιά της Ιορδανίας, το 1951, εν μέρει λόγω των ειρηνευτικών προτάσεών του με το Ισραήλ, δημιούργησε το έδαφος για μια σειρά πολιτικών αναταραχών. Το πραξικόπημα του στρατηγού Husni al-Za’im στη Συρία και η δολοφονία του Nokrashi Pasha στην Αίγυπτο, συνοδευόμενη από την εξορία του βασιλιά Φαρούκ, υπογράμμισαν τις εσωτερικές προκλήσεις που αντιμετώπιζαν αυτά τα κράτη. Η εμφάνιση του Gamal Abdel-Nasser ως ηγετικό μέλος των «Ελεύθερων Αξιωματικών» που ανέτρεψαν την κυβέρνηση, σηματοδότησε ένα σημείο καμπής στην Αίγυπτο, οδηγώντας σε σημαντικές πολιτικές αλλαγές. Η πολιτική παναραβισμού που ασκήθηκε από το αιγυπτιακό κράτος εκείνη την περίοδο επηρέασε σε μεγάλο βαθμό το διεθνές περιβάλλον.
Μέσα σε αυτές τις αλλαγές, τα αραβικά κράτη, παρά την υπογραφή της ανακωχής του 1949, συνέχισαν να απορρίπτουν την ύπαρξη του Ισραήλ εντός της αραβικής και διεθνούς κοινότητας. Οι οικονομικές κυρώσεις που στόχευαν να ακρωτηριάσουν το θαλάσσιο εμπόριο του Ισραήλ συστηματοποιήθηκαν, συνοδευόμενες από επιδρομές στα σύνορα και δολοφονικές επιθέσεις από τους Fedayeen. Οι Fedayeen ή fidaiyyun ήταν στρατιωτικές μονάδες που έστελναν οι αραβικές κυβερνήσεις σε τρομοκρατικές αποστολές γύρω από τα ισραηλινά σύνορα. Οι επιθέσεις των Fedayeen άρχισαν να εντείνονται μετά την ισραηλινή εισβολή στη Γάζα, το 1955. Μέχρι το 1954, έγινε φανερό ότι αυτές οι επιθέσεις δεν ήταν μεμονωμένα περιστατικά, αλλά ενορχηστρώθηκαν υπό τη γνώση των αραβικών κυβερνήσεων.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ξεκίνησαν να γίνονται συζητήσεις για την ένωση των αραβικών κρατών μέσω μιας συμφωνίας για αμοιβαία βοήθεια και συνεργασία. Η βρετανική κυβέρνηση είχε στόχο να πείσει την Ιορδανία να ενταχθεί στο Σύμφωνο της Βαγδάτης. Υπενθυμίζεται ότι, το Σύμφωνο της Βαγδάτης υπογράφηκε το 1955 και αποτελούσε μία αμυντική συνθήκη παρόμοια με το ΝΑΤΟ, με σκοπό την προστασία των κρατών της Μέσης Ανατολής από την σοβιετική επιρροή. Αν και οι ΗΠΑ ήταν ηγετικό μέλος της συνθήκης, παρέμεινε εκτός της συμφωνίας, διατηρώντας διμερείς σχέσεις και οικονομικές συνθήκες με τα κράτη που εισχώρησαν στο σύμφωνο. Ωστόσο, μετά το θάνατο του βασιλιά, η νέα κυβέρνηση της Ιορδανίας στράφηκε εχθρικά προς τη Δύση και ευθυγραμμίστηκε περισσότερο με τα ιδανικά του Nasser. Αυτή η μετατόπιση εκφράστηκε με αναταραχές τον Δεκέμβριο του 1955, που οδήγησε στην απόλυση Βρετανών αξιωματούχων από την Αραβική Λεγεώνα και στη συνέχιση των ένοπλων επιδρομών των fedayeen κατά του Ισραήλ.
