Μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρέθηκε αντιμέτωπη με πολλά νεοσύστατα κράτη, τα οποία όμως υστερούσαν σε πολλούς τομείς, όπως στην ύπαρξη ισχυρών θεσμών, την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η θέση τους στην Ευρώπη ήταν αδιαμφισβήτητη και έτσι δεν μπορούσε να αφαιρεθεί η δυνατότητα εισόδου στην ΕΕ. Υπό αυτές τις περιστάσεις, το 1993 στην Κοπεγχάγη κατά την διάρκεια της συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, υιοθετήθηκαν τα λεγόμενα “Κριτήρια της Κοπεγχάγης” με σκοπό να καθορίσουν τους όρους υπό τους οποίους κράτη της ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων θα μπορούσαν να εισέλθουν στο δυτικό μπλοκ. Τα κριτήρια αυτά εν συντομία περιλάμβαναν την δημοκρατία, την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των μειονοτήτων, την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και ασφαλώς την ύπαρξη κράτους δικαίου (rule of law). Πράγματι το 2004, με βάση αυτά τα κριτήρια δέκα χώρες εισήλθαν στην ΕΕ, από τις οποίες οι επτά ήταν του ανατολικού μπλοκ, η μία, της πρώην Γιουγκοσλαβίας, και οι άλλες δύο ήταν η Κύπρος και η Μάλτα. Να σημειωθεί ότι η Κροατία, η Ρουμανία και η Βουλγαρία ήταν προγραμματισμένες να εισέλθουν με τα ίδια κριτήρια, όμως λόγω εκκρεμοτήτων εισήλθαν το 2007.
Έπειτα από την μεγάλη επέκταση του 2004, την ίδια χρονιά θεσπίστηκε η λεγόμενη Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτνονίας (από εδώ ΕΠΓ) η οποία είχε ως στόχο να φέρει κοντά την ΕΕ με τις γειτονικές χώρες σε ανατολική Ευρώπη, Καύκασο και Μεσόγειο, φτάνοντας έτσι από το Μαρόκο, στο Ισραήλ και την Λευκορωσία. Είναι σημαντικό ότι η ΕΕ πριν την δημιουργία της νέας πολιτικής ρύθμιζε τις σχέσεις με τις ίδιες χώρες μέσα από τις συμφωνίες Εταιρικής Σχέσεως και Συνεργασίας και από τις Ευρωμεσογειακές Συμφωνίες Σύνδεσης. Στο πλαίσιο αυτών των συμφωνιών δημιουργήθηκαν δομές διαλόγου όπως το Συμβούλιο της Συνεργασίας και οι Κοινοβουλευτικές Επιτροπές για τις πρώτες και το Συμβούλιο και η Επιτροπή Σύνδεσης για τις δεύτερες.
Με την ΕΠΓ, η ΕΕ σκόπευε στην δημιουργία ενός κύκλου εταίρων όπου θα πρέσβευαν οι “κοινές αξίες” και ο διάλογος και παράλληλα τα εξωτερικά σύνορα θα ήταν προστατευμένα. Ο τρόπος που έγινε αυτό ωστόσο είναι αρκετά παραδοξος. Η ΕΕ αναφέρει στο πρώτο επίσημο έγγραφο ότι η ΕΠΓ βασίζεται στην “κοινή ιδιοκτησία” ή αλλιώς joint ownership αρχών και αξιών και ως εκ τούτου, οι ετήσιες αναφορές έχουν ως στόχο όχι την επιβολή των Ευρωπαϊκών αξιών, αλλά την διατήρηση της συνεργασίας όσο οι κοινές
αυτές αξίες υπάρχουν. Ο λόγος τέτοιας πρόβλεψης είναι το άρθρο 21 της Συνθήκης της ΕΕ με το οποίο η ΕΕ οφείλει να συνάπτει συνεργασίες μόνο με κράτη που μοιράζονται τις θεμελιώδεις αξίες της. Θεωρητικά δηλαδή η ΕΕ δεν δύναται να συνάπτει συνεργασίες με κράτη που δεν σέβονται δικαιώματα που αυτή θεωρεί θεμελιώδη – τέτοιο παράδειγμα μάλιστα αποτελεί η Κίνα στην οποία η ΕΕ έχει προβάλλει πολλάκις ενστάσεις για εσωτερικές νομοθεσίες, θέτοντας έτσι εμπόδια στην συνεργασία του.
