Γράφει ο Αναστάσης Ασημακόπουλος
Οι εγκληματικές οργανώσεις απασχολούν όλο και περισσότερο της διωκτικές αρχές κάθε κράτους και ιδίως οι υπερεθνικές, που επηρεάζουν σημαντικά τη σύγχρονη οικονομία και την κοινωνία. Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση της δομής και των ιδανικότερων τρόπων για την μεγιστοποίηση των κερδών της υπερεθνικής εγκληματικής οργάνωσης, θα πρέπει πρώτα να αναλύσουμε την ίδια την έννοια αυτής.
Τα στοιχεία μίας εγκληματικής οργάνωσης, όπως αυτά αναφέρονται σαφώς και στην αιτιολογική έκθεση του άρθρου ΠΚ 187[1], είναι να υπάρχουν τρία ή περισσότερα μέλη στην οργάνωση, να έχει διαρκή δράση (ή να έχει συγκροτηθεί για τη διάπραξη κατά το κοινώς λεγόμενον ενός «μεγάλου κόλπου»), να λειτουργεί η οργάνωση με βάση το πραγματοπαγές κριτήριο, δηλαδή να μην παύει η λειτουργία της, όταν τα μέλη αυτής, ακόμη και τα πιο σημαντικά και καίρια, μεταβάλλονται, να έχει επιχειρησιακή δομή λειτουργώντας με όμοιο τρόπο με τις νόμιμες επιχειρήσεις[2] και το κυριότερο στοιχείο τέτοιων οργανώσεων είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους και η ελαχιστοποίηση της κρατικής παρέμβασης[3]. Παράλληλα, σημαντικό είναι να αναφέρουμε, ότι οι ομάδες του οργανωμένου εγκλήματος δεν βρίσκονται σε πόλεμο με την πολιτεία, όπως τρομοκρατικές, αλλά συμπλέουν και επηρεάζουν αυτή, ώστε να ελέγχουν σημαντικό τμήμα της, συνήθως με πράξεις δωροδοκίας που δεν είναι εύκολα ανιχνεύσιμες, αλλά και με βία πιο σπάνια, με σκοπό πάντοτε την ανάπτυξη και επέκταση των έκνομων δραστηριοτήτων τους και με απώτερο στόχο το μέγιστο κέρδος.
Τη σύγχρονη πραγματικότητα με την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας, εκμεταλλεύονται πολλές εγκληματικές οργανώσεις, με σκοπό την επέκταση της δράσης τους και σε άλλα κράτη εκτός αυτού της ίδρυσής τους[4]. Με τον τρόπο οι συγκεκριμένες οργανώσεις χαρακτηρίζονται πλέον ως «υπερεθνικές», αφού οι δραστηριότητες τους εκτείνονται και επηρεάζουν περισσότερα από ένα κράτη[5]. Ποια όμως είναι η ιδανική δομή για τις οργανώσεις αυτές;
Κύριο χαρακτηριστικό όλων των εγκληματικών οργανώσεων υπερεθνικών και μη αποτελεί, όπως ήδη είδαμε, η επιχειρησιακή δομή, δηλαδή αυτή όπου οι οργανώσεις λειτουργούν με όμοιο τρόπο με αυτόν των νόμιμων επιχειρήσεων, ουσιαστικά διαθέτουν τη δική τους εφοδιαστική αλυσίδα, τη δική τους παραγωγή παράνομων αγαθών, πχ ναρκωτικών, τους δικούς τους τρόπους διάθεσης των αγαθών αυτών με μέσα και μεθόδους μεταφοράς και συγκάλυψης, τρόπους διαχείρισης των αποθεμάτων και των αποβλήτων και τοποθέτησης των κερδών και τέλος τη δική τους γενικά επιχειρηματική δράση με συνεχή ροή πληροφοριών και συγκάλυψη εγκληματικών πράξεων[6].