Το Ισραήλ, αρχικά, καλωσόρισε την άνοδο του νασερικού καθεστώτος, ελπίζοντας για ανανεωμένες διαπραγματεύσεις με την Αίγυπτο. Οι πρώτες επαφές έμοιαζαν υποσχόμενες, αλλά γρήγορα έγινε φανερό στο Ισραήλ ότι ο Nasser ακολουθούσε άλλη πολιτική, φιλοδοξώντας να ηγηθεί του αραβικού κόσμου. Μετά την επανάσταση, ο Nasser κέρδισε την υποστήριξη από πολλά αραβικά κράτη που μοιράζονταν τον στόχο της ένωσης όλων των αραβικών χωρών ως δημοκρατικής δύναμης στη Μέση Ανατολή. Παρά το γεγονός αυτό, ορισμένα αραβικά κράτη είχαν ήδη προσχωρήσει στο Σύμφωνο της Βαγδάτης, μια φιλοδυτική συμμαχία που καταδικάστηκε ανοιχτά από την Αίγυπτο. Ο Nasser προειδοποίησε τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Μ. Βρετανία ότι δεν θα παραμείνει αδρανής καθώς περισσότερα αραβικά κράτη προσχώρησαν στο σύμφωνο.
Η ισραηλινή εισβολή του 1955 στη Γάζα διεύρυνε το χάσμα μεταξύ της Αιγύπτου και της Δύσης, καθώς οι ΗΠΑ που είχαν τον ρόλο του προστάτη του Ισραήλ, αρνήθηκαν να προμηθεύσουν όπλα στην Αίγυπτο. Το Ηνωμένο Βασίλειο και το Ισραήλ απέρριψαν επίσης τα αιτήματα της Αιγύπτου. Ωστόσο, η Γαλλία παρενέβη για να παράσχει όπλα, πιέζοντας την Αίγυπτο να βρει εξοπλισμό για την υπεράσπιση των αραβικών συμφερόντων. Αυτή η κατάσταση ώθησε τις σκέψεις του Nasser για την απόκτηση σχέσεων με τη Σοβιετική Ένωση. Η Αίγυπτος μέσω του Κινήματος των Αδεσμεύτων το 1955, ήρθε σε επαφή με τα κομμουνιστικά κράτη. Αντιμετωπίζοντας την απόρριψη της Δύσης, η Αίγυπτος απομακρύνθηκε από την Ευρώπη και απέκτησε σύγχρονα όπλα από την Τσεχοσλοβακία, συμπεριλαμβανομένων τεθωρακισμένων οχημάτων, αεροσκαφών, και υποβρυχίων, ενισχύοντας την κομμουνιστική επιρροή στη Μέση Ανατολή.
Σε διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αίγυπτος επεδίωξε την αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων από τη Διώρυγα του Σουέζ και ένα δάνειο για το Φράγμα του Ασουάν. Αρχικά εγκρίθηκε, αλλά οι ΗΠΑ απέσυραν τη χρηματοδότηση, το 1956, προσπαθώντας να πιέσουν τον Nasser να έχει σχέσεις με την ΕΣΣΔ και να συνεργάζεται μόνο με την Δύση. Σε απάντηση αυτού, την 26η Ιουλίου 1956, η Αίγυπτος εθνικοποίησε την Εταιρεία της Διώρυγας του Σουέζ, χρησιμοποιώντας τα κέρδη ως χρηματοδότηση για το Φράγμα του Ασουάν. Η Αίγυπτος αποχώρησε από την αγγλο-αιγυπτιακή συνθήκη, διακόπτοντας τους δεσμούς με τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τη Γαλλία μέχρι τα τέλη του 1956. Αναστατωμένη από αυτές τις εξελίξεις, η Γαλλία και η Βρετανία επινόησαν ένα σχέδιο για να ανακαταλάβουν τη Διώρυγα του Σουέζ και να ανατρέψουν την κυβέρνηση του Nasser.
