γράφει ο Γιώργος Κωνσταντάκης
Στις 19 Δεκεμβρίου 2018 εκδικάστηκε η προσφυγή υπ΄ αριθμόν
20452/2014 κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας από την Ευρεία Σύνθεση
του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Προσφεύγουσα ήταν η κα. Chatitze Molla Sali η οποία και ισχυρίστηκε
ότι παραβιάστηκε το άρθρο 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ περί χρηστής απονομής
της δικαιοσύνης, καθώς και το άρθρο 14 που αφορά την απαγόρευση των
διακρίσεων σε συνδυασμό με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της
ΕΣΔΑ για την προστασία της ιδιοκτησίας οιουδήποτε φυσικού και
νομικού προσώπου.
Η υπόθεση αφορούσε τη σύνταξη δημόσιας διαθήκης από το σύζυγο της
προσφεύγουσας κο. Moustafa Molla Sali, μέλος της Μουσουλμανικής
κοινότητας της Θράκης, ο οποίος και πέθανε στις 21 Μαρτίου 2008.
Αξίζει να σημειωθεί δε ότι η διαθήκη είχε συνταχθεί νομότυπα κατά τις
διατάξεις του Αστικού Κώδικα και ο διαθέτης κατέλειπε ολόκληρο το
ακίνητό του στη σύζυγό του κα. Chatitze Molla Sali.
Μολαταύτα, στις 12 Δεκεμβρίου 2009, οι δύο αδελφές του αποθανόντος
συζύγου αμφισβήτησαν την εγκυρότητα της συνταχθείσας διαθήκης και
ισχυρίστηκαν ότι ακριβώς επειδή ο θανών ανήκε στη Μουσουλμανική
κοινότητα της Θράκης οι οποιεσδήποτε ανακύπτουσες κληρονομικές
διαφορές θα έπρεπε να υπαχθούν στο καθεστώς που ρυθμίζει ο Ισλαμικός
Ιερός Νόμος (Σαρία) και ως εκ τούτου στη δικαιοδοσία του μουφτή και
όχι σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Ισχυρίστηκαν δε ότι
η εφαρμογή των μουσουλμανικών εθίμων και του νόμου της Σαρία για
τους έλληνες υπηκόους αλλά μέλη της Μουσουλμανικής κοινότητας της
Θράκης καθορίζονται από το άρθρο 14 παρ.1 της Συνθήκης των Σεβρών
(επικυρωμένη με διάταγμα από το ελληνικό κράτος στις 29
Σεπτεμβρίου/30 Οκτωβρίου 1923) καθώς και από τα άρθρα 42 και 45 της
Συνθήκης της Λωζάνης (επικυρωμένη με διάταγμα στις 25 Αυγούστου
1923). Ακόμη, ισχυρίστηκαν ότι σύμφωνα με το μουσουλμανικό δίκαιο
η διαδοχή στην κληρονομία που καταλείπει ο κληρονομούμενος
στηρίζεται στην εξ αδιαθέτου και όχι στην εκ διαθήκης διαδοχή. Κατά το
Ισλαμικό Δίκαιο η βούληση του διαθέτη, εφόσον αυτός κληρονομείται
από μεταγενέστερους επιβιώσαντες αυτού στενούς συγγενείς, εξυπηρετεί
μόνο στη συμπλήρωση της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής.
Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο στη Ροδόπη απέρριψε την αγωγή των δύο
αδελφών με την υπ’αριθμόν 50/2010 εκδοθείσα απόφασή του. Το
δικαστήριο ορθά κατά τη γνώμη μου εκτίμησε ότι η εφαρμογή του
ισλαμικού νόμου όσον αφορά θέματα κληρονομικής διαδοχής στους
Έλληνες μουσουλμάνους κατά τρόπο που να τους εμποδίζει να
διαθέσουν την περιουσία τους εν αναμονή του θανάτου τους δημιουργεί
απαράδεκτη διάκριση λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων. Διαπίστωσε δε
ότι η επακόλουθη αδυναμία των εν λόγω προσώπων να συντάξουν
δημόσια διαθήκη με συμβολαιογράφο κατά τις διατάξεις του Αστικού
Κώδικα συνιστά παραβίαση του άρθρου 4 (αρχή της ισότητας), του
άρθρου 5 § 1 (ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας), του άρθρου 5 §
2 (αρχή της μη διάκρισης) και του άρθρου 13 § 1 (ελευθερία
θρησκευτικής συνείδησης) του Συντάγματος, καθώς και του άρθρου 14
της Σύμβασης και του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1.
Αποκρυστάλλωμα μιας τέτοιας σκέψης ήταν ότι δε μπορούσε να
ακυρωθεί η βούληση του διαθέτη ή να αντικατασταθεί οιοδήποτε από τα
έννομα αποτελέσματά της με το επιχείρημα ότι μια τέτοια βούληση
απαγορεύεται από το νόμο της Σαρία.
Στις 16 Ιουνίου 2010, οι αδελφές του αποθανόντος άσκησαν έφεση κατά
της προαναφερθείσας απόφασης. Στις 28 Σεπτεμβρίου 2011, το Εφετείο
της Θράκης απέρριψε την προσφυγή με την απόφαση υπ’ αριθμόν
392/2011. Το δικαστήριο έκρινε ότι, δεδομένου ότι o διαθέτης ήταν
ελεύθερος να επιλέξει τον τύπο διαθήκης που επιθυμούσε να καταρτίσει
κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του και ως εκ τούτου να εκπονήσει
δημόσια διαθήκη νομότυπα, σύμφωνα με το άρθρο 1724 του Αστικού
Κώδικα δεν ήταν υποχρεωμένος να ακολουθήσει το Ισλαμικό δίκαιο, το
οποίο δεν κάλυπτε θέματα που σχετίζονται με τέτοιες διαθήκες. Εύλογα
μπορούσε να καταρτίσει μια δημόσια διαθήκη με παρουσία
συμβολαιογράφου υπό τους ίδιους όρους με τους άλλους Έλληνες
υπηκόους.
