Loading...
Latest news
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Η ήπια ισχύς στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής: Η περίπτωση της Κίνας

Γράφει η Βικτωρία Σκουρτανιώτη

Η έννοια της «ισχύος» είναι μια από τις πλέον θεμελιώδεις και πολυσυζητημένες έννοιες στον τομέα των διεθνών σχέσεων και της εξωτερικής πολιτικής, καθώς αποτελεί βασικό παράγοντα για την κατανόηση του διεθνούς συστήματος και τη δράση των κρατών μέσα σε αυτό. Παράλληλα, είναι μια αμφιλεγόμενη και δύσκολη έννοια, αφού συναντώνται διαφορετικές προσεγγίσεις στην παγκόσμια βιβλιογραφία, αναφορικά με τις διαστάσεις και τα χαρακτηριστικά της. Για παράδειγμα, ο Haus Morgenthau αναφέρει ότι «η ισχύς είναι ο έλεγχος που ασκεί κάποιος στις σκέψεις και στις πράξεις κάποιου άλλου», ενώ ο Charles Kindleberger ακολουθεί μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση του ζητήματος, καθώς πιστεύει ότι «η ισχύς είναι συνυφασμένη με την πολιτική και την οικονομία». Δεν εστιάζει, δηλαδή, στην έννοια αυτή καθ’ αυτή, αλλά στην ικανότητα των κρατών για το πως θα την χρησιμοποιήσουν.

Πράγματι, η ισχυρή πολιτική θέση ενός κράτους και η ικανότητα του να ασκεί επιρροή στους υπόλοιπους δρώντες του διεθνούς συστήματος, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την επιβίωση, την ανάπτυξη και την ευημερία του. Ωστόσο, η κάθε χώρα οφείλει να διαθέτει και άλλα χαρακτηριστικά. Ειδικότερα, ιδιαίτερης σημασίας είναι οι συντελεστές ισχύος, δηλαδή οι δημογραφικοί, γεωγραφικοί, οικονομικοί, στρατιωτικοί και πολιτισμικοί παράγοντες, σε συνδυασμό με την εφαρμογή μιας συγκεκριμένης στρατηγικής, προκειμένου το κάθε κράτος να πραγματοποιήσει τους στόχους του. Με βάση λοιπόν αυτούς τους συντελεστές ισχύος διακρίνουμε ορισμένα είδη «ισχύος». Επικρατέστερες είναι τελικά η «σκληρή ισχύς» (hard power) και η «ήπια ισχύς» (soft power). Προτού λοιπόν προχωρήσουμε στην ανάλυση της ήπιας ισχύος, θα ήταν εύλογο να γίνει μια σύντομη αναφορά στη σκληρή ισχύ.

Η σκληρή ισχύς, περιλαμβάνει τις στρατιωτικές και οικονομικές ικανότητες ενός κράτους, βάσει των οποίων δύναται να επιβάλλει στους υπόλοιπους δρώντες τον επιθυμητό τρόπο δράσης με τη χρήση κινήτρων (καρότο) και απειλών (μαστίγιο). Κύριο χαρακτηριστικό της είναι η χρήση στρατιωτικών μέσων, η άσκηση οικονομικών πιέσεων και η εξαπόλυση διπλωματικών απειλών, όπως η χρήση ή απειλή χρήσης βίας, η επιβολή οικονομικών κυρώσεων και η διακοπή εμπορικών συναλλαγών. Η πρακτική αυτή συνδέεται άρρηκτα με τον εξαναγκασμό και την επιβολή, και όπως έχει αποδειχθεί από την ιστορία η σκληρή ισχύς είναι μια μέθοδος πίεσης εκ μέρους των κρατών προκειμένου να ωφεληθούν. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η εφαρμογή της σκληρής ισχύος έχει αρχίσει να φθίνει, ενώ η ήπια ισχύς κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος στις διακρατικές επαφές. Επιπλέον, τα κράτη επιλέγουν να επιβάλλονται μέσω ενός συνδυασμού σκληρής και ήπιας ισχύος, την λεγόμενη «έξυπνη ισχύ».