Ωστόσο, εκτός από την παραπάνω δομή της οργάνωσης πρέπει να αναδείξουμε και την ιδανική εσωτερική ιεραρχική δομή αυτής. Στη χώρα ίδρυσης της οργάνωσης, συνήθως σε κάποιον «φορολογικό παράδεισο», όπως είναι οι Μπαχάμες και τα νησιά Καϊμάν (θα αναλυθεί παρακάτω ο λόγος), η ιεραρχική οργάνωση πρέπει να είναι αυστηρή, με συγκεκριμένους κανόνες και ορθή κατανομή εργασίας, όπως αυτή που ακολουθείται σε οργανώσεις «τύπου μαφίας», σε καθένα από τα μέλη, τα οποία θα έχουν ισχυρούς δεσμούς μεταξύ τους. Όσο, όμως, η οργάνωση θα επεκτείνεται, αφού θα έχει πλέον αρκετές σταθερές αλυσίδες παραγωγής παράνομων προϊόντων, και θα αρχίζει να δραστηριοποιείται και σε άλλες χώρες, καθόσον θα πρέπει να διαθέσει τα προϊόντα της με αυστηρότερα μέτρα πρόληψης και καταστολής των εγκληματικών οργανώσεων, θα πρέπει να δημιουργήσει πολλά χαλαρά ανεξάρτητα μεταξύ τους εγκληματικά δίκτυα, αλλά και με την κεντρική οργάνωση. Τα τελευταία, θα λειτουργούν ως σταθμοί προώθησης των προϊόντων της εγκληματικής οργάνωσης και θα επεκτείνουν τη δράση αυτής, ωστόσο χωρίς να γνωρίζουν κανένα ουσιαστικό στοιχείο για τον κύριο κορμό της, με τη χρήση πολλών εναλλασσόμενων προσώπων ως διαμεσολαβητών, αλλά και του διαδικτύου, όπου πλέον η επικοινωνία γίνεται για τους έχοντες τις κατάλληλες γνώσεις ανώνυμα και ο εντοπισμός τους είναι σχεδόν αδύνατος, ώστε να μην αποδιαρθρώνεται ολόκληρη η οργάνωση με τη σύλληψη ενός υποδικτύου αυτής καθιστώντας πολύ δυσχερέστερη την εξάρθρωσή της. Τέτοια οργάνωση είναι η Ιαπωνική Γιακούζα που αποτελείται από 4 κύριες οργανώσεις και 3.500 συμμορίες, οι Κινεζικές Τριάδες και γενικότερα κάθε γνωστή-«επιτυχημένη» εγκληματική οργάνωση[7].
Εκτός, όμως, από την σύνθετη ιεραρχική δομή, η υπερεθνική εγκληματική οργάνωση επιδιώκει την συσσώρευση τεράστιων οικονομικών κεφαλαίων και την μεγιστοποίηση των κερδών της, ώστε να αυξάνει διαρκώς η επιρροή και η ισχύς της, πάντοτε βέβαια επιδιώκοντας την σύμπλευση με την κοινωνία και την ελαχιστοποίηση της κρατικής παρέμβασης στις δραστηριότητές της.
Το πρωταρχικό βήμα για την επίτευξη των παραπάνω είναι η χώρα, στην οποία θα ιδρυθεί η εγκληματική αυτή υπερεθνική οργάνωση, να αποτελεί έναν, όπως παρατηρήσαμε παραπάνω, «φορολογικό παράδεισο», να παρέχουν ουσιαστικά οι χώρες αυτές σημαντικές φορολογικές και τραπεζικές διευκολύνσεις, όπου οι τράπεζες να μην επιδιώκουν την ασφάλεια των συναλλαγών μέσω του ελέγχου των στοιχείων των πελατών τους, αλλά στοχεύοντας μόνο στο κέρδος να δέχονται την κατάθεση χρημάτων και τις μεταφορές αυτών χωρίς να ζητούν ούτε την ταυτοποίηση των πελατών τους. Παράλληλα, στις χώρες αυτές είναι σαφώς ευκολότερη η παραγωγή, η διακίνηση και η αγορά παράνομων προϊόντων, ενώ συνήθως οι κρατικοί μηχανισμοί όχι μόνο δεν παρεμβαίνουν, για να καταστείλουν τις παράνομες δραστηριότητες αυτών, αλλά και στις πλείονες περιπτώσεις διαφθείρονται από την εγκληματική οργάνωση και συμβάλλουν στην διάπραξη τέτοιων αξιόποινων πράξεων. Παράλληλα, τέτοιες χώρες, όπως τα Νησιά Κάιμαν και οι Μπαχάμες, αποτελούν, όπως θα αναλυθεί παρακάτω, έναν από τους βασικούς «σταθμούς» για τη νομιμοποίηση των εσόδων των παράνομων δραστηριοτήτων μίας τέτοιας υπερεθνικής οργάνωσης, ενώ ταυτόχρονα το τραπεζικό απόρρητο τις προστατεύει από όποιες τυχόν προσπάθειες για εξάρθρωσή της[8].
