Γράφει η Μαρία Δουμένη
Αναμφισβήτητα, το φαινόμενο της τρομοκρατίας αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν όλα σχεδόν τα ανεπτυγμένα κράτη. Η τρομοκρατία, ως βίαιη μορφή αντίδρασης στα πολιτικά τετκταινόμενα, έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις, ασκώντας διαβρωτική επίδραση στο διεθνές πολιτικό σύστημα. Είναι, επομένως, φυσικό να κρίνεται αναγκαία τόσο μια σφαιρική επισκόπηση του ζητήματος όσο και η εκδήλωση της βούλησης για συλλογική ανάληψη πρωτοβουλιών στην πάταξη του φαινομένου.
Πιο συγκεκριμένα, η συστηματική χρήση βίας που εκτελείται από μεμονωμένες οργανώσεις, συνθέτει ένα διαχρονικό πλαίσιο επιθέσεων εναντίον είτε ατόμων είτε συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων. Βασική επιδίωξη των οργανώσεων αυτών είναι αφενός να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας και αφετέρου να διαταράξουν το εκάστοτε πολιτικό σύστημα. Από τη βομβιστική δράση του 1980 στο σιδηροδρομικό σταθμό της Μπολόνια έως και την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και την πρόσφατη δολοφονία του καθηγητή Ιστορίας στο Παρίσι, επιβεβαιώνουν ότι οι ενέργειες τρομοκρατικού χαρακτήρα δεν περιορίζονται μόνο στα όρια κρατών αλλά πραγματοποιούνται σε παγκόσμια κλίμακα, λαμβάνοντας το ρόλο των συγκοινωνούντων δοχείων.
Διαπιστώνεται, λοιπόν, ότι η οικουμενικότητα που προσλαμβάνει η τρομοκρατία ελλοχεύει πολλαπλούς κινδύνους για τη σταθερότητα και την ασφάλεια των κοινωνιών. Συνεπώς, η μετάβαση των τρομοκρατικών προκλήσεων από κρατικό σε διεθνές επίπεδο έχει ενεργοποιήσει πολλά κράτη καθώς και αρκετούς διακρατικούς οργανισμούς να συνεργαστούν ώστε να διαφυλάξουν την κοινωνικοπολιτική ομαλότητα. Ανάμεσα στους διεθνείς δρώντες, περίοπτη θέση κατέχει ο Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου (North Atlantic Treaty Organisation-NATO), όπου η συμβολή του κρίνεται αποφασιστικής σημασίας για την καταστολή των τρομοκρατικών κρίσεων.
Αναλυτικότερα, το NATO, ως διεθνής οργανισμός πολιτικού και στρατιωτικού χαρακτήρα, αποβλέπει στην εξασφάλιση της συλλογικής ασφάλειας και άμυνας, την υλοποίηση των δημοκρατικών αρχών και την προστασία των ατόμων, μέσω της εφαρμογής μαζικών αμυντικών δράσεων. Με τη Διακήρυξη της Washington το 1999 οι αρχικοί στόχοι διευρύνθηκαν, προάγοντας το ζήτημα για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας στις βασικές επιδιώξεις της πολιτικής ατζέντας του Οργανισμού.
Παράλληλα, η ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του NATO επέφερε και δέσμευση για στενότερη σύμπραξη και περαιτέρω στρατιωτικές επιχειρήσεις ενόψει της διαχείρισης τρομοκρατικών κρίσεων. Έτσι, το πεδίο δράσης μεταφέρθηκε και στις ευρύτερες περιοχές της Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής καθώς και στην κεντρική Ασία, με το Αφγανιστάν και το Ιράκ να διαδραματίζουν κομβικό ρόλο στη σταθερότητα των διατλαντικών σχέσεων.
Η κατάσταση αυτή συνδέεται άμεσα με τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, καθώς το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο υπέδειξε την Al Qaeda υπεύθυνη για τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους. Μάλιστα, το Συμβούλιο αποφάνθηκε ότι η τρομοκρατική δράση της καθορίστηκε από το καθεστώς των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν. Οι αποφάσεις αυτές οδήγησαν στην εφαρμογή του άρθρου 5 της συνθήκης του NATO, ενώ παράλληλα προκάλεσαν την επέμβαση των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου στο Αφγανιστάν, με σκοπό να τερματίσουν τη δραστηριότητα του υφιστάμενου καθεστώτος και της οργάνωσης.
