Loading...
Latest news
European Climate Pact Project 2024 - together.euΚλιματική Αλλαγή, Περιβαλλοντολογικά Προβλήματα και Δίκαιο Ενέργειας

Μερικοί προβληματισμοί σχετικά με την προτεινόμενη ενσωμάτωση της οικοκτονίας στα περιβαλλοντικά αδικήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Γράφει ο Γιάννης Κερεντζής

Στις 16 Νοεμβρίου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έφτασαν σε συμφωνία για την αναθεώρηση της νομοθεσίας περί περιβαλλοντικών εγκλημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή η εξέλιξη σηματοδοτεί μια σημαντική πρόοδο στη προστασία των οικοσυστημάτων, προαναγγέλοντας μια νέα εποχή στη καταπολέμηση της περιβαλλοντικής υποβάθμισης. Η πρόταση Οδηγίας, που ανακοινώθηκε στις 16 Νοεμβρίου κι αναμένεται να αντικαταστήσει την Οδηγία 2008/99/EC, αντιπροσωπεύει μια στιγμή ορόσημο, καθώς όχι μόνο επεκτείνει το πεδίο των περιβαλλοντικών αδικημάτων εντός της ΕΕ, αλλά και ευθυγραμμίζεται με την αυξανόμενη διεθνή δυναμική προς την αναγνώριση και ποινικοποίηση της οικοκτονίας (ecocide).

Η οικοκτονία, η οποία αρχικά διατυπώθηκε τη δεκαετία του 1970, αναφέρεται στην εκτεταμένη και σοβαρή βλάβη, καταστροφή ή απώλεια οικοσυστημάτων, λόγω ανθρώπινων ενεργειών. Με τα χρόνια, αυτή η έννοια έχει εξελιχθεί και αναφέρεται σε σημαντική περιβαλλοντική βλάβη, πυροδοτώντας παγκόσμιες συζητήσεις σχετικά με τις πιθανές νομικές επιπτώσεις της. Ο όρος επανήλθε ξανά στην επικαιρότητα με την πρόταση της Ανεξάρτητης Ομάδας Εμπειρογνωμόνων για τον Νομικό Ορισμό της Οικοκτονίας (IEP) το 2021, η οποία και επιχείρησε να ορίσει επίσημα τον όρο, με στόχο την ένταξή του στο Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου ως διεθνές έγκλημα.

Η παρούσα ανάλυση στοχεύει να εμβαθύνει στις βασικές πτυχές του σχεδίου Οδηγίας, με έμφαση στην ανάδειξη κρίσιμων ζητημάτων και των «ασθενέστερων» σημείων της. Αυτή η διερευνητική προσέγγιση θα συμβάλει στον εντοπισμό πιθανών προκλήσεων και αναγκαίων βελτιώσεων, με στόχο ένα πιο ολοκληρωμένο και διαφανές νομοθετικό πλαίσιο. Ταυτόχρονα, θα εξετάσει τις θετικές πτυχές της προτεινόμενης Οδηγίας, οι οποίες δημιουργούν ένα ισχυρό νομικό πλαίσιο για την ενίσχυση της προστασίας του περιβάλλοντος. Μέσω αυτής της αναλυτικής διαδικασίας, η μελέτη αποσκοπεί στην παροχή ενός κριτικού αλλά και κατατοπιστικού πλαισίου σχετικά με την αναγνώριση των βασικών αξιών και των πιθανών μελλοντικών εξελίξεων της Ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

Νομοθεσία και Ορισμοί:

Στο σχέδιο Οδηγίας αναφέρονται τα παρακάτω:

Τροπολογία 67 – Άρθρο 3(1)(α)):

1α) Τα κράτη μέλη μεριμνούν προκειμένου κάθε συμπεριφορά που προκαλεί ή ενδέχεται να προκαλέσει τον θάνατο ή σοβαρές σωματικές βλάβες στην υγεία προσώπου, ή ουσιαστικές βλάβες στην ποιότητα του αέρα, την ποιότητα του εδάφους, την ποιότητα του νερού ή στη βιοποικιλότητα, τις υπηρεσίες και λειτουργίες οικοσυστήματος, στα ζώα ή τα φυτά να συνιστά ποινικό αδίκημα όταν είναι παράνομη και τελείται εσκεμμένα. Τα κράτη μέλη μεριμνούν προκειμένου κάθε συμπεριφορά που προκαλεί σοβαρή και εκτεταμένη, ή σοβαρή και μακροπρόθεσμη, ή σοβαρή και μη αναστρέψιμη ζημία να αντιμετωπίζεται ως αδίκημα ιδιαίτερης σοβαρότητας και να τιμωρείται ως τέτοιο σύμφωνα με τα νομικά συστήματα των κρατών μελών.”