Καθώς η εγκληματική αυτή οργάνωση αναπτύσσεται σε κάποια από τις παραπάνω χώρες, όπου υφίστανται ευνοϊκές συνθήκες, πρέπει να προωθεί και να εδραιώνει την συνεχή παραγωγή παράνομων προϊόντων και υπηρεσιών, π.χ. ναρκωτικών, τα οποία αποτελούν μία από τις πιο επικερδείς δραστηριότητες[9], σωματεμπορίας κτλ., και να τα προωθεί στις ανεπτυγμένες χώρες μέσω των εγκληματικών της δικτύων, όπου και υπάρχει τεράστια ζήτηση. Αυτό συμβαίνει γιατί τα απαγορευμένα αγαθά πάντοτε προσελκύουν τους ανθρώπους, κάτι το οποίο αναπτύσσεται πλέον σε σημαντικό βαθμό με τη χρήση της τεχνολογίας, εφόσον κάποιος μπορεί πολύ εύκολα να παραγγείλει έκσταση ή άλλες ουσίες, καταβάλλοντας πάντοτε ένα σημαντικό χρηματικό ποσό. Έτσι, η υπερεθνική εγκληματική οργάνωση κατανοώντας την αγορά, τις ανάγκες της και τα κενά της, μπορεί εύκολα να παρέχει σε κάθε ενδιαφερόμενο προϊόντα και υπηρεσίες τα οποία χρειάζεται και τα οποία μπορεί να είναι π.χ. δάνεια με πολύ υψηλούς τόκους, ναρκωτικά ή προστασία, και να ελέγχει έτσι, έστω και έμμεσα, σημαντικό μέρος της οικονομίας, όπως είχε γίνει από την Καμόρρα στη Νάπολη, η οποία ήλεγχε μεγάλο μέρος των εκεί επιχειρήσεων[10]. Άλλες δραστηριότητες που προσφέρουν σημαντικά έσοδα σε μία τέτοια οργάνωση και τα οποία πρέπει αυτή να επιδιώκει, είναι η εμπορία και η εκμετάλλευση ανθρώπων και το εμπόριο όπλων. Τέτοιου είδους δραστηριότητες διευκολύνονται στις υπό ανάπτυξη χώρες και από την πρόοδο της τεχνολογίας και επεκτείνονται στις ανεπτυγμένες χώρες, λειτουργώντας έτσι όπως και οι νόμιμες επιχειρήσεις, οι οποίες παράγουν και προωθούν στην αγορά τα προϊόντα, τα οποία έχουν υψηλή ζήτηση, ακολουθώντας τον βασικό κανόνα «της προσφοράς και της ζήτησης».[11]
Η μεγιστοποίηση του κέρδους και η ελαχιστοποίηση της κρατικής παρέμβασης πραγματοποιείται με εκτεταμένες δωροδοκίας κυρίως στα κέντρα λήψης αποφάσεων, αλλά και στις ελεγκτικές αρχές και μηχανισμούς του κράτους, όπου επιδιώκει η εγκληματική οργάνωση να επεκτείνει τη δραστηριότητά της. Μέσω της διαφθοράς επιτυγχάνουν τη συνεργασία των κρατικών και πολιτικών αρχών, οι οποίες «κάνουν τα στραβά μάτια» πάντοτε με το αζημίωτο, όταν επεκτείνει τελικά η οργάνωση τη δράση της στη χώρα αυτή, ώστε να έχει το ελεύθερο να αναπτυχθεί και να προωθεί τα παράνομα προϊόντα και τις υπηρεσίες της. Έτσι, κατορθώνει να ενσωματωθεί στη οικονομία και να αποκομίζει τεράστια οικονομικά οφέλη από την ανέλεγκτη διακίνηση των παράνομων προϊόντων της, να επιβιώνει και να διατηρεί την επιρροή της στις σύγχρονες κοινωνίες, όπου πλέον, -τουλάχιστον στις αναπτυγμένες χώρες- έχουν αναπτυχθεί μηχανισμοί αντιμετώπισης και καταστολής της δράσης των εγκληματικών αυτών οργανώσεων[12].
