Loading...
Latest news
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Η θέση της γυναίκας στην Σύγχρονη Ισλαμιστική Τουρκία

Γράφει ο Νικόλαος Γεώργιος Ιωαννίδης

Το ζήτημα του φεμινισμού και της θέσης της γυναίκας στην κοινωνική σφαίρα, είναι κάτι το οποίο έχει απασχολήσει έντονα την Δύση και έχει αρχίζει να λαμβάνει όλο και μεγαλύτερη βαρύτητα στον δημόσιο λόγο. Κάτι το αντίστοιχο συμβαίνει τα τελευταία χρόνια και με την περίπτωση της Τουρκίας, όχι όμως για τους λόγους που μπορεί κάποιος να υποπτεύεται. Στην πραγματικότητα από την δεκαετία του 1980 με την σταδιακή άνοδο του πολιτικού Ισλάμ, η θέση της γυναίκας στην Τουρκία άρχισε αργά και σταθερά να υποβαθμίζεται. Αυτό είχε ως σκοπό την δημιουργία μίας νέας κοινωνικό-θρησκευτικής ταυτότητας, η οποία θέλει την γυναίκα υποταγμένη στους θρησκευτικούς νόμους. όπως αυτοί τουλάχιστον ερμηνεύονται από την Τουρκία. 

Από το πραξικόπημα του 1980 έως το 2002

Το πραξικόπημα του 1980 σηματοδοτεί μία νέα αρχή για το φεμινιστικό κίνημα της Τουρκίας διότι εξαιτίας της σκληρής φύσης του καθεστώτος δημιουργήθηκε μία ανάγκη για την εμφάνιση ενός νέου αυτόνομου κινήματος. Η εμφάνιση αυτή δικαιολογείται  επίσης στο ότι η γυναίκα ακόμα και σε αυτές τις δεκαετίες δεν κατείχε σημαντικό ρόλο στη πολιτική ζωή της Τουρκίας. Φερ’ ειπείν στις εκλογές του 1983 μόνο 12 γυναίκες από διαφορετικούς κομματικούς συνδυασμούς εκλέχθηκαν βουλευτές, από τις συνολικά 600 έδρες, δηλαδή ένα ποσοστό της τάξεως του 3%. Το ποσοστό αυτό θα παραμένει σταθερό μέχρι και τις εκλογές του 1999, στις οποίες 23 γυναίκες έγιναν βουλευτές. Δηλαδή μία μικρή αύξηση της τάξεως του 4,2%. Με την εντονότατη καταστολή των πολιτικών δικαιωμάτων που ήρθαν ως επακόλουθο στο στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980, ακολούθησε και η αντίστοιχη πολιτική δράση του φεμινιστικού κινήματος. Ήδη από το 1984 συγκροτείται το Kadınlar Çevresi, του οποίου ο σκοπός φυσικά ήταν η αναβάθμιση της γυναίκας σε όλους τους τομείς και ειδικά στην εκπαίδευση. Ας μη λησμονούμε ότι ακόμα και το μέχρι και το 1985 το ποσοστό των γυναικών που γνώριζαν γραφή και ανάγνωση έφτανε το 68,2% εν αντιθέσει με το ποσοστό των ανδρών το οποίο ήταν περίπου στα 86,5%.

