Γράφει ο Μάνος Δραγώγιας
Είναι αλήθεια, πως αρκετά χρόνια πριν, ο ανθρώπινος νους μαχόμενος μετά φόβου και ταλαιπωρίας δε θα μπορούσε να φανταστεί πως με το πάτημα ενός και μόνο διακόπτη αρκετοί από τους εχθρούς του, στο δύσκολο και πολύ πιο διαφορετικό πεδίο της μάχης, θα τον αφήναν σε πλήρη ησυχία, και πιθανότατα για πολύ καιρό. Η εφεύρεση που το έκανε αυτό εφικτό δεν είναι άλλη από τον πύραυλο.
O πύραυλος είναι μια μηχανή, η οποία εκτός από τα καύσιμα της μεταφέρει μαζί και το απαραίτητο για την καύση οξυγόνο (αντίθετα με άλλους κινητήρες εξωτερικής καύσης οι οποίοι δανείζονται οξυγόνο από την ατμόσφαιρα). «Αυτάρκης» σε οξυγόνο- το οποίο είναι γνωστό πως δεν υπάρχει πέραν της γήινης ατμόσφαιρας- ο πύραυλος προσφέρεται ως η απόλυτη μηχανής και για τις διαπλανητικές πτήσεις. Η προώθηση του δεν εξαρτάται από το ύψος στο οποίο δύναται να φτάσει. Αντίθετα όσο ψηλότερα ανέρχεται και όσο αραιώνει η ατμόσφαιρα, τα αέρια καύσης εξατμίζονται ταχύτερα και, κατά συνέπεια, ο πύραυλος, ο οποίος αναπτύσσει μεγάλη ταχύτητα, συναντά μικρότερη αντίσταση. Μάλιστα στο απόλυτο κενό, η αντίσταση εκμηδενίζεται. Από όλα αυτά είναι φανερό ότι ο πύραυλος είναι η προϋπόθεση της εξόδου ενός σώματος από την ατμόσφαιρα της Γης, στο διάστημα.
Στη σημερινή τους μορφή ως βλήματα μεγάλης ακτίνας, οι πύραυλοι είναι μία σχετικά νέα τεχνολογική κατάκτηση, η οποία εμφανίστηκε από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κι έπειτα. Έχουν όμως και αυτοί, όπως όλα γενικά τα είδη, τον μακρινό και ταπεινό τους πρόγονο καθώς όλες οι τέχνες οι οποίες βρίσκουν εφαρμογή σύμφωνα με τις λειτουργίες της φύσης, δεν εργάζονται με απότομα άλματα αλλά προχωρούν εξελικτικά. Οι πύραυλοι δεν αποτελούν εξαίρεση από τον γενικό αυτό κανόνα. Πρόγονος τους είναι η ταπεινή ρουκέτα-το πυροτέχνημα. Η ρουκέτα ή ροκέτα είναι ιταλική λέξη η οποία στα ελληνικά μεταφράζεται ως πύραυλος. Για το ίδιο φαινόμενο χρησιμοποιείται επίσης και η λέξη βολίδα. Βολίδα ονομάζεται ένα σώμα που βάλλει ένα βλήμα, ένα βέλος. Κατά συνέπεια, από τα αρχέγονα βέλη ξεκίνησαν οι καταπληκτικοί πύραυλοι.
Οι πύραυλοι όμως παρουσιάζουν ένα σημαντικό μειονέκτημα. Το μειονέκτημα είναι ότι καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες καυσίμων. Υπολογίζεται πως χρειάζονται πέντε χιλιόγραμμα καυσίμων κατά τόνο και για χρονικό διάστημα ενός δευτερολέπτου. Για να εξουδετερωθεί το μειονέκτημα, το οποίο προκύπτει από την μεγάλη κατανάλωση των καυσίμων, κατασκευάστηκαν οι πολλαπλοί και πολυτμηματικοί πύραυλοι για τα μεγάλα ύψη οι οποίοι βρίσκουν εφαρμογή στους δορυφόρους. Ο πύραυλος διαιρείται σε πολλούς ορόφους, οι οποίοι αποσπώνται και πέφτουν διαδοχικά μόλις καταναλωθούν τα καύσιμα τους και εκπληρωθεί η αποστολή τους. Κατά αυτόν τον τρόπο ελαφρύνεται το υπόλοιπο τμήμα του πυραύλου. Από αυτά, το ουσιώδες τμήμα του είναι ο κώνος εντός του οποίου βρίσκονται τα μετρικά όργανα ή οι εκρηκτικές ύλες. Ελαφρύτερος, μετά την απόσπαση των άλλων ορόφων του, ο πύραυλος εξακολουθεί την πορεία του έως το πιο μακρινό σημείο της διαδρομής του. Οι καταπληκτικοί αυτοί πύραυλοι έχουν λοιπόν ως πρόγονο την ρουκέτα, η οποία και την βολίδα (που πήρε το όνομά της από ένα ουράνιο φαινόμενο το οποίο προσδιορίζεται με την ίδια λέξη).