Την ίδια χρονιά ο ισραηλινός πρωθυπουργός, David Ben-Gurion, διέταξε αρχικά ένα προληπτικό πλήγμα κατά της Αιγύπτου και προσκλήθηκε να συμμετάσχει στην αγγλο-γαλλική επιχείρηση. Το Ισραήλ είχε στόχο να δημιουργήσει μια τεχνητή κρίση με την Ιορδανία, πλαισιώνοντας τη σύγκρουση ως τοπική διαμάχη. Εν τω μεταξύ, η Διοίκηση Επιχειρήσεων του Στρατού της Αιγύπτου αναγνώρισε την πιθανή απάντηση της Δύσης στην εθνικοποίηση του Σουέζ, αλλά εστίασε στη διαμάχη των συνόρων Ισραήλ-Ιορδανίας.
Η ισραηλινή επίθεση στο Σινά, την 29η Οκτωβρίου 1956, έπιασε τα αιγυπτιακά στρατεύματα απροετοίμαστα. Τα θύματα αρχικά πίστευαν ότι η επίθεση είχε στόχο την Ιορδανία. Ανησυχώντας για μια αντεπίθεση, ο πρέσβης των ΗΠΑ εξέφρασε τις ανησυχίες του Eisenhower στον Nasser. Παρά τις διαβεβαιώσεις της αιγυπτιακής κυβέρνησης ότι δεν θα υπάρξει πόλεμος, ένα τελεσίγραφο της βρετανικής και της γαλλικής κυβέρνησης στις 30 Οκτωβρίου απαιτούσε την εκκένωση της διώρυγας του Σουέζ, άλλαξε την γνώμη της Αιγύπτου. Ο Nasser, πεπεισμένος πλέον για τη συμμαχία του Ισραήλ με τις δυτικές δυνάμεις, απέρριψε το τελεσίγραφο.
Την 31η Οκτωβρίου, βρετανικά και γαλλικά αεροσκάφη βομβάρδισαν αεροπορικές βάσεις της ζώνης του καναλιού για να καταστρέψουν αιγυπτιακά αεροσκάφη. Ο Nasser ενίσχυσε την άμυνα του καναλιού και διέταξε τα στρατεύματα να εγκαταλείψουν το Σινά όπου μάχονταν το Ισραήλ. Εν συνεχεία, την 6η Νοεμβρίου, βρετανικά και γαλλικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στο Πορτ Σάιντ και στο Πορτ Φουάντ. Ενώ τα βρετανικά στρατεύματα αντιμετώπισαν αντίσταση στο Πορτ Σάιντ, περιόρισαν την απειλή. Ο στρατηγός Stockwell, υπεύθυνος της επιχείρησης, κατευθύνθηκε νότια, σχεδιάζοντας αποβάσεις στην Ισμαηλία και στο Abu Suvair. Τα βρετανικά στρατεύματα αποσύρθηκαν πριν από την επιχείρηση λόγω διεθνών πιέσεων, που οδήγησαν σε κατάπαυση του πυρός.
Κατά τη διάρκεια της τριπλής επίθεσης κατά της Αιγύπτου, η αμερικανική κυβέρνηση παρουσίασε ορισμένα ψηφίσματα στον ΟΗΕ, ζητώντας την αποχώρηση των στρατευμάτων των επιτιθέμενων και την κατάπαυση του πυρός. Αυτή η απάντηση επηρεάστηκε από την πολιτική πίεση από τη Σοβιετική Ένωση, η οποία απειλούσε με πυρηνική επίθεση εάν η κατάσταση δεν αποκλιμακωθεί. Η καθυστερημένη απάντηση της ΕΣΣΔ οφειλόταν στη δέσμευσή της στην καταστολή της ουγγρικής αντεπανάστασης. Από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ εξαιτίας των συνεχιζόμενων προεδρικών εκλογών οδήγησαν τον Eisenhower να αποφεύγει τις διεθνείς αποφάσεις να εξασφαλίσει την επανεκλογή του.
