Loading...
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Οι αρχές του Κεμαλισμού και οι προκλήσεις στη σύγχρονη Τουρκική Δημοκρατία

Γράφει η Σωτηρία Κόλλια

Ο κεμαλισμός ως ιδεολογία έχει τις ρίζες του στον εμπνευστή του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ (1881-1938), ο οποίος με την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας στις 29 Οκτωβρίου 1923 γίνεται ο αιώνιος ηγέτης της χώρας και ο μοναδικός ως τον θάνατό του, το 1938. Στο συνέδριο του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος το 1931 ορίστηκαν οι έξι βασικές αρχές του κόμματος, που μετέπειτα στο Σύνταγμα του 1937 έμελλε να θεσπιστούν ως οι “αρχές του κράτους”, με τα “έξι βέλη του κεμαλισμού” να γίνονται σύμβολο του κόμματος, όπως βλέπουμε στην εικόνα. Αυτές τις αρχές θα μελετήσουμε εκτενώς στο κείμενο, αλλά και δύο παραδείγματα που δείχνουν πως επηρεάζουν τις αρχές και καθιστούν δυσκολότερη την εφαρμογή τους.

Οι 6 αρχές του κεμαλισμού είναι οι εξής:

  1. Η αρχή του εθνικισμού:

Ο εθνικισμός στόχευε στη δημιουργία ενός ενιαίου εθνικού τουρκικού κράτους, στα τότε εδαφικά σύνορα. Όσοι πολίτες βρίσκονταν στην επικράτεια έπρεπε να είναι Τούρκοι ή να νιώθουν σαν Τούρκοι. Για να πετύχει η κυβέρνηση του Κεμάλ την εθνικιστική αυτή ιδεολογία χρησιμοποίησε διάφορα μέσα. Ειδικότερα, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην κοινή γλώσσα και κυρίως στις κοινές πολιτιστικές ρίζες, ενώ την ίδια στιγμή έγινε προσπάθεια γλωσσικής μεταρρύθμισης ώστε να εξαλειφθούν από την οθωμανική γλώσσα όλα τα ξένα στοιχεία. Βέβαια, ο κεμαλικός εθνικισμός ήταν περισσότερο εδαφικός και πολιτισμικός, παρά φυλετικός ή θρησκευτικός. Ο κεμαλικός εθνικισμός ήταν και είναι η βασική αρχή, καθώς έγινε προσπάθεια για τη δημιουργία μιας νέας εθνικής ταυτότητας, με στόχο την ενότητα και την εξάλειψη οποιουδήποτε ξένου στοιχείου.

  • Η αρχή της εκκοσμίκευσης:

Το κεμαλικό κράτος δεν αναγνωρίζει επίσημη θρησκεία στην Τουρκία και προσπαθεί να περιορίσει την επιρροή που ασκούσε το Ισλάμ στη ζωή των πολιτών. Ο Κεμάλ θέλησε να μετατρέψει την Τουρκία σε μια σύγχρονη κοινωνία βασισμένη σε δυτικά πρότυπα, απαλλαγμένη από θεοκρατικές και ισλαμικές αντιλήψεις. Χαρακτηριστικά, το 1934 έδωσε δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, ενώ η καθιέρωση του κοσμικού κράτους ολοκληρώθηκε το 1928, όταν στην τροποποίηση του Συντάγματος αφαιρέθηκε το άρθρο 2 που όριζε ότι θρησκεία του τουρκικού κράτους είναι η ισλαμική.

  • Η αρχή του ρεπουμπλικανισμού:

 Στις 29 Οκτωβρίου 1923, ιδρύθηκε η Τουρκική Δημοκρατία όπου ως πολίτευμα ανακηρύχθηκε η αβασίλευτη, αντιπροσωπευτική, κοινοβουλευτική δημοκρατία, όπου εφαρμόστηκε διάκριση των εξουσιών και ενισχύθηκε η εκτελεστική εξουσία. Ο Πρόεδρος της Τουρκίας είναι ταυτόχρονα και αρχηγός του κράτους, ο οποίος εκλέγεται από τη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση και διορίζει τον πρωθυπουργό. Όμως, στην πορεία, το κεμαλικό κράτος παρέμεινε μονοκομματικό ως το 1950. Το κεμαλικό καθεστώς παρά τη συγκεκριμένη αρχή ήταν περισσότερο δικτατορικό αυτά τα χρόνια απ’ ότι φιλελεύθερη δημοκρατία.

