Γράφει ο Δημήτρης Κανδηλάπτης
Πρόλογος
Στο πρώτο μέρος της ανάλυσης του Μετα-Λειτουργισμού (δείτε εδώ) , επιχειρήθηκε μια ανάλυση των βασικών αρχών της θεωρίας. Στο Β΄ μέρος της ανάλυσης θα αξιολογηθεί εμπειρικά η εφαρμογή της συγκεκριμένης σχολής σκέψης σε μια πολύ γνώριμη ιστορική περίοδο. Πιο συγκεκριμένα, στο παρακάτω κείμενο θα λάβει χώρα η αξιολόγηση του Μετα-Λειτουργισμού στην πράξη, κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων μεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης του 2015 και των άλλων χωρών αλλά και θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το συγκεκριμένο case study, συγκεντρώνει μεγάλη σημασία, όσον αφορά την ανάλυση της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, διότι ήταν η πρώτα φορά στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου η κυβέρνηση μια χώρας εκλέχθηκε ώστε να εναντιωθεί στις υφιστάμενες πολιτικές της ΕΕ. Η υπογραφή των μνημονίων, μπορεί να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα της διαδικασίας ολοκλήρωσης, διότι μέσω αυτών των συμφωνιών, ενισχυόταν η περεταίρω συνεργασία στο πλαίσιο της ΕΕ.
Ο Μετα-Λειτουργισμός στην Ελλάδα
Σύμφωνα με την θεωρία, οι δύο βασικοί παράγοντες που μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη της διαδικασίας της ολοκλήρωσης είναι η μείωση της δυνατότητας για διεξαγωγή δημοψηφίσματος και η ύπαρξη κυβερνήσεων που είναι σύμμαχοι της ΕΕ. Όσον αφορά τον δεύτερο παράγοντα, μέχρι το 2015, οι τρεις διαφορετικοί κυβερνητικοί συνασπισμοί που σχηματίστηκαν στην Ελλάδα υποστήριζαν τις πολιτικές της ΕΕ. Όσον αφορά το δημοψήφισμα, η μοναδική φορά που συζητήθηκε ήταν το 2011, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου δήλωσε την προθυμία του για διεξαγωγή δημοψηφίσματος σχετικά με το δεύτερο Μνημόνιο. Ωστόσο, οι ηγέτες των άλλων κρατών επιτέθηκαν εναντίον του και το δημοψήφισμα δεν πραγματοποιήθηκε (Zahariadis, 2017).
Τον Δεκέμβριο του 2014, το ελληνικό κοινοβούλιο δεν κατάφερε να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας και σύμφωνα με το σύνταγμα, η χώρα οδηγήθηκε σε εθνικές εκλογές. Στις εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στις 25 Ιανουαρίου του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ έλαβε 36,3% και σχημάτισε κυβέρνηση συνεργασίας με τους «Ανεξάρτητους Έλληνες». Ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε το μοναδικό ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα στην ΕΕ που κατάφερε να κερδίσει εθνικές εκλογές. Η συνεργασία μιας κυβέρνησης που δεν περιλάμβανε κανένα «παραδοσιακό» κόμμα και έθετε ως στόχο την απόρριψη των πολιτικών της ΕΕ ήταν καινούριο και μοναδικό φαινόμενο για την ΕΕ (Schimmelfennig, 2017). Ο Μετα-Λειτουργισμός θα πίστευε ότι η εκλογή μιας κυβέρνησης που αντιτάχθηκε έντονα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις πολιτικές της για χρόνια, καθώς και ένα αρνητικό δημοψήφισμα που προκάλεσε αντιδράσεις, θα έπρεπε να έχει ως αποτέλεσμα τη διάσπαση, δηλαδή το Grexit. Οπότε οι δύο υποθέσεις του Μετα-Λειτουργισμού είναι:
Υπόθεση 1: Τα πολιτικά κόμματα, που συνθέτουν τις εθνικές κυβερνήσεις διαμορφώνουν τη διαδικασία ολοκλήρωσης
Υπόθεση 2: Τα δημοψηφίσματα περιορίζουν τις επιλογές για ολοκλήρωση