Το πιο σημαντικό και ίσως και αναγκαίο για μία τέτοια οργάνωση, είναι φυσικά να έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί τα τεράστια οικονομικά κεφάλαια που αποκομίζει από τις παράνομες δραστηριότητές της και ο μόνος τρόπος για αυτό είναι να τα νομιμοποιήσει ή κατά το κοινώς λεγόμενο «να τα ξεπλύνει». Ειδικότερα, ο ένας τρόπος είναι να τα εισάγει στο χρηματοπιστωτικό σύστημα μέσω πολλών μικρών καταθέσεων ή δωροδοκώντας υπαλλήλους ή κυρίως μέσω των τραπεζών των φορολογικών παραδείσων που δεν ελέγχουν ούτε ζητούν τα στοιχεία του καταθέτη, όπως έχει ήδη προαναφερθεί. Έπειτα, μέσα από πολλαπλές μεταφορές των χρημάτων με εικονικές εταιρείες από τράπεζα σε τράπεζα με τη χρήση ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή απαλείφονται τα ίχνη της προέλευσης αυτών, τα οποία και επενδύονται σε εταιρείες-«βιτρίνες» ή σε ακίνητα ή σε άλλες νόμιμες επενδύσεις. Παράλληλα, το λεγόμενο «ξέπλυμα» επιτυγχάνεται και μέσω επιχειρήσεων με μεγάλη ρευστότητα, όπως είναι τα καζίνο ή κάποιο γνωστό εστιατόριο, που βρίσκονται υπό των έλεγχο της εγκληματικής αυτής οργάνωσης.[13]
Θα πρέπει να επισημάνουμε στο σημείο αυτό ότι το «ξέπλυμα» περιουσίας είναι αδύνατο να συμβεί, όπως ορισμένοι θεωρούν, μέσω των απλών τραπεζικών καταθέσεων ή μέσω της φοροδιαφυγής. Αυτό οφείλεται στο ότι όταν κατατίθενται μεγάλα ποσά σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αμέσως τέτοιου είδους ενέργειες κινούν υποψίες στις αρμόδιες αρχές που συνήθως ενημερώνονται ταχύτατα, για να διαπιστώσουν την ακριβή προέλευση αυτών. Όσο για την φοροδιαφυγή, δεν δύναται να θεωρηθεί ως παράνομη νομιμοποίηση κερδών, καθώς απαιτείται να προέρχεται η περιουσία από παράνομη δραστηριότητα και μόνο και όχι από την παρακράτηση του φόρου[14].
Από όλα τα παραπάνω συμπεραίνουμε, ότι η δομή και η δράση μίας εγκληματικής οργάνωσης συμβάλλουν σημαντικά στο να μετατραπεί αυτή σε υπερεθνική και να εδραιωθεί στην παγκόσμια κοινότητα, ενώ πλέον η εξάρθρωσή της είναι ουσιαστικά μόνο ζήτημα πολιτικής βούλησης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Αιτιολογική έκθεση του ΠΚ, k-poinkod-eis-NEO.pdf (hellenicparliament.gr)
- Νικόλαος Λίβος, Οργανωμένο Έγκλημα και Ειδικές Ανακριτικές πράξεις, Εκδόσεις Π.Ν. ΣΑΚΚΟΥΛΑΣ, Δίκαιο και οικονομία
- Η υπ’ αριθμ. 23/2016 Πλημμελειοδικείου Γυθείου
- Σοφία-Αρετή Σφρίντζερη, Η επιχειρησιακή δομή ως στοιχείο της αντικειμενικής υποστάσεως της εγκληματικής οργάνωσης κατά το άρθρο 187 παρ. 1 ΠΚ, Διπλωματική Εργασία, https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/file/lib/default/data/2895393/theFile
- Απόφαση 215/2016 Συμβουλίου Εφετών Αθηνών
- Απόφαση 23/2016 Πλημμελειοδικείου Γυθείου
- Χαράλαμπος Δημόπουλος, « Η παγκοσμιοποίηση του εγκλήματος», Σάκκουλας, 2003
- Ιουλία-Ιωάννα Μπαλαούρα και Ερασμία Μπίτσικα, «Το Διασυνοριακό οργανωμένο έγκλημα ως απειλή για την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης», σελ.7, ΕΚΠΑ, Ευρωπαϊκό Κέντρο Αριστείας https://jmce.gr/portal/wp-content/uploads/2018/10/diasynoriako_egklima_balaoura_bitsika-2.pdf
- Γεώργιος Χλούπης, Το άρθρο 187 ΠΚ «Οι περιπέτειες μίας εγκληματικής οργάνωσης», σελ. 2 https://easte.panteion.gr/images/other_files/h_kyklos/article-187.pdf,
