Γράφει η Κωνσταντίνα Φωτεινή Σιδηροπούλου
“Η ελευθερία του λόγου συνιστά τον απαραίτητο ορίζοντα μέσα στον οποίο μπορεί να υπάρξει και να αναπτυχθεί η ακαδημαϊκή ελευθερία· χωρίς αυτήν, η τελευταία μοιάζει με πλοίο χωρίς θάλασσα, στερημένο κάθε ουσιαστικής λειτουργίας” (Bérubé , 2024).
Η ακαδημαϊκή ελευθερία ως θεμελιώδες δικαίωμα ενταγμένο στο νομικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί τον βασικό πυλώνα ανάπτυξης και εδραίωσης της ελευθερίας της έκφρασης και του κρατικού διαλόγου. Η σημασία της σε ένα δημοκρατικό κράτος δικαίου εξακριβώνεται από την πεποίθηση πως η ίδια παραμένει αποκλεισμένη από την επιβολή μέσων της κρατικής εξουσίας και αποχρωματισμένη από ιδεολογικές αντιλήψεις συγκεκριμένων πολιτικών ομάδων. Η υπόθεση του Κεντρικού Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου (CEU) αποτελεί συμβολικό παράδειγμα, το οποίο δεν περιορίζεται σε μία απλή εσωτερική διαφορά, αλλά αντανακλά βαθύτερες προκλήσεις που αφορούν τη σχέση μεταξύ κράτους δικαίου (Nagy, 2021).
Η ελευθερία της έκφρασης (Άρθρο 11 Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης) αποτελεί τον γενεσιουργό παράγοντα της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα μετάδοσης ιδεών, χωρίς την ανάμειξη δημοσίων αρχών και αδιακρίτως συνόρων, ενώ κάθε παρεμπόδιση ή καταπάτηση της συγκεκριμένης ελευθερίας αποτελεί παράβαση και κατ’ επέκταση αναστολή ορισμένων δικαιωμάτων που απορρέουν από την ιδιότητα του μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Άρθρο 7 Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση).
Η διεθνής σκοπιά της ακαδημαϊκής ελευθερίας πηγάζει σημαντικά και από το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), ακόμη και αν δεν προβλέπεται ρητή κατοχύρωση της. Όπως είναι εν γένει δεκτό, η ανάπτυξη των προσωπικών απόψεων και η κατ’ επέκταση ελεύθερη μετάδοση και λήψη πληροφοριών αποκρυσταλλώνει την έννοια της ελευθερίας της έκφρασης. Η τελευταία στο πλαίσιο της ακαδημαϊκής ελευθερίας διακλαδώνεται στους τομείς της διδασκαλίας, της έρευνας και της έκφρασης ιδεών, ενώ η απαγόρευση από τους κρατικούς μηχανισμούς ή η επιβολή συγκεκριμένης διδακτικής κατεύθυνσης αντίκειται σε όσα ορίζει η ΕΣΔΑ.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της οριοθέτησης του εν λόγω άρθρου αποτελεί η υπόθεση Mustafa Erdoğan and Others v. Turkey, 2014, κατά την οποία τέθηκε το ζήτημα των ορίων της ελευθερίας της έκφρασης σε σχέση με την κριτική που μπορεί να ασκηθεί δημόσια από πρόσωπα που διαθέτουν έννομο συμφέρον. Πιο συγκεκριμένα, ο προσφεύγων ήταν καθηγητής συνταγματικού δικαίου, ο οποίος επέκρινε σφοδρά την απόφαση του Τουρκικού Συνταγματικού Δικαστηρίου να διαλύσει ένα πολιτικό κόμμα, καθώς και τη στάση των δικαστών. Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αποφάνθηκε πως η κριτική απέναντι στα ανώτατα δικαστικά όργανα αποτελεί τον πυρήνα του δημόσιου διαλόγου σε μία δημοκρατική κοινωνία, ενώ η συγκεκριμένη υπόθεση εντάσσεται στα πλαίσια της ακαδημαϊκής ελευθερίας, εφόσον αναπτύσσονταν αξιολογικές κρίσεις και όχι κάποιο υβριστικό περιεχόμενο. Συμπερασματικά, λοιπόν, αν και η ακαδημαϊκή ελευθερία δεν κατοχυρώνεται ρητώς στην ΕΣΔΑ, εντούτοις ο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) την έχει αναγνωρίσει ρητά ως ειδική έκφανση της ελευθερίας της έκφρασης, κυρίως στο πλαίσιο της διδασκαλίας και της επιστημονικής έρευνας.