Ανάλυση των γεγονότων
Στην τελευταία του ομιλία πριν από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι “η Ευρώπη θα αλλάξει”, “τα Μνημόνια τελείωσαν”, ενώ εξέφρασε και την αναγκαιότητα για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Επιπλέον, το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ δύο χρόνια πριν τις εκλογές, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «το πρόγραμμα του κόμματος είναι να “ακυρώσει τα Μνημόνια , να αναδιαπραγματευτεί τις συμβάσεις του δανείου και να απαιτήσει την αναστροφή της τρεχούσης μεθόδου, υπό την οποία λαμβάνει χώρα η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» (Zahariadis, 2017). Ήταν αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση επιθυμούσε μια αλλαγή όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε ολόκληρη την ΕΕ. Ωστόσο, το χρονικό πλαίσιο ήταν πολύ περιορισμένο λόγω του γεγονότος ότι το προηγούμενο Μνημόνίο, που είχε υπογραφεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, εξέπνεε στο τέλος του Φεβρουαρίου. Ως εκ τούτου, οι συναντήσεις μεταξύ των μελών της κυβέρνησης τoy ΣΥΡΙΖΑ και των αρχών της ΕΕ ξεκίνησαν αμέσως. Η πρώτη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε ήταν μεταξύ του προέδρου του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, και του νέου υπουργού Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη. Στη συνέντευξη Τύπου μετά τη συνάντησή τους στην Αθήνα, ο κ.Ντάισελμπλουμ δήλωσε ότι το υπογεγραμμένο Μνημόνιο έπρεπε να επεκταθεί και να ολοκληρωθεί. Από την άλλη, ο κ.Βαρουφάκης δήλωσε ότι η επέκταση του προγράμματος δεν ήταν η πρόθεση της νέας κυβέρνησης και ανακοίνωσε επίσης ότι η νέα κυβέρνηση δεν είχε ενδιαφέρον να συνεργαστεί με τους τεχνοκράτες της Τρόικα (The Guardian, 2015). Στο κλείσιμο της συνέντευξης Τύπου, ο κ.Βαρουφάκης είπε επίσης ότι ο στόχος της κυβέρνησης είναι ένα νέο πρόγραμμα, το οποίο θα έπρεπε να συνδυάσει τις προτάσεις των αρχών της ΕΕ και αυτές που είχαν παράσχει οι ελληνικές αρχές.
Τις επόμενες μέρες, ο κ.Βαρουφάκης επισκέφθηκε τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο Βερολίνο. Ο κ.Βαρουφάκης (2017) περιέγραψε τη συνάντηση ως αντιπαραγωγική. Σύμφωνα με τον πρώην υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας, ο κ.Σόιμπλε εξέφρασε την απροθυμία του να συζητήσει τις προτάσεις του για το πιθανό νέο πρόγραμμα και δήλωσε ότι αυτή η συζήτηση είναι ζήτημα για τους τεχνοκράτες της Τρόικα. Η ένταση μεταξύ τους συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου παρά τη μετριοπαθή δήλωση του κ.Βαρουφάκη ότι το 65% των απαιτήσεων του Μνημονίου θα μπορούσαν να εμπερικλείονται στην νέα συμφωνία. Ο Γερμανός υπουργός εξέφρασε την ανάγκη για την Ελλάδα να υπακούσει στο υπάρχον πρόγραμμα, το οποίο έπρεπε να ολοκληρωθεί. Επιπλέον, δήλωσε ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ήταν εκτός συζήτησης (New York Times, 2015). Ήταν προφανές σε ολόκληρη την Ευρώπη ότι μια τελική συμφωνία θα ήταν πολύ δύσκολη. Οι προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που επιθυμούσαν να αλλάξουν την πολιτική ολοκλήρωσης στην Ευρώπη, συγκρούονταν με τις επιθυμίες των αρχών της ΕΕ και των εκπροσώπων των ισχυρών κρατών, που επιθυμούσαν τη διατήρηση του status quo.