Άρθρο 3(2):

“Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η συμπεριφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και 1α συνιστά επίσης ποινικό αδίκημα όταν οφείλεται σε αμέλεια.”

Τα παραπάνω μπορούν να θεωρηθούν ως ορισμός του όρου “οικοκτονία”, όπως αποδόθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενώ στη Τροπολογία 20 της Αιτιολογικής σκέψης 16, απαντάται ο όρος αυτός καθ’ αυτός :

“Όταν ένα περιβαλλοντικό ποινικό αδίκημα προκαλεί σοβαρή και εκτεταμένη, ή σοβαρή και μακροπρόθεσμη, ή σοβαρή και μη αναστρέψιμη βλάβη στην ποιότητα του αέρα, την ποιότητα του εδάφους, την ποιότητα του νερού ή στη βιωσιμότητα, τις υπηρεσίες και λειτουργίες οικοσυστήματος, στα ζώα ή τα φυτά, το εν λόγω αδίκημα θα πρέπει να θεωρείται έγκλημα με ιδιαίτερη απαξία και να τιμωρείται ως τέτοιο σύμφωνα με τα νομικά συστήματα των κρατών μελών, που καλύπτουν την έννοια της οικοκτονίας, για την οποία τα Ηνωμένα Έθνη επεξεργάζονται επί του παρόντος επίσημο διεθνή ορισμό.”

Ο ορισμός που δόθηκε απο την IEP είναι ο εξής:

“For the purpose of this Statute, “ecocide” means unlawful or wanton acts committed with knowledge that there is a substantial likelihood of severe and either widespread or long-term damage to the environment being caused by those acts.”

Νοητική υπόσταση του εγκλήματος – Mens Rea:

Αρχικά, ο ορισμός της IEP δίνει στην οικοκτονία χαρακτήρα ενδεχόμενου δόλου (dolus eventualis) ή wanton (reckless disregard), μετάφραση του οποίου βρίσκουμε στην ελληνική έκδοση της Γνωμοδότησης της Επιτροπής Ανάπτυξης (η οποία έχει δημοσιευτεί στο ίδιο έγγραφο της πρότασης Οδηγίας που εξετάζεται εδώ) ως “απρόκλητες πράξεις”. Η εν λόγω ορολογία έχει προκαλέσει την έντονη κριτική από πληθώρα ακαδημαϊκών, αφού θέτει τον πήχη της νοητικής υπόστασης του εγκλήματος αρκετά ψηλά, καθώς υποδηλώνει πως ο δράστης πρέπει να γνωρίζει πως υπάρχει ουσιαστική πιθανότητα πρόκλησης περιβαλλοντικής βλάβης. Αυτό σημαίνει ότι ο δράστης δεν χρειάζεται να έχει συγκεκριμένη πρόθεση να βλάψει το περιβάλλον, αλλά θα πρέπει να γνωρίζει ότι οι ενέργειές του ενδέχεται να οδηγήσουν σε τέτοια βλάβη. Για παράδειγμα, ο CEO μιας πετρελαϊκής εταιρείας, δεν θεωρείται πως διέπραξε οικοκτονία, επειδή ενέκρινε ένα project που προκάλεσε σοβαρή περιβαλλοντική βλάβη, αλλά πρέπει να αποδειχθεί ότι γνώριζε για τη πιθανή καταστροφή και αδιαφόρισε για αυτή.

Το Ευρωπαικό Κοινοβούλιο αποφάσισε να μην ακολουθήσει την πεπατημένη της IEP, παρόλο που ο όρος προτάθηκε σε Γνωμοδοτήσεις διαφόρων Επιτροπών της ΕΕ, όπως της Επιτροπής Ανάπτυξης, που αναφέρθηκε παραπάνω, οι οποίες ακολούθησαν τον ορισμό της IEP.  Αντιθέτως, η πρόταση Οδηγίας της ΕΕ περιλαμβάνει και πράξεις βαριάς αμέλειας (Άρθρο 3(2):“…συνιστά επίσης ποινικό αδίκημα όταν οφείλεται σε αμέλεια.”). Αυτό μειώνει σημαντικά την απαίτηση νοητικής υπόστασης του εγκλήματος, σε σύγκριση με τον ορισμό του IEP, διευρύνοντας πιθανώς το πεδίο ποινικής ευθύνης κι διευκολύνοντας την καταδίκη ατόμων υπεύθυνων για περιβαλλοντική βλάβη.

