Γράφει ο Νίκος Ζίνγκο
Η μεταπολεμική περίοδος του 20ου αιώνα έφερε πολλές αλλαγές στην εξέλιξη του διεθνούς δικαίου, καθώς τα κράτη συνειδητοποίησαν ότι, εκτός από τη ρύθμιση των μεταξύ τους σχέσεων, ήταν αναγκαίο να ρυθμιστούν νομικά και άλλες πτυχές της διεθνούς πραγματικότητας που είχαν πλέον εμφανιστεί στο προσκήνιο. Μεταξύ αυτών, ήταν και το καθεστώς του εξωατμοσφαιρικού διαστήματος και η νομική ρύθμιση των δραστηριοτήτων στο χώρο αυτόν.
Όλα ξεκίνησαν το 1957, όταν η Σοβιετική Ένωση κατάφερε να θέσει σε τροχιά τον διαστημικό πύραυλο Σπούτνικ, καθιστώντας τον ως τον πρώτο δορυφόρο που κατάφερε κάποιο κράτος να στείλει στο διάστημα. Δεδομένου ότι αυτό το γεγονός έλαβε χώρα κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, όπου οι δύο υπερδυνάμεις της εποχής, η ΕΣΣΔ και οι ΗΠΑ, ανταγωνίζονταν η μία την άλλη σε μια ατέρμονη κούρσα εξοπλισμών, δημιούργησε ανησυχίες στη διεθνή κοινότητα για επέκταση του ανταγωνισμού στο διαστημικό χώρο, με εγκατάσταση συμβατικών και πυρηνικών οπλικών συστημάτων.
Συνεπώς, η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας μέσω του ΟΗΕ ήταν σχεδόν ταχύτατη και έτσι, μέσω διάφορων αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών δημιουργήθηκε ένα νομικό πλαίσιο για τη διαχείριση του διαστήματος, χωρίς να υπάρχει κάποια ουσιαστική ενασχόληση στα πλαίσια του δυσβάσταχτου, για την εποχή χώρο. Η αρχή έγινε με την υπογραφή και επικύρωση της Σύμβασης για το Εξωατμοσφαιρικό Διάστημα (OST) το 1967.
Αυτή η Σύμβαση αποτελεί θεμέλιο λίθο για το καθεστώς του διαστήματος, καθώς ήδη από τα πρώτα δύο άρθρα διαφαίνονται οι κανόνες για τη διακυβέρνηση του χώρου και για τις θεμιτές χρήσεις που προάγονται. Πρόκειται για την αρχή της ελευθερίας εξερεύνησης και εκμετάλλευσης του διαστήματος προς όφελος όλων των κρατών, η οποία καθιερώνεται από το άρθρο 1 της OST και για την αρχή της μη οικειοποίησης, που αναφέρεται στο άρθρο 2 της OST, όπου αναγράφεται και η απαγόρευση κάθε είδους οικειοποίησης και προβολής κυριαρχικών δικαιωμάτων στο διάστημα.
Μέσα από την OST και τις ακόλουθες Συνθήκες, θα μπορούσε κανείς να πει πως τα ερωτήματα που προέκυψαν σχετικά με τη χρήση του διαστήματος είχαν απαντηθεί και ότι πλέον οι συνθήκες διαχείρισης αυτού του ιδιαίτερου χώρου είχαν αποσαφηνιστεί. Παρ’ όλα αυτά, κανείς δεν μπορούσε εκείνη την εποχή να προβλέψει τα ζητήματα που θα ερχόντουσαν στην επιφάνεια μακροπρόθεσμα. Το κύριο ζήτημα που έχει προκύψει και για το οποίο οι γνώμες διίστανται είναι η σταδιακή ιδιωτικοποίηση του διαστήματος, μέσω της ανάδυσης ιδιωτικών συμφερόντων εμπορικής εκμετάλλευσης των διαστημικών πόρων, κάτι το οποίο φαίνεται να αντιβαίνει στην αρχή της μη οικειοποίησης.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχουν τρεις κύριοι λόγοι που οδήγησαν στην εμφάνιση αυτού του φαινομένου· πρώτον, η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, που οδήγησε πολλούς στην αίσθηση, ότι οι κανόνες που είχαν υιοθετηθεί για το διάστημα ήταν παρωχημένοι και ξεπερασμένοι χωρίς να μπορούν να συμβαδίσουν με τα δεδομένα της εποχής, καθώς οι κανόνες εκείνοι αντικατόπτριζαν τις τότε τεχνολογικές δυνατότητες των κρατών, οι οποίες σε σχέση με τη σημερινή εποχή ήταν πολύ περιορισμένες. Δεύτερον, η αδράνεια της διεθνούς κοινότητας, ιδιαίτερα μετά την αποτυχία ευρείας αποδοχής της Σύμβασης για τη Σελήνη, όσον αφορά την επεξεργασία νέων κανόνων, άφησε πολλές πτυχές του νομικού καθεστώτος του διαστήματος αρκετά ασαφείς, όπως οι δραστηριότητες των ιδιωτών στο διάστημα. Τρίτον, η αρκετά γενικόλογη διατύπωση των κανόνων, που αφήνει ελεύθερο το πεδίο στα κράτη να δίνουν μία ευρεία ερμηνεία σε μία διάταξη με τρόπο που εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.