Παρόλα αυτά, το Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, χρησιμοποιώντας πολιτική κατευνασμού (appeasement policy) αναφορικά με τις Αμερικανό-αφγανικές σχέσεις, δημιούργησε το πρόγραμμα ISAF (International Security Assistance Force), όπου την διεκπεραίωσή του ανέθεσε στο NATO. Η εφαρμογή του ISAF, ως μέτρο κατά της τρομοκρατίας στα πλαίσια του αφγανικού κράτους, διήρκησε από τον Αύγουστο του 2003 και έληξε τον Δεκέμβριο του 2014. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο αναφερόμενο πρόγραμμα συμπληρωματικό ρόλο διαδραμάτισε η αστυνομική αρωγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Europol Afghanistan), καθώς και το Υπουργείο Άμυνας του Αφγανιστάν.
Σκοπός της πρωτοβουλίας αυτής ήταν η παροχή βοήθειας στις αφγανικές αρχές να βελτιώσουν τις εθνικές δυνάμεις ασφάλειας και άμυνας, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο το Αφγανιστάν να υπάρξει ξανά άσυλο της διεθνούς τρομοκρατίας, ταράσσοντας παράλληλα τις διατλαντικές σχέσεις. Πράγματι, τα σώματα ασφαλείας καταρτίστηκαν σε προσομοιώσεις μάχης και ετοιμότητας- αστυνομικός έλεγχος πολιτικού χαρακτήρα, συλλογή πληροφοριών, υποστήριξη μάχης, ιατρική περίθαλψη σε έκτακτες περιπτώσεις, αεροπορική επιμέλεια-εξελίσσοντας το επίπεδο των εκάστοτε θεσμών ασφαλείας. Ακόμα η δομή της Αφγανικής Πολεμικής Αεροπορίας αναβαθμίστηκε τόσο με την πρόσληψη στρατιωτικού προσωπικού και προσωπικού συντήρησης όσο και με αεροσκάφη σταθερής και περιστροφικής πτέρυγας. Το σχέδιο της ISAF προχώρησε και ολοκληρώθηκε το 2014 με τη σταδιακή μετάβαση της αφγανικής κυβέρνησης στην πλήρη κυριότητα των εσωτερικών δυνάμεων.
Ταυτόχρονα με την περάτωση της ISAF, δημιουργήθηκε το Resolute Support Mission (RSM) τον Ιανουάριο του 2015,δραστηριότητα που λειτούργησε με συμβουλευτικό τρόπο στα αρμόδια υπουργεία ασφάλειας και άμυνας αλλά και στα όργανα της τάξης, δηλαδή του στρατού, της αστυνομίας και της αεροπορίας. Ειδικότερα, το πρόγραμμα RSM περιλαμβάνει τον προγραμματισμό αμυντικού σχεδιασμού, την εξειδίκευση του προσωπικού, την κατάρτιση στη διαχείριση νέων ψηφιακών υποδομών και τη μύηση στην πολιτική εποπτεία ότι οι αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας ενεργούν με βάση τους κανόνες του κράτους δικαίου. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση 2020 του Γενικού Γραμματέα του NATO, Jens Stoltenberg, το πρόγραμμα RSM, παρά τους περιορισμούς που επέβαλε η πανδημία COVID-19 όσον αφορά τις φυσικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των εταίρων, συνέχισε να δραστηριοποιείται αποτελεσματικά στην κατάρτιση των σωμάτων ασφαλείας, σημειώνοντας πρόοδο στις πολεμικές ικανότητες τόσο στον τομέα των Ειδικών Επιχειρησιακών Δυνάμεων όσο και στην Πολεμική Αεροπορία.