Πιο συγκεκριμένα η οργάνωση αυτή ασχολήθηκε με τα ζητήματα της ενδοοικογενειακής βίας, τα οποία μαστίζουν εντόνως την Τουρκία. Με βάση την έρευνα του Hacetepe ο ξυλοδαρμός της γυναίκας θεωρείται αποδεκτός στο  45% του ανδρικού πληθυσμού. Ενώ έρευνα του Ινστιτούτου Οικογενειακών ερευνών που διεξήχθη το 1994, επί 3.112 γυναικών και 1.318 ανδρών σε 4.287 νοικοκυριά έδειξε ότι το 52,47% των ενδοοικογενειακών διαφορών κατέληξε με λεκτική κακομεταχείριση, το 34,04% των ανδρών παραδέχτηκε ότι έχει ξυλοκοπήσει, και το 29,59% των γυναικών παραδέχτηκαν ότι έχουν βιώσει μία τέτοια κατάσταση. Επίσης, έρευνα της οργάνωσης Mor Çatı μεταξύ των ετών 1990-1996 έδειξε ότι από τις 1.259 γυναίκες που πάρθηκαν ως δείγμα, το 88,2% ζούσε σε περιβάλλον συνεχούς κακοποιήσεως και το 68% ήταν θύματα ξυλοδαρμού από τους μνηστήρες τους. Στο περιβάλλον αυτό λοιπόν, η φεμινιστική οργάνωση του Mor Çatı κλήθηκε να βοηθήσει και ενδυναμώσει τον ρόλο της γυναίκας στην κοινωνία, κυρίως μέσω παροχής νομικών και ιατρικών συμβουλών στα θύματα τέτοιων καταστάσεων, την διοργάνωση εκδηλώσεων, αλλά και της δημιουργίας γραμμής βοήθειας το 1989. Οι δράσεις της οργάνωσης του Mor Çatı διαδίδονταν μέσω του περιοδικού Kadınca, της Duygu Asena. Το περιοδικό αυτό αποτέλεσε μαζί με το KİM (Kadın İçin Magazin), σημαντικό φορέα του φεμινιστικού κινήματος στον Τύπο το 1992. Σημαντικό επίσης είναι ότι το 1985, εξαιτίας της διεθνούς και εσωτερικής πιέσεως, η Τουρκία υπογράφει την Σύμβαση του ΟΗΕ για την εξάλειψη των μορφών διακρίσεως εναντίον των γυναικών. Πάνω στο πλαίσιο εναρμονισμού της Τουρκίας με τις αιτιάσεις της Σύμβασης αυτής ιδρύεται το 1991 το υπουργείο Γυναικείων υποθέσεων και Οικογενειακής Πολιτικής, του οποίου η δράση είναι αμφισβητούμενη.

Μέσα στο ίδιο όμως το φεμινιστικό κίνημα της εποχής ειδικά μετά τα μέσα του 1980, με την ραγδαία ανάδυση του πολιτικού Ισλάμ, έχουμε έναν διαχωρισμό. Ένα σημαντικό κομμάτι του φεμινιστικού κινήματος αντιτίθεται στο προηγούμενο κεμαλικό κατεστημένο και υιοθετεί μία ισλαμιστική προσέγγιση στη φεμινιστική σκέψη. Η μεγαλύτερη επανάσταση της περιόδου αυτής από τη μερίδα αυτή των γυναικών, είναι η επιστροφή της καλύψεως της κεφαλής. Παράδειγμα της ιδεολογίας αυτής είναι η Sibel Eraslan, η οποία ως υψηλόβαθμο μέλος του Refah Partisi, θεωρούσε τον εαυτό της ως «φεμινίστρια με πίστη». Παρά τη θέση που κατείχε στο κόμμα και το σημαντικότατο ρόλο που είχε στη κινητοποίηση των γυναικών υπέρ του κόμματος, μετά τη νίκη του στις εκλογές δεν της δόθηκε καμία διοικητική θέση, και η προσδοκία που είχε το κόμμα για τη γυναίκα αυτή ήταν να επιστρέψει στην οικία της για να αναθρέψει τα παιδιά της. Η πίστη της στο κόμμα ωστόσο παρέμεινε αμετάβλητη.

Όσον αφορά τον τομέα της εργασίας και της εκπαιδεύσεως τα πορίσματα που λαμβάνουμε είναι ανάμεικτα. Στον εργασιακό τομέα ένα μεγάλο ποσοστό των γυναικών εργαζόταν όπως και τις προηγούμενες περιόδους σε επαγγέλματα που «άρμοζαν στις ικανότητες τους». Με τη διαφορά ωστόσο ότι το 1990 οι γυναίκες αποτελούσαν το 34% των δικηγόρων της χώρας, και το 21% των ιατρών της χώρας. Ωστόσο, στους ανδροκρατούμενους τομείς οι γυναίκες αποτελούσαν τη μειονότητα, όπως για παράδειγμα στη βιομηχανία. Στον τομέα της εκπαιδεύσεως από την άλλη έχουμε σημαντικές εξελίξεις. Σε κρατικό επίπεδο, κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου Συνεδρίου για τη γυναίκα το 1995 στο Πεκίνο, η τουρκική αντιπροσωπεία δήλωσε ότι, μέχρι το 2000 δεν θα υπάρχει γυναίκα στη Τουρκία που να μη γνωρίζει γραφή και ανάγνωση και αντιστοίχως, μπορεί να παρατηρηθεί σταδιακή μείωση του ποσοστού αγράμματων γυναικών αλλά, το έμφυλο χάσμα παραμένει φανερό. 

