Loading...
Latest news
Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Η ατέρμονη προσπάθεια του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου να προλάβει τις εξελίξεις!

γράφει ο Γιώργος Αξιάρης,
Το Διεθνές Ανθρωπστικό Δίκαιο (από εδώ ΔΑΔ) ή Δίκαιο των Ενόπλων Συρράξεων η Δίκαιο του  Πολέμου, εξυπηρετεί δύο βασικούς στόχους. Ο πρώτος σχετίζεται με τον περιορισμό χρήσης  μέσων στην διάρκεια ενός πολέμου  που μπορεί να προκαλέσουν δυσανάλογες απώλειες αμάχων  και εκτενείς καταστροφές ενώ μέσα από τον δεύτερο στόχο το ΔΑΔ επιδιώκει να θεσπίσει ένα  πλαίσιο προστασίας για ευπαθείς ομάδες που είτε λαμβάνουν μέρος στις εχθροπραξίες είτε όχι.  Οι τέσσερις συμβάσεις της Γενεύης και τα συμπληρωματικά πρωτόκολλα του 1967 αποτελούν τον  βασικό κορμό του σύγχρονου ΔΑΔ. Η πρώτη σύμβαση της Γενεύης αναφέρεται λοιπόν στην  προστασία των ασθενών και των τραυματιών στον κατά ξηρά πόλεμο ενώ η δεύτερη επεκτείνεται  και στον κατά θάλασσα πόλεμο. Από της άλλη, η τρίτη Σύμβαση της Γενεύης θεσπίζει ένα  καθεστώς προστασίας για τους αιχμαλώτους πολέμου και η τέταρτη, έρχεται να προσθέσει μια  κατηγορία ανθρώπων την οποία σήμερα θεωρούμε αυτονόητη: την προστασία των αμάχων, για  τους οποίους μέχρι τότε δεν υπήρχαν σημαντικές προβλέψεις στο ΔΑΔ. Τις Συμβάσεις της  Γενεύης ήρθαν σχεδόν μετά από είκοσι χρόνια να συμπληρώσουν τα Πρωτόκολλα του 1967,  προσθέτοντας σημαντικά στοιχεία  στον ορισμό διεθνών και μη διεθνών Συρράξεων, στην  διάκριση τους, στην προστασία των μερών και το εφαρμοστέο δίκαιο.

   
Τα πρόσθετα πρωτόκολλα θεωρήθηκαν αναγκαία εξαιτίας της εξέλιξης του πολιτικού σκηνικού.  Κατά την διάρκεια της αποαποικιοποίησης εμφανίστηκαν, “νέοι τύποι” συγκρούσεων που το τότε  νομικό καθεστώς δεν κάλυπτε όπως για παράδειγμα τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα. Θα  έλεγε κανείς ότι το ΔΑΔ ορθώς ανταποκρίθηκε στις τάσεις της εποχής καλύπτοντας τυχόν νομικά  κενά. Ωστόσο πρόκειται για κάτι που δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο. Ειδικότερα με τις νέες  εξελίξεις στον τεχνολογικό τομέα, το ΔΑΔ αδυνατεί πολλές φορές να ανταποκριθεί,  δημιουργώντας σύγχυση γύρω από νομικές έννοιες και κενά.    