Αντιθέτως, η ήπια ισχύς αποκλείει τον εξαναγκασμό και τις απειλές, και προκρίνει την πειθώ και την ελκυστικότητα. Η ήπια ισχύς πηγάζει καθαρά από τις αξίες, τα πολιτικά ιδανικά και την εξωτερική πολιτική των κρατών. Ο όρος της ήπιας ισχύος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1990 από τον Αμερικανό πολιτικό επιστήμονα, Joseph S. Nye, στο βιβλίο του «Bound to Lead: The Changing Nature of American Power». Σύμφωνα με τον ίδιο, η ήπια ισχύς σχετίζεται με την πειθώ, την ηθική, τη συνεργασία, την επιρροή, τον πολιτισμό, αλλά και την ελκυστικότητα. Τα πιο σημαντικά στοιχεία στα οποία έχει οικοδομηθεί είναι ο πολιτισμός και οι αξίες, δηλαδή η γλώσσα, η θρησκεία, η κουλτούρα, η πολιτιστική κληρονομιά, το πολίτευμα, το οικονομικό σύστημα και  τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σε αντίθεση λοιπόν με τη σκληρή ισχύ, η ήπια ισχύς είναι συνδεδεμένη με τη χρήση ειρηνικών μέσων που βασίζονται στη δύναμη της έλξης και της θελκτικότητας. Με λίγα λόγια, η γοητεία και το κύρος ενός κράτους σε συνδυασμό με όλα τα παραπάνω, το καθιστά σπουδαίο παίκτη στη διεθνή σκακιέρα.

Επιπρόσθετα, η έννοια της «ήπιας ισχύος» σχετίζεται με το «nation branding». Σύμφωνα με τον Simon Anholt που είναι και ο εμπνευστής του όρου, το «nation branding» είναι η διαμόρφωση μιας στρατηγικής επικοινωνίας που αποσκοπεί στην δημιουργία θετικής εικόνας προς το εξωτερικό από το κράτος που την εφαρμόζει. Για παράδειγμα, ένα κράτος δύναται να προβάλλει τα επιτεύγματα και τα ιδανικά του, ώστε να είναι άξια θαυμασμού από τα υπόλοιπα, αναβαθμίζοντας έτσι την εικόνα του στο εξωτερικό.

Τέλος, για να γίνει περισσότερο κατανοητή η έννοια του όρου, παρακάτω θα δούμε ορισμένα παραδείγματα περιπτώσεων έμπρακτης εφαρμογής της «ήπιας ισχύος»:

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ευρώπη βρισκόταν σε μια δεινή θέση. Εκτός των εκατομμυρίων νεκρών στρατιωτών, ήταν αντιμέτωπη με την πείνα, τη φτώχεια και την απόλυτη καταστροφή. Οι ΗΠΑ με το «Σχέδιο Μάρσαλ» προσέφεραν οικονομική βοήθεια, ώστε να αντιμετωπιστεί η ανθρωπιστική κρίση και να τονωθεί η ευρωπαϊκή βιομηχανία με βασικό στόχο την επανεκκίνηση της οικονομίας. Με αυτό το σχέδιο οι ΗΠΑ κατάφεραν να κερδίσουν με το μέρος τους την πλειονότητα των ευρωπαϊκών κρατών, που αποτελούσε μέρος της στρατηγικής ανάσχεσης (containment) με σκοπό να αποτραπεί η διάδοση της κομμουνιστικής ιδεολογίας. Επίσης, οι Σκανδιναβικές χώρες αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για τις αξίες και τα ιδανικά που πρεσβεύουν.

Η περίπτωση της Κίνας

Τις τελευταίες δεκαετίες, η προσπάθεια της Κίνας να διεκδικήσει μια νέα θέση στο διεθνές στερέωμα, άλλαξε σε σημαντικό βαθμό την παγκόσμια ισορροπία. Αρχής γενομένης από τον Deng Xiaoping, ο οποίος κατάφερε να μετατρέψει τη χώρα σε ένα διεθνοποιημένο και εκσυγχρονισμένο κράτος, από το 1978 ξεκίνησε για την Κίνα μια χρονική περίοδος διαρκούς οικονομικής ανάπτυξης. Μάλιστα, το 2010 ξεπέρασε την Ιαπωνία σε ονομαστικό ΑΕΠ και πλέον αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία μετά τις ΗΠΑ. Αυτή η ραγδαία και συνεχής ενδυνάμωση της κινεζικής οικονομίας ωθεί τη χώρα στην απόκτηση κεντρικού ρόλου στο διεθνές γίγνεσθαι και συνεπακόλουθα έχει ως άμεση συνέπεια την ανάπτυξη της ήπιας ισχύος της.