Με λίγα λόγια, κάποιος μπορεί να κριθεί ένοχος πρόκλησης περιβαλλοντικής βλάβης, ακόμα κι αν δεν γνωρίζει ότι οι πράξεις του μπορούν να προκαλέσουν την εν λόγω βλάβη. Η συμπερίληψη της σοβαρής αμέλειας στον ορισμό της ΕΕ, όπως τονίζει η Mackintosh, η οποία μάλιστα αποτέλεσε μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων,  καθιστά το νομικό πλαίσιο της ΕΕ πιο αποτελεσματικό για την αντιμετώπιση ενός ευρύτερου φάσματος επιβλαβών για το περιβάλλον δραστηριοτήτων, και διασφαλίζει ότι αντιμετωπίζονται επαρκώς ακόμη και εκείνες οι περιπτώσεις όπου η βλάβη προκύπτει από αδυναμία άσκησης δέουσας επιμέλειας, ενισχύοντας έτσι τη συνολική αποτελεσματικότητα της νομοθεσίας.

Έγκλημα διακινδύνευσης εννόμου αγαθού vs Έγκλημα εκ του αποτελέσματος:

Η Ευρωπαική νομοθεσία αντιμετωπίζει ένα θεμελιώδες ζήτημα του ορισμού της IEP, στο οποίο έχει ασκηθεί έντονη κριτική από πληθώρα ακαδημαικών. Συγκεκριμένα, η IEP θεωρεί την οικοκτονία έγκλημα διακινδύνευσης εννόμου αγαθού, αφού δεν απαιτεί την πραγματική πρόκληση περιβαλλοντικής βλάβης. Αντίθετα, εστιάζει στη γνώση του δράστη σχετικά με την ύπαρξη σημαντικής πιθανότητας πρόκλησης σοβαρής περιβαλλοντικής ζημίας. Ο Gillet τονίζει πως αυτό εγείρει ανησυχίες σχετικά με τη πιθανή μείωση της σοβαρότητας του εγκλήματος, καθώς θα μπορούσε να καταδικαστεί κάποιος για οικοκτονία χωρίς να έχει προκαλέσει απτή περιβαλλοντική ζημία. Ένα τέτοιο πλαίσιο έρχεται σε αντίθεση με καθιερωμένα διεθνή εγκλήματα – όπως η γενοκτονία –  τα οποία απαιτούν τόσο διαπραχθείσες πράξεις, όσο και μια συγκεκριμένη πρόθεση βλάβης. Αυτή η ασάφεια στον ορισμό της IEP εγείρει σημαντικά ερωτήματα σχετικά με την πρακτική δυνατότητα εφαρμογής της οικοκτονίας, υπονομεύοντας ενδεχομένως την αποτελεσματικότητά της ως εργαλείο για την προστασία του περιβάλλοντος.

Σε αντίθεση με τον ορισμό της IEP, η ΕΕ θεωρεί την οικοκτονία έγκλημα εκ του αποτελέσματος. Στο σχέδιο Οδηγία της, η ΕΕ ποινικοποιεί μεν τη συμπεριφορά που προκαλεί ή ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρή περιβαλλοντική βλάβη, αλλά θεωρεί ως αδικήματα με μεγαλύτερη βαρύτητα, κι επομένως αδικήματα που θεωρούνται οικοκτονία, μόνο εκείνα από τα οποία προκύπτει πραγματική περιβαλλοντική ζημιά. Αυτό είναι έκδηλο τόσο στο άρθρο 3(1α), όσο και στην Αιτιολογική Σκέψη 16 της Οδηγίας. Αυτή η στροφή προς έναν ορισμό προσανατολισμένο στο αποτέλεσμα της πράξης ευθυγραμμίζεται περισσότερο με τις αρχές του παραδοσιακού ποινικού δικαίου, όπου η αποδεδειγμένη βλάβη αποτελεί βασικό συστατικό του αδικήματος. Ταυτόχρονα, ευθυγραμμίζεται με τις συμβατικές προσδοκίες για το τι συνιστά εγκληματική πράξη, και σύμφωνα με τη Mackintosh, απαιτώντας απτή περιβαλλοντική ζημία για τα πιο σοβαρά αδικήματα, η νομοθεσία της ΕΕ δυνητικά διασφαλίζει μεγαλύτερη σαφήνεια και σκοπιμότητα στις νομικές διαδικασίες. Αυτή η προσέγγιση όχι μόνο αντιμετωπίζει την ασάφεια που υπάρχει στον ορισμό της IEP, αλλά επίσης ενισχύει τη νομική επιβολή των νόμων για την προστασία του περιβάλλοντος, επιβεβαιώνοντας τη δέσμευση της ΕΕ για απτά περιβαλλοντικά αποτελέσματα.