Ένα παράδειγμα της αδυναμίας αυτής, έλαβε χώρα το καλοκαίρι του 2006. Όταν το Ισραήλ  εξαπέλυσε επιθέσεις εναντίον βάσεων της Χεζμπολλάχ, ως αποτέλεσμα χρόνιων τριβών ανάμεσα  στα μέρη, η νομική κοινότητα δίστασε να αποφανθεί εάν επρόκειτο για σύρραξη​ διεθνούς ή μη  διεθνούς χαρακτήρα​ (συνοπτικά στις πρώτες έχουμε σύρραξη ανάμεσα σε ένα ή δύο περισσότερα  κράτη ενώ οι δεύτερες διεξάγονται στην περιφέρεια ενός κράτους, συνήθως ανάμεσα σε  κυβερνητικές και μη κυβερνητικές δυνάμεις). Και αυτό γιατί το Ισραήλ, ένα κράτος, επιτέθηκε  εναντίον μιας οργάνωσης, της Χεζμπολλάχ, που δραστηριοποιείται στο γειτονικό κράτος του  Λιβάνου. Οι ένοπλες δυνάμεις όμως του Λιβάνου δεν έλαβαν ποτέ μέρος στην σύρραξη και η  κυβέρνηση της χώρας είχε πολλάκις δηλώσει ότι οι πράξεις της Χεζμπολλάχ δεν  αντικατοπτρίζουν πράξεις της Κυβέρνησης. Το Ισραήλ βέβαια στην συνέχεια διεύρυνε τις  επιθέσεις εναντίον ολόκληρης της επικράτειας του Λιβάνου, με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί ως  sui generis διεθνής σύρραξης​. Πολλοί μπορούν να αναρωτηθούν γιατί δίνουμε έμφαση στον  χαρακτηρισμό, και δεν κοιτάμε τι συμβαίνει στην πράξη. Στην πραγματικότητα όμως ο  χαρακτηρισμός αποτελεί το κλειδί, καθώς σύμφωνα με αυτόν εφαρμόζεται το ανάλογο νομικό  πλαίσιο. Αυτό που αξίζει πάντως να σημειωθεί είναι ότι παρά την γενικότερη ένταση της  σύγκρουσης και παρά τις αφόρητες παραβιάσεις του ΔΑΔ και την διάπραξη εγκλημάτων πολέμου,  δεν αποδόθηκε καμιά ευθύνη σε κανένα από τα μέρη.    
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο ΔΑΔ παρουσιάζει και η περίπτωση της κατοχής, ειδικότερα στις  σύγχρονες μορφές της. Προκειμένου να κριθεί αν υπάρχει κατοχή ή όχι, κεντρικό ρόλο παίζει ο  όρος του “αποτελεσματικού ελέγχου” σύμφωνα με το άρθρο 42 της Σύμβασης της Χάγης. Το άρθρο  42 αναφέρει ότι κατοχή υπάρχει “μόνον στις περιοχές όπου οι ξένες αρχές έχουν εγκαθιδρυθεί και  μπορούν να ασκήσουν εξουσία”. Επιπλέον, το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στην απόφαση του  στην υπόθεση του Κογκό εναντίον της Ουγκάντα, δίνει έμφαση στο αν υπάρχει παρουσία ξένων  στρατευμάτων τα οποία έχουν αντικαταστήσει την εξουσία της επίσημης κυβέρνησης και ασκούν  έτσι αποτελεσματικό έλεγχο. Ορισμένα από τα κριτήρια που τίθενται συνήθως για την αναγνώριση  ύπαρξης κατοχής, περιλαμβάνουν την αντικατάσταση της κυβέρνησης και της τοπικής εξουσίας
