Γράφει ο Ιωάννης Κρόμπας
Είναι πλέον γενικώς παραδεκτό πως τα αποτελέσματα της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής γίνονται ολοένα κι πιο ορατά. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, μεγάλο βάρος έχει δοθεί στην ανάγκη μετάβασης σε μία οικονομία μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα, έτσι ώστε η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας να περιοριστεί στους +1.5℃ σύμφωνα με όσα έχουν οριστεί στην Συμφωνία του Παρισίου (COP 21). Η επίτευξη του στόχου αυτού θα διατηρούσε σχετικά σταθερό το κλίμα σε παγκόσμια κλίμακα, εντούτοις σε τοπική κλίμακα, ορισμένα «σημεία καμπής» έχουν ήδη ξεπεραστεί, πράγμα που σημαίνει πως σε ορισμένες περιοχές, οι αλλαγές που έχουν επέλθει στο κλίμα είναι πλέον μόνιμες και μη αναστρέψιμες.
Για τον σκοπό αυτό η κλιματική πολιτική δεν περιορίζεται στην εκμηδένιση των εκπομπών άνθρακα, αλλά επεκτείνεται και στην προσαρμογή στις νέες κλιματικές συνθήκες, προκειμένου να μετριαστούν οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα από τις μόνιμες δυσμενείς μεταβολές του κλίματος. Τους βασικούς άξονες των πολιτικών της κλιματικής αλλαγής αποτελούν i) η διαχείριση υδάτων, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ξηρασία και η λειψυδρία σε τοπικό επίπεδο, ii) η αλλαγή καλλιεργειών, προκειμένου να επανακαθοριστούν ποιες καλλιέργειες είναι αποδοτικές υπό τις νέες κλιματικές συνθήκες ανά γεωγραφική περιοχή και iii) η δημιουργία υποδομών (και η ενίσχυση των υφισταμένων), ανθεκτικών στις νέες κλιματολογικές συνθήκες και στα ολοένα κι πιο συχνά ακραία καιρικά φαινόμενα.
Ο κίνδυνος της μη προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή
Προκειμένου να γίνει καλύτερα κατανοητή η σημασία των πολιτικών της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή συχνή πρακτική είναι η σύγκριση με ένα υποθετικό σενάριο, στο οποίο οι πολιτικές αυτές δεν λαμβάνουν χώρα. Όσον αφορά τη διαχείριση υδάτων και την προσαρμογή των καλλιεργειών τα αποτελέσματα είναι εύκολο να γίνουν αντιληπτά: Η λειψυδρία και η μείωση της γεωργικής παραγωγής θα προκαλέσει κοινωνική αναταραχή και εσωτερική ή γενική μετανάστευση οδηγώντας ολόκληρες περιοχές σε ερημοποίηση και οικονομική παρακμή, ειδικότερα στις αναπτυσσόμενες και λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες.
Ωστόσο, στην περίπτωση της ανθεκτικότητας των υποδομών στα ολοένα και συχνότερα ακραία καιρικά φαινόμενα τα κανάλια επίδρασης της κλιματικής αλλαγής είναι πιο σύνθετα. Κατ’ αρχήν, καθώς τα ακραία καιρικά φαινόμενα αυξάνονται σε συχνότητα, οι παρεμβάσεις του κράτους για την ανοικοδόμηση των πληγεισών περιοχών γίνονται αντίστοιχα συχνότερες, την στιγμή που τα φορολογικά έσοδα μειώνονται (αφού σε περιοχές όπου συμβαίνουν καταστροφές όπως πλημμύρες ή πυρκαγιές η οικονομική δραστηριότητα ελαττώνεται), δημιουργώντας έτσι δημοσιονομική πίεση, ειδικότερα στις περιπτώσεις μικρών, λιγότερο ανεπτυγμένων κρατών. Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Μοζαμβίκης, η οποία το 2019 επλήγη από 2 τυφώνες. Για την αποκατάσταση των ζημιών που οι τυφώνες αυτοί προκάλεσαν, το δημόσιο χρέος της χώρας κλιμακώθηκε στο 113% του ΑΕΠ (ενώ λίγα χρόνια πριν, το 2013 βρισκόταν μόλις στο 54%). Πριν καν προλάβει να ολοκληρωθεί η αποκατάσταση των ζημιών, η χώρα χτυπήθηκε από άλλους 2 τυφώνες το 2021, για την αντιμετώπιση των συνεπειών των οποίων το δημόσιο χρέος αυξήθηκε περαιτέρω στο 125%-130% του ΑΕΠ.