Ιστορικά, την πρώτη μνεία περί χρήσης των πυραύλων από τον άνθρωπο την βρίσκουμε σε ένα παλιό κινέζικο χειρόγραφο με ζωηρή εικονογράφηση. Θέμα του είναι ένα αρχαιότατο χρονικό της Άπω Ανατολής. Σε αυτό το χειρόγραφο αναφέρονται στα συγγράμματα τους όλοι εκείνοι, οι οποίοι προσπάθησαν κατά τα τελευταία έτη να εκλαϊκεύσουν το αλληλένδετο με τις αστρονομικές έρευνες θέμα των πυραύλων, όπως λ.χ. ο Γερμανός Willy Ley ή ο Γάλλος Ζωρζ Γκαλλέ.
Σύμφωνα με αυτό το χειρόγραφο, ο Ογκεντάι, γιός του Τζένκινς Χαν, του Μογγόλου κατακτητή, ορμώμενος από τη Βόρεια Κίνα, την οποία είχε κατακτήσει ο πατέρας του, βάδιζε προς το Νότο. Το έτος 1232 έφτασε κάτω από τα τείχη του Πεκίνο, πρωτεύουσα της πλούσιας επαρχίας του Χαναάν. Εκεί, οι Κινέζοι του επιφύλασσαν τη μεγαλύτερη έκπληξη της ζωής του καθώς χρησιμοποίησαν εναντίον των στιφών του δύο «μυστικά όπλα», των οποίων ήταν κάτοχοι. Το ένα εκ των όπλων εκείνων περιγράφεται στο Κινέζικο χειρόγραφο ως ένας πραγματικός «κεραυνός», ο οποίος δονούσε τα ουράνια. Το άλλο, ακόμη φοβερότερο, ήταν το «βέλος του ιπτάμενου πυρός».
Η περιγραφή την οποία δίνει το κινεζικό κείμενο και οι εικόνες που το συνοδεύουν, δείχνουν ότι ο κεραυνός δεν ήταν ουσιαστικά παρά μια μεγάλη «Κροτίδα». Όσο για τα βέλη του ιπτάμενου πυρός, αυτά δεν ήταν απλά βέλη εμποτισμένα μέσα σε εύφλεκτη πίσσα, αλλά πραγματικές βολίδες, που χάρις στο κοντάρι, στην μία άκρη του οποίου ήταν στηριγμένα εν είδη αιχμής, μπορούσαν να εξαπολύονται από ένα τόξο. Εκτοξευόμενες άναβαν και συνέχιζαν από μόνες τους την τροχιά τους. Με άλλα λόγια «πετούσαν». Ο «κεραυνός» και οι «ιπτάμενες αστραπές», τα δυο μυστικά όπλα των Κινέζων, έσπειραν τον τρόμο στις ορδές του Ογκεντάι.
Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν στην άποψη ότι τους πυραύλους, όπως και την πυρίτιδα, την εφηύραν πρώτοι οι κινέζοι. Υπάρχουν όμως και άλλοι, οι οποίοι πιστεύουν ότι και η πυρίτιδα και οι βολίδες ήταν πράγματα γνωστά στους Βυζαντινούς. Διαχρονικά θα μπορούσε να ειπωθεί πως ένα πιθανό ταξίδι τους στα ανατολικά της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τους έφερε πιο κοντά στον Βυζαντινό πολιτισμό. Πάντως οι βυζαντινοί ήταν κάτοχοι του περιβόητου «υγρού πυρός», το οποίο εξαπολυόμενοεντός δοχείων τα οποία ήταν στερεωμένα σε βέλη, κατέκαιγε τα εχθρικά πλοία, τις πολιορκούμενες πόλεις, και τα ξύλινα οχυρωματικά έργα εκείνης της εποχής. Το υγρό πυρ παρασκευαζόταν με την ανάμειξη πίσσας, τερεβινθίνης, θείου, ξυλανθράκων και συχνά ελαίου, νάφθας ή πετρελαίου. Οι Έλληνες προσέθεταν και αλάτι, αφού με τον καιρό είχαν παρατηρήσει ότι το συγκεκριμένο καρύκευμα είχε την ιδιότητα να καθιστά λαμπρότερη και πιο κίτρινη τη φλόγα, και επίσης όπως φαντάζονταν, περισσότερο θερμή (αυτό όμως είναι αμφίβολο). Η προσθήκη αυτή πρέπει να είχε την τάση μάλλον να ψυχραίνει την φλόγα, το ζωηρό, κίτρινο χρώμα της οποίας οφείλεται προφανώς στη σόδα την οποία εμπεριέχει το αλάτι.