από την κατέχουσα δύναμη και την παρουσία ξένων στρατευμάτων.  Ενώ λοιπόν αυτά τα στοιχεία  εξακολουθούν να λαμβάνονται υπόψη είναι αναγκαίο να υιοθετηθεί μια πιο λειτουργική, πιο  ρεαλιστική προσέγγιση. Για να καταλάβει κάνεις το παραπάνω, πρέπει να αναστοχαστεί την  περίπτωση της Γάζας και του Ισραήλ. Το Ισραήλ αποσύρθηκε από την Γάζα το 2005. Έκτοτε  ωστόσο, αν και δεν διατηρεί φυσική παρουσία εκεί, αν και υπάρχει κυβέρνηση στην Γάζα, το Ισραήλ  διατηρεί τον απόλυτο έλεγχο των συνόρων, των θαλάσσιων υδάτων ακόμη και του εναέριου  χώρου. Σε αυτήν λοιπόν την περίπτωση τα “τυπικά” κριτήρια της κατοχής δεν πληρούνται,  ωστόσο, στην πράξη η κατοχή υφίσταται εξαιτίας του καθολικού ελέγχου που ασκεί το Ισραήλ.  Έστω λοιπόν ότι καταφέραμε να προσδιορίσουμε την κατάσταση στην Γάζα – και σε άλλες  περιοχές του κόσμου υπό παρόμοιο καθεστώς. Γιατί μας νοιάζει; Σύμφωνα με το ΔΑΔ, η  κατέχουσα δύναμη είναι υποχρεωμένη να υπόκειται σε κάποιες υποχρεώσεις και να εξασφαλίζει  την τάξη και την ασφάλεια των κατοίκων της κατεχόμενης περιοχής. Όταν λοιπόν η κατέχουσα  δύναμη ασκεί έλεγχο χωρίς την παρουσία στρατευμάτων, της δίνεται η δυνατότητα να απαρνηθεί  τις υποχρεώσεις που πρέπει να τηρεί. Πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα νομικό κενό, που  με την πάροδο του χρόνου μέσα από τις διάφορες υποθέσεις και κυρίως τις εξελίξεις ειδικά στον  τομέα της τεχνολογίας, έχει αρχίσει να καλύπτεται και να σχηματίζει μία νέα προσέγγιση του  φαινομένου της κατοχής και του δικαίου που πρέπει να εφαρμοστεί. 
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα περίπτωση στο ΔΑΔ αποτελούν τα αυτόνομα όπλα και τα μη  επανδρωμένα αεροσκάφη (drones), καθώς αποτελούν σύγχρονες προεκτάσεις του πολέμου, οι  οποίες έχουν δημιουργήσει διλήμματα σχετικά με τον τρόπο χρήσης τους. Το κεντρικό στοιχείο  στην μελέτη των παραπάνω είναι ο ανθρώπινος έλεγχος. Συνοπτικά, αναφορικά με τα αυτόνομα  όπλα, η ανθρώπινη συμμετοχή κρίνεται αναγκαία μόνο στην ενεργοποίηση ή/και την εγκατάσταση  αυτών, ενώ στην συνέχεια δρουν “αυτόνομα”. Τα λεγόμενα drones, αλλοτε χρησιμοποιούνται για  παρακολούθηση και άλλοτε για επιθέσεις – ιδίως τα τελευταία χρόνια – και καθοδηγούνται από  κάποιον χειριστή που βρίσκεται στο έδαφος. Έτσι, αν και δεν υπάρχει απαγόρευση χρήσης τους,  υπόκεινται στους κανόνες του ΔΑΔ. Τόσο στην περίπτωση των drones αλλά κυρίως σε αυτή των  αυτόνομων όπλων, το ζήτημα που τίθεται περιστρέφονται γύρω από τους όρους της  προβλεψιμότητας (predictability) και της αξιοπιστίας (reliability) δηλαδή αν και κατά πόσο ο  άνθρωπος μπορεί να προβλέψει τα αποτελέσματα της δράσης τους και αν μπορεί να επέμβει σε  περίπτωση που κριθεί απαραίτητο. Και αυτό γιατί υπάρχει αμφιβολία ως προς την δυνατότητα  διάκρισης (πχ μαχητές-αμάχους) ή την δυνατότητα αναβολής μιας επίθεσης σε περίπτωση που  γίνει λάθος υπολογισμός. Αυτό παράλληλα συνεπάγεται ένα ακόμη δίλημμα: ποιος φέρει ευθύνες  για τυχόν επίθεση από αυτόνομα όπλα εναντίον αμάχων, από την στιγμή που δρα με σχετική  ανεξαρτησία και δεν υπακούει σε εντολές; Αυτήν την στιγμή το νομικό πλαίσιο βρίσκεται υπό  διαμόρφωση και γίνεται σημαντική προσπάθεια να απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα.    