Ο κίνδυνος ωστόσο δεν περιορίζεται στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες αφού και σε χώρες με ανεπτυγμένη ασφαλιστική αγορά, που αποζημιώνει για τέτοιου είδους καταστροφές, υπάρχουν κανάλια που μπορεί να οδηγήσουν σε αντίστοιχες πιέσεις. Για παράδειγμα στην Ελλάδα, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις έδωσαν το 2021 και το 2022 σε αποζημιώσεις λόγω φυσικών καταστροφών, ποσό ίσο με αυτό που είχαν δώσει αθροιστικά όλη την αμέσως προηγούμενη δεκαετία. Επομένως, σε περίπτωση που δεν υπάρξει προσαρμογή στις νέες κλιματολογικές συνθήκες (με νέους όρους δόμησης, ανθεκτικά φράγματα, δρόμους κλπ.), η αύξηση της συχνότητας των ακραίων καιρικών φαινομένων θα οδηγήσει είτε σε θεαματική αύξηση των ασφαλίστρων, αυξάνοντας τα κόστη των επιχειρήσεων είτε (σε ένα ακραίο σενάριο) σε συστημική κρίση προερχόμενη από αδυναμία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Αντίστοιχη είναι και η επίπτωση των ακραίων καιρικών φαινομένων στην οικονομία μέσω των επιχειρηματικών και στεγαστικών δανείων, αφού επιχειρήσεις και νοικοκυριά που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές είναι πιθανότερο να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των επισφαλών δανείων και τελικά σε πιέσεις στον τραπεζικό τομέα. Για τον λόγο αυτό η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει εντάξει τα κλιματικά stress tests στις τακτικές αξιολογήσεις των χαρτοφυλακίων των ευρωπαϊκών συστημικών τραπεζών.
Γίνεται επομένως εύκολα αντιληπτό πως η μη προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή μπορεί να οδηγήσει σε μία οικονομική κρίση, και μάλιστα χωρίς να έχουν προσμετρηθεί οι άμεσες απώλειες από τις ίδιες τις φυσικές καταστροφές, οι οποίες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης πλέον ανέρχονται στα €12 δις. κατ’ έτος.
Κόστος και ωφέλειες από την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή
Η Διεθνής Επιτροπή για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή εκτίμησε το κόστος προσαρμογής στις νέες κλιματικές συνθήκες για την δεκαετία που διανύουμε στα $1.8 τρις. Ποσό μικρό, αν αναλογιστεί κανείς πως οι απαραίτητες επενδύσεις για την πράσινη μετάβαση ξεπερνούν τα $40 τρις. για το ίδιο διάστημα, σύμφωνα με τον IRENA. Αντίστοιχα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εκτιμήσει πως το κόστος θωράκισης των δημόσιων υποδομών απέναντι στα ακραία κλιματικά φαινόμενα αντιστοιχεί κατά μέσο όρο στο 3% του αρχικού προϋπολογισμού τους.
Κι αν οι αρχικές προσεγγίσεις στην εκτίμηση της σχέσης κόστους-οφέλους θεωρούσαν τις επενδύσεις για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή ως ένα κόστος απαραίτητο για να αποφύγουμε άλλα, υψηλότερα κόστη, οι νεότερες προσεγγίσεις είναι αρκετά πιο αισιόδοξες. Σύμφωνα με την επικρατέστερη από τις προσεγγίσεις αυτές, την προσέγγιση του «Τριπλού Μερίσματος» οι επενδύσεις προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή ωφελούν τις κοινωνίες μέσα από τρία κανάλια: Πρώτον, πράγματι αποσοβούν (ή έστω ελαχιστοποιούν) τις ζημιές που προκαλούνται από τα ολοένα και συχνότερα κλιματικά φαινόμενα. Η μείωση αυτή του κινδύνου ωστόσο δεν επιτρέπει μόνο την συνέχιση της οικονομικής δραστηριότητας αλλά ενθαρρύνει κι την περαιτέρω ανάπτυξη της, δεδομένου ότι οι ενισχυμένες υποδομές καθιστούν βιώσιμες επενδύσεις που ήταν κλιματικά ευάλωτες ακόμα και πριν την κλιματική αλλαγή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στην βιβλιογραφία είναι το ενισχυμένο φράγμα στον ποταμό Τάμεση που θεωρείται ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη του ανατολικού Λονδίνου, μέσω της ελαχιστοποίησης του κινδύνου πλημμύρας. Το τρίτο και τελευταίο μέρισμα είναι οι εκτός του συστήματος της αγοράς ωφέλειες, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, οικοσυστημάτων και ειδών προς εξαφάνιση αλλά και της βελτίωσης του επιπέδου ευημερίας των κοινοτήτων που, χωρίς την πραγματοποίηση των εν λόγω επενδύσεων, θα ήταν ευάλωτες στα ακραία καιρικά φαινόμενα.
