Loading...
Πρόσφατες αναλύσεις
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Οικονομία

Η πολιτική διακυβέρνση της ΟΝΕ ως κύριο ζητούμενο για την αντιμετώπιση των κρίσεων της ΕΕ

Γράφει η Αντιγόνη Χριστακάκου

Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αποτελεί ένα δυναμικό φαινόμενο, το οποίο δεν μπορεί να εξετάζεται μονομερώς και συνδέεται κατά κύριο λόγο με το σύνολο των διαδικασιών που οδηγούν σε μία καινούργια μορφή οργάνωσης με υπερεθνικά και υπερκρατικά χαρακτηριστικά. Η ενοποίηση αυτή πραγματοποιείται με εμβάθυνση σε στάδια μέχρι η ένωση να αποκτήσει μια τελική μορφή, αυτή της πολιτικής ένωσης. Ειδικότερα, ένα από τα πιο σημαντικά στάδια ολοκλήρωσης είναι η ΟΝΕ, καθώς οι οικονομίες των κρατών κατέχουν πρωταρχικό ρόλο στο οικοδόμημα της ΕΕ, τόσο στον τρόπο διαχείρισης των κρίσεων, όσο και την προώθηση ή μη της αρχής της αλληλεγγύης μεταξύ των μελών. Παρόλα αυτά, οι αδυναμίες που παρουσιάζονται σε ότι αφορά το νομικό πλαίσιο που περικλείει τις πολιτικές των κρατών σε ευρωπαϊκό επίπεδο κάνει ακόμα πιο εμφανή τα εμπόδια στη συνοχή και την ανάγκη δημιουργίας πολιτικής ένωσης.

Κατ’ αρχάς, η οικονομική και νομισματική ένωση (ΟΝΕ) αποτελεί ένα προηγμένο στάδιο ενοποίησης με πολυεθνικά χαρακτηριστικά και για να είναι απόλυτα αποδοτική προϋποθέτει μια κοινή νομισματική πολιτική που ακολουθείται από τις στενά συνδεδεμένες οικονομικές πολιτικές των κρατών μελών. Ωστόσο, η αποδοτικότητα αυτή επηρεάζεται άμεσα από τις δράσεις των κρατών, διότι τα ίδια έχουν τον πρωταρχικό ρόλο στη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής τους, δρώντας πάντα σύμφωνα με την αρχή του ελεύθερου ανταγωνισμού και της ανοικτής αγοράς (Άρθρα 120 και 121 ΣΛΕΕ). Η εν λόγω δικαιοδοσία αποτελεί αναμφισβήτητα εμπόδιο στην οικονομική συνοχή της ΕΕ, γεγονός που φάνηκε στην αντιμετώπιση της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης που μεταφέρθηκε από τις ΗΠΑ χωρίς να αφήσει ανέπαφες τις χώρες του ευρώ, προξενώντας μάλιστα και μακροχρόνιες συνέπειες σε μερικές από αυτές. Οι αποκεντρωμένες οικονομικές πολιτικές δημιούργησαν επιπτώσεις που δεν ήταν παρόμοιες ανά κράτος, κάτι που οφείλεται ως ένα βαθμό στις διαφορετικές αντιλήψεις αναφορικά με τη διαχείριση των δημοσιονομικών διευθετήσεων, αλλά και την απουσία μιας κοινής πολιτικής που προϋπόθετε την παράλληλη κοινή πολιτική διακυβέρνηση.

Εν συνεχεία, η νομισματική πολιτική της Ευρωζώνης ορίζεται αυστηρά από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με πρωταρχικό στόχο την διατήρηση της σταθερότητας των τιμών (Άρθρο 127, ΣΛΕΕ). Παρόλο που η ΕΚΤ κατέχει αποκλειστικά την αρμοδιότητα της διαχείρισης της νομισματικής πολιτικής, αυτό δεν σημαίνει ότι οι νομισματικές συνθήκες δεν επηρεάζονται από τις οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές που εμπίπτουν στην εθνική αρμοδιότητα των κρατών. Επιπλέον, είναι σημαντικό να ειπωθεί πως η δημοσιονομική πολιτική αποτελεί το κυριότερο πεδίο έκφρασης της οικονομικής κυριαρχίας από τη στιγμή που ο προϋπολογισμός αποτελεί μέσο προσανατολισμού της οικονομίας, όντας στενά συνδεδεμένος με τις κυβερνητικές πολιτικές. Οι στόχοι των κρατών διαφέρουν στο δημοσιονομικό πεδίο, παρατηρώντας ότι τα περιφερειακά κράτη επιδιώκουν συγκυριακούς στόχους με μείωση της ύφεσης σε αντίθεση από τα κράτη του ευρωπαϊκού βορρά που αποβλέπουν σε στόχους διαρθρωτικής βελτίωσης μέσω των επενδύσεων. Επομένως, οι νομισματικές συνθήκες επηρεάζονται άμεσα από την εν λόγω διαφοροποίηση με αποτέλεσμα να δημιουργούνται αποκλίνουσες συμπεριφορές στην διαδικασία λήψης κοινών πολιτικών αποφάσεων για την επίτευξη οικονομικής σταθερότητας και αποτελεσματική διαχείριση των κρίσεων.

