Γράφει η Αγγελική-Εφραιμία Μαρκοπούλου
Μετά τα αποτελέσματα της «26ης Διάσκεψης του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή» και την δέσμευση των κρατών για την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030, γίνεται φανερή η επιτακτική ανάγκη για την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας. Σε αυτή την πορεία για την κλιματική ουδετερότητα, ο ρόλος των γυναικών είναι καίριος. Ο οικοφεμινισμός αποτελεί το κίνημα που προωθεί την οικολογική σκέψη και την κοινωνική οργάνωση, συμπεριλαμβάνοντας τις γυναίκες στις συζητήσεις για την πολιτική του κλίματος. Προτάσσει, πως οι φωνές των γυναικών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων των θεσμικών οργάνων είναι εξίσου σημαντικές με αυτές των ανδρών και οπωσδήποτε δεν πρέπει να παραγκωνίζονται. Το κίνημα διερευνά τη σχέση των κοινωνικών ανισοτήτων μεταξύ των φύλων και της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, ενώ παράλληλα υπόσχεται αλληλεγγύη μεταξύ των γυναικών και άλλων περιθωριοποιημένων ομάδων της κοινωνίας.
Ο «οικοφεμινισμός», ή αλλιώς και «οικολογικός φεμινισμός», αποτελεί κλάδο του φεμινισμού και εξετάζει τη σύνδεση μεταξύ της γυναίκας και της φύσης. Εμπνεύστρια του κινήματος αποτέλεσε το 1974 η Γαλλίδα συγγραφέας Françoise d’ Eaubonne κι ο όρος διαδόθηκε μέσω της ευρείας χρήσης του σε διαμαρτυρίες κατά της υποβάθμισης του περιβάλλοντος, κατά τη δεκαετία του 1980. Η Françoise πίστευε, πως η περιθωριοποίηση και η καταπίεση των θεωρούμενων κατώτερων κοινωνικών ομάδων, δηλαδή των γυναικών, των έγχρωμων ανθρώπων και των φτωχών, συνδέονταν με την υποβάθμιση του φυσικού κόσμου από την πατριαρχική κοινωνία. Η θεωρία εστιάζει στην ομοιότητα που εμφανίζουν η κυριαρχία του ανθρώπου στη φύση (και κατά συνέπεια η καταστροφή της από αυτόν) με την καταπίεση των γυναικών από την πατριαρχία, τον καπιταλισμό και την «λευκή υπεροχή». Ένα από τα πρώτα κινήματα που ακολούθησε τις παραδοχές του οικοφεμινισμού υπήρξε το 1970 στην Ινδία το κίνημα Chipko, ένα ειρηνικό, κοινωνικό και οικολογικό κίνημα από χωρικούς και ιδίως γυναίκες της υπαίθρου. Το κίνημα αποσκοπούσε στην προστασία των δέντρων και των δασών που προορίζονταν για υλοτομία με προτροπή της κυβέρνησης.
Η οικοφεμινιστική θεωρία διατηρεί τις βασικές αρχές της ισότητας των φύλων κι έρχεται να προσθέσει μια νέα διάσταση, συμπεριλαμβάνοντας τη δέσμευση για την προστασία τόσο του περιβάλλοντος όσο και των γυναικών. Τα κοινά χαρακτηριστικά των γυναικών με τη φύση εντοπίζονται στην κοινή τους ιστορική διαδρομή στο πλαίσιο της πατριαρχικής καταπίεσης, όπου δέχονται την ίδια αντιμετώπιση. Η θεωρία υποστηρίζει, πως οι γυναίκες και η φύση, συνήθως, χαρακτηρίζονται με όρους που έχουν αρνητική και υποτιμητική σημασία, έχοντας το στοιχείο του παράλογου και επομένως κάτι που πρέπει να βρίσκεται υπό έλεγχο. Αντίθετα, το αντρικό φύλο τείνει να χαρακτηρίζεται με πιο θετικούς όρους. Αυτή η ιεραρχική προσέγγιση στοχεύει στην υποβάθμιση των γυναικών και της φύσης, ενώ η χρήση διάφορων όρων θηλυκού γένους που αναφέρονται στη φύση, από τη δυτική κοινωνία, όπως «μητέρα γη», φέρει ένα στοιχείο επιθυμίας υποβάθμισης του όρου και κατηγοριοποίησής του ως κάτι που χρήζει εκμετάλλευσης. Συνεπώς, οποιαδήποτε ασέβεια απέναντι στη φύση επιτρέπει την ίδια συμπεριφορά και προς το γυναικείο φύλο.