Ειδικότερα όμως και όσον αφορά τους κινέζους, συνέτρεχε το εξής: «Στο εσωτερικό της αχανούς χώρας τους, μακριά της θάλασσας, το αλάτι είναι σπάνιο. Ως εκ τούτου μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι Κινέζοι δοκίμασαν να το αντικαταστήσουν με ένα προϊόν το οποίο μπορούσαν να προμηθεύονται ευκολότερα. Από πείρα ή τυχαία προσέφυγαν στο «νίτρο», το οποίο μοιάζει κατά την όψη και την γεύση κάπως με το αλάτι». Το νέο αυτό έναυσμα απέδιδε φλόγα ζωηρότερη και πιο θερμή, δεδομένου ότι το νίτρο περιέχει οξυγόνο για την δική του καύση. Η ανάμειξη ξυλανθράκων, θείου και νίτρου, απέδωσε το πρώτο πυροτεχνικό προϊόν, την πυρίτιδα, η οποία είχε τεράστια επίδραση στον ρου της ιστορίας της ανθρωπότητας.
Κατά πάσα πιθανότητα ο «κινέζος εφευρέτης», ενθουσιασμένος για την ανακάλυψη του, έσπευσε να την χρησιμοποιήσει, με σκοπό να κατασκευάσει αποτελεσματικότερο «εμπρηστικό βέλος». Αλλά όταν το βέλος αυτό, αφού τινάχτηκε από το τόξο του βγάζοντας φωτιά προς τα εμπρός, επέστρεψε αιφνίδια στον τοξότη, ο τοξότης ο οποίος ήταν ταυτοχρόνως και ο εφευρέτης, πρέπει να βυθίστηκε σε σκέψεις, ως προς τα αίτια τα οποία παρήγαγαν το απροσδόκητο εκείνο αποτέλεσμα. Τελικά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αν έστρεφε το κυλινδρικό δοχείο -το περιέχον το πυροτεχνικό μείγμα- κατά τρόπο ώστε να βγάζει την φωτιά προς τα πίσω, το βέλος θα προχωρά ταχύτερα και πιο μακριά προς την ενδεικτική διεύθυνση, δηλαδή το στόχο και όχι προς τον σκοπευτή. Η φωτιά δηλαδή που θα έβγαινε προς τα πίσω, θα έσπρωχνε το βέλος προς τα εμπρός, θα το «προωθούσε». Όταν λύθηκε αυτό το πρόβλημα, έφθανε να αφαιρεθεί από το βέλος η άχρηστη πλέον σιδερά αιχμή του, για να μεταβληθεί σε μια κλασική «βολίδα» με στέλεχος (κοντάρι). Αν οι κινέζοι πράγματι ανακάλυψαν την πυρίτιδα και τη βολίδα, οι δύο εκείνες εφευρέσεις διαδόθηκαν με τρομερή ταχύτητα.
Οκτώ περίπου έτη μετά την μάχη του Πιέν-Κίνγκ, περιήλθε στα χέρια ενός Άγγλου μοναχού, του Ρογήρου Βάκωνα (1215-1294), θεολόγου και φιλοσόφου, (ο οποίος είχε επονομασθεί από τους συγχρόνους του για την πολυμάθεια του «mira et profunda doctorem» -λατινικές λέξεις που σημαίνουν, διδάσκαλος θαυμαστός και βαθύς), μια πραγματεία γραμμένη στη λατινική γλώσσα που φέρει τον τίτλο «liber ignium», δηλαδή «βιβλίο των πυρών». Ο συγγραφέας του βιβλίου ο οποίος κρύβεται πίσω από το ψευδώνυμο Μάρκος Γράκχος, περιέγραψε στη λατινική γλώσσα τα εμπρηστικά και πυροτεχνικά μείγματα.
Την ίδια εποχή, ο Ibn Albaykhtar – ο «γιός του γιατρού των αλόγων»- περιέγραψε δια μακρών το «κινεζικό χιόνι», με άλλα λόγια το νίτρο, το κυριότερο υλικό στη σύνθεση της πυρίτιδας. Και περί το 1280, ένας άλλος, ο Hasan Al Marah, κατήρτισε μια συλλογή με όλες τις συνταγές για την κατασκευή της πυρίτιδας και ταυτόχρονα περιέγραψε και τον τρόπο της παραγωγής των «al sich em alkhatai» ή «κινεζικών βελών», με άλλα λόγια των βολίδων. Ο διάσημος ενετός εξερευνητής Μάρκο Πόλο, ο οποίος είχε διεισδύσει στο εσωτερικό της Κίνας, κατέστη και αυτός μάρτυρας των εκρηκτικών υλών και των βολίδων που χρησιμοποιούσαν οι Κινέζοι. Οι εφευρέσεις εκείνες του έκαναν φοβερή εντύπωση και όταν επέστρεψε στη Δύση, έκανε όπως ήταν φυσικό λόγο περί αυτών.