Ωστόσο, στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, οι υπεύθυνοι για την εξωτερική πολιτική της Κίνας, αν και εξέταζαν στοιχεία τα οποία παρέπεμπαν στον όρο της ήπιας ισχύος, δεν τον είχαν υιοθετήσει μέχρι το 1992, οπότε το βιβλίο του Nye «Bound to Lead» μεταφράστηκε στην κινεζική γλώσσα. Το γεγονός αυτό προκάλεσε την επαγρύπνηση πολλών ακαδημαϊκών για την περαιτέρω μελέτη της έννοιας αυτής. Αν και τα πρώτα χρόνια η ενασχόληση με το ζήτημα περιορίστηκε σε θεωρητικό επίπεδο, σήμερα ο όρος της ήπιας ισχύος χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο από αναλυτές, πολιτικούς, ακαδημαϊκούς και αποτελεί βασικό σημείο για τη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής του Κινεζικού κράτους.

Στις αρχές του 21ου αιώνα, στην πολιτική έκθεση του 16ου Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας γίνεται μια πρώτη αναφορά στον όρο, χωρίς ιδιαίτερη σαφήνεια. Η σαφής διατύπωση της έννοιας έρχεται στην 13η συνεδρίαση ομαδικής μελέτης του Πολιτικού Γραφείου του Κομμουνιστικού Κόμματος το 2004 και μέχρι το 2005, λαμβάνει μεγάλη απήχηση και παύει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά από ακαδημαϊκούς. Ο όρος διατυπώθηκε με ξεκάθαρο τρόπο από τον Πρόεδρο Hu Jintao, ο οποίος ανέφερε: «η αύξηση της διεθνούς θέσης και επιρροής της Κίνας πρέπει να αποδεικνύεται τόσο στην σκληρή της ισχύ, όπως η οικονομία, η επιστήμη, η τεχνολογία και η εθνική άμυνα, όσο και στην ήπια ισχύ, όπως ο πολιτισμός». Το 2010, ο ίδιος τόνισε ότι ο πολιτισμός είναι βασικός παράγοντας για την εθνική ισχύ, αναφέροντας ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα πήρε την απόφαση για την αναμόρφωση των πολιτισμικών θεσμών και συγχρόνως για την ενίσχυση των καινοτομιών αλλά και την εξαγωγή πολιτισμικών προϊόντων. Ασφαλώς, όλες αυτές οι ενέργειες είχαν ως στόχο την ενίσχυση της εθνικής ήπιας ισχύος.

Το 2014, ο μέχρι σήμερα Πρόεδρος της χώρας, Xi Jinping, κατέστησε σαφή τη θέση της χώρας δηλώνοντας: «Πρέπει να αυξήσουμε την ήπια ισχύ της Κίνας, να δώσουμε ένα καλό κινεζικό αφήγημα και να επικοινωνήσουμε τα μηνύματα της χώρας μας στον κόσμο». Υπό την ηγεσία του, έχουν επιτευχθεί σημαντικές εμπορικές και αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, τόσο με τη Λατινική Αμερική, όσο και με χώρες της Αφρικής και της Ευρώπης. Αξιόλογο παράδειγμα αποτελεί αυτό της γνωστής πρωτοβουλίας που ονομάζεται «Belt and Road». Χωρίζεται σε δύο άξονες, τον «Δρόμο» και τη «Ζώνη». Ο πρώτος άξονας αφορά ένα δίκτυο λιμανιών που πρόκειται να συνδέουν την Κίνα με την Ανατολική Αφρική και τη Μεσόγειο, και ο δεύτερος αφορά μια σειρά χερσαίων διαδρομών που θα συνδέουν μέσω της Κεντρικής Ασίας και της Μέσης Ανατολής, την Κίνα και την Ευρώπη. Επίσης, μεγάλη προβολή λαμβάνει και ο πολιτισμός της, με αποτελεσματικότερη να είναι η ίδρυση του Ινστιτούτου Κομφούκιος από το κινεζικό Υπουργείο Παιδείας, που διαθέτει παραρτήματα σε όλο τον κόσμο, κάνοντας ευκολότερη τη διάδοση της κινεζικής γλώσσας και κουλτούρας.