  • Η αρχή του λαϊκισμού:

O λαϊκισμός στον κεμαλισμό ορίζει τον λαό ως πηγή εξουσίας και κυριαρχίας. Ο Κεμάλ ήταν κατά των διακρίσεων των κοινωνικών τάξεων. Η αρχή έθετε τα συμφέροντα όλου του έθνους πάνω από εκείνα μερικών ομάδων ή τάξεων, απαγορεύοντας μάλιστα οποιαδήποτε πολιτική δράση που θα υπερασπιζόταν ταξικά συμφέροντα. Ενισχύθηκε το αίσθημα της εθνικής ενότητας και αλληλεγγύης, και χάρη σε αυτή την αρχή νομιμοποιήθηκε και το μονοκομματικό καθεστώς του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, καθώς το κόμμα θεωρήθηκε εκπρόσωπος όλου του λαού.

  • Η αρχή του κρατισμού:

Η αρχή αυτή αναφέρεται στην παρέμβαση του κράτους σε όλους τους τομείς και κυρίως στην οικονομική ζωή, με κύριο στόχο την ανάπτυξη της βιομηχανίας. Ο χαρακτήρας του κράτους ήταν αυταρχικός και λειτουργούσε σαν «κράτος-πατέρας». Ο κρατισμός δεν ενδιαφερόταν για την ατομική ιδιοκτησία, αλλά στόχευε στην αύξηση των επενδύσεων και στη δημιουργία μιας αστικής τάξης.

  • Η αρχή της επαναστατικότητας:

Η επαναστατικότητα σημαίνει την πίστη στις κεμαλικές ιδέες και μεταρρυθμίσεις, την προστασία τους αλλά και τον διαρκές αγώνα προς την πρόοδο και τον εκσυγχρονισμό. Οι υποστηρικτές του Κεμάλ πίστευαν σε μια ριζική αλλαγή της τουρκικής κοινωνίας σε κοινωνικό-πολιτικό επίπεδο. Η επαναστατικότητα θεωρήθηκε από κάποιους και ως συνώνυμο εκδυτικισμού, μακριά από παραδόσεις και θρησκευτικές καταβολές.

Συνολικά, η ιδεολογία του κεμαλισμού προσπάθησε να μεταβάλλει την τουρκική κοινωνία, να δημιουργήσει ένα νέο έθνος με κοινά χαρακτηριστικά και με κοινή ταυτότητα αυτή του Τούρκου απαλλαγμένου από θρησκευτικά στοιχεία. Ο κεμαλισμός μετατράπηκε σε κυρίαρχη ιδεολογία του τουρκικού κράτους, με την ανάδειξη της αρχής του εθνικισμού και της κοσμικότητας ως τις πιο σημαντικές. Παρόλο που η υλοποίηση του κεμαλισμού δεν υπήρξε καθόλου εύκολη υπόθεση και χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να εδραιωθεί, για πολλούς εξακολουθεί να είναι ένα ριζοσπαστικό μοντέλο για την κοινωνική αλλαγή και τον εκδυτικισμό.

Στη σημερινή εποχή, όμως, η επιβίωση της ιδεολογίας του κεμαλισμού είναι ιδιαίτερα δύσκολη καθώς αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις. Συγκεκριμένα, από τη μια πλευρά έχουμε το κουρδικό ζήτημα το οποίο με την ίδρυση του Εργατικού Κουρδικού Κόμματος (ΡΚΚ) έχει εξελιχθεί σε ένα ακανθώδες ζήτημα, και από την άλλη πλευρά έχουμε το όλο και αυξανόμενο πολιτικό Ισλάμ, από τη δεκαετία του 1990 και ύστερα. Τα δύο αυτά σημαντικά ζητήματα, σε συνδυασμό με άλλα ήσσονος σημασίας, κλονίζουν την κεμαλική ιδεολογία και καταδεικνύουν την αδυναμία της στο σύγχρονο τουρκικό κράτος.