Έτσι κοντά στα τέλη του 13ου αιώνα, τα συγγράμματα του Ρογήρου Βάκωνα και του Αλβέρτου του Μεγάλου, ενός άλλου μοναχού, ο οποίος φημίζεται για τη σοφία του και είχε επονομασθεί «Doctor Universalis», δηλ. διδάσκαλος πασών των επιστημών, εισήγαγαν όπως ελέχθη προσφυώς, την πυρίτιδα στον πολιτισμό μας και περιέγραψαν την χρησιμοποίηση των βολίδων ως πολεμικών όπλων. Ευνόητο είναι ότι οι στρατιωτικοί τελειοποίησαν στη συνέχεια τα αρχέγονα εκείνα υποδείγματα. Μετά την παρέλευση σχεδόν ενός αιώνα οι συγγραφείς εκείνης της εποχής ανέφεραν διάφορα είδη βολίδων, όπως λ.χ. τις ιπτάμενες και τις υποβρύχιες. Οι τελευταίες χρησιμοποιούνται για πόλεμο σε θάλασσα. Η διάδοση τους έφτασε σε σημείο ώστε να τις χρησιμοποιούν ακόμη και οι πειρατές.
Οι βολίδες χρησιμοποιούνταν τότε για δύο σκοπούς: α) ως εμπρηστικά όπλα για την αποτέφρωση ξύλινων, χερσαίων και ναυτικών οχυρωμάτων και β) ως όπλα ψυχολογικά για την υπονόμευση του ηθικού του εχθρού. Με την πάροδο όμως του χρόνου, η τελειοποίηση των πυροβόλων όπλων, τηλεβόλων και τυφεκίων, κατέστησαν έκδηλα τα πλεονεκτήματα τους έναντι των πρωτόγονων πυραύλων, οι οποίοι έχασαν το ενδιαφέρον που παρουσίαζαν από στρατιωτικής άποψης. Από το 1500 είχε περάσει η μόδα τους. Ως όπλο πολέμου, η Δύση είχε λησμονήσει τους πυραύλους επί τρείς αιώνες. Δεν τους χρησιμοποιούσε παρά ως πυροτεχνήματα, κατά τις χαρμόσυνες εορταστικές μέρες.
Η ίδια η ιστορία όμως, σε συνδυασμό με την φυσική εξέλιξη των πραγμάτων και της εξελικτικής ανθρώπινης και ανήσυχης δραστηριότητας, θα μας αποδείξουν στη συνέχεια, τρόπους τους οποίους νεότεροι εφευρέτες-επιστήμονες κατόρθωσαν μέσω της μηχανικής και φυσικής έρευνας, να οδηγήσουν στην εξέλιξη των πρώιμων πυραυλικών συστημάτων σε μελλοντική, δυναμική, πολεμική σύγχρονη μηχανή. Οδεύοντας στα τέλη του 18ου αιώνα, η εκμετάλλευση αυτού του νέου όπλου έφερε τον κόσμο της στρατηγικής και του πολέμου προ τετελεσμένων γεγονότων. Η συμμετοχή τους σε κάθε νέο πόλεμο είχε από στρατιωτικής –κυρίως- αλλά και πολιτικής απόψεως και ισχύος, πολύ ενδιαφέρον.
Πηγές;
- Publiques Paris, Pierre Bergé & associés (2014). Livres Anciens & Modernes Autographes & Manuscripts. Διαθέσιμο σε: https://cdn.drouot.com/d/catalogue?path=berge/18062014/berge_18062014_bd.pdf
- World History Encyclopaedia, στα Ελληνικά. Διαθέσιμο σε: https://www.worldhistory.org/trans/el/1-16532/
- Παρασκευή Μ, (2019).Εισαγωγή στους πυραύλους.Πανεπιστήμιο Αιγαίου – Τμήμα Μαθηματικών, Πτυχιακή εργασία. Διαθέσιμο σε: https://hellanicus.lib.aegean.gr/bitstream/handle/11610/23854/%CE%95%CE%99%CE%A3%CE%91%CE%93%CE%A9%CE%93%CE%97%20%CE%A3%CE%A4%CE%9F%CE%A5%CE%A3%20%CE%A0%CE%A5%CE%A1%CE%91%CE%A5%CE%9B%CE%9F%CE%A5%CE%A3%20%CE%A0%CE%A4%CE%A5%CE%A7%CE%99%CE%91%CE%9A%CE%97_ver_10.pdf?sequence=3&isAllowed=y
- Travis Τ. S, (2009). Introduction to Rocket Science and Engineering-CRC Press.
Πηγή εικόνας:
https://greekworldhistory.blogspot.com/2015/05/blog-post_15.html