Αυτό ακριβώς διαπιστώνεται στις μέρες μας για τη διάταξη του άρθρου 2 της OST που αναφέρεται στην αρχή της μη οικειοποίησης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα χώρας, η οποία ενθαρρύνει ιδιωτικές δραστηριότητες σχετικά με διαστημικούς πόρους είναι οι ΗΠΑ. Πιο συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ υπέγραψαν την US Commercial Space Launch Competitiveness, που μεταξύ άλλων προβλέπει την δυνατότητα των Αμερικανών πολιτών να προβάλλουν ιδιοκτησιακούς τίτλους σε ορυκτούς πόρους από αστεροειδείς. Σχετικά με αυτό, υπάρχει διχογνωμία στη διεθνή κοινότητα, καθώς κάποιοι υποστηρίζουν ότι η αρχή της μη οικειοποίησης αναφέρεται μονάχα σε απαγόρευση άσκησης κυριαρχίας σε τμήμα του διαστήματος και όχι σε απαγόρευση ιδιοκτησίας των ορυκτών πόρων, επομένως η εν λόγω αρχή και το δίκαιο του διαστήματος δεν παραβιάζονται. Κάποιοι άλλοι τάσσονται υπέρ της άποψης, ότι η αρχή της μη οικειοποίησης αφορά και το θέμα της απαγόρευσης προβολής ιδιοκτησιακού τίτλου επί ορυκτών πόρων από ιδιώτες, τονίζοντας ιδιαίτερα το άρθρο 6 της OST περί διεθνούς ευθύνης των κρατών, όχι μόνο για κρατικές αλλά και για μη κρατικές δραστηριότητες. Μέσα, λοιπόν, από το παράδειγμα των ΗΠΑ, γίνεται αντιληπτός ο τρόπος με τον οποίο οι τρεις προαναφερθέντες λόγοι έχουν επενεργήσει στα σημερινά ζητήματα που αφορούν το εξωατμοσφαιρικό διάστημα, τουλάχιστον σε επίπεδο διεθνούς δικαίου.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι, μετά την πρώτη διαστημική δραστηριότητα των κρατών το 1957, τα κράτη μπόρεσαν να έρθουν σε συνεννόηση, μέσα σε ένα αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα, προκειμένου να μπορούν από κοινού να διαχειρίζονται και να εξερευνούν αυτό τον αχανή χώρο για το όφελος της ανθρωπότητας. Οι μετέπειτα αγκυλώσεις, όμως, που επακολούθησαν οδήγησαν σε στασιμότητα και όχι περαιτέρω εξέλιξη του δικαίου του διαστήματος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, κράτη, όπως οι ΗΠΑ, να έχουν βρει το πάτημα να ερμηνεύουν την αρχή της μη οικειοποίησης με τρόπο που θα τους επέτρεπε να δημιουργήσουν εθνικές νομοθεσίες για ιδιωτική χρήση του διαστήματος, με ό,τι θα μπορούσε να συνεπάγεται αυτή η χρήση για την ακεραιότητα του διαστημικού χώρου. Αυτό που χρειάζεται είναι να στρέψουμε την προσοχή μας στους υφιστάμενους κανόνες δικαίου του διαστήματος, υπό το φως των νέων συνθηκών της τεχνολογικής εξέλιξης και να ξεκινήσουν νέες διαδικασίες διαπραγματεύσεων και νομοπαραγωγής με γνώμονα το διεθνές κοινό συμφέρον.
Βιβλιογραφία
- Α. Γιόκαρης, Γ. Κυριακόπουλος, Διεθνές Δίκαιο Εναέριου Χώρου και Διαστήματος, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2020
- K. Nyman Metcalf, A Legal View on Outer Space and Cyberspace: Similarities and Differences, The Tallin Papers, 2018 (διαθέσιμο στο https://www.ccdcoe.org/uploads/2018/10/Tallinn-Paper_10_2018.pdf) .
- J. G. Wrench, Non-Appropriation, No Problem: The Outer Space Treaty Is Ready for Asteroid Mining, Case Western Reserve Journal of International Law, Volume 51, Issue 1, Article 11, 2019 (διαθέσιμο στοhttps://scholarlycommons.law.case.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=2546&context=jil) .
- P. J. Blount, C. J. Robison, One Small Step: The Impact of the U.S. Commercial Space Launch Competitiveness Act of 2015 on the Exploitation of Resources in Outer Space, North Carolina Journal of Law and Technology, Volume 18, Issue 2, 2016(διαθέσιμο στο https://orbilu.uni.lu/bitstream/10993/35951/1/2016%20-Blount%20%26%20Robison%20-%20One%20Small%20Step.pdf).