Επίσης, πρέπει να επισημανθεί, ότι παρότι την σταθερή αύξηση και του εγγραμματισμού αλλά και τη συμμετοχή των γυναικών στον ακαδημαϊκό τομέα, μόνο το 11% των κοσμητόρων ήταν γυναίκες το 1992. Σημαντικό είναι επίσης να αναφέρουμε ότι το Δεκέμβριο του 1989 ιδρύεται στο πανεπιστήμιο Κωνσταντινουπόλεως, το πρώτο γυναικείο κέντρο έρευνας και εκπαιδεύσεως, το οποίο κατά τα έτη 1993-1994 αναπτύσσει και μεταπτυχιακό πρόγραμμα βασισμένο στις σπουδές σχετικά με το κοινωνικό φύλο.

Περίοδος του AKP (2002-σήμερα)

Από τις εκλογές του 2002 με την άνοδο του AKP (Adalet ve Kalkınma Partisi), τα πράγματα φαίνονταν να βαίνουν θετικά για το φεμινιστικό κίνημα στη Τουρκία. Διότι, μέχρι περίπου και το 2011, με την έκρηξη της λεγόμενης αραβικής ανοίξεως, το καθεστώς Erdoğan ήταν ακόμα στραμμένο στα ήθη και τα έθιμα της Δύσεως. Τρανταχτό παράδειγμα της ισλαμιστικής αποστροφής του καθεστώτος μπορούμε να λάβουμε από το νομικό σύστημα. Το 2002 τίθεται εν ισχύ ο νέος αστικός κώδικας, ο οποίος αναθεωρεί το άρθρο 153 περί υιοθετήσεως του επωνύμου του ανδρός. Επίσης, παρατηρούμε τη κατάργηση των άρθρων 440 και 441 του ποινικού κώδικα τα οποία προέβλεπαν διαφορετικές ποινές για τον άνδρα και τη γυναίκα σε περίπτωση μοιχείας. Ήδη από το 2008, το καθεστώς  προσπάθησε να θεσπίσει τροποποιήσεις σχετικά με την άρση της απαγόρευσης της μαντίλας κάτι το οποίο ακυρώθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο.

Με τη παρανοϊκή στροφή του καθεστώτος, όμως, προς τον ισλαμισμό, τα πράγματα αλλάζουν και από το 2013 η απαγόρευση της μαντίλας σε δημόσιους χώρους αίρεται. Από το 2016 – το ίδιο έτος με την υποτιθέμενη απόπειρα πραξικοπήματος – η κυβέρνηση προσπάθησε να περάσει νομοσχέδιο, το οποίο προβλέπει ότι σε περίπτωση βιασμού ο θύτης έχει τη δυνατότητα να παντρευτεί το θύμα, έτσι ώστε να αποφευχθούν ισχυρότερες κυρώσεις. Το νομοσχέδιο αυτό εν τέλει εγκαταλείφθηκε εξαιτίας της εγχώριας και εξωτερικής πιέσεως. Σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι τη περίοδο αυτή παρατηρείται ραγδαία αύξηση της έμφυλης βίας στη Τουρκία, η οποία για πρώτη φορά στα χρονικά υποστηρίζεται ή αποκρύβεται από το καθεστώς. Ένα από τα πολλά παραδείγματα αυτού, είναι η επίθεση της νοσοκόμας Ayşegül Terzi από άγνωστο στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Η επίθεση συνέβη επειδή ο δράστης θεώρησε το ντύσιμο της γυναίκας αυτής «απρεπές». Με την τελευταία αυτή υπόθεση τροποποιείται ο ποινικός κώδικας και πλέον σε περιπτώσεις σωματικής βίας από πρόθεση ο δράστης διώκεται αυτεπαγγέλτως. Αυτό που κάνει όμως τη μεγαλύτερη εντύπωση στην υπόθεση αυτή είναι η δήλωση του – πρώην πλέον πρωθυπουργού – Binalı Yıldırım στην οποία αναφέρει, ότι είναι δικαίωμα του άνδρα να εκφράζει φραστικά την αποδοκιμασία του για την ενδυμασία μιας γυναίκας, αν δεν τη θεωρεί ευπρεπή.