Το κίνημα εισάγει μια νέα οπτική για το γυναικείο φύλο, εφιστώντας την προσοχή στο γεγονός, ότι οι γυναίκες επηρεάζονται δυσανάλογα από τα περιβαλλοντικά ζητήματα βάσει γεωγραφικών και άλλων παραγόντων. Σύμφωνα με την έκθεση των Ηνωμένων Εθνών, με τίτλο “Women, Gender, Equality and Climate Change” καταδεικνύεται, ότι οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να επηρεαστούν από την κλιματική αλλαγή, καθώς παγκοσμίως διαθέτουν λιγότερο χρηματικό πλούτο και βασίζονται περισσότερο στο φυσικό περιβάλλον. Ορισμένες φορές αναγκάζονται να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις λόγω της εκτεταμένης ξηρασίας σε ορισμένες γεωγραφικές περιοχές, για να βρουν τους αναγκαίους πόρους, όπως το νερό. Αυτό το φαινόμενο εμφανίζεται κυρίως σε γυναίκες που διαμένουν στις χώρες της Αφρικής, στις οποίες δεν υπάρχει εύκολη πρόσβαση σε φυσικούς πόρους και βασικά αγαθά.
Η πορεία προς την άνθηση και τη διάδοση του οικοφεμινισμού περιλαμβάνει τρία στάδια, δημιουργώντας τρεις συνιστώσες στην εξέλιξή του. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, προέκυψε ο πρώτος διαχωρισμός του κινήματος σε δύο σχολές: τον ριζοσπαστικό οικοφεμινισμό και τον πολιτιστικό οικοφεμινισμό. Ο ριζοσπαστικός οικοφεμινισμός ισχυριζόταν, πως η κυρίαρχη πατριαρχική κοινωνία εξίσωνε τη φύση και τις γυναίκες, υποβαθμίζοντάς τες αμφότερες, και για αυτόν τον λόγο η πατριαρχική κυριαρχία πρέπει να μελετηθεί, στοχεύοντας στον τερματισμό των συσχετισμών μεταξύ των γυναικών και της φύσης. Οι πολιτιστικές οικοφεμινίστριες, από τη μεριά τους, ενθάρρυναν τη σύνδεση μεταξύ των γυναικών και του περιβάλλοντος. Υποστήριζαν, ότι οι γυναίκες διέθεταν μια πιο στενή σχέση με τη φύση λόγω της βιολογίας τους και των ρόλων τους στην κοινωνία. Ο πολιτιστικός οικοφεμινισμός είχε τις ρίζες του σε παγανιστικές θρησκείες και, εισάγοντας στη θεωρία του το στοιχείο της θρησκείας, πίστευε, ότι μια τέτοια σύνδεση θα επέτρεπε στις γυναίκες να είναι πιο ευαίσθητες απέναντι στην ιερότητα και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος.
Στο τέλος της ιστορικής πορείας του, ο οικοφεμινισμός συνδέθηκε με τον περιβαλλοντισμό. Πολλές γυναίκες με σταδιοδρομία στη δημόσια πολιτική, την τεχνολογία, τις επιστήμες και τις περιβαλλοντικές σπουδές, οι οποίες συνδέονταν ήδη με τον φεμινισμό, άρχισαν να στρέφουν το ενδιαφέρον τους προς τον οικοφεμινισμό. Ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για τα ζητήματα που έθεταν εμπόδια στην καριέρα τους, θεωρώντας το κίνημα ικανό να αναδείξει τα εργασιακά δικαιώματά τους. Στη σύγχρονη εποχή εντοπίζονται αρκετοί υπο-κλάδοι του κινήματος, όπως ο χορτοφαγικός οικοφεμινισμός, ο πνευματικός οικοφεμινισμός και ο υλιστικός οικοφεμινισμός. Τελικά, όμως, στον πυρήνα τους όλες οι υποκατηγορίες υποστηρίζουν τις ίδιες αρχές.
Το όραμα του οικοφεμινισμού είναι να οργανώσει ένα φόρουμ με σκοπό την συζήτηση για την απαλοιφή στερεοτύπων που θέτουν την γυναίκα και τη φύση σε υποταγή. Μέσω των πρακτικών του οικοφεμινισμού, είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν και να καταρριφθούν σταδιακά τα συστήματα που καταστρέφουν και υποβαθμίζουν το περιβάλλον και την γυναίκα. Το κίνημα προσπαθεί να θέσει τα θεμέλια, για να υπάρξει μελλοντικά μια ισότιμη κοινωνία, ανεξαρτήτως φυλής, φύλου ή σεξουαλικότητας. Στη σύγχρονη εποχή, γυναίκες που εμπλέκονται σε ζητήματα περιβαλλοντικής δικαιοσύνης, αλλά και οι εκπρόσωποι μειονοτικών κουλτουρών, προσπαθούν να εμφυσήσουν αυτές τις πεποιθήσεις στο δυτικό κόσμο. Επίσης, πολλές οικοφεμινίστριες ασχολήθηκαν και κατέκριναν αυτό που αντιλαμβάνονταν ως «ετεροφυλοφιλική προκατάληψη», καθώς ο οικοφεμινισμός φαινόταν να δίνει προνόμια στην εμπειρία των ετεροφυλόφιλων γυναικών έναντι των ομοφυλόφιλων γυναικών, εισάγοντας, έτσι, το στοιχείο της σεξουαλικότητας.