Ποια πράξη είναι παράνομη;

Ο ορισμός της IEP για την οικοκτονία εγείρει κρίσιμα ζητήματα σχετικά με το ρόλο της νομιμότητας στον προσδιορισμό της περιβαλλοντικής εγκληματικότητας. Η διατύπωση του IEP υποδηλώνει ότι ένα έγκλημα κατά του περιβάλλοντος θα μπορούσε να θεωρηθεί οικοκτονία ακόμη και αν η πράξη είναι νόμιμη τόσο βάσει της διεθνούς όσο και της εθνικής νομοθεσίας. Αυτή η προσέγγιση είναι ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη, καθώς αμφισβητεί την παραδοσιακή κατανόηση της εγκληματικότητας και θα μπορούσε να κριθεί απαράδεκτη από τις κυβερνήσεις και τις βιομηχανίες που εμπλέκονται σε νομικά εγκεκριμένες αναπτυξιακές δραστηριότητες με σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Όπως τονίζει ο Gillet, o ορισμός του IEP θολώνει τα όρια μεταξύ νόμιμης και παράνομης συμπεριφοράς, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με το τι συνιστά οικοκτονία, ειδικά όταν οι ενέργειες συνάδουν με τα υπάρχοντα νομικά πλαίσια, αλλά εξακολουθούν να οδηγούν σε σημαντική περιβαλλοντική βλάβη.

Σε αντίθεση με την IEP, η ΕΕ παρέχει μια πιο ξεκάθαρη θέση σχετικά με την έννοια της νομιμότητας σε περίπτωση περιβαλλοντικής βλάβης. Συγκεκριμένα, στη Τροπολογία 40 του άρθρου 2(1)(1)(2) επισημαίνεται ότι:

“Μια συμπεριφορά θα πρέπει να θεωρείται παράνομη επίσης όταν τελείται με έγκριση αρμόδιας αρχής κράτους μέλους, όταν η έγκριση αυτή ελήφθη δόλια, ή με δωροδοκία, εκβιασμό ή εξαναγκασμό. «οικότοπος εντός προστατευόμενης περιοχής», ή όταν η εν λόγω συμπεριφορά παραβιάζει όρο της έγκρισης”

Η ΕΕ επιλέγει να διευρύνει το πεδίο της μη νομιμότητας, περιλαμβάνοντας συμπεριφορές που πραγματοποιούνται ακόμα και με εξουσιοδότηση που ελήφθη με δόλια μέσα, όπως δωροδοκία, εκβιασμό ή και εξαναγκασμό, καθώς και όταν αυτή παραβιάζει κάποιον όρο της εξουσιοδότησης. Αυτή η προσέγγιση προσφέρει ασφάλεια δικαίου και ευθυγραμμίζεται με τα εναρμονισμένα πρότυπα της ΕΕ για την προστασία του περιβάλλοντος. Αντιμετωπίζοντας ρητά ζητήματα όπως η απάτη και ο εξαναγκασμός κατά την απόκτηση εξουσιοδότησης, το νομικό πλαίσιο της ΕΕ αναγνωρίζει την πολυπλοκότητα της περιβαλλοντικής διακυβέρνησης και επιδιώκει να διασφαλίσει ότι τα νομικά κενά δεν αξιοποιούνται για να δικαιολογηθούν επιβλαβείς για το περιβάλλον δραστηριότητες. Αυτή η διαφοροποίηση παρέχει ένα πιο ολοκληρωμένο και πρακτικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση περιβαλλοντικών εγκλημάτων, ενισχύοντας τη σημασία της ακεραιότητας και της διαφάνειας στους περιβαλλοντικούς κανονισμούς και την επιβολή τους.