Φυσικά, όλες οι παραπάνω δραστηριότητες δεν θα είχαν ευοδωθεί αν οι εταίροι του NATO δεν χρηματοδοτούσαν το Ταμείο Εθνικού Στρατού Αφγανιστάν (Afghan National Army Trust Fund). Ιδιαίτερα σημαντικό θεωρείται το γεγονός ότι μέχρι το τέλος του 2020 οι συνολικές συνεισφορές ανέρχονταν στα 3,2 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ οι Σύμμαχοι και τα συμβαλλόμενα κράτη ανανέωσαν τη δέσμευσή τους για χρηματοδότηση του Ταμείου μέχρι το 2024.
Στην επιτυχή ολοκλήρωση αυτών των δράσεων σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και η τήρηση των δεσμεύσεων της αφγανικής κυβέρνησης στους νατοϊκούς θεσμούς. Παρά την έναρξη των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στις ΗΠΑ και τους Ταλιμπάν, ο βαθμός μιας επικείμενης τρομοκρατικής ενέργειας είναι υψηλός. Το NATO, απευθυνόμενο στο καθεστώς των Ταλιμπάν, ζήτησε τον τερματισμό των σχέσεών τους με την Al Qaeda, καθώς το ενδεχόμενο αποτυχίας των δράσεων στο Αφγανιστάν θα υπονόμευε τη συνοχή της διεθνούς κοινότητας.
Ξεχωριστός λόγος, όμως, πρέπει να γίνει για την αποστολή του NATO στο Ιράκ, περιοχή η οποία καταλήφθηκε στρατιωτικά από τις νατοϊκές δυνάμεις το 2003. Πιο αναλυτικά, κύριος στόχος του Οργανισμού στο ιρακινό έδαφος αποτελεί η ενίσχυση των εθνικών δυνάμεων ασφαλείας, ώστε να είναι σε θέση να εμποδίσουν μια επικείμενη επίθεση του ISIS, διατηρώντας παράλληλα τη χώρα ασφαλή αλλά και τις αμερικανό-ιρακινές σχέσεις σε βιώσιμο και ομαλό επίπεδο.
Το 2004 έως το 2011 το ΝΑΤΟ εφάρμοσε το σχέδιο NTM-I (NATO Training Mission in Iraq) παρέχοντας εκπαιδευτική και συμβουλευτική υποστήριξη στα εθνικά σώματα ασφαλείας. Παράλληλα, οι ιρακινές αρχές ζήτησαν από τις υπηρεσίες του NATO περαιτέρω αρωγή στην προσπάθεια για βελτίωση των στρατιωτικών δυνάμεων. Έτσι, ο Οργανισμός, με τη χρηματοδότηση των κρατών μελών σε εξοπλισμούς και προσωπικό, ανέπτυξε μια σειρά μαθημάτων «Train-the-trainer», όπου έλαβε χώρα στην Ιορδανία και συμμετείχαν συνολικά 350 ιρακινά μέλη, που απασχολούνται στον τομέα της άμυνας.
Βέβαια, από τον Οκτώβριο του 2018 έως και σήμερα το Ιράκ έχει υποβληθεί σε νέα μορφή εκπαίδευσης από τις υπηρεσίες του Οργανισμού. Το εγχείρημα NMI (NATO Mission Iraq) συνιστά μια αποστολή με εκπαιδευτικό χαρακτήρα σχετικά με την ανάπτυξη των ιρακινών στρατιωτικών ικανοτήτων. Η πρωτοβουλία αυτή απασχολεί πολιτικό και στρατιωτικό προσωπικό, αποσκοπώντας στην επίτευξη της σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή ενάντια στις τρομοκρατικές πιέσεις. Οι δραστηριότητες του προγράμματος δεν υλοποιούνται πλέον μόνο στα γεωγραφικά όρια της Βαγδάτης, αλλά επεκτείνονται και στις υπόλοιπες περιοχές, συμπεριλαμβάνοντας περισσότερα ιρακινά τμήματα ασφαλείας. Η κίνηση αυτή έγινε μετά από αίτημα της ιρακινής κυβέρνησης στους Υπουργούς Άμυνας του NATO, οι οποίοι συμφώνησαν στην ανανέωση του προγράμματος το Φεβρουάριο του 2021.
