γράφει η Δήμητρα Λογοθέτη
Περισσότεροι από δέκα εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο, εκτιμάται ότι είναι ανιθαγενείς, δηλαδή δεν κατέχουν κάποια εθνικότητα, αλλά ούτε και έγγραφα που να αποδεικνύουν την ταυτότητά τους. Το φαινόμενο της <<ανιθαγένειας>> πλήττει κυρίως τη Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα τη Συρία, για την οποία μάλιστα δεν αποτελεί ένα νέο πρόβλημα, το οποίο καλείται να αντιμετωπίσει τα τελευταία έτη. Αντιθέτως, είναι ένααρκετά οικείο ζήτημα για τη χώρα. Πληθυσμοί απάτριδων διέμεναν στην επικράτεια αυτής και πριν από την τρέχουσα κρίση, λόγω νομοθετικών κενών του εσωτερικού της δικαίου, o αριθμός των ανιθαγενών αυξάνεται ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια, καθώς η κρίση στη Συρία έχει επιδεινώσει την κατάσταση, δημιουργώντας κατάλληλες συνθήκες, ώστε να προκύπτουν τέτοιες κοινωνικές ομάδες. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες εκτιμά , πως υπήρχαν 160.000 ανιθαγενείς στο συριακό έδαφος το 2015·αριθμός, ωστόσο, που δεν περιλαμβάνει τους Παλαιστινίους της χώρας, οι οποίοι ανέρχονται περίπου σε μισό εκατομμύριο.
Το νομικό καθεστώς της ανιθαγένειας
Η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το 1948 προβλέπει το δικαίωμα όλων των ανθρώπων να έχουν τουλάχιστον μία ιθαγένεια. Το δικαίωμα στην ιθαγένεια αναγνωρίζεται επίσης σε μια σειρά Διεθνών Συμβάσεων, μεταξύ των οποίων βρίσκονται το Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων και η Αμερικανική Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Αραβικός Χάρτης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα προβλέπει πως «καθείς έχει το δικαίωμα στην ιθαγένεια» και το Σύμφωνο για τα Δικαιώματα του Παιδιού στο Ισλάμ αναφέρεται στην κατοχύρωση του δικαιώματος του παιδιού στην ιθαγένεια των γονιών του.
Για την ενίσχυση της προστασίας των ανιθαγενών, η διεθνής κοινότητα υιοθέτησε το 1954 τη Σύμβαση για το Καθεστώς των Ανιθαγενών που συμπληρώνει τις διατάξεις των διεθνών συνθηκών για τα ανθρώπινα δικαιώματα. H Σύμβαση ορίζει ως ανιθαγενή το πρόσωπο «το οποίο ουδέν κράτος θεωρεί ως υπήκοόν του κατ’ εφαρμογήν της νομοθεσίας του». Οι λεγόμενοι defacto ανιθαγενείς, δεν προστατεύονται από τη Σύμβαση, αλλά δικαιούνται προστασίας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ οι ανιθαγενείς πρόσφυγες προστατεύονται από τη Σύμβαση του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων. Ορίζεται λοιπόν, πως κανείς ανιθαγενής δε θα αντιμετωπίζεται χειρότερα από έναν αλλοδαπό που έχει ιθαγένεια και αναγνωρίζεται ότι οι ανιθαγενείς είναι περισσότερο ευάλωτοι σε σύγκριση με άλλους αλλοδαπούς και έτσι προβλέπει μια σειρά ειδικών για αυτούς μέτρων. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται το δικαίωμα στη διοικητική αρωγή, στα έγγραφα ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά έγγραφα, καθώς και απαλλαγή από τις απαιτήσεις αμοιβαιότητας. Επιπρόσθετα, ορίζει πως οι ανιθαγενείς πρέπει να αντιμετωπίζονται όπως οι πολίτες του κράτους σε σχέση με το δικαίωμα ελευθερίας άσκησης των θρησκευτικών καθηκόντων και το δικαίωμα πρόσβασης στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Σε κάθε περίπτωση, οφείλουν να συμμορφώνονται με τους νόμους και τους κανονισμούς της χώρας διαμονής τους.
Παρόλα αυτά, η απόλαυση των δικαιωμάτων που εγγυάται η Σύμβαση δεν ισοδυναμεί με την απόδοση ιθαγένειας. Όσο εκτεταμένα και αν είναι τα δικαιώματα που χορηγούνται στους ανιθαγενείς, η προστασία αυτών βάσει της Σύμβασης για το Καθεστώς των Ανιθαγενών 1954 πρέπει να αντιμετωπίζεται ως προσωρινή λύση για όσο διερευνώνται οι πιθανοί δίοδοι για την απόκτηση ιθαγένειας. Για το λόγο αυτό, η διεθνής κοινότητα υιοθέτησει το 1961 τη Σύμβαση για τη Μείωση της Ανιθαγένειας, με στόχο την παροχή στα κράτη κατάλληλων μέσων ώστε να επιλύσουν, αλλά και να αποφύγουν, περιπτώσεις ανιθαγένειας.