Αυτός ο περιορισμός όμως μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε αδιέξοδο. Έτσι η ΕΕ προέβη στον εξής σχεδιασμό: Πήρε τις ήδη υπάρχουσες δομές, που αναφέρονται παραπάνω, ζήτησε από τα κράτη να υφίστανται ετήσιους ελέγχους και να αξιολογούνται σύμφωνα με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης και το βραβείο τελικά ήταν αρκετά απογοητευτικό. Όχι συμφωνίες σύνδεσης, προοπτική ένταξης στην ΕΕ, ή ενισχυμένος διάλογος ανάμεσα στις χώρες. Αντ’ αυτού γίνονται αόριστες αναφορές για ενισχυμένη συμμετοχή στην εσωτερική αγορά της ΕΕ, ενισχυμένη χρηματική βοήθεια, εγκαθίδρυση ζώνης ελευθέρων συναλλαγών και σε κάποιες περιπτώσεις χαλάρωση των κανονισμών μετακίνησης.
Βέβαια αυτές δεν είναι οι μόνες ενστάσεις που προκύπτουν σε αυτήν την περίπτωση. Η ιδέα της ενωμένης Ευρώπης, όσο και αν πολλοί αρνούνται να το παραδεχτούν, έχει πετύχει: οι χώρες της ΕΕ διανύουν την πιο ειρηνική περίοδο στην ιστορία τους και η πλειοψηφία των κρατών-μελών της πρωτοπορούν σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ όπως έχει ήδη ειπωθεί, η δημοκρατία είναι βασικό χαρακτηριστικό για την εισδοχή κράτους στους κόλπους της. Πως λοιπόν αυτήν η ΕΕ μπορεί να μοιράζεται κοινές αξίες με την Αίγυπτο και το Μαρόκο, χώρες οι οποίες συμμετέχουν στην ΕΠΓ και στις οποίες παρ’ όλα αυτά παρατηρείται συστηματική καταπάτηση θεμελιωδών δικαιωμάτων και ιδιαίτερα αντιδημοκρατικά και ασταθή πολιτεύματα;
Η ΕΠΓ όπως πολλοί έχουν διαπιστώσει έχει πολλά κενά. Ένα από αυτά είναι το οτι η ΕΕ δρα σαν να είναι απόλυτος παράγοντας στην διεθνή σκηνή, αγνοώντας την πραγματικότητα στην οποία η Ρωσία είναι επιθετική και η Κίνα προσφέρει επενδύσεις και εμπόριο χωρίς αντάλλαγμα σε “αξίες”. Κυρίως όμως με αυτόν τον τρόπο συρρικνώνεται η αξία του ευρωπαϊκού κεκτημένου, καθώς στην προσπάθεια επίτευξης συμφωνιών με τρίτα κράτη, οι αξίες της δημοκρατίας, της ισότητας και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εξισώνονται με την θανατική ποινή και ανύπαρκτες εκλογές.
Πηγές Paivi, L. & Petrov, R. (2009). Between ‘Common Values’ and Competing Universals—The Promotion of the EU’s Common Values through the European Neighbourhood Policy. European Law Journal, Vol. 15, No. 5, , pp. 654–671.
Bosse, G. (2007). Values in the EU’s Neighbourhood Policy: Political Rhetoric or Reflection of a Coherent Policy? European Political Economy Review, No.5, pp. 38-62.
Pech, L. (2012/2013). Rule of law as a guiding principle of the European Union’s external action, The Hague: Center for the law of the EU external relations.
Kochenov D. & Basheska E. (2015). ENP’s Value Conditionality from Enlargements to Post-Crimea. The Hague: Center for the law of the EU external relations.