Η αποστολή NMI συγκαταλέγει στο δυναμικό της και εκπαιδευτές από την Αυστραλία, τη Σουηδία και τη Φινλανδία, ενώ τη διοίκησής της ανέλαβε ο Δανός Υπολοχαγός Per Pugholm Olsen. Η σύμπραξη αυτή αποδεικνύει τόσο την ενωσιακή διάσταση του Οργανισμού όσο και την αποφασιστική συνδρομή των Συμμάχων στον τερματισμό της τρομοκρατικής απειλής. Συνεπώς, το εγχείρημα NMI στοχεύει στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, ενισχύοντας τις εθνικές δυνάμεις ασφαλείας και διαμορφώνοντας το κράτος δικαίου με τις αξίες της διαφάνειας, της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας.
Στα πλαίσια της καλής πίστης μεταξύ Ιράκ και NATO, η έκθεση αναφοράς του 2020 υπογράμμισε πως η διεκπεραίωση των προγραμμάτων για την αίσια έκβασή τους απαιτούσε την παρουσία ενός ασφαλούς περιβάλλοντος για το προσωπικό του Οργανισμού. Αυτό συνεπάγεται με την υποχρέωσή τους να τηρούν τις δεσμεύσεις που έχουν λάβει για την εκπλήρωση των εγχειρημάτων που πραγματοποιούνται στην περιοχή.
Επιλογικά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το φαινόμενο της τρομοκρατίας ναρκοθετεί την πρόοδο της κοινωνίας, προκαλώντας αισθήματα ανασφάλειας στα πλαίσια της διεθνούς κοινότητας. Απαιτείται, επομένως, τόσο τα κράτη όσο και οι διεθνείς παράγοντες να δραστηριοποιηθούν έγκαιρα για την αντιμετώπιση των τρομοκρατικών κρίσεων. Η συμβολή του NATO και η αναζήτηση αντιτρομοκρατικών στρατηγικών είναι πλέον συνυφασμένες με τη γενικότερη δράση του στο διεθνές περιβάλλον. Στην προσπάθειά του να διαμορφώσει νέες βάσεις για έναν πιο σταθερό και ασφαλές κόσμο, το NATO επεκτείνει τη δράση του στην ευρύτερη περιοχή της κεντρικής Ασίας, με το Αφγανιστάν και το Ιράκ να αποτελούν καταφύγια των διεθνών τρομοκρατικών κινημάτων. Η εφαρμογή προγραμμάτων από τη Συμμαχία, που προωθούν τις εσωτερικές δυνάμεις ασφαλείας και άμυνας, συνεισφέρουν στην παγκόσμια προσπάθεια για την καταστολή των τρομοκρατικών επιθέσεων. Όμως, καμία προσπάθεια δεν θα τελεσφορήσει αν οι αφγανικές και ιρακινές κυβερνήσεις αντίστοιχα δεν θελήσουν να επαναπροσδιορίσουν την πολιτική τους ακεραιότητα μέσα στο παγκόσμιο σύστημα.
Βιβλιογραφία
North Atlantic Treaty Organisation. 11 Φεβρουάριος 2021. https://www.nato.int/cps/en/natohq/topics_8189.htm (πρόσβαση Μάρτιος 19, 2021).
North Atlantic Treaty Organisation. 2021. https://www.nato.int/nato_static_fl2014/assets/pdf/2021/3/pdf/sgar20-en.pdf#page=78 (πρόσβαση Μάρτιος 18, 2021).
North Atlantic Treaty Organisation. 11 Μάρτιος 2021. https://www.nato.int/cps/en/natohq/topics_166936.htm (πρόσβαση Μάρτιος 28, 2021).
Κουλουμπής, Θεόδωρος. Διεθνείς Σχέσεις Ισχύς και Δικαιοσύνη. Μοντάζ: Ντάλης Σωτήρης. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση, 2008.
Νάσκου Περράκη Παρούλα, Αντωνόπουλος Κωνσταντίνος, Σαρηγιαννίδης Μιλτιάδης. Διεθνείς Οργανισμοί. 2η Έκδοση. Αθήνα-Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Σάκκουλα, 2019.
Πηγή εικόνας: https://www.cfr.org/timeline/us-war-afghanistan