Συριακή κρίση
Από το 2012 και μετά, η αστάθεια στην περιοχή της Συρίας έχει αυξήσει κατακόρυφα τις εν δυνάμειευπαθείς κοινωνικές ομάδες να βρεθούν υπό το καθεστώς της ανιθαγένειας. Δεδομένου ότι ο μισός πληθυσμός της Συρίας έχει εκτοπισθεί ή μετακινηθεί, πολλοί είναι αυτοί που έχουν χωριστεί από τις οικογένειές τους και δε διαθέτουν πλέον έγγραφα που αποδεικνύουν την ταυτότητα, την καταγωγή και την υπηκοότητά τους, είτε επειδή αυτά χάθηκαν, είτε καταστράφηκαν, είτε κατασχέθηκαν. Το καθεστώς του ISIS έχει καταστήσει αδύνατο για όσους ζουν υπό τον έλεγχό του να δηλώσουν το παιδί τους στους κρατικούς φορείς, ενώ η απουσία των Ηνωμένων Εθνών ή άλλης διεθνούς οργάνωσης στις περιοχές αυτές, δυσχεραίνει περισσότερο την κατάσταση. Πάνω από 300 χιλιάδες Σύρια παιδιά έχουν γεννηθεί εκτός της πατρίδας τους, χωρίς να έχουν κανένα μέσο να αποδείξουν την καταγωγή τους. Η κατάσταση γίνεται πιο δύσκολη αν λάβουμε υπόψιν ότι, σύμφωνα με τους συριακούς νόμους, οι γυναίκες δεν έχουν το δικαίωμα να δώσουν την ιθαγένειά τους στα παιδιά τους, καθώς αυτή δίδεται μόνο από τον πατέρα. Έτσι, τα παιδιά των ξένων μαχητών μπορούν να λάβουν μόνο την ιθαγένεια του πατέρα τους, έστω κι αν αυτός είναι πολύ πιθανό να καταλήξει νεκρός ή κρατούμενος.
Η ανιθαγένεια <<ακολουθεί>> τα άτομα αυτά καθ΄όλη τη διάρκεια της ζωής τους, μιας και το ζήτημα αυτό δεν επιλύνεται με την άφιξη του πρόσφυγα σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην Ειδική Αναφορά της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σχετικά με την δράση “Ending Stateless Within 10 Years”, ο Gabir, ένας ανιθαγενής από τη Μέση Ανατολή που πλέον έχει εγκατασταθεί στο Βέλγιο, «δεν μπορεί να παντρευτεί τη φίλη του που είναι πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης επειδή είναι άπατρις και δεν διαθέτει τα απαραίτητα έγγραφα. Δεν μπορεί επίσης να αναγνωρίσει τυπικά την πατρότητα του παιδιού του.» Οι ανιθαγενείς διατρέχουν ακόμη και τον κίνδυνο σύλληψης ή κράτησης τους κάθε μέρα λόγω απουσίας ταυτότητα και ζουν σε συνεχή φόβο μήπως απελαθούν από την χώρα στην οποία έχουν καταφύγει. Κάποιες φορές μάλιστα επιλέγουν να χωριστούν από την οικογένειά τους σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να μην κληροδοτήσουν το καθεστώς της ανιθαγένειας στα παιδιά τους.
Καταλήγοντας, το καθεστώς της ανιθαγένειας οδηγεί σε διακρίσεις, οι οποίες είναι εκ διαμέτρου αντίθετες με όσα ορίζει το Διεθνές Δίκαιο. Δραστηριότητες όπως η εγγραφή στο σχολείο ή η μετακίνηση, οι οποίες θα έπρεπε να είναι αυτονόητες, καθίστανται σχεδόν αδύνατες. Οι ανιθαγενείς στερούνται της δυνατότητας να συνάψουν γάμο ή να εργαστούν νόμιμα, ενώ ακόμη και η δυνατότητα να κατοικούν νόμιμα στη χώρα γέννησής τους αμφισβητείται. Κρίνεται αναγκαίο η Συρία να τροποποιήσει την νομοθεσία της σχετικά με την ιθαγένεια, αλλά και η Διεθνής Κοινότητας να αντιμετωπίσει το ζήτημα αυτό πιο ενεργά και ουσιαστικά.
Πηγές: • Emma Batha, Factbox: Stateless groups around the world, August 23, 2011 Διαθέσιμο σε: http://www.reuters.com/article/us-stateless-groups-idUSTRE77M2AS20110823 (Ημερομηνία επίσκεψης: 2019, 20 Φεβρουαρίου)• Foreign Affairs, Nadim Houry, Children of the Caliphate, November 22, 2016, Διαθέσιμο σε: https://www.foreignaffairs.com/articles/levant/2016-11-22/children-caliphate (Ημερομηνία επίσκεψης: 2019, 20 Φεβρουαρίου)• Oxford Human Rights Hub, Dilys Hartley, Statelessness and the Syrian Conflict, June 21, 2017, Διαθέσιμο σε: http://ohrh.law.ox.ac.uk/statelessness-and-the-syrian-conflict/ (Ημερομηνία επίσκεψης: 2019, 20 Φεβρουαρίου)• The Norwegian Refugee Council (NRC), Stateless populations in Syria, Διαθέσιμο σε: http://www.syrianationality.org/index.php?id=19(Ημερομηνία επίσκεψης: 2019, 20 Φεβρουαρίου)• UNHCR, A Special Report: Ending Stateless Within 10 Years• UNHCR, Προστατεύοντας τους Ανιθαγενείς, Η Σύμβαση του 1954 για το Καθεστώς των Ανιθαγενών