Όπως προαναφέρθηκε, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων και αρχών αποτελεί η νομολογιακή αντιμετώπιση της υπόθεσης του Ευρωπαϊκού Κεντρικού Πανεπιστημίου (CEU). Αναλυτικότερα, το 2017 η ουγγρική κυβέρνηση τροποποίησε τη νομοθεσία της για την ανώτατη εκπαίδευση και ο νέος αυτός νόμος, γνωστός ως “Lex CEU”, εισήγαγε περιορισμούς που δυσχέραιναν την εφαρμογή της ακαδημαϊκής ελευθερίας στη χώρα. Οι προϋποθέσεις που τέθηκαν για τη συνέχιση της λειτουργίας του CEU εξαρτήθηκαν από τη χώρα προέλευσής του, ήτοι τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και απαιτούσε μεταξύ άλλων αυτό να εδράζεται στις τελευταίες, ενώ η εξακολούθηση της δραστηριότητας του στη χώρα τελούσε υπό την προϋπόθεση της σύναψης διακρατικής συμφωνίας μεταξύ της Ουγγαρίας και των Ηνωμένων Πολιτειών (Χρυσομάλλης, 2020). Ως αποτέλεσμα, η εν λόγω ρύθμιση κρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι παραβιάζει τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, ανοίγοντας τον δρόμο για την περαιτέρω νομικές διαδικασίες με την άσκηση προσφυγής ενώπιον του ΔΕΕ .
Κάθε παραβίαση ενωσιακής υποχρέωσης συνιστά παράβαση, σύμφωνα με όσα ορίζει το άρθρο 258 Συνθήκης για την Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και ενεργοποιεί την νομική διαδικασία της προσφυγής υπό προϋποθέσεις. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε κρατική ρύθμιση που θίγει τις ελευθερίες που κατοχυρώνονται στο πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης -όπως η ακαδημαϊκή ελευθερία- δύναται να θεμελιώσει παραβίαση ενωσιακής υποχρέωσης και μέσω της σχετικής προσφυγικής διαδικασίας, ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να αξιολογηθεί το επίπεδο συμμόρφωσης ενός κράτους μέλους.
Για την υπόθεση C-66/18 πλέον όπως προκύπτει από την έλλειψη συμμόρφωσης της Ουγγαρίας απέναντι στο ενωσιακό δίκαιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αξιοποίησε τη Γενική Συμφωνία για το Εμπόριο Υπηρεσιών (European Commission , 1995) , ως προβλεπόμενο μέσο επιβολής κυρώσεων, καθώς ο νόμος “LEx CEU” πραγματευόταν το ζήτημα της εμπορικής παρουσίας εκπαιδευτικού ιδρύματος , υπό την έννοια της ίδρυσης πανεπιστημίου ή παραρτήματος στο εξωτερικό. Μάλιστα, στο αιτιολογικό μέρος της εν λόγω προσφυγής η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αξίωσε, μεταξύ άλλων, την διαπίστωση της ύπαρξης παράβασης του άρθρου XVII της Γενικής Συμφωνίας για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών (GATS), η οποία περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1B της Συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).
Έτσι, ύστερα από μία σειρά από Προειδοποιητικές Επιστολές και Αιτιολογημένες Γνώμες της Επιτροπής στην Ουγγαρία, το ΔΕΕ διαπίστωσε την έλλειψης συμμορφώσεως της τελευταίας απέναντι στην εξασφάλιση προσήκουσας ακρόασης της (InfoCuria, 2020).