Η Βρετανία αντιμετώπισε πολιτική πίεση από τις ΗΠΑ που απειλούσαν να αποσύρουν τα βρετανικά στρατεύματα με οικονομικό εξαναγκασμό. Αυτό ανάγκασε τον Eden να κηρύξει εκεχειρία στις 6 Νοεμβρίου. Η Γαλλία και το Ισραήλ αγνοούσαν την απόφαση εκεχειρίας της Βρετανίας. Παρά τη διαφωνία τους, η Γαλλία ακολούθησε το Ηνωμένο Βασίλειο. Τα Ηνωμένα Έθνη παρενέβησαν, προτείνοντας τη συγκρότηση της Δύναμης Έκτακτης Ανάγκης (UNEF) για την επίλυση της κρίσης. Η πίεση του ΟΗΕ ανάγκασε το Ισραήλ να αποσυρθεί από το Σαρμ ελ-Σέιχ και τη λωρίδα της Γάζας. Το Ισραήλ αποχώρησε τον Μάρτιο του 1957. Δύο μέρες αργότερα, ο Nasser έγινε Στρατιωτικός Διοικητής της Γάζας, ιδρύοντας το αρχηγείο του χωρίς την άδεια της UNEF. Ακολούθως, ο Νasser πίεσε τον στρατό του ΟΗΕ να αποσυρθεί από τη Γάζα και τελικά, η UNEF περιπολούσε τα σύνορα της Λωρίδας της Γάζας. Το Ισραήλ ανέκτησε την ελευθερία μετακίνησης μέσω των Στενών του Τιράν.
Όσο για τα θύματα της σύγκρουσης, δεν αντιμετώπισαν όλα τα εμπλεκόμενα κράτη ίσες συνέπειες. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία επλήγησαν ελάχιστα, παρόμοια με το Ισραήλ, όπου η γειτνίαση με περιοχές συγκρούσεων είχε ως αποτέλεσμα λίγα θύματα ή καταστροφές. Η Αίγυπτος και η Γάζα, ωστόσο, υπέστησαν πολλαπλά χτυπήματα με περίπου 1.000 πολίτες και 1.650 στρατιώτες θύματα στο Πορτ Φουάντ, στο Πορτ Σαίντ και στο Σινά.
Η κρίση του Σουέζ θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί εάν οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ είχαν παρέμβει άμεσα. Οι αρχικά αισιόδοξες επαφές μεταξύ του Ισραήλ και του νέου αιγυπτιακού καθεστώτος επιδεινώθηκαν δραματικά, καθώς ο Nasser εμφανίστηκε ως απειλή. Η αιγυπτιακή επανάσταση είχε ως αποτέλεσμα ένα εθνικιστικό-αραβικό και ριζοσπαστικό καθεστώς ευθυγραμμισμένο με την κομμουνιστική σφαίρα επιρροής, προκαλώντας ανησυχία στη Δύση, ιδιαίτερα για τους Βρετανούς και τους Γάλλους που διατηρούσαν τα αποικιακά τους συμφέροντα στα αραβικά εδάφη. Ταυτόχρονα, η παρέμβαση της ΕΣΣΔ θέτοντας το ενδεχόμενο πυρηνικού πολέμου αν συνεχιζόταν η κλιμάκωση της κρίσης από τις δυτικές δυνάμεις δημιούργησε λεπτά όρια στη διαχείριση της κρίσης από τις ΗΠΑ, μη δίνοντας πολλές επιλογές στην αμερικανική κυβέρνηση πέρα από την άσκηση πολιτικής κατευνασμού και την άρνηση υποστήριξης των Γάλλων και Βρετανών.
Ο πόλεμος του Σινά τελείωσε με τη διώρυγα του Σουέζ να παραμένει υπό τον έλεγχο του Nasser, προκαλώντας πλήγμα στη βρετανική ηγεσία και αμαυρώνοντας την εικόνα της στον αραβικό κόσμο. Παρά το γεγονός ότι η επίθεση ήταν απρόβλεπτη, η Αίγυπτος επέδειξε στρατιωτική δύναμη και ιεραρχία, που την οδήγησε σε μεγάλη διπλωματική νίκη. Η κρίση του Σουέζ δημιούργησε την ανάγκη στις ΗΠΑ να αναθεωρήσουν την πολιτική που ασκούσαν στην Μέση Ανατολή, καθώς τα αραβικά κράτη παρουσιάστηκαν ανεξάρτητα και ισχυρά.