Εταιρική ευθύνη;

Η πρόταση της IEP για την οικοκτονία, η οποία έχει σχεδιαστεί για συμπερίληψη στο Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, εστιάζει στην ατομική ποινική ευθύνη. Αυτή η προσέγγιση, αν και κατανοητή δεδομένης της υφιστάμενης νομικής δομής και εξουσιοδότησης του ΔΠΔ, έχει επικριθεί για την ανεπαρκή αντιμετώπιση της εταιρικής ευθύνης, ιδίως όσον αφορά την άμεση ευθύνη των εταιρειών για περιβαλλοντική βλάβη. Αν και ο ορισμός της IEP θα μπορούσε ενδεχομένως να επιτρέψει τη δίωξη των εταιρικών CEO, παραβλέπει το ουσιώδες ζήτημα της εταιρικής ευθύνης. Αυτός ο περιορισμός είναι σημαντικός, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ο σημαντικός ρόλος των πολυεθνικών εταιρειών στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος.

Σε αντίθεση με την πρόταση της IEP, οι ενημερωμένοι κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα περιβαλλοντικά εγκλήματα προσφέρουν ένα πιο ολοκληρωμένο πλαίσιο για την αντιμετώπιση της εταιρικής ευθύνης, αντικατοπτρίζοντας την ικανότητα του νομικού συστήματος της ΕΕ και των Κρατών Μελών της να διώκει εταιρείες και νομικά πρόσωπα. Συγκεκριμένα, βάσει της πρότασης Οδηγίας της ΕΕ, εταιρείες και νομικά πρόσωπα αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο σημαντικών αναλογικών προστίμων, που ενδεχομένως να ανέρχονται ακόμα και στο 10% (Τροπολογία 105 – Άρθρο 7(5)) του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών τους ή παγίων ποσών μεταξύ 24 και 40 εκατομμυρίων ευρώ, αναλόγως τη σοβαρότητα του εγκλήματος. Παράλληλα, τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 τιμωρούνται με ανώτατη ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δέκα ετών εάν προκαλούν ή ενδέχεται να προκαλέσουν θάνατο ή σοβαρές σωματικές βλάβες στην υγεία προσώπου (Τροποποίηση 85 – Άρθρο 5(2)) . Η νομοθεσία της ΕΕ αναγνωρίζει την πολύπλοκη φύση αυτών των εγκλημάτων, διασφαλίζοντας μια ισχυρή και πολύπλευρη απάντηση στα περιβαλλοντικά αδικήματα εντός του νομικού πλαισίου της ΕΕ.

Είναι ο πήχης πολύ υψηλός;

Ο ορισμός της ΕΕ, πατώντας στον ορισμό της IEP, θεωρεί ως οικοκτονία πράξεις οι οποίες προκαλούν σοβαρή και εκτεταμένη, ή σοβαρή και μακροπρόθεσμη, ή σοβαρή και μη αναστρέψιμη ζημία στο φυσικό περιβάλλον. Η IEP, θέλοντας να δημιουργήσει ένα νέο διεθνές έγκλημα που θα συμπεριληφθεί στο Καταστατικό της Ρώμης, δανείστηκε τους όρους αυτούς απευθείας από το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο, και συγκεκριμένα τα Άρθρα 35(3) και 55 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου Ι της Σύμβασης της Γενεύης (ΠΠΙ). Όπως αναφέρει ο Jerome de Hemptinne, η εν λόγω ορολογία έχει λάβει μια περιοριστική ερμηνεία, αφού θέτει ένα πολύ υψηλό πήχη (threshold), το οποίο είναι σχεδόν ανεφάρμοστο στην πράξη. Επομένως, η χρήση της εν λόγω ορολογίας στον ορισμό της οικοκτονίας, μπορεί να περιορίσει το πεδίο εφαρμογής της μόνο σε περιπτώσεις που η περιβαλλοντική βλάβη είναι τόσο σημαντική ώστε να φτάσει και να ξεπεράσει το συγκεκριμένο όριο.