Σύμφωνα με πολλούς Κινέζους θεωρητικούς, η Κίνα διαθέτει όλα τα μέσα που χρειάζονται για να καταφέρει ένα κράτος να προσελκύσει και να σαγηνεύσει συνεργάτες. Εκτός λοιπόν από την πλούσια ιστορία και τον πολιτισμό που διαθέτει, το μεγαλύτερο «χαρτί» της είναι η οικονομία. Για τον λόγο αυτό, ο όρος της «ήπιας ισχύος» εξετάζεται σε άλλες δύο διαστάσεις: η πρώτη είναι η οικονομική βοήθεια (economic aid) και η δεύτερη είναι οι επενδύσεις (investment). Άλλωστε, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Κίνα διακρίνεται για τις οικονομικές επιτυχίες και για τις επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρει.

Συνεπώς, είναι φανερό ότι η Κίνα έχει αξιοποιήσει σε μεγάλο βαθμό τις πηγές ισχύος που διαθέτει, ιδίως στα πλαίσια της οικονομίας και του πολιτισμού. Επιπλέον, διεκδικεί πιο ενεργό ρόλο στα διεθνή κρίσιμα ζητήματα, συμμετέχει πιο συνεργατικά στους διεθνείς θεσμούς και χρησιμοποιεί ικανά την ήπια ισχύ της, γεγονός που αξιολογείται με θετικό πρόσημο από τη διεθνή κοινότητα. Ωστόσο, υπάρχουν άλλοι εσωτερικοί και εξωτερικοί παράγοντες που ίσως κλονίσουν τη θέση της Κίνας. Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι θεωρίες που την θέλουν να εξελίσσεται σε κίνδυνο για τη διεθνή τάξη και ασφάλεια. Παραδείγματος χάριν, οι λάθος χειρισμοί της κινεζικής ηγεσίας σε διάφορα εσωτερικά ζητήματα, όπως η κοινωνική αδικία για την οποία κατηγορείται από πολλούς, αλλά και τα αποσχιστικά κινήματα που αφορούν το Θιβέτ και την Ταϊβάν, ίσως προκαλέσουν κίνδυνο για την επιβίωση του Κομμουνιστικού κόμματος στο πολιτικό τιμόνι της χώρας και συγχρόνως, για τη θέση ισχύος που κατέχει στο διεθνές στερέωμα.

Συμπέρασμα

Συμπερασματικά, ο όρος της ήπιας ισχύος, αποτελεί πλέον μια από τις δημοφιλέστερες έννοιες στις διεθνείς σχέσεις και χρησιμοποιείται εξίσου από ακαδημαϊκούς και πολιτικούς. Η ήπια ισχύς είναι ουσιαστικά μια μορφή εξουσίας, η οποία δίνει τη δυνατότητα στα κράτη να προσελκύουν τα υπόλοιπα αποκλειστικά με ειρηνικά μέσα. Είναι, λοιπόν, στην ευχέρεια του κάθε κράτους η στρατηγική που θα ακολουθήσει, σύμφωνα με τις πηγές ισχύος που διαθέτει. Ωστόσο, η ήπια ισχύς από μόνη της δεν είναι ικανή να καταστήσει μια χώρα θελκτική στο εξωτερικό, χρειάζονται και άλλα προσόντα, όπως το κύρος, η ισχυρή οικονομία και η ικανότητα εφαρμογής των στρατηγικών σχεδίων στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής. Όσον αφορά την Κίνα, είναι μια χώρα που η διπλωματία και η εξωτερική πολιτική της βασίζονται κατά κύριο λόγο στην ήπια ισχύ. Ειδικότερα τις τελευταίες δεκαετίες, η Κίνα έχει επιστρατεύσει όσα μέσα διαθέτει (οικονομία, πολιτισμός, τεχνολογία, επιστήμη, επενδυτικά προγράμματα), επιδιώκοντας τη γεφύρωση του χάσματος με τις ΗΠΑ. Αυτό, την καθιστά έναν αρκετά αξιόλογο δρώντα στη διεθνή κοινότητα. Η Κίνα λοιπόν, πρέπει αρχικά να συνεχίσει να ενισχύει την ήπια ισχύ της και ταυτόχρονα να διευθετήσει τυχόν εσωτερικά και εξωτερικά προβλήματα. Τα δύο αυτά στοιχεία είναι αλληλένδετα μεταξύ τους και η Κίνα οφείλει να επικεντρωθεί και στα δύο, προκειμένου να διαψεύσει τις θεωρίες οι οποίες την θέλουν να αποτελεί κίνδυνο για τη διεθνή ασφάλεια.

Βιβλιογραφία

Πηγή εικόνας: https://dione.lib.unipi.gr/xmlui/bitstream/handle/unipi/12350/Taraviras_16019.pdf?sequence=1&isAllowed=y