Η ανισότητα που προωθεί το καθεστώς γίνεται φυσικά φανερή και στους τομείς της εκπαιδεύσεως και της εργασίας. Τα ποσοστά ανεργίας από τα έτη 2000 μέχρι 2013, με βάση τα ποσοστά του Οργανισμού για Οικονομική Συνεργασία και ανάπτυξη, κυμαίνονται για γυναίκες ηλικίας 15 με 64 στο 6,5% το 2000 και 12,2% το 2013. Ενώ για τους άντρες τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 6.8% και 8,9%. Εντύπωση κάνουν και ίδιες οι δηλώσεις του πρωθυπουργού, ο οποίος φαίνεται να προσπαθεί να δικαιολογήσει την ανισότητα αυτή για ακόμα μία φορά στις έμφυτες βιολογικές διαφορές των γυναικών. Πιο συγκεκριμένα αναφέρει:

«Δε μπορούμε να συγκρίνουμε τις γυναίκες με τα ίδια μέτρα και τα ίδια σταθμά. Είναι αντίθετο στη φύση […] Στο χώρο εργασίας δεν μπορείς να συμπεριφερθείς σε έναν άνδρα και σε μία έγκυο γυναίκα με τον ίδιο τρόπο».

Συμπληρώνει επίσης ότι, η «λεπτεπίλεπτη φύση» της γυναίκας την καθιστά ανίκανη να κάνει τα ίδια επαγγέλματα τα οποία μπορεί να κάνει ο άνδρας. Όσον αφορά τον τομέα της εκπαιδεύσεως, πέραν των προηγούμενων προβλημάτων που ανέκυπταν με την έμφυλη ανισότητα, ανακύπτει και ένα νέο ζήτημα. Πολλά σχολεία «κεμαλικού τύπου» (κοσμικά) παραμελούνται από το καθεστώς και στην θέση αυτών ενισχύονται ή ιδρύονται σχολεία θρησκευτικού τύπου (İmam Hatip). Η πλειονότητα λοιπόν των κοριτσιών που θέλουν να φοιτήσουν δεν έχουν πλέον πολλές επιλογές. Η φοίτηση ωστόσο σε αυτά τα σχολεία είναι a priori προκατειλημμένη εναντίον των γυναικών, καθότι τα Imam Hatip προετοιμάζουν τους φοιτητές για γίνουν ιμάμηδες ή ιεροκήρυκες και με βάση τον ισλαμικό νόμο, μία γυναίκα δεν δύναται ποτέ να γίνει ιμάμης. Οπότε, η μόνη εναλλακτική για εργασία από τον αυτό κλάδο της εκπαιδεύσεως για τις γυναίκες, είναι η διακήρυξη της πίστεως σε κύκλους αυστηρά γυναικείους ή ενίοτε βοηθητικές συμβουλές περί θρησκευτικών θεμάτων. Η σημαντικότερη όμως στροφή του καθεστώτος προς τα πίσω έγινε τον Μάρτιο του 2021, όπου και η Τουρκία αποχωρεί από την Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, καθιστώντας την το πρώτο μέλος που αποχωρεί. Κάτι τέτοιο είναι άκρως ειρωνικό διότι η Τουρκία ήταν το πρώτο κράτος που επικύρωσε και προσχώρησε στην εν λόγω σύμβαση.

Όπως φαίνεται, το φεμινιστικό κίνημα και η θέση της γυναίκας στην Τουρκία τα τελευταία χρόνια υποβιβάστηκαν σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική ιθύνουσα ισλαμιστική ελίτ. Η οποία – με απώτερο σκοπό την προώθηση μίας νέας ισλαμιστικής ατζέντας – στοχεύει στην εγκαθίδρυση μίας νέας γεωπολιτικής πραγματικότητας όχι μόνο στην Τουρκία, αλλά και στην Μέση Ανατολή. Ως αντίρροπη δύναμη στην πολιτική αυτή, στάθηκαν και στέκονται μέχρι και σήμερα σύλλογοι και οργανώσεις που υπερασπίζονται τα δικαιώματα της γυναίκας αλλά και κάθε γυναίκα ως άτομο. Για πόσο ακόμα θα μπορεί να υπάρχει μία τέτοια αντίθετη φωνή σε ένα καθεστώς το οποίο κοντεύει την εικοσαετία, και πώς θα αναπτυχθεί μετά την πτώση του είναι άξιο απορίας.   