Για παράδειγμα, ο όρος “μακροπρόθεσμη” είναι ανοιχτός σε διάφορες ερμηνείες, χωρίς συναίνεση ως προς τη συγκεκριμένη διάρκεια. Στην πρόταση Οδηγίας ορίζεται ως “…κάθε βλάβη που δεν μπορεί να διορθωθεί μέσω φυσικής αποκατάστασης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος”, ενώ η “εκτεταμένη” ζημιά θα μπορούσε να συνεπάγεται καταστροφή ολόκληρων περιοχών (“…κάθε βλάβη που εκτείνεται πέραν μιας περιορισμένης γεωγραφικής περιοχής, έχει διασυνοριακό χαρακτήρα ή υφίσταται σε ολόκληρο οικοσύστημα ή είδος ή μεγάλο αριθμό ανθρώπων”), αλλά ουσιαστικά εξακολουθεί να παραμένει αόριστη. Επίσης, δύσκολη είναι και η ερμηνεία του όρου “σοβαρή”, τον οποίο η ΕΕ ορίζει ως “…κάθε βλάβη που συνεπάγεται πολύ σοβαρές δυσμενείς αλλαγές, διαταραχή ή βλάβη σε οποιοδήποτε στοιχείο του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων σοβαρών επιπτώσεων στην ανθρώπινη ζωή ή σε φυσικούς πόρους”. Η αοριστία των συγκεκριμένων όρων μπορεί να καταστήσει δύσκολη την απόδειξη τους και να τις καταστήσει σχεδόν ανεφάρμοστες στη πράξη. Για παράδειγμα, είναι μια δεκαετία ένα “εύλογο χρονικό διάστημα”; Σύμφωνα με τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό (ICRC) είναι, αλλά ποια όμως θα είναι η ερμηνεία ενός εθνικού ή Ευρωπαικού Δικαστηρίου;

Σε αντίθεση με το ΠΠΙ, ο ορισμός της οικοκτονίας που δίνει η ΕΕ δεν λειτουργεί συσσωρευτικά, αφού η ζημιά πρέπει να είναι είτε «σοβαρή και εκτεταμένη», είτε «σοβαρή και μακροπρόθεσμη» είτε «σοβαρή και μη αναστρέψιμη», και όχι και τα τρία ταυτόχρονα. Η εν λόγω διατύπωση διευρύνει δυνητικά το πεδίο εφαρμογής, αλλά ταυτόχρονα εξακολουθεί να εισάγει ένα υψηλό πήχη για νομική απόδειξη, καθώς, για παράδειγμα,  μια βλάβη απαιτείται να εκτείνεται σε μεγάλο γεωγραφικό εύρος και να χρειάζεται δεκαετίες να αποκατασταθεί φυσικά. Αυτό, σε συνδυασμό με την ήδη υπάρχουσα ασάφεια που είναι εγγενής σε αυτούς τους όρους, περιορίζει σημαντικά το πεδίο εφαρμογής του εγκληματος της οικοκτονίας, καθιστώντας δύσκολη τη νομική της απόδειξη και καταδίκη όσων εγκληματούν κατά του περιβάλλοντος.

Τεστ αναλογικότητας και κοινωνικοοικονομικά κριτήρια;

Παραπάνω έγινε αναφορά στον όρο “wanton” (“απρόκλητες πράξεις”) και τα μειονεκτήματα του σχετικά με την νοητική υπόσταση του εγκλήματος. Παρόλα αυτά, το παραπάνω δεν είναι το πιο αδύναμο σημείο του ορισμού της IEP. Αυτό είναι το τεστ αναλογικότητας περιβαλλοντικών ζημιών και οικονομικών οφελών που προβλέπει (​​…για ζημίες που θα ήταν σαφώς υπερβολικές σε σχέση με τα αναμενόμενα κοινωνικά και οικονομικά οφέλη). Το τεστ αναλογικότητας, όπως τονίζει και ο Jerome de Hemptinne, προκαλεί δυσκολίες στην πρακτική εφαρμογή της νομοθεσίας, καθώς η εκτίμηση της πιθανής δυσαναλογίας περιβαλλοντικής βλάβης και αναμενόμενων ωφελειών, βασίζεται καθαρά σε υποκειμενικά κριτήρια. Αυτή η υποκειμενικότητα θα μπορούσε να οδηγήσει σε ασυνέπειες στις νομικές κρίσεις, περιπλέκοντας τη διαπίστωση σαφών νομικών παραβιάσεων, οι οποίες είναι ήδη δύσκολο να αποδειχθούν, όπως είδαμε και παραπάνω.