Οι δύο πλευρές κατέληξαν σε μια «συμφωνία-γέφυρα» στις 20 Φεβρουαρίου. Η συμφωνία αφορούσε την παράταση του προγράμματος έως το τέλος του Ιουνίου, με σκοπό να εξασφαλισθεί χρόνος για τις διαπραγματεύσεις και ταυτόχρονα να διασφαλιστεί η ασφάλεια στη ρευστότητα των χρημάτων στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια αυτού του χρονικού διαστήματος, από το τέλος του Φεβρουαρίου μέχρι το τέλος του Ιουνίου, οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν με έντονες συζητήσεις και έφτασαν στο αποκορύφωμά τους στις 25 Ιουνίου, λίγες μέρες πριν λήξει το ήδη παρατεθέν Μνημόνιο. Οι θεσμοί της ΕΕ είχαν ήδη απορρίψει, τρεις μέρες νωρίτερα, στις 22 Ιουνίου, το ελληνικό σχέδιο που περιλάμβανε μέτρα αξίας 7,9 δισεκατομμυρίων ευρώ για να εξασφαλιστεί μια πρόσθετη παράταση του προγράμματος.
Οι επόμενες συζητήσεις δεν οδήγησαν σε συμφωνία και οι ευρωπαίοι ηγέτες συνιστούσαν στην Ελλάδα να αποδεχθεί την τελική προσφορά που είχε προταθεί από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ στις 25 Ιουνίου. Το σχέδιο των θεσμών της ΕΕ αναφερόταν σε ένα νέο Μνημόνιο με μέτρα λιτότητας. Ο Τσίπρας και το υπουργικό του συμβούλιο είδαν αυτή την προσφορά ως ένα τελεσίγραφο, που αποτελούνταν από μέτρα που ήταν αντίθετα προς τις βασικές αρχές και αξίες της Ευρώπης (Rori, 2016). Στις 12 το βράδυ της 27ης Ιουνίου, ο Πρωθυπουργός Τσίπρας ανακοίνωσε στον ελληνικό λαό την διεξαγωγή δημοψηφίσματος στις 5 Ιουλίου σχετικά με την πρόταση των θεσμών. Οι δύο δυνατές επιλογές ψήφου ήταν το “Ναι” ή το “Όχι”, με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίζει την ψήφο στο “Όχι”. Τελικά, ο ελληνικός λαός ψήφισε υπέρ του “Όχι”, το οποίο έλαβε το 61% των συνολικών ψήφων. Τις επόμενες μέρες, ο κ.Τσίπρας κλήθηκε στις Βρυξέλλες για να συζητήσει το μέλλον της Ελλάδας στην Ευρώπη. Μετά από 17 ώρες συζητήσεων, η ελληνική κυβέρνηση αποδέχτηκε ένα νέο Μνημόνιο, καθώς ο κ.Τσίπρας ήρθε αντιμέτωπος με μια δύσκολη απόφαση: να αποδεχθεί έναν πονηρό συμβιβασμό ή να αντιμετωπίσει μια οικονομική καταστροφή.
Η Απόρριψη του Μετα-Λειτουργισμού
Ο Μετα-Λειτουργισμός, σύμφωνα με τη θεωρία του, θα περίμενε να συμβεί ένα Grexit. Μια ριζοσπαστική κυβέρνηση, που δήλωσε σαφώς ότι ήθελε να αλλάξει ολόκληρη την Ευρώπη και ένα δημοψήφισμα με αρνητικό αποτέλεσμα για την πορεία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωση θα έπρεπε να ενισχύσουν αυτήν την προσδοκία. Ωστόσο, τα αποτελέσματα των γεγονότων που αναφέρθηκαν παραπάνω δεν επιβεβαίωσαν τη θεωρία. Οι υποθέσεις αυτής της μελέτης απορρίφθηκαν και οι δύο. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος σύμφωνα με την πρώτη υπόθεση, παρά το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δηλώσει ότι επιθυμούσε να αλλάξει τις λειτουργικές μορφές στην Ευρώπη και να αντικαταστήσει τις πολιτικές της ΕΕ με το πρόγραμμα της κυβέρνησης, το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων δεν οδήγησε σε αυτήν την κατεύθυνση. Η θεωρία του Μετα-Λειτουργισμού πιστεύει ότι ένα κόμμα και η ιδεολογία του μπορούν να αλλάξουν την πολιτική ολοκλήρωσης της Ευρώπης. Από την άλλη πλευρά, οι εκπρόσωποι της ΕΕ έδειξαν την πρόθεσή τους για τη διατήρηση του status quo και την επέκταση των προγραμμάτων λιτότητας. Ο τρόπος λειτουργίας της ΕΕ και οι περιορισμοί που υπάρχουν στις διαπραγματεύσεις μεταξύ κυβερνήσεων οδηγήσαν τελικά στην απόρριψη της πρώτη υπόθεσης, μη επιβεβαιώνοντας την θεωρία του Μετα-Λειτουργισμού.