Φυσικά, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιβλέπει την τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Πιο συγκεκριμένα, η Επιτροπή εξετάζει την δημοσιονομική πειθαρχία των κρατών μελών ως μέτρο πρόληψης βάσει συγκεκριμένων κριτήριων, με την παράλληλη θέσπιση κανόνων που αποσκοπούν στην αποφυγή υπερβολικών κρατικών ελλειμμάτων, ενώ σε περίπτωση μη συμμόρφωσης μετά από μία χρονοβόρα διαδικασία επιβάλλονται κυρώσεις. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν προβλέπει την θέσπιση κυρώσεων για το δημόσιο χρέος με αποτέλεσμα πολλές φορές τα δημοσιονομικά ελλείμματα των κρατών αφενός να είναι κάτω του 3% του ΑΕΠ τους (άρθρο 126 ΣΛΕΕ), αφετέρου να αυξάνουν το δημόσιο χρέος χωρίς την επιβολή κυρώσεων, φαινόμενο που παρατηρείται σε χώρες της ΕΕ, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία. Σαφώς, αυτό προκαλεί σημαντικά εμπόδια στην αποδοτικότητα της ΟΝΕ, καθώς σύμφωνα με ιστορικά παραδείγματα νομισματικών ενώσεων όπως αυτών των ΗΠΑ, του Καναδά, της Γερμανίας και της Αργεντινής κατά τον 19ο – 20ο αιώνα, μια εύρυθμη νομισματική ένωση απαιτεί ισχυρές και καινοτόμες προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση περιφερειακών προβλημάτων με τα κατάλληλα κίνητρα για τη διατήρηση των δημόσιων ελλειμάτων υπό έλεγχο, με περιβάλλον χαμηλού επιτοκίου και με αποτελεσματικά μέσα για την εξάλειψη των μεταδοτικών προβλημάτων (ECB’s Financial Stability Report, 2012),

Τα προαναφερθέντα λειτουργικά προβλήματα της ΟΝΕ γίνονται ολοένα και εντονότερα σε περιόδους οικονομικής αστάθειας, όπου αναγκαία προϋπόθεση αποτελεί η ύπαρξη αλληλέγγυας συμπεριφοράς των κρατών μεταξύ τους. Η αλληλεγγύη μπορεί να επιβληθεί από μία ανώτατη μορφή διακυβέρνησης πέρα από τις εθνικές αρμοδιότητες, καθώς η κρίση πολλές φορές είναι μεταδοτική και οι επιπτώσεις της δεν είναι πάντα ισόβαρες. Εστιάζοντας στο σήμερα, στην τεράστια υγειονομική κρίση, γίνεται αντιληπτό πως η Ευρώπη δεν διαθέτει ακόμα ένα συλλογικό μηχανισμό αντιμετώπισης κρίσεων. Ενδεχομένως, η στήριξη από την ΕΚΤ και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας να είναι ζωτικής σημασίας, κάτι που φαίνεται η Ένωση να επιδιώκει, ωστόσο το να καταμεριστεί το κόστος αυτής της ασύμμετρης κρίσης αποτελεί προτεραιότητα των ίδιων των κρατών βασισμένα στην ύπατη αρχή της αλληλεγγύης. Τέλος, η έλλειψη πολιτικής διακυβέρνησης φαίνεται να αποτελεί το κυριότερο ζητούμενο για μία αποτελεσματική και θεσμικά δυνατή ένωση, αφού σε περιόδους κρίσης τα κράτη πρέπει να δρουν συντονισμένα, συμβάλλοντας στην συνοχή και υπερασπίζοντας τις σημαντικότερες αξίες της ΕΕ, αποφεύγοντας τις αστοχίες του παρελθόντος.

Βιβλιογραφία

Λιαργκόβας Παναγιώτης και Παπαγεωργίου Χρήστος, Το ευρωπαϊκό Φαινόμενο, Εκδόσεις Τζιόλας σελ.515-550, 2018.

Μούσης Νίκος, Ευρωπαϊκή Ένωση, Εκδόσεις Παπαζήση, σελ.125-153, 2018.

Παπαστάμκος Γεώργιος και Κότιος Άγγελος, Η κρίση της Ευρωζώνης, Ναυτεμπορική,Ιούλιος 11, 2011.Διαθέσιμο σε https://m.naftemporiki.gr/story/329780

Agnès Bénassy-Quéré, Giancarlo Corsetti, Antonio Fatás, Gabriel Felbermayr, Marcel Fratzscher, Clemens Fuest, Francesco Giavazzi, Ramon Marimon, Philippe Martin, Jean Pisani-Ferry, Lucrezia Reichlin, Hélène Rey, Moritz Schularick, Jens Südekum, Pedro Teles, Nicolas Véron, Beatrice Weder di Mauro, COVID-19 economic crisis: Europe needs more than one instrument, VOX CERP Policy Portal, 2020. Διαθέσιμο σε https://voxeu.org/article/covid-19-economic-crisis-europe-needs-more-one-instrument

Banque de France, Public debt, monetary policy and financial stability, Financial Stability Review, No16, 2012. Διαθέσιμο σε https://conference.nber.org/conferences/2012/SI2012/GFCs12/Constancio-Contagion%20and%20the%20European%20Debt%20Crises.pdf.