Στις 23 Ιανουαρίου 2012, οι αδελφές του αποθανόντος άσκησαν
αναίρεση ενώπιον του Αρείου Πάγου σε σχέση με νομικά ζητήματα. Με
την απόφαση υπ’ αριθμόν 1862/2013 το Ανώτατο Δικαστήριο έκανε
δεκτή την προσφυγή. Σημείωσε ότι το άρθρο 10 του Ν. 2345/1920 περί
των ορίων της δικαιοδοσίας των μουφτήδων της Δυτικής Θράκης για
κληρονομικές διαφορές Μουσουλμάνων Ελλήνων πολιτών αναπαράγει
το περιεχόμενο του άρθρου 11 § 8.1 της Συνθήκης των Αθηνών,
σύμφωνα με το οποίο ο μουφτής ασκεί τη δικαιοδοσία έναντι των
μουσουλμάνων στους τομείς του γάμου, του διαζυγίου, της κηδεμονίας,
της διοίκησης καθώς και ως προς την ικανότητα των ανηλίκων, τις
ισλαμικές διαθήκες και την κληρονομική διαδοχή. Υπογράμμισε δε ότι ο
νόμος που διέπει τις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των Ελλήνων
υπηκόων της μουσουλμανικής πίστης, όπως ορίζεται στην
προαναφερθείσα Συνθήκη που κυρώθηκε από την Ελλάδα, ήταν
σύμφωνος με το άρθρο 28 §1 του Συντάγματος. Με την απόφαση υπ’
αριθμόν 183/2015 της 15ης Δεκεμβρίου 2015, το Εφετείο στο οποίο και
επέστρεψε η υπόθεση προκειμένου να επανεκδικαστεί στην ουσία της
ανέστειλε την απόφαση του Πρωτοδικείου της Ροδόπης την 1η Ιουνίου
2010.
Έτσι, το ΕΔΔΑ σημείωσε ότι η παρούσα υπόθεση υπογραμμίζει το
γεγονός πως η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη η οποία, μέχρι
την κρίσιμη περίοδο, εφάρμοσε το νόμο της Σαρία σε ένα τμήμα των
πολιτών της ενάντια στις επιθυμίες τους. Αυτό είναι ιδιαίτερα
προβληματικό στην προκειμένη περίπτωση διότι η εφαρμογή του νόμου
της Σαρία εξαρτούσε μια κατάσταση που βλάπτει τα ατομικά δικαιώματα
μιας χήρας που κληρονόμησε το σύζυγό της κατά τις διατάξεις του
Αστικού Κώδικα. Γι’ αυτό και δέχτηκε ότι εν προκειμένω υπήρξε
παραβίαση του άρθρου 14 της Σύμβασης σε συνδυασμό με το άρθρο 1
του Πρωτοκόλλου αριθ. 1.
Έτσι, ο νόμος 4511/2018 ρυθμίζει στο άρθρο 1 ήδη τα σχετικά με τη
δικαιοδοσία των Μουσουλμάνων Θρησκευτικών Λειτουργών. Πλέον, τα
διάδικα μέρη εφόσον συναινούν μπορούν να υπαχθούν στη δικαιοδοσία
του μουφτή προκειμένου να επιλυθεί η εκάστοτε διαφορά που ανακύπτει
σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 5 του νόμου 1920/1991
(καθήκοντα του Μουφτή), ενώ η υπαγωγή αυτή στη δικαιοδοσία του
Μουφτή αποκλείει τη δικαιοδοσία των τακτικών δικαστηρίων. Για τις
κληρονομικές διαφορές δε ορίζεται ότι εφαρμογή κατά τεκμήριο
βρίσκουν οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα εκτός και αν ο διαθέτης
επιθυμεί να υπαχθεί η κληρονομική του διαδοχή στον Ιερό
Μουσουλμανικό Νόμο. Τέλος, αξίζει να επισημανθεί ότι η παράβαση του
άρθρου 14 σε συνδυασμό με το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1 δεν
διαπιστώθηκε λόγω της μουσουλμανικής πίστης της προσφεύγουσας
αλλά του συζύγου της και αυτό είναι ένα από τα κεντρικά ζητήματα στην
εν λόγω υπόθεση για την οποία και καταδικάστηκε η χώρα μας.
ΠΗΓΕΣ:
10 ν. 2345/1920 – Τα όρια της δικαιοδοσίας των μουφτήδων της Δυτικής
Θράκης για κληρονομικές διαφορές Μουσουλμάνων Ελλήνων πολιτών
στο φώς των θεμελιακών κανόνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα,
ΜΠρΡοδόπ 9/2008 με σημ. Ε. Μπαλογιάννη, Περιοδικό Δίκη, 2008.
Διαθέσιμο σε
http://www.kostasbeys.gr/articles.php?s=4&mid=1479&mnu=3&id=251
10
İlker Tsavousoglou, The Curious Case of Molla Sali v. Greece: Legal
Pluralism Through the Lens of the ECtHR, Strasbourg Observers,
January 11, 2019. Διαθέσιμο σε
https://strasbourgobservers.com/2019/01/11/the-curious-case-of-molla-
sali-v-greece-legal-pluralism-through-the-lens-of-the-ecthr/
Case of MOLLA SALI v. GREECE, 20452/14, Διαθέσιμο σε
https://hudoc.echr.coe.int/eng#{%22itemid%22:[%22001-188985%22]}