Σχετικά με το δημοψήφισμα, ο Μετα-Λειτουργισμός ισχυρίζεται ότι ένα αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα περιορίζει τον χώρο για ολοκλήρωση και περαιτέρω συζήτηση. Ωστόσο, αυτό δεν συνέβη στην περίπτωση της Ελλάδας το 2015 και ως αποτέλεσμα η δεύτερη υπόθεση απορρίπτεται επίσης. Την επόμενη μέρα μετά το 61% του “Όχι”, όλη η Ευρώπη πίστευε ότι ένα Grexit ήταν πιο κοντά από ποτέ. Ότι θα μπορούσε να είναι το πιο λογικό αποτέλεσμα σύμφωνα με τον Μετα-Λειτουργισμό. Ωστόσο οι προθέσεις και των δύο πλευρών δεν ήταν αυτές. Τόσο η Ελληνική κυβέρνηση, όσο και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ, αλλά και οι θεσμοί επιθυμούσαν μια συμφωνία μέσα στο πλαίσιο της ΕΕ. Έτσι, μετά από μια 17ωρη συζήτηση, πραγματοποιήθηκε η περεταίρω Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και συμφωνήθηκε ένα νέο πρόγραμμα.
Επίλογος
To συγκεκριμένο άρθρο, πραγματοποίησε μια εμπειρική ανάλυση της θεωρίας του Μετα-Λειτουργισμού, σε μια πολύ σημαντική περίοδο για την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ, έφερε την ΕΕ για πρώτη φορά αντιμέτωπη με μια κυβέρνηση, η οποία ήθελε να εναντιωθεί στις πολιτικές οι οποίες επιδείνωσαν την λιτότητα. Σύμφωνα με τον Μετα-Λειτουργισμό, η εκλογή μια κυβέρνησης που θα εναντιωνόταν στην υφιστάμενη πολιτική της ΕΕ, αλλά και το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, θα είχαν ως πιθανότερο αποτέλεσμα το ρήγμα στην διαδικασία της ολοκλήρωσης. Ωστόσο, η συγκεκριμένη θεωρία δεν επιβεβαιώνεται στην συγκεκριμένη περίπτωση. Ίσως, οι άλλες κυρίαρχες θεωρίες της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όπως ο Διακυβερνητισμός και ο Υπερεθνικισμός, μπορούν να εξηγήσουν καλύτερα την πορεία και το αποτέλεσμα του συγκεκριμένου case study.
Βιβλιογραφία
Christides, G. (2014, 16 December). Greek radical left Syriza prepares for power under Tsipras. BBC, doi : https://www.bbc.com/news/world-europe-30481307
Eddy, M. & Ewing, J. (2015). ‘Greek Debt Diplomacy Doesn’t Sell Well in Germany’, The New York Times, 6 February 2015 doi: https://www.nytimes.com/2015/02/06/business/international/finance-ministers-forgreece-and-germany-find-little-commonality.html
Rori, L. (2016). ‘The 2015 Greek parliamentary elections: from great expectations to no expectations’, West European Politics, 39:6, 1323-1343, doi:10.1080/01402382.2016.1171577
Schimmelfennig, F. (2017). ‘Theorising crisis in European integration. In: D. Dinan, N.Nugent & W.E. Paterson (eds.), The European Union in Crisis (pp.316-336), Basingstoke, UK: Palgrave Macmillan.
Smith, H. (2015). ‘Greece’s finance minister vows to shun officials from troika’, The Guardian, 30 January 2015, doi: https://www.theguardian.com/business/2015/jan/30/greece-finance-minister-yanisvaroufakis-shun-officials-troika
Στέφος, Ν. (2019), Καύσωνας στην Αθήνα, Athens Bookstore Publications.
Varoufakis, Y. (2017). Adults in the Room: My Battle with Europe’s Deep Establishment, Bodley Head.
Zahariadis, N. (2017). ‘Bargaining power and negotiation strategy: examining the Greek bailouts, 2010–2015’, Journal of European Public Policy, 24:5, 675-694, doi: 10.1080/13501763.2016.1154977