Στο παρόν άρθρο δεν θα μπορούσε να μην γίνει αναφορά στον κυβερνοπόλεμο. Την στιγμή λοιπόν  που οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία κατηγορούν ανοιχτά την Ρωσία για ανάμειξη στις προεδρικές  εκλογές και στο δημοψήφισμα του 2016, την στιγμή που ρωσικά “τρολς” στο twitter επηρεάζουν  την βούληση του κόσμου με κατευθυνόμενες αναρτήσεις, το ΔΑΔ και γενικότερα το Διεθνές  Δίκαιο έχει μείνει αδρανές αφήνοντας μετέωρα καίρια ζητήματα όπως αυτό της επέμβασης στα  εσωτερικά ζητήματα.  Πρέπει να σημειωθεί πάντως ότι αυτό είναι ένα από τα προφανή ζητήματα  που προκύπτουν λόγω των περιστάσεων, όμως ζητήματα άμεσης ή έμμεσης χρήσης βίας,  αυτοάμυνας και διεθνούς ευθύνης είναι αυτά που περιπλέκουν την κατάσταση. Αναφορικά πχ με  την χρήση βίας, πρέπει πάντοτε να λαμβάνονται υπόψιν οι αρχές της διάκρισης και της  αναλογικότητας. Αν ο στόχος είναι ένα εργοστάσιο ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο παράλληλα  τροφοδοτεί με ρεύμα και ένα χωρίο ή μια πόλη, είναι απαραίτητο να υπολογιστεί αν το όφελος  από το χτύπημα του στόχου θα ξεπεράσει τα μειονεκτήματα που αυτό θα δημιουργήσει. Επιπλέον,  ένας μεγάλος αριθμός των κυβερνοεπιθέσεων διεξάγεται από μεμονωμένα άτομα, τα οποία τις  περισσότερες φορές συνεργάζονται με κρατικούς φορείς (contractors). Μπορεί αυτό το άτομο να  θεωρηθεί στρατιωτικός στόχος λόγω άμεσης συμμετοχής σε εχθροπραξίες; Πως μπορεί να  αποδειχθεί η σύνδεση του ατόμου με την χώρα συνεργασίας για να αποδοθεί ευθύνη ή να προβεί η  χώρα – θύμα σε αυτοάμυνα; Πρόκειται για ζητήματα τα οποία απασχολούν την ακαδημαϊκή  κοινότητα, επειδή αφενός είναι πιο επίκαιρα από ποτέ και αφετέρου δεν υπάρχει καμία απάντηση.    
Το ΔΑΔ φαίνεται πολλές φορές να αδυνατεί να εξηγήσει τις εξελίξεις. Πολλοί μπορεί να  απαξιώνουν το ΔΑΔ και να τονίζουν μόνο τα ελαττώματα του. Πολλοί μπορεί να απογοητεύονται.  Ωστόσο αρκεί να αναλογιστούμε τι θα ίσχυε σε περίπτωση απουσίας του ΔΑΔ, ή ορθότερα  καλύτερα να κοιτάξουμε στο παρελθόν. Η εξέλιξη του ΔΑΔ μπορεί πολλές φορές να αργεί. Ας μην  ξεχνάμε όμως ότι η εξέλιξη αυτού κρίνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα ίδια τα κράτη, από τον  βαθμό συμμόρφωσης, την προθυμία για δέσμευση αλλά και για ανάπτυξη του ΔΑΔ. Εξάλλου  -συνήθως- τα ίδια τα κράτη που θεωρούν το ΔΑΔ “ανούσιο” ή “απαρχαιωμένο” είναι αυτά τα οποία  καθυστερούν την εξέλιξη του.     
Πηγές 
https://www.icrc.org/eng/assets/files/review/2012/irrc-885-ferraro.pdf 
https://www.icrc.org/eng/resources/documents/interview/2013/05-10-drone-weapons-ihl.htm 
https://www.icrc.org/en/international-review/article/cyber-conflict-and-international-humanitarian-law
https://www.icrc.org/en/document/autonomous-weapon-systems-under-international-humanitarian-l aw