Ειδικότερα, οι Κούρδοι είναι η μεγαλύτερη μειονότητα στο εσωτερικό της σύγχρονης Τουρκίας καθώς αποτελούν το 20% του τουρκικού πληθυσμού, έχοντας υποστεί πολλές διώξεις και απαγορεύσεις. Το Κουρδικό ζήτημα απασχολεί την Τουρκική Δημοκρατία από τις αρχές της ίδρυσής της, αλλά τον εθνικιστικό του χαρακτήρα τον αποκτά μετά τη δεκαετία του 1980 όπου γίνεται πιο γνωστό το ζήτημα και ιδρύεται και το ΡΚΚ (Εργατικό Κόμμα Κούρδων). Η καταπίεση που ασκούσαν οι Τούρκοι στους Κούρδους και η εμμονή στη θέση ότι δεν αποτελούσε εθνικιστικό ζήτημα αλλά ζήτημα τρομοκρατίας, ενίσχυσαν τον κουρδικό εθνικισμό κλονίζοντας όμως τον κεμαλικό εθνικισμό. Πιο συγκεκριμένα, η αρχή εθνικισμού του Κεμάλ πρεσβεύει ένα ενιαίο εθνικό κράτος, με κοινή ταυτότητα, εθνική αλληλεγγύη, πίστη στις ιδέες του κράτους και τήρηση της εδαφικής ακεραιότητας, άρα οτιδήποτε ξένο θεωρείται διαφορετικό και απειλή του κράτους. Οι προσπάθειες δημιουργίας ενός ομοιογενούς πληθυσμού κατέληξαν στο κενό, αφού υπήρχαν διαφορετικά φυλετικά και πολιτιστικά στοιχεία μέσα στην κοινωνία, τα οποία όμως απομονώθηκαν. Η άρνηση ύπαρξης ξεχωριστής κουρδικής ταυτότητας οδήγησε τους Κούρδους στο περιθώριο, αποκλείοντάς τους από την πολιτική και κοινωνική ζωή, απαγορεύοντας παράλληλα κάθε δημιουργία κουρδικού κόμματος. Η οποιαδήποτε μορφή αντιπολίτευσης θεωρήθηκε ως εσωτερική απειλή κατά του κράτους, γι’ αυτό ενισχύθηκαν οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας στις κουρδικές περιοχές. Βέβαια, η αναποτελεσματικότητα ελέγχου του στρατού για το Κουρδικό Ζήτημα και η αδυναμία του τουρκικού κράτους να αφομοιώσει τους Κούρδους, καταδεικνύει για άλλη μια φορά το πρόβλημα της αρχής του εθνικισμού.

Από την άλλη πλευρά, έχουμε το πολιτικό Ισλάμ που άρχισε να ανθίζει σιγά σιγά στην Τουρκία τη δεκαετία του 1980 και ισχυροποίησε τη θέση του στις εκλογές του 2002, όπου πρώτο κόμμα αναδείχθηκε το «Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ)», με Πρόεδρο τον Ρετζέτ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος λίγο αργότερα ανέλαβε χρέη πρωθυπουργού. Η άνοδος του πολιτικού Ισλάμ παραμερίζει την αρχή της εκκοσμίκευσης, η οποία κάνει λόγο για ένα σύγχρονο κράτος απαλλαγμένο από θρησκευτικές αντιλήψεις και θεοκρατικό χαρακτήρα. Με το πολιτικό Ισλάμ αυτό είναι αδύνατο, αφού το ΑΚΡ επαναφέρει περιορισμό στις θρησκευτικές ελευθερίες. Βέβαια, μια φιλελευθεροποίηση της πολιτικής ζωής μπορεί να περιορίσει την αυξανόμενη δύναμη του Ισλάμ.

Καταλήγοντας, οι αρχές του κεμαλισμού εξακολουθούν να είναι συνεχώς στο επίκεντρο και να θυμίζουν στη σύγχρονη Τουρκία την ταυτότητά της και τις προσπάθειες που έγιναν για να μεταλλαχθεί η τουρκική κοινωνία. Σήμερα, όμως, χρειάζονται μια επαναδιατύπωση διότι τα τελευταία χρόνια είναι παρωχημένες και σε λίγο θα φαντάζουν παρελθόν, αφού και το τωρινό κυβερνών κόμμα τείνει να πράττει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η Τουρκία χρειάζεται να επαναδιατυπώσει τις αξίες της και να αποφασίσει αν θέλει να ανήκει σε μια σύγχρονη μη θεοκρατική κοινωνία ή να επιστρέψει στο Ισλάμ και στον εθνικό της χαρακτήρα, αδιαφορώντας για κάθε ύπαρξη μειονότητας.

Πηγές:

  • Zürcher J. Erik, Σύγχρονη Ιστορία της Τουρκίας, Αθήνα, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2004.

Πηγή εικόνας: Turkish Minute, Uncertainty over CHP’s presidential candidate persists, Απρίλιος 20, 2018. Διαθέσιμο σε: https://www.turkishminute.com/2018/04/20/uncertainty-over-chps-presidential-candidate-persists/