Ο οικοφεμινισμός, θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και να εκπροσωπεί κάθε άτομο, ανεξαρτήτως φύλου, φυλής, κοινωνικής τάξης, σεξουαλικότητας και θρησκείας. Διαχρονικά, παρόλο που έχουν συμβάλει στο κίνημα άτομα από διαφορετικές φυλές, φαίνεται, πως αυτό εκπροσωπεί κυρίως μια μικρή ομάδα ατόμων χωρίς να συμπεριλαμβάνει όλες τις ευάλωτες ομάδες. Ο οικοφεμινισμός δεν έχει διατομεακό χαρακτήρα και δεν διαθέτει πολυφωνία, με αποτέλεσμα να εκλείπουν μέσα από το κίνημα οι εμπειρίες γυναικών που το βοήθησαν να εξελιχθεί, ενώ οι ταυτότητές τους περιθωριοποιούνται, διότι δεν εμπίπτουν στα πρότυπα που θέτει ο δυτικός πολιτισμός.
Όσον αφορά την Ευρώπη, σύμφωνα με την έκθεση “Why the European Green Deal needs ecofeminism”, ένας σημαντικός αριθμός κοινοτικών περιβαλλοντικών πολιτικών, δεν περιέχουν τον παράγοντα του φύλου και στερούνται βαθύτερης ανάλυσης των περιβαλλοντικών ζητημάτων υπό το «φακό» των κοινωνικών προκλήσεων. Η «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία» δεν επιδίδεται σε κάτι διαφορετικό, καθώς επικεντρώνεται στο να εφαρμόζει επιστημονικές λύσεις σε προβλήματα, ενώ χρειάζονται λύσεις αναδιαμόρφωσης της κοινωνίας. Η κοινωνία παραμένει δομημένη πάνω στις ανδρικές νόρμες, οι οποίες είναι βαθιά θεσμοθετημένες, διότι οι ίδιοι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής τείνουν να λησμονούν την συμπερίληψη και των δύο φύλων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Επομένως, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εφαρμόσει ένα διατομεακό πλαίσιο στις περιβαλλοντικές πολιτικές, αυξάνοντας το ενδιαφέρον των κρατών της για το περιεχόμενό τους και την ενεργειακή μετάβαση, καθώς αποτελεί επιτακτική ανάγκη η ενσωμάτωση της ισότητας των φύλων στους στόχους των κοινών ευρωπαϊκών περιβαλλοντικών πολιτικών. Η Ένωση οφείλει να αμφισβητεί τα υπάρχοντα συστήματα καταπίεσης και να επαναπροσδιορίζει τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές της αρμοδιότητες, αφού με την εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων οι κρίσεις και οι ανισότητες των φύλων μπορούν να μετριαστούν.
Η δομή της πατριαρχικής καπιταλιστικής κοινωνίας είναι αυτή που προκαλεί την καταπίεση και την έλλειψη σεβασμού προς τη γυναίκα και τη φύση. Τους τελευταίους αιώνες, η κοινωνία στηρίζεται στη βιομηχανική παραγωγή και οι βιομηχανίες, σκεπτόμενες το κέρδος, δεν διαθέτουν υψηλά κίνητρα, για να υιοθετήσουν πιο βιώσιμες πολιτικές και πρακτικές. Έτσι και η βιομηχανία της μόδας δεν αναγνωρίζει την αξία τόσο των εργαζομένων της όσο και του περιβάλλοντος, εφαρμόζοντας πολιτικές που καταπατούν τα ανθρώπινα και περιβαλλοντικά δικαιώματα. Περίπου το 80% των εργαζομένων στην βιομηχανία της ένδυσης είναι γυναίκες και πολλές από αυτές αντιμετωπίζουν μη ασφαλείς συνθήκες εργασίας. Υπόκεινται σε συνθήκες λεκτικής και σωματικής κακοποίησης και εκτίθενται σε επικίνδυνες χημικές ουσίες και μηχανήματα, καθώς και σε κακή ποιότητα αέρα. Πέραν αυτών, τις περισσότερες φορές οι εργαζόμενες αμείβονται με ευτελείς μισθούς. Η βιομηχανία της μόδας συμβάλει πολύπλευρα στο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής με τη διαρκή ρύπανση που προκαλεί. Ευθύνεται για την καταστροφή τροπικών δασών, την υποβάθμιση του εδάφους, τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων αποβλήτων, αφού τα περισσότερα ρούχα τείνουν να καταλήγουν στα απορρίμματα. Επιπλέον, για την παρασκευή ενός μόνο ενδύματος καταναλώνεται υπερβολική ποσότητα νερού, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιούνται φθηνά υλικά για τη δημιουργία φθηνών ενδυμάτων, τα οποία θα καταστραφούν σε ένα μικρό χρονικό διάστημα, μειώνοντας το κόστος παραγωγής αλλά αυξάνοντας τους ρύπους.