- White-paper-TransnatOrganisedCrime, p. 9, Council of Europe https://edoc.coe.int/en/organised-crime/6837-white-paper-on-transnational-organised-crime.html ,
- Ελληνική Αστυνομία «Οργανωμένο Έγκλημα» , http://www.astynomia.gr/index.php?option=ozo_content&perform=view&id=2481&Itemid=400&lang
- CarrieLyn Donigan Guymon, “International Legal Mechanisms for Combating Transnational Organized Crime: The need for a Multilateral Convention” , Berkley Journal of International Law, (2000),
- Κωστάρας Π. Αλέξανδρος, Έννοια, Τυποποίηση και Προβληματική των Κυρώσεων του Οργανωμένου Εγκλήματος, σε Το Οργανωμένο Έγκλημα από τη Σκοπιά του Ποινικού Δικαίου, Πρακτικά του Ζ’ Πανελλήνιου Συνεδρίου της Ελληνικής Εταιρείας Ποινικού Δικαίου, Δίκαιο και Οικονομία, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2000,
- Δημητράτος Γ. Νικόλαος, Οργανωμένο έγκλημα: θεωρητική προσέγγιση ενός κοινωνικού φαινομένου και ποινικού προβλήματος, ΠοινΧρ ΜΘ΄,
- Γεώργιος Χλούπης, ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΕΓΚΛΗΜΑ, Νομική Βιβλιοθήκη, έκδοση 2005,
- Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Οργανωμένο έγκλημα, διαφθορά και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, https://www.europarl.europa.eu/meetdocs/2014_2019/documents/libe/dv/p7_ta-prov(2013)0444_/p7_ta-prov(2013)0444_el.pdf
- Θάνος Ντόκος , Διεθνές οργανωμένο έγκλημα και ναρκωτικά, Αστυνομική Επιθεώρηση, 1996
- Βίκη Καλοφωτιά, Το ιστορικό της ίδρυσης μιας από τις παλαιότερες και μεγαλύτερες εγκληματικές οργανώσεις της Ιταλίας-Πώς συνδέεται η Καμόρα με τον κορονοϊό, kedenews , 27/11/2020, https://kedenews.gr/news/italia-kamora-napoli/
- ΑΝΑΤΟΛΗ Σ. ΑΝΔΡΕΑΔΟΥ, «ΤΟ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗ ΝΟΤΙΟ-ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΑΠΕΙΛΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ», Μεταπτυχιακή εργασία, σελ. 39επ., ΔΠΘ, Τμήμα Νομικής https://repo.lib.duth.gr/jspui/bitstream/123456789/1522/1/N255.pdf
- Θρασύβουλου Θ. Κονταξή, Η απλή τραπεζική κατάθεση ως νομιμοποίηση χρημάτων («ξέπλυμα»), Ποιν. Δικ. 7/2014, ΕΤΟΣ 17ο, σελ. 617 και
- Γεωργίου Ν. Τριανταφύλλου, «Ξέπλυμα» περιουσίας προερχόμενης από φοροδιαφυγή, αρθρογραφία, ΞΔ/2014
Η φωτογραφία προέρχεται από το google αναζητώντας σχετικά με την έννοια της υπερεθνικής εγκληματικής οργάνωσης
[1] Η αιτιολογική έκθεση του ΠΚ, σελ. 42, k-poinkod-eis-NEO.pdf (hellenicparliament.gr)
[2] Νικόλαος Λίβος, Οργανωμένο Έγκλημα και Ειδικές Ανακριτικές πράξεις, σελ 154-161 εκδόσεις Π.Ν. ΣΑΚΚΟΥΛΑΣ, Δίκαιο και οικονομία(σημειώσεις μαθήματος) + η υπ’ αριθμ. 23/2016 Πλημμελειοδικείου Γυθείου
[3] Σοφία-Αρετή Σφρίντζερη, Η επιχειρησιακή δομή ως στοιχείο της αντικειμενικής υποστάσεως της εγκληματικής οργάνωσης κατά το άρθρο 187 παρ. 1 ΠΚ, Διπλωματική Εργασία, σελ. 54-56 https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/file/lib/default/data/2895393/theFile, και απόφάσεις 215/2016 Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και 23/2016 Πλημμελειοδικείου Γυθείου (σημειώσεις μαθήματος)
[4] Χαράλαμπος Δημόπουλος, « Η παγκοσμιοποίηση του εγκλήματος», Σάκκουλας, 2003, σελ. 114επ.