Μελέτες της Παγκόσμιας Τράπεζας, μέσω προσομοιώσεων έχουν προσπαθήσει να ποσοτικοποιήσουν τις αποδόσεις των επενδύσεων για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, καταλήγοντας ότι η πιθανότητα να έχουν θετική απόδοση οι εν λόγω επενδύσεις αγγίζει το 96%, με την μέση απόδοση να είναι $4 για κάθε επενδυμένο δολάριο (δηλαδή 400%), ενώ υπάρχει 25% πιθανότητα να ξεπεράσει ακόμα και το 600%. Μάλιστα, στηριζόμενο στις παραπάνω προσομοιώσεις, η Διεθνής Επιτροπή για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή εκτίμησε πως οι απαραίτητες επενδύσεις μπορούν να παράξουν ωφέλειες της τάξης των $7.1 τρις μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Συμπερασματικά, γίνεται αντιληπτό πως δεν νοείται ολοκληρωμένη πολιτική πράσινης και βιώσιμης ανάπτυξης χωρίς να ληφθεί υπόψιν η ανάγκη προσαρμογής στην βλάβη που το κλίμα έχει ήδη υποστεί. Στο παραπάνω πλαίσιο στην COP28 τα ποσά που αποφασίστηκε να διατεθούν έφτασαν περίπου τα $200 δις, ποσό σημαντικό αν και μακριά τόσο από τα συνολικά αναγκαία κεφάλαια των $1.8 τρις αλλά και από τον στόχο της τάξης των $300 δις που είχε τεθεί για το 2023.
Τέλος, πρέπει να τονιστεί πως η συχνότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων και της σταδιακής αλλαγής του κλίματος είναι συνάρτηση της αύξησης της θερμοκρασίας και άρα της ταχύτητας με την οποία υλοποιείται η πράσινη μετάβαση. Τυχόν αποτυχία στον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας στον +1.5℃, θα οδηγήσει τόσο αύξηση των συνεπειών από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όσο και του κόστους προσαρμογής σε αυτά.
Πηγές
Τζώρτζη, Ε. (2023). Αποζημιώσεις μιας 10ετίας σε μόλις 2 χρόνια. Η Καθημερινή. Διαθέσιμο σε: https://www.kathimerini.gr/economy/562607659/apozimioseis-mias-10etias-se-molis-2-chronia/
Adaptation Fund (2023). Adaptation Fund Mobilizes Over US$ 192 Million in New Pledges at COP28 for the Most Climate-Vulnerable. Adaptation Fund. Διαθέσιμο σε: https://shorturl.at/fuyzR
Barbaglia, L., Fatica, S. and Rho, C. (2023). Flooded Credit markets: physical climate risk and small business lending. European Commission JRC Working Papers in Economics and Finance. Διαθέσιμο σε: https://publications.jrc.ec.europa.eu/repository/handle/JRC136274
Boldini S., Ceglar, A., Lelli, C., Panisi, L. and Heemskerk, I. (2023). Living in a world of disappearing nature: physical risk and the implications for financial stability. ECB. Διαθέσιμο σε: https://www.ecb.europa.eu/pub/pdf/scpops/ecb.op333~1b97e436be.en.pdf
European Commission (2015). Closing the climate protection gap- Scoping policy and data gaps. European Commission. Διαθέσιμο σε: https://shorturl.at/dmtCY
Global Commission on Adaptation (2018). Adapt Now: A Global Call For leadership on Climate Resilience. Global Commission on Adaptation. Διαθέσιμο σε: https://gca.org/about-us/the-global-commission-on-adaptation/
Hallegate, S., Rentschler, J. and Rozenberg, J. (2019). Lifelines: The Resilient Infrastructure Opportunity. World Bank. Διαθέσιμο σε: https://shorturl.at/jALMV
IRENA (2021). World Energy Transitions Outlook: 1.5°C Pathway. IRENA. Διαθέσιμο σε: https://www.irena.org/publications/2021/March/World-Energy-Transitions-Outlook
OECD (2022). Building Financial Resilience to Climate Impacts: A Framework for Governments to Manage the Risks of Losses and Damages. OECD. Διαθέσιμο σε: https://www.oecd-ilibrary.org/environment/building-financial-resilience-to-climate-impacts_9e2e1412-en
Tanner T., Surminski S., Wilkinson, E., Reid, R., Rentschler, J., and Rajput, S. (2015). The Triple Dividend of Resilience: Realizing development goals through the multiple benefits of disaster risk management. World Bank. Διαθέσιμο σε: https://shorturl.at/bpwGK
UNFCCC (2023). COP28 Agreement Signals “Beginning of the End” of the Fossil Fuel Era. UNFCCC. Διαθέσιμο σε: https://shorturl.at/iqG05