Εν κατακλείδι, οι έννοιες του φύλου και της φύσης ήταν πάντα στενά συνυφασμένες. Μέχρι να γίνουν κατανοητές η σοβαρότητα του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής και η σημασία της αλλαγής των κοινωνικών δομών με γνώμονα την ισότητα, το κίνημα του οικοφεμινισμού θα εξακολουθεί να διαθέτει λόγο ύπαρξης και δράσης. Η αδυναμία, όμως, της αναγνώρισης των συσχετισμών μεταξύ της καταστροφής της φύσης και των κοινωνικών ζητημάτων, όπως η υποβάθμιση του γυναικείου φύλου, βλάπτει τις προοπτικές για την εξεύρεση λύσεων και για τα δύο προβλήματα. Διερευνώντας τη βιώσιμη σχέση μεταξύ του περιβάλλοντος και των γυναικών, ο αγώνας για την προστασία του περιβάλλοντος πρέπει να προσελκύσει περισσότερες γυναίκες που θα λαμβάνουν θέση στο ζήτημα. Ωστόσο, δεν πρέπει να δοθεί προσοχή μόνο στη σχέση που έχουν οι γυναίκες και η φύση μεταξύ τους, αλλά και στη σχέση που έχουν οι γυναίκες μεταξύ τους στο πλαίσιο της κοινωνίας.
Βιβλιογραφία:
- Πηγή φωτογραφίας: Fotoholica Press/Lightrocker via Getty images (n.d.). Διαθέσιμο στο: https://www.teenvogue.com/story/climate-activists-explain-why-climate-justice-movement-needs-feminism
- Miles, K. “Ecofeminism”. Encyclopedia Britannica, 2018. Διαθέσιμο στο : https://www.britannica.com/topic/ecofeminism
- Regan, S. “How Gender & The Environment Are Intrinsically Linked”, mindbodygreen, 2020. Διαθέσιμο στο: https://www.mindbodygreen.com/articles/ecofeminism-history-and-principles
- Eco-Guerrillas. “Ο Οικοφεμινισμός”, 2010. Διαθέσιμο στο: https://ecoguerrillas.wordpress.com/2010/12/22/%CE%BF-%CE%BF%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%86%CE%B5%CE%BC%CE%B9%CE%BD%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82/
- Purnima Singh. “Is Ecofeminism Relevant Today?”, Feminism in India, 2019. Διαθέσιμο στο: https://feminisminindia.com/2019/10/29/is-ecofeminism-relevant-today/
- Petruzzello, M. “Chipko movement”, Encyclopedia Britannica, 2019. Διαθέσιμο στο: https://www.britannica.com/topic/Chipko-movement
- The UN Internet Gateway on Gender Equality and Empowerment of Women (n.d) “Women, Gender Equality and Climate Change”. Διαθέσιμο στο: https://www.un.org/womenwatch/feature/climate_change/downloads/Women_and_Climate_Change_Factsheet.pdf
- Schmonsky, J. (n.d.). “The Growing Importance of Ecofeminism”, Voices for Biodiversity. Διαθέσιμο στο:https://voicesforbiodiversity.org/articles/the-growing-importance-of-ecofeminism
- Heidegger, P., Lharaig, N., Wiese, K., Stock, A. and Heffernan, R. “Why the European Green Deal needs ecofeminism”, European Environment Bureau and WECF, Διαθέσιμο στο: https://eeb.org/wp-content/uploads/2021/07/Report-16.pdf
- Evans, A. “Fashion is an ecofeminist issue”, fashiontakesaction.com, 2021. Διαθέσιμο στο: https://fashiontakesaction.com/fashion-is-an-ecofeminist-issue/
- Earth Rights International. (n.d.). “Fast Fashion is an Ecofeminist Issue”. Διαθέσιμο στο: https://earthrights.org/blog/fast-fashion-is-an-ecofeminist-issue/
- Bove, T. “Ecofeminism: Where Gender and Climate Change Intersect”, Earth.org, 2021. Διαθέσιμο στο: https://earth.org/ecofeminism/