Για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων, ο Kevin Jon Heller υποστηρίζει ένα αντικειμενικό τεστ αναλογικότητας, τονίζοντας τη δυνατότητά του να επιβάλει δίκαιες και ισορροπημένες εκτιμήσεις των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ένα τέτοιο αντικειμενικό πρότυπο θα ενίσχυε τη νομική σαφήνεια και συνέπεια, οδηγώντας σε μεγαλύτερη υπευθυνότητα και αποτελεσματικότερη επιβολή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί το -κατά τον συγγραφέα της παρούσας ανάλυσης- πιο μελανό σημείο της πρότασης της IEP, το οποίο δεν είναι άλλο πέρα από το τεστ αναλογικότητας που μόλις αναλύθηκε. Και δεν αφορά νομικά ερωτήματα αλλά ηθικά ή και φιλοσοφικά. Η συμπερίληψη οικονομικών και κοινωνικών ωφελειών σε νομοθεσία που αφορά τη προστασία του περιβάλλοντος, αμφισβητεί τον βασικό στόχο, τη πεμπτουσία της ίδιας της νομοθεσίας, και εγείρει το εξής ερώτημα: Ποιος είναι ο πρωταρχικός μας στόχος: Η πλήρη αποφυγή περιβαλλοντικών καταστροφών ή αποδοχή περιβαλλοντικής ζημίας όταν μπορεί να εξορθολογιστεί οικονομικά; Το ερώτημα αυτό υπογραμμίζει το ηθικό δίλημμα που είναι εγγενές στην απαίτηση “wanton” του ορισμού της οικοκτονίας. Άραγε το νομικό πλαίσιο έχει σχεδιαστεί για να προστατεύει απερίφραστα το περιβάλλον ή δημιουργεί ακούσια ένα κενό όπου η υποβάθμιση του περιβάλλοντος είναι αποδεκτή, εφόσον αντισταθμίζεται από επαρκή οικονομικά ή κοινωνικά οφέλη;

Η πρόταση του ΕΚ δεν περιλαμβάνει την συγκεκριμένη ορολογία και το τεστ αναλογικότητας, παρά το γεγονός ότι αυτό περιλαμβάνεται στις Γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων. Η επιλογή αυτή είναι εξαιρετικά σημαντική, αφού υποδηλώνει μια στροφή από τη μέχρι σήμερα ανθρωποκεντρική αντίληψη του περιβάλλοντος, όπου η περιβαλλοντική ζημία θεωρείται αποδεκτή εάν αντισταθμίζεται από ανθρώπινα οφέλη. Αντίθετα, η ΕΕ επιλέγει να ποινικοποιήσει τη περιβαλλοντική ζημία με βάση την εγγενή της αξία και όχι να την αξιολογήσει μέσω ενός ανθρωποκεντρικού φακού, όπου οι περιβαλλοντικές ανησυχίες είναι δευτερεύουσες σε σχέση με τα ανθρώπινα συμφέροντα. Σε αντίθεση με την IEP, η οποία ποινικοποιεί την καταστροφή του περιβάλλοντος μόνο εάν στερείται ουσιαστικής ανθρώπινης αιτιολόγησης, και είναι εγγενώς αντίθετη με τον θεμελιώδη στόχο της οικοκτονίας, η ΕΕ επιλέγει να διαφυλάξει το περιβάλλον αυτό καθαυτό, ανεξαρτήτως του ανθρώπινου παράγοντα.

Συμπέρασμα

Συμπερασματικά, η πρόταση Οδηγίας της ΕΕ για τα περιβαλλοντικά εγκλήματα, σηματοδοτεί μια σημαντική πρόοδο στον τομέα της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Επιλέγοντας έναν ορισμό που εστιάζει στην απτή περιβαλλοντική βλάβη, και της ποινικοποίησης πράξεων από αμέλεια, η ΕΕ επιδεικνύει δέσμευση σε ένα πιο πρακτικό και αποτελεσματικό νομικό πλαίσιο. Αυτή η προσέγγιση διευρύνει το πεδίο των αξιόποινων αδικημάτων και ευθυγραμμίζεται περισσότερο με τις παραδοσιακές νομικές αρχές, ενισχύοντας την εκτελεστότητα και την αποτελεσματικότητα της Οδηγίας.

Βασικότερη επιτυχία της Οδηγίας είναι η απόκλισή της από το τεστ αναλογικότητας της IEP, το οποίο εξισορροπεί την περιβαλλοντική βλάβη με οικονομικά και κοινωνικά οφέλη. Αυτή η απόφαση αντικατοπτρίζει μια στροφή προς μια οικοκεντρική νομική προσέγγιση, δίνοντας προτεραιότητα στην εγγενή αξία του περιβάλλοντος έναντι των ανθρωποκεντρικών οφελών. Μια τέτοια κίνηση είναι αξιέπαινη και δυνητικά μεταμορφωτική, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή στο περιβαλλοντικό δίκαιο, όπου η διατήρηση και η προστασία των οικοσυστημάτων έχουν προτεραιότητα.