Ένα από τα βασικότερα επιχειρήματα της Ουγγαρίας στο υπόμνημα αντικρούσεως της εν λόγω προσφυγής ήταν η ένσταση αναρμοδιότητας του Δικαστηρίου προς εκδίκαση της υπό κρίση προσφυγής λόγω παραβάσεως, όσον αφορά τις αιτιάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι οποίες σχετίζονται με παραβάσεις διατάξεων της GATS. Η εν λόγω ένσταση, ωστόσο, απορρίφθηκε από το ΔΕΕ για δύο κύριους λόγους: 1) η GATS, ως διεθνής συμφωνία της ΕΕ, αποτελεί μέρος του ενωσιακού δικαίου και άρα μπορεί να αποτελέσει βάση προσφυγής και 2) βάσει του άρθρου 258 της ΣΛΕΕ, το αντικείμενο προσφυγής λόγω παραβάσεως περιορίζεται αποκλειστικά στη διαπίστωση μη συμμορφώσεως κράτους μέλους προς υποχρεώσεις που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης (Kirst, 2020).
Σε αυτό το σημείο είναι αξιοσημείωτο να αναφερθεί η συμβολή των υποθέσεων Fediol (C-70/87) και Nakajima (C-69/89) στο ενωσιακό δίκαιο, οι οποίες διεύρυναν το πλαίσιο αξιοποίησης και επίκλησης των διατάξεων της GATS κατά τη διάρκεια προσφυγών ενώπιον των ενωσιακών οργάνων, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις που σχετίζονταν, είτε με την παραπομπή σε διεθνή συμφωνία από ενωσιακή πράξη, είτε με την υλοποίηση διεθνείς υποχρέωσης από ενωσιακή πράξη (Marieke Van Hoecke, σ.101). Για το CEU, όμως, δεν υπήρχε ρητή παραπομπή των υποθέσεων Fediol (C-70/87) και Nakajima (C-69/89) από το ΔΕΕ, καθώς το ζήτημα επικεντρώθηκε στην παραβίαση ουσίας του GATS, χωρίς να στηριχθεί σε ρήτρες διεθνούς συμφωνίας για να θεμελιώσει την εφαρμογή της. Άλλωστε, η GATS αποκλείει τη δυνατότητα άμεσης εφαρμογής της από ιδιώτες και εφόσον η προσφυγή κινήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΔΕΕ περιορίστηκε τελικά στο πλαίσιο της διαδικασίας επί παραβάσει (άρθρο 258 ΣΛΕΕ).
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει, κατά πάγια νομολογία του, καταστήσει σαφές ότι κάθε διεθνής συμφωνία, η οποία συνάπτεται από την Ένωση ενσωματώνεται, από της ενάρξεως ισχύος της, στο ενωσιακό κεκτημένο και συνιστά αναπόσπαστο τμήμα της έννομης τάξης της Ένωσης. Εν προκειμένω, η Συμφωνία για την Ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) – της οποίας αναπόσπαστο μέρος αποτελεί η Γενική Συμφωνία για το Εμπόριο Υπηρεσιών (GATS) υπεγράφη από την Ευρωπαϊκή Ένωση και εγκρίθηκε επισήμως με την απόφαση 94/800 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994. Η συμφωνία τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1995. Ως εκ τούτου, η GATS συνιστά μέρος του ενωσιακού δικαίου και μπορεί να προβληθεί στο πλαίσιο προσφυγής λόγω παραβάσεως κατά κράτους μέλους, εφόσον διακυβεύεται η τήρηση των εν λόγω διεθνών δεσμεύσεων της Ένωσης (European Commission, 1995).
Τελικά, το ΔΕΕ λαμβάνοντας υπόψη τις προαναφερθείσες αξιώσεις της Ευρωπαϊκής Ευρωπαϊκή Επιτροπής αποφάνθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2020 πως η Ουγγαρία παραβίασε το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και συγκεκριμένα: α) το δικαίωμα στην ακαδημαϊκή ελευθερία και στην ιδιωτική εκπαιδευτική δραστηριότητα (Άρθρο 13 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων), β) τη συμφωνία GATS (της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου) για την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών εκπαίδευσης, γ) την ελευθερία εγκατάστασης και την ελευθερία παροχής υπηρεσιών (Άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ) και δ) την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων (InfoCuria, 2020).
H απόφαση του ΔΕΕ για την υπόθεση C-66/18 ενίσχυσε τη νομική προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας στο πλαίσιο των θεμελιωδών ελευθεριών και της νομολογίας. Η επικουρική ευθυγράμμιση της με όσα ορίζονται στο άρθρο 13 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κρίνονταν επιτακτική από το ΔΕΕ και χάρη σε αυτή κατοχυρώθηκε το δικαίωμα ίδρυσης και λειτουργίας ανεξάρτητων πανεπιστημίων, χωρίς αδικαιολόγητους πολιτικούς περιορισμούς (Bornemann , 2020).