[5] Ιουλία-Ιωάννα Μπαλαούρα και Ερασμία Μπίτσικα, «Το Διασυνοριακό οργανωμένο έγκλημα ως απειλή για την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης»,σελ.7, ΕΚΠΑ, Ευρωπαϊκό Κέντρο Αριστείας https://jmce.gr/portal/wp-content/uploads/2018/10/diasynoriako_egklima_balaoura_bitsika-2.pdf + Γεώργιος Χλούπης, Το άρθρο 187 ΠΚ «Οι περιπέτειες μίας εγκληματικής οργάνωσης», σελ. 2 https://easte.panteion.gr/images/other_files/h_kyklos/article-187.pdf, 139314GBR_White-paper-TransnatOrganisedCrime.pdf , p. 9, Council of Europe https://edoc.coe.int/en/organised-crime/6837-white-paper-on-transnational-organised-crime.html , Ελληνική Αστυνομία «Οργανωμένο Έγκλημα» , http://www.astynomia.gr/index.php?option=ozo_content&perform=view&id=2481&Itemid=400&lang και CarrieLyn Donigan Guymon, “International Legal Mechanisms for Combating Transnational Organized Crime: The need for a Multilateral Convention” , Berkley Journal of International Law, (2000), p. 61-62
[6] Chambliss.pdf, Σημειώσεις μαθήματος, Κωστάρας Π. Αλέξανδρος, Έννοια, Τυποποίηση και Προβληματική των Κυρώσεων του Οργανωμένου Εγκλήματος, σε Το Οργανωμένο Έγκλημα από τη Σκοπιά του Ποινικού Δικαίου, Πρακτικά του Ζ’ Πανελλήνιου Συνεδρίου της Ελληνικής Εταιρείας Ποινικού Δικαίου, Δίκαιο και Οικονομία, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2000, σελ. 71. Και Δημητράτος Γ. Νικόλαος, Οργανωμένο έγκλημα: θεωρητική προσέγγιση ενός κοινωνικού φαινομένου και ποινικού προβλήματος, ΠοινΧρ ΜΘ΄, σελ. 303.
[7] Γεώργιος Χλούπης, ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΕΓΚΛΗΜΑ, Νομική Βιβλιοθήκη, έκδοση 2005, σελ 240-259
[8] Βλ. υποσημ. 7 σελ. 293 επ. και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Οργανωμένο έγκλημα, διαφθορά και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, https://www.europarl.europa.eu/meetdocs/2014_2019/documents/libe/dv/p7_ta-prov(2013)0444_/p7_ta-prov(2013)0444_el.pdf
[9] Θάνος Ντόκος , Διεθνές οργανομένο έγκλημα και ναρκωτικά, Αστυνομική Επιθεώρηση, 1996, σελ. 756επ.
[10]Βίκη Καλοφωτιά, Το ιστορικό της ίδρυσης μιας από τις παλαιότερες και μεγαλύτερες εγκληματικές οργανώσεις της Ιταλίας-Πώς συνδέεται η Καμόρα με τον κορονοϊό, kedenews , 27/11/2020, https://kedenews.gr/news/italia-kamora-napoli/
[11] ΑΝΑΤΟΛΗ Σ. ΑΝΔΡΕΑΔΟΥ, «ΤΟ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗ ΝΟΤΙΟ-ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ
ΚΑΙ ΑΠΕΙΛΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ», Μεταπτυχιακή εργασία, σελ. 39επ., ΔΠΘ, τμήμα νομικής https://repo.lib.duth.gr/jspui/bitstream/123456789/1522/1/N255.pdf και βλ. υποσημ. 7 σελ.240-259
[12] βλ. υποσημ. 7 σελ.240-270
[13] βλ. υποσημ. 7 σελ.275-290
[14] Θρασύβουλου Θ. Κονταξή, Η απλή τραπεζική κατάθεση ως νομιμοποίηση χρημάτων («ξέπλυμα»), Ποιν. Δικ. 7/2014, ΕΤΟΣ 17ο, σελ. 617 και Γεωργίου Ν. Τριανταφύλλου, «Ξέπλυμα» περιουσίας προερχόμενης από φοροδιαφυγή, αρθρογραφία, ΞΔ/2014, σελ. 721