Κοιτάζοντας προς το μέλλον, αυτή η Οδηγία θα μπορούσε να αποδειχθεί ακρογωνιαίος λίθος στην εξέλιξη της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Οι δυνατότητές της να δημιουργήσει ένα ισχυρό νομικό προηγούμενο είναι σημαντικές, ανοίγοντας το δρόμο για πιο ολοκληρωμένους και αποτελεσματικούς νόμους που προστατεύουν το φυσικό περιβάλλον. Eπομένως, όχι μόνο αντιμετωπίζει τις τρέχουσες περιβαλλοντικές προκλήσεις, αλλά θέτει επίσης τις βάσεις για ένα πιο βιώσιμο και περιβαλλοντικά συνειδητό μέλλον. Εάν αντιμετωπίσει και το ζήτημα του πολύ υψηλού πήχη που απαιτείται ώστε τα περιβαλλοντικά εγκλήματα να θεωρηθούν οικοκτονία, τότε θα αποτελεί μια από τις σημαντικότερες και ριζοσπαστικότερες περιβαλλοντικές νομοθεσίες στην ιστορία.

Πηγές

Aparac, J. (2021). A missed opportunity for accountability. Völkerrechtsblog. Διαθέσιμο σε: https://doi.org/10.17176/20210709-135824-0

Ecocide: an Ambiguous Crime? (2022). EJIL: Talk! Διαθέσιμο σε: https://www.ejiltalk.org/ecocide-an-ambiguous-crime/

Environmental crimes: deal on new offences and reinforced sanctions | News | European Parliament. (n.d.). Διαθέσιμο σε: https://www.europarl.europa.eu/news/en/press-room/20230929IPR06108/environmental-crimes-deal-on-new-offences-and-reinforced-sanctions

Gillett, M. (2023). A tale of two definitions: Fortifying four key elements of the proposed crime of ecocide (Part I). Opinio Juris. Διαθέσιμο σε: https://opiniojuris.org/2023/06/20/a-tale-of-two-definitions-fortifying-four-key-elements-of-the-proposed-crime-of-ecocide-part-i/

Gillett, M. (2023). A tale of two definitions: Fortifying four key elements of the proposed crime of ecocide (Part II). Opinio Juris. Διαθέσιμο σε: https://opiniojuris.org/2023/06/20/a-tale-of-two-definitions-fortifying-four-key-elements-of-the-proposed-crime-of-ecocide-part-ii/

Greene, A. (2021). Mens Rea and the proposed legal definition of ecocide. Völkerrechtsblog. Διαθέσιμο σε:  https://doi.org/10.17176/20210707-135726-0

Heller, K. J. (2021). Skeptical Thoughts on the Proposed Crime of “Ecocide” (That Isn’t). Opinio Juris. Διαθέσιμο σε: https://opiniojuris.org/2021/06/23/skeptical-thoughts-on-the-proposed-crime-of-ecocide-that-isnt/

Heller, K. J. (2021). The crime of ecocide in action. Opinio Juris. Διαθέσιμο σε: https://opiniojuris.org/2021/06/28/the-crime-of-ecocide-in-action/

Mackintosh, K. (2023). European Parliament votes unanimously for ecocide. Opinio Juris. Διαθέσιμο σε: http://opiniojuris.org/2023/04/10/european-parliament-votes-unanimously-for-ecocide/

Stop Ecocide Foundation. (2021). Independent Expert Panel for the Legal Definition of Ecocide, Commentary and Core Text. Διαθέσιμο σε: https://static1.squarespace.com/static/5ca2608ab914493c64ef1f6d/t/60d7479cf8e7e5461534dd07/1624721314430/SE+Foundation+Commentary+and+core+text+revised+%281%29.pdf

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. (2023). Έκθεση σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου και την αντικατάσταση της οδηγίας 2008/99/ΕΚ (A9-0087/2023). Διαθέσιμο σε: https://www.europarl.europa.eu/doceo/document/A-9-2023-0087_EL.html

Πηγή εικόνας

Mackintosh, K. (2023). European Parliament votes unanimously for ecocide. Opinio Juris. Διαθέσιμο σε: http://opiniojuris.org/2023/04/10/european-parliament-votes-unanimously-for-ecocide/