Σε ένα μεγάλο ποσοστό η απόφαση ενίσχυσε και το νομικό πλαίσιο της Ένωσης, προβάλλοντας τη σημασία των δημοκρατικών αρχών, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Επί της ουσίας, το ΔΕΕ έθεσε σαφή όρια στην αυθαίρετη εθνική εξουσία, όταν αυτή έρχεται σε αντίθεση με τις ελευθερίες της εσωτερικής αγοράς και τις αξίες της Ένωσης. Μέσω της δικανικής της συλλογιστικής, η απόφαση ανέδειξε τη σημασία της τήρησης του ενωσιακού δικαίου από τα κράτη μέλη, όχι ως απλής νομικής υποχρέωσης, αλλά ως προϋπόθεσης για τη διατήρηση του ίδιου του ευρωπαϊκού δημοκρατικού κεκτημένου. Το Δικαστήριο, με νομική σαφήνεια υπερασπίστηκε την ανεξαρτησία της ανώτατης εκπαίδευσης, αποσαφηνίζοντας ότι οι διεθνείς δεσμεύσεις της Ένωσης, όπως η GATS, ενσωματώνονται πλήρως στο ενωσιακό δίκαιο και δεσμεύουν τα κράτη μέλη.
Με αυτό τον τρόπο, η συμβολή της απόφασης του CEU για την ακαδημαϊκή ελευθερία στην έννομη τάξη της ΕΕ διαθέτει διττό χαρακτήρα: αφενός επιβάλλει συμμόρφωση προς το ενωσιακό δίκαιο και αφετέρου αναβαθμίζει την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο θεσμικό περιβάλλον εντός της ΕΕ.
Βιβλιογραφία/Πηγές:
- European Commision (1995). The General Agreement on Trade in Services (GATS).
Διαθέσιμο σε : https://trade.ec.europa.eu/access-to-markets/en/content/general-agreement-trade-services-gats
- Μιχάλης Δ. Χρυσομάλλης (2020, Νοέμβριος). Αυταρχισμός και ακαδημαϊκή ελευθερία: μια αδύνατη συμβίωση Η υπόθεση του Πανεπιστημίου της Κεντρικής Ευρώπης ενώπιον του ΔΕΕ.
Διαθέσιμο σε : http://www.digestaonline.gr/index.php/digestaonline/11-2020/417-2020-chris2
- Mustafa Erdoğan and Others v. Turkey (2014, Μάιος).
Διαθέσιμο σε : https://hudoc.echr.coe.int/fre#{%22itemid%22:[%22002-9461%22
- Csongor István Nagy (2021, Οκτώβριος). Case C-66/18 Commission v. Hungary (Central European University).
Διαθέσιμο σε: https://papers.ssrn.com/sol3/papers.cfm?abstract_id=3944221
- InfoCuria Νομολογία (2020, Οκτώβριος). Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 6ης Οκτωβρίου 2020.
Διαθέσιμο σε : https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=232082&pageIndex=0&doclang=el&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=2258222 ύ
- Niels Kirst | European Law Blog (2020, Απρίλιος). Academic Freedom protected via the CJEU? – The Advocate’s General Opinion in Commission v Hungary (C-66/18).
- Marieke Van Hoecke | (2010, Μάιος) The problem of GATT/WTO law in the European Union Legal Order
Διαθέσιμο σε : https://libstore.ugent.be/fulltxt/RUG01/001/458/430/RUG01-001458430_2011_0001_AC.pdf
- Jonas Bornemann | European Law Blog (2020, Οκτώβριος). Academic freedom in illiberal times – A bittersweet victory for the Central European University.
- Michael Bérubé | TEDxPSU (2024, Μάιος). Why academic freedom is not the same as free speech.
Διαθέσιμο σε : https://www.youtube.com/watch?v=v4msRgJmMp4
Πηγή εικόνας:
- Νίκος Σουρής (2024, Ιούνιος). Η ακαδημαϊκή ελευθερία στη Γαλλία υπό το πρίσμα των κινητοποιήσεων υπέρ της Παλαιστίνης.
Διαθέσιμο σε : https://nomarchia.gr/