Πηγές

Θεσμικά Κείμενα

  • Convention on the Elimination of All Forms of Discrimination against Women, Νέα Υόρκη, 18 Δεκεμβρίου 1979

Ελληνόγλωσσα Βιβλία

  • Κάννερ, Έφη, «Άνδρες και Γυναίκες σε Τροχιά του Εκσυγχρονισμού, ο Τουρκικός Εκσυγχρονισμός από την Σκοπιά των Έμφυλων Σχέσεων» Εκδόσεις Ηρόδοτος, Αθήνα, 2021

Ξενόγλωσσα Βιβλία

  • Arat Yeşim, «Η γυναικεία αμφισβήτηση της ιδιότητας του πολίτη στη Τουρκία», in Zehra F. Arat (επίμ) «Deconstructing Images of “The Turkish Woman” », Pelgrave, Νέα Υόρκη, 2000
  • Deniz, Kandiyoti ,«Cinsiyet Rolleri ve Toplumsal Değişim. Türkiyeli Kadınlara İlişkin Karşılaştırmalı Bir Değerlerimde», στο Deniz Kandiyoti, Cariyeler, Bacılar, Yurttaşlar, Kimlikler ve Toplumsal Dönüşümler, Metis Yayınları, Κωνσταντινούπολη, 1996
  • Deniz, Kandiyoti, «Gendering the Modern: On Missing Dimensions in the Study of Turkish Modernity», in «Rethinking Modernity and National Identity in Turkey», Reşat Kasaba (επιμ)University of Washington Press, Ουάσιγκτον και Λονδίνο, 1997
  • Kabasakal, Hayat, «A profile of Top Women Managers in Turkey», in Zehra F. Arat (επίμ) «Deconstructing Images of “The Turkish Woman” », Pelgrave, Νέα Υόρκη, 2000
  • «Research on Domestic Violence Against Women in Turkey», Hacettepe University, Republic of Turkey Ministry of Family and Social Policies, Elma Teknik Basım Matbaacılık, Άγκυρα, 2015
  • Öztürkmen, Arzu «A Short History of Kadınca Magazine and its Feminism», in Zehra F. Arat (επίμ) «Deconstructing Images of “The Turkish Woman”», Pelgrave, Νέα Υόρκη, 2000

Ελληνόγλωσσα Άρθρα

  • Κάννερ, Έφη, «Έμφυλες Διαστάσεις της Πολιτικής Συμμετοχής και Αντιπροσώπευσης στην Τουρκία», Περιοδικό Σύγχρονα Θέματα, Τεύχος 122-123, Ιούλιος-Δεκέμβριος 2013

Ξενόγλωσσα Άρθρα

  • Arat, Necla. «Women’s Studies in Turkey. » Women’s Studies Quarterly, τόμος. 24ος , υπ’ αρίθ. 1/2, 1996
  • Arat, Yeşim «Feminists, Islamists and Political change in Turkey», Political Psychology, τόμος. 19ος, υπ’ αρίθ. 1, Department of Political Science and International Relations, Boğaziçi University, Κωνσταντινούπολη, Μάρτιος 1998
  • Durakbaşa, Ayşe, Karapehlivan, Funda, «Progress and Pitfalls in Women’s Education in Turkey», Encounters in Theory and History of Education τόμος 19ος, 2018
  • Ersever, Oya G. «Women’s Rights and Education in the Republic of Turkey. » Peace Research, τόμος 30ος, υπ’αρίθ. 4, 1998
  • Karaman, Yasemin «Planlı Dönemde Kadın Eğitimi Politikamız», Ankara Üniversitesi, Eğitim Bilimleri Fakültesi Dergisi, 27 Ιανουαρίου, 1994

Διαδικτυακές πηγές