Πολλές βιβλιογραφικές αναφορές κάνουν μνεία για την οπισθοχώρηση της Μ. Βρετανίας και της Γαλλίας ως διπλωματική ήττα στην περιοχή. Πράγματι, ένα από τα πιο σημαντικά γεωπολιτικά αποτελέσματα της κρίσης του Σουέζ ήταν η μετατόπιση ισχύος και επίδρασης στην Μέση Ανατολή, η οποία πέρασε από την Μ. Βρετανία στις ΗΠΑ. Αν η Μ. Βρετανία και η Γαλλία επένδυαν περισσότερο στις διαπραγματεύσεις με την Αίγυπτο και δεν αποφάσιζαν να διευθετήσουν την κρίση με την κρυφή συμμαχία με το Ισραήλ και την χρήση βίας, θα διατηρούσαν τον έλεγχο τους στις αποικίες τους.
Ο αντίκτυπος του πολέμου στον αραβικό κόσμο ήταν βαθύς, με πολλά θύματα και επίμονη εχθρότητα μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου. Η Αίγυπτος συνέχισε τις επιθέσεις μέσω της Λωρίδας της Γάζας, οδηγώντας σε ισραηλινά αντίποινα, επιδεινώνοντας τις εντάσεις στην περιοχή. Ο πληθυσμός της Λωρίδας της Γάζας εξακολουθούσε να υποφέρει από τις επιθέσεις και αυτή η σύγκρουση δημιούργησε το σκηνικό για περαιτέρω εχθροπραξίες με αποκορύφωμα τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, το 1967.
Βιβλιογραφία
Al-Daffa, A. A. (n.d.). An Introduction to the Arab-Israeli Conflict. I.P.A, Dhahran
Bergmann, W.E. (1968). The 1956 Suez Crisis: A Study in Allied Conflict. Creighton University
Fraser, T. G. (1989). The USA and the Middle East since World War 2. Palgrave Macmillan
Gat, M. (2018). The Arab-Israeli Conflict, 1956-1975: From Violent Conflict to a Peace Process. Routledge
Herzog, C. (1982). The Arab-Israeli War: War and Peace in the Middle East from the War of Independence through Lebanon. Random House
McDermott, R. (2001). Risk-taking in international politics. Risk-Taking in International Politics. Διαθέσιμο σε: https://press.umich.edu/Books/R/Risk-Taking-in-International-Politics
Pearson, J. (2003). Sir Anthony Eden and the Suez Crisis: Reluctant Gamble. Palgrave Macmillan
Shemesh, M. (1990). The Suez-Sinai Crisis 1956: Retrospective and Reappraisal. Frank Cass
Smith, S. C. (2008). Reassessing Suez 1956: New Perspectives on the Crisis and its Aftermath. Ashgate Publishing Limited
Steed, D. (2016). British Strategy and Intelligence in the Suez Crisis. Palgrave Macmillan
Varble, D. (2003). The Suez Crisis 1956. Osprey Publishing
Yesilbursa, B.K., The Baghdad Pact. Anglo-American defense policies in the Middle East, 1950-1959. Frank Cass
2001-2009 Archive for the U.S. Department of State. Διαθέσιμο σε: https://2001-2009.state.gov/r/pa/ho/time/lw/98683.htm
BBC News. (n.d.). “Suez Crisis: Key Concepts.” Διαθέσιμο σε: http://news.bbc.co.uk/2/hi/middle_east/5195068.stm
Πηγή εικόνας:
Hussein M. (2022). Remembering the Suez Crisis and the tripartite invasion of Egypt. Middle East Monitor. Διαθέσιμο σε:https://www.middleeastmonitor.com/20221029-remembering-the-suez-crisis-and-